«Το τραγούδι έχει γίνει συνοδευτικό σε αυτοκίνητο»
Ο στιχουργός αφηγείται ιστορίες πίσω από τις μεγάλες επιτυχίες του και τους συνεργάτες του, που αναβιώνουν όλο το κλίμα της Μεταπολίτευσης.
Ο στιχουργός Γιώργος Παυριανός μοιάζει να μη μεγάλωσε, ίσως λόγω σταθερών στενών φίλων, ίσως λόγω ενός συλλογικού ρομαντισμού που διασώζει σχεδόν με όρους θρησκείας. Οι στίχοι του τραγουδιούνται πάνω από τέσσερις δεκαετίες.
Και όλη η γκάμα έχει περάσει από το χαρτί του: από τραγούδια εσωτερικότητας και μοναξιάς μέχρι το «Εγώ δεν πάω Μέγαρο» από τη Ρίτα. Πίνουμε καφέ στο Athenee και σκέφτομαι πως απέναντί μου με το καπελάκι και το t-shirt κάθεται ένας αιώνιος νέος που πρόλαβε μεγάλους δασκάλους, σπουδαίες παρέες, τον Χατζιδάκι, τον Τσαρούχη, τον Ταχτσή, τη Μελίνα, την Αλίκη, τον Κραουνάκη, τον Δ. Λέκκα, τον Μαρίνο αλλά και την κοινότητα των νέων παιδιών που στη Μεταπολίτευση έφτιαξαν το θαύμα των περιοδικών, ζούσαν και μετά έγραφαν και κάπως διατήρησαν ως σήμερα μια χαμένη ιερότητα της παρέας.
Ο Παυριανός είναι ένας ραψωδός της ζωής, γράφει απενοχοποιημένα και μιλάει με την όρεξη και τη δίψα ενός νέου δημιουργού.
Πόσα τραγούδια έχετε δισκογραφημένα δικά σας;
Δεν είναι παραπάνω από εκατό. Σχεδόν όλα όμως έχουν γίνει επιτυχία.
Ή ανακαλύπτονται εκ των υστέρων…
Βέβαια, που είναι η αγαπημένη μου συνήθεια!
Εγώ θεωρώ ας πούμε το «Τις νύχτες που κυκλοφορώ», σε μουσική Θάνου Μικρούτσικου, ένα μεγάλο τραγούδι.
…Που δεν έχει ποτέ κυκλοφορήσει σε CD. Μόνον σε δίσκο, ήταν πριν ακόμη μετατραπούν οι δίσκοι σε CD.
Μια μεγάλη στιγμή για την Αλίκη Βουγιουκλάκη και τον Βλάση Μπονάτσο. Ηταν η μόνη δουλειά σας με τον Θάνο;
Η μόνη. Η πρώτη εκτέλεση ήταν του Βλάση στην παράσταση. Το 1983 όλα αυτά. Για το έργο «Βίκτωρ και Βικτώρια».
Πού βρίσκεστε τότε;
Λίγο πριν έχω συνεργαστεί με τον Γιώργο Μαρίνο κι έχουμε ξεκινήσει να συμπράττουμε για να βγάλουμε τον δίσκο «Μόνον Ανδρες». Σε μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη. Ηταν ο πρώτος γκέι δίσκος. Και μια μεγάλη στιγμή. Για όλους μας. Εκτός από το «Αχιλλέας απ’ το Κάιρο» του Τουρνά – πολύ μετά – ή το «Φίλε αδελφή ψυχή» των Ξυδάκη – Ρασούλη, δεν υπάρχει κάτι ανάλογο. Ηταν πολύ τολμηρό και δεν ακούστηκε καθόλου από το ραδιόφωνο λόγω θέματος. Αλλά έγινε ο αγαπημένος υπόγειος δίσκος αφού είχε μια σειρά θεμάτων κοιταγμένων με τέτοιο τρόπο. Ηταν μια πρόταση.
Πώς το αντιμετωπίζει μια Αθήνα του ΠΑΣΟΚ, της Μεταπολίτευσης, της πολιτικοποίησης;
Πέσαμε ακριβώς εκεί πάνω. Η διαδικασία ήταν πως επειδή η εποχή ήταν ματσό, όλα τα γκέι θέματα ήταν ή γραφικά ή υπό αίρεση. Οι στίχοι ήταν δικοί μου, του Γιώργου Ευσταθίου και ένα της Λίνας που γνωριζόμασταν από την Πάντειο. Ηλθε λοιπόν η Αλίκη στην παράσταση του Μαρίνου με τον Βλάση μιλημένο. Κι έρχονται στο καμαρίνι που είμαι με τον Μαρίνο. Εν τω μεταξύ ο Γιώργος το νούμερο που έχει με την Αλίκη δεν το παίζει εκείνο το βράδυ γιατί μου λέει πως «αφού είναι εδώ εκείνη που σατιρίζω δεν μπορώ να το πω». Ερχονται τέλος πάντων και εγώ τότε έχω κάνει στα ελληνικά το «Walk on the wild side» του Λου Ριντ («Εϊ μωρό μου»). Και λέει ο Βλάσης «να αυτός εδώ έχει κάνει το «Εϊ μωρό μου»» και μου προτείνει η Αλίκη να συνεργαστούμε. Πετάγεται ο Μαρίνος και της λέει «δεν θα μας πάρεις και τους συνεργάτες, ρε Αλίκη»! Την άλλη μέρα πήγα σπίτι της και μου είπε να κάνουμε το «Βίκτωρ και Βικτώρια». Ενθουσιάστηκα. Η παρέα μου πάλι καθόλου.
Ποια ήταν η παρέα σας;
Από τον Αρη Δαβαράκη, τον Νίκο Μουρατίδη, πολύς κόσμος. Η Αλίκη έχει έλθει από τρομερή επιτυχία, την «Εβίτα». Εγώ δε, μόλις μαθαίνω πως θα είναι ο Θάνος, που επίσης φαντάζομαι η δική του παρέα από το ΚΚΕ την Αριστερά θα είχε ανατριχιάσει, χαίρομαι πολύ. Οταν συναντιόμαστε κιόλας μου λέει, «τι ανοησίες είναι αυτές; Καλλιτέχνες είμαστε».
Ηταν ένα σημαντικό πρόσωπο η Αλίκη;
Ηταν ένα ιδιαίτερο πρόσωπο. Σίγουρα σημαντικό. Μόνο εργατοτεχνικά να το δούμε, τι δουλειά έδωσε σε κόσμο, φτάνει για να την κατατάξουμε εκεί. Οσοι θέλανε να συνεργαστούν μαζί της εκείνη την εποχή κάνανε διάφορες γκρίνιες ότι δεν θα συνεργαζόντουσαν ποτέ. Ηταν μια στιγμή κρίσιμη για μένα που με εμπιστεύθηκε, και παρότι είχα αργήσει τους στίχους. Της έγραψα το μεγάλο σλόγκαν: Ο άνδρας της ζωής μου είμαι εγώ. Κάτι που ήταν αληθινό για την Αλίκη.
Ερχεστε από την Πάτρα και καταδύεστε σε μια μαγική Αθήνα.
Ερχομαι από την Πάτρα και στην Πάντειο, υπότροφος εκεί συναντώ τον Κραουνάκη, τη Λίνα, τον Σιαμσιάρη κ.ά. Παράλληλα έχω τις παρέες των μπαρ, της μοναξιάς. Αυτό που είναι ο τροφοδότης λογαριασμός του στιχουργού. Γιατί εμείς πρώτα ζούμε και ύστερα γράφουμε. Είναι σημαντικό αυτό. Ακόμη και κατά παραγγελία να γράψεις, πρέπει να είναι κάπως βιωμένο. Αυτό που βλέπω σήμερα στη σύγχρονη στιχουργική που λόγω υπερπληροφόρησης, μεγάλης βιβλιοθήκης ξένων τραγουδιών είναι πως κάνουν ψιλομοντάζ ή μεταφράσεις και βλέπεις έναν πιτσιρικά να γράφει σαν γέρος. Και στη δημοσιογραφία το βλέπω αυτό. Την εμπειρία του θέματος. Να ασχολούνται με ένα θέμα που δεν το ξέρουν. Αυτό δεν τους δίνει μέτρο.
Γίνεστε και δημοσιογράφος τότε;
Εγινα κατ’ ανάγκην. Πρώτα γράφω στίχο.
Ποιος είναι ο πρώτος;
«Οι φίλοι μου τις Κυριακές μαζεύουνε βιολέτες / και βόλτα πάν’ τις γκόμενες με τις μοτοσυκλέτες». Εκείνη την εποχή το μελοποιεί ο Δημήτρης Λέκκας. Και γίνεται μια παρουσίαση στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Πρόσφατα είδα τον παραγωγό Μωυσή Ασέρ που μου είπε πως έχει την τότε κόπια.
Τεχνικά σας οδηγεί η ομοιοκαταληξία στην ιδέα, η ή ιδέα στην ομοιοκαταληξία;
Η ομοιοκαταληξία πολλές φορές.
Θυμάμαι που γράφατε ομοιοκατάληκτα στην «Athens Voice».
Δεν έχω ευκολία. Δυσκολεύομαι πολύ. Κάτι που φαινόταν απλό, εμένα μου έτρωγε πολύ χρόνο. Δύο πράγματα με έχουν επηρεάσει καίρια στον στίχο: η λαϊκότητα του Λευτέρη Παπαδόπουλου και οι ομοιοκαταληξίες του Νίκου Γκάτσου. Οχι ότι ο Λευτέρης δεν έχει ομοιοκαταληξίες.
Ο Λευτέρης;
Η λαϊκότητα του Λευτέρη είναι πως κατεβαίνει ή ανεβαίνει στο ίδιο επίπεδο με αυτόν που θα ακούσει το τραγούδι του. Είναι ο πρώτος που έδωσε στα λαϊκά αγόρια τη δυνατότητα να εκφράσουν τον έρωτά τους με δύο λέξεις όμορφες. Είναι πολύ σημαντικό αυτό. Εξανθρώπισε τις σχέσεις των ανθρώπων. Σαν να τους βάζεις στο πανεπιστήμιο της συμπεριφοράς και του έρωτα.
Ο Γκάτσος;
Δεν δείχνει τόσο παθιασμένος με τα ερωτικά σαν τον Λευτέρη. Είναι όμως στιγμές που οι ομοιοκαταληξίες του είναι κουδουνάτες, χτυπάνε.
Διαβάζατε και ποίηση;
Πάρα πολύ. Η παρέα της Παντείου που ήμουν μέχρι το 1976 περίπου ήμασταν άνθρωποι που οφείλαμε να είμαστε διαβασμένοι. Ξέραμε τι σημαίνουν τα μπεντένια τείχη του Ελύτη, η Σονάτα του Σεληνόφωτος του Ρίτσου. Είχαμε έναν υπέροχο συναγωνισμό.
Πάντως είστε παρών όλες τις δεκαετίες της Μεταπολίτευσης και με επιτυχίες. Προσαρμόζεστε στο κλίμα και στη θεματογραφία;
Μετά από κάθε επιτυχία, μου κάνανε τρομερές προτάσεις να την επαναλάβω. Κι εγώ δεν το έκανα. Αυτό σήμαινε οικονομικό θάνατο, μα και διάρκεια. Η διάρκεια με απασχολεί. Λέγομαι (Π)αυριανός, θέλω να με ξέρουν και αύριο. Εγώ να ξέρεις έχω πεθάνει μέσα μου. Διαχειρίζομαι ένα ίδρυμα που είναι ένα ίδρυμα μνήμης. Είμαι διασώστης μνήμης. Μας έχει καταστρέψει η εικόνα. Οταν θέλουμε να μάθουμε ένα γεγονός, το κάνουμε μέσω της εικόνας. Γι’ αυτό ετούτη την περίοδο μου έδωσαν μεγάλη χαρά τα podcast που κάνω στην «Athens Voice» με τα οποία διασώζω ήχους, στίχους, ντοκουμέντα, τραγούδια. Μερικά από αυτά δεν θα τα μεταδώσει κανείς.
Αγαπάτε τις γκρίζες ζώνες της ζωής.
Σαν άτομο ήμουν πολύ σταθερός. Είχα αρχές από την οικογένειά μου. Ημουν πολύ δυνατός. Δυναμωμένος με θεωρία και μελέτη, που λέει ο Καβάφης. Εβλεπα σε μια φτωχογειτονιά να παίζουν μπάλα και έλεγα μέσα μου πως αν δεν μάθεις γράμματα δεν σώζεσαι. Θα πας εργάτης στου Λαδόπουλου σαν τον πατέρα σου. Και έγινα αριστούχος.
Η Πάτρα των παιδικών σας χρόνων παίζει ρόλο στο έργο σας;
Τα τελευταία χρόνια, όπως όλοι οι γέροι. Θυμάμαι πράγματα, παλιά χρόνια. Και εκεί αντιλαμβάνεσαι πως τίποτε δεν ήταν τυχαίο. Βλέπω τον χαρακτήρα μου κυρίως. Ο πατέρας μου ήταν κομμουνιστής και εγώ δανειζόμουν βιβλία από τη Λέσχη των Αστυνομικών της Πάτρας. Ερχόταν ο βασιλιάς και τον υποδεχόμουν με ποίημα. Δεν υπολόγιζα τίποτε. Προς απογοήτευση του πατέρα μου βέβαια.
Ποια η πρώτη μεγάλη επιτυχία σας;
Βγαίνει πρώτα ο Σάκης Ρουβάς τότε, τον ακούει η Ρίτα Σακελαρίου και μου λέει γράψε μου να πούμε μαζί κάτι. Κι έτσι κοιτώ έναν παλιό μου στίχο. Εγώ τι κάνω πολλές φορές; Κρατώ ένα παλιό μου δίστιχο (το λέω δύστυχο) και το ξανακοιτώ. Είχα δει Μεγάλη Εβδομάδα, αρχές ’90, τότε θέλανε όλοι να πάνε στο Μέγαρο Μουσικής. Να πάρουν καταξίωση. Και βλέπω έξω από το Μέγαρο, Μεγάλη Παρασκευή, να μπαίνουν με γκρίζα κοστούμια για να ακούσουν τα Κατά Ματθαίον Πάθη και όχι να πάνε στον Επιτάφιο. Και γυρίζω σπίτι και γράφω: δεν πάω κενοτάφιο, θα πάω στον Επιτάφιο. Οταν μου ‘πε η Ρίτα για τον Παίδαρο μου ήρθε η ομοιοκαταληξία. Η εταιρεία δεν μου το κυκλοφορεί όμως γιατί θεωρεί πως θα μας χτυπήσει ο Λαμπράκης με τα έντυπά του. Και αναγκάζομαι μέσω της Λασιθιωτάκη να στείλω την κασέτα με το τραγούδι στον ίδιο τον Λαμπράκη. Και εκείνος λέει: κυκλοφορήστε το.
Και είναι ταυτόχρονα μια αποδόμηση του Μεγάρου αλλά και μια προβολή του.
Ακριβώς. Στην αρχή η Ρίτα δεν χαίρεται. Μετά όμως κάνει περιοδεία στο εξωτερικό και γίνεται χαμός. Εδεσε πολύ ωραία. Ολο έγινε ενσυνείδητα. Δεν έγινε στην τύχη.
Εσείς είστε στον κύκλο του Μάνου Χατζιδάκι τότε. Πώς τον γνωρίζετε;
Από τον Δημήτρη Λέκκα. Μας πήγε ένα βράδυ του ’74 στον Μαγεμένο Αυλό. Με ρωτάει τότε ο Μάνος: «εσύ τι θες να κάνεις;». Και του λέω: «Εγώ θέλω να σκηνοθετήσω». «Σχεδιάζω νέους «Ορνιθες». Θα γράψεις εσύ» μου απαντά. Σκέφτομαι, με δουλεύει. Και του απαντώ: «θέλω να σκηνοθετήσω στο ραδιόφωνο». Και πάω για δοκιμαστικό. Με τη βοήθεια των τεχνικών διάβασα ένα θεατρικό. Και προτείνω το «Τρίτο Στεφάνι» σε συνέχειες. Και μου λέει ο Μάνος «μη μου το κάνεις αυτό, είμαι μαλωμένος και με τον Ταχτσή και με τη Μελίνα». Είχα εν τω μεταξύ πάει στη Μελίνα να της το προτείνω, αλλά δεν ήθελε. Βασικά μου είπε να το κάνουμε σενάριο για να το σκηνοθετήσει ο Ζυλ Ντασσέν. Ημουν στενοχωρημένος, κατεβαίνω κέντρο, και βλέπω στο Ρεξ τεράστιες αφίσες της Ρένας Βλαχοπούλου. Μια επιθεώρηση. Λέω είναι ανατροπή, αυτό θα γίνει. Το κάνω τσαμπουκά. Και λέω και στη Σμάρω Στεφανίδου.
Πώς το υποδέχεται ο Ταχτσής;
Εξαλλος. «Εβαλες τις υπηρέτριες των ελληνικών ταινιών;» φώναζε. Του λέω, «Κώστα μου, ποιες θα ήθελες ιδανικά;». Και απαντά: «Την Παξινού και την Κοτοπούλη». «Μα, δεν ζουν». «Εγώ αυτές είχα στα αφτιά μου όταν έγραφα το βιβλίο». Ηρθε τελικά και διάβασε ένα συγκινητικό κείμενο στην αρχή των εκπομπών. Και μετά από κάθε μετάδοση με έπαιρνε και μου έκανε παρατηρήσεις.
Δύσκολο άτομο…
Ναι. αλλά τον αγάπησα πολύ. Εκείνη την εποχή γίνονταν πολλά πράγματα μαζί, εκείνος είχε τέτοια γνώμη που επαληθεύεται σήμερα. Γινόταν το ΑΚΟΕ, εκείνος ήταν αντίθετος. «Θέλουν να σας μαντρώσουν» έλεγε.
Τι έβρισκες στο «Τρίτο Στεφάνι»;
Να πω πως ήταν σαν να το είχα γράψει εγώ; Πως αναγνώριζα πολλά από τη μάνα μου, τη γειτονιά μου; Ο Ταχτσής το έχτισε ψηφίδα-ψηφίδα. Οποιος γράφει το καταλαβαίνει. Για να καταφέρει την απόδοση του προφορικού λόγου ήθελε κόπο. Εχει στήσει πολύ αφτί για να ακούσει τους ανθρώπους. Εγώ γιατί λες δεν έχω αυτοκίνητο; Για να τη στήνω στις στάσεις των λεωφορείων και να ακούω.
Εχει αλλάξει η γλώσσα;
Πολύ. Μέχρι και η γριά με το τσεμπέρι λέει «γκέι».
Τα κοινωνικά δίκτυα άλλαξαν τα πράγματα;
Πολλές φορές νιώθω πως εγώ δίνω ένα ερέθισμα εκεί μέσα. Ερχεται το ολόγραμμα, δεν θα βγαίνουμε στην όξινη βροχή. Θα έρχεται το είδωλο στο σαλόνι σου.
Με την πανδημία επηρεαστήκατε;
Ετσι κι αλλιώς ζω μέσα. Βλέπω λίγους φίλους. Παλιούς. Γιώργος Πανόπουλος, Μανίνα Ζουμπουλάκη, Γιάννης Νένες, Κιντή, Γιώργος Ευσταθίου, αλλά και Αννα Νταλάρα. Αυτός είναι ο κύκλος της προστασίας μου. Το αισθάνθηκα στον θάνατο της μάνας μου.
Στο γράψιμό σας;
Πεθάνανε αυτή την εποχή δύο-τρεις συνθέτες που είχα συνεργαστεί. Οπως ο Νίκος Αντύπας και ο Τάκης Μπουγάς. Και πρέπει να διαχειριστώ αυτό το υλικό. Θέλω να κάνω παραστάσεις Καραγκιόζη. Θέλω να κάνω διάφορα.
Εχετε κάνει Καραγκιόζη με τον Ευγένιο Σπαθάρη.
Κάναμε την Οδύσσεια όπου τραγουδά η Εθνική Ελλάδος. Ζαμπέτας, Νταλάρας, Χαρούλα, ένα μιούζικαλ του θεάτρου σκιών. Εχω πολλές αναμνήσεις και από την Πάτρα. Επαιζα πίσω από μπερντέ. Κάναμε και περιοδεία με τον Ευγένιο και ήμουν βοηθός του. Θέλω αυτή τη γνώση να την εκμεταλλευθώ. Ξέρεις πώς γεννήθηκε το Θέατρο Σκιών; Είχε πεθάνει η γυναίκα του αυτοκράτορα και κάποιος την αναπαρέστησε ως σκιά. Και εκεί που ήταν να πεθάνει ο αυτοκράτορας, χάρηκε. Ζωντάνεψε η σκιά της. Οταν ζωντανεύει η σκιά είναι μια αναγέννηση. Και έχει και νεότερες δυνάμεις, υπέροχες τώρα. Οπως ο Αθως Δανέλλης. Θέλω να βγάλω κι ένα δεύτερο βιβλίο με ιστορίες όπως το «Ζωντανοί στο Zonars» (εκδ. Οδός Πανός), τώρα το «Ζωντανοί στο Αthenee».
Εχετε παλιά φιλία με τον Γιώργο Χρονά της Οδός Πανός.
Κάποτε συγκατοικήσαμε μαζί με τον Γιώργο και τον Ευσταθίου στον Περιφερειακό του Λυκαβηττού. Εκανε επιμέλεια και απομαγνητοφώνηση τα Σχόλια στο Τρίτο του Μάνου Χατζιδάκι και επειδή ήταν εργατικός ξύπναγε πολύ πρωί και εμείς ακούγαμε μέσα στον ύπνο μας τη φωνή του Χατζιδάκι. Ερχόταν η Ζυράνα Ζατέλη και έγραφε. Γινόμασταν ο ένας μαγνήτης του άλλου. Φιλίες που έχουν χιλιοτεσταριστεί.
Το τραγούδι σήμερα;
Δεν ξέρω μελλοντικά τι χρήση θα έχει το τραγούδι. Εχει γίνει συνοδευτικό σε αυτοκίνητο. Παλιά ήταν πιο σημαντικό γιατί έλειπε η εικόνα. Αρχισε να σκοτώνεται με τα βιντεοκλίπ. Εκεί που έλεγες «είμαι στην ερημιά» και ο καθένας σκεφτόταν μια δική του ερημιά, βλέπαμε την ερημιά του σκηνοθέτη. Πρέπει να αποκατασταθεί η ακοή. Να ακούμε. Οχι να βλέπουμε.
Θα σας πω μερικά πρόσωπα που γνωρίσατε: Μαλβίνα, Μπονάτσος, Μπέλλου.
Πάντα γελάω όταν την ακούω. Ηταν καπάτσα η Μαλβίνα. Και επίσης πολύ διαβασμένη. Εχει πει ένα δικό μου: το «όσο υπάρχουν Ελληνες». Ετοιμάζω τώρα ένα podcast για τον Βλάση. Και πήρα τον μουσικό παραγωγό Κώστα Ζήκο να μου θυμίσει τα μπαρ που πηγαίναμε. Η φλόγα της ζωής ήταν, στη μετέδιδε πολύ γρήγορα. Ηταν πολύ δοτικός. Η Μπέλλου με συγκλόνισε όταν τη γνώρισα. Ενας μάγκας με φουστάνια.
- Καιρός: Βροχές και καταιγίδες και την Παρασκευή – Πότε θα είναι έντονα τα φαινόμενα στην Αττική
- Δασμοί: Πυκνώνουν τα σύννεφα στην Ευρώπη – Τι θα συμβεί στην Ελλάδα
- Ποδηλατάδα παρέα με τον σκύλο σας. Πόσο καλή ιδέα είναι;
- Γαλλία: Λιγότερο σεξ κάνουν οι πολίτες με περισσότερους όμως παρτενέρ, αναφέρει έρευνα
- Όλα όσα δεν πρέπει να τρώμε με άδειο στομάχι
- Με συνταγή ΣΥΡΙΖΑ θέλουν να διαλύσουν το ΠΑΣΟΚ