Πάτερ Ανυπόμονος: Ο θρυλικός αντάρτης παπάς που πολέμησε στο πλευρό του Άρη Βελουχιώτη
Σαν σήμερα 9 Ιουνίου του 2004, άφησε την τελευταία του πνοή ένας άνθρωπος – σύμβολο της Εθνικής Αντίστασης. Ο αντάρτης του ΕΛΑΣ, πατέρας Ανυπόμονος.
Στις 14 Μαΐου του 1943 η κορυφαία μορφή της Εθνικής Αντίστασης, ο Άρης Βελουχιώτης βρισκόταν στην περιοχή δυτικά του χωριού Κουκουβίτσα στην Γκιώνα και στρατολογούσε τους πρώτους αντάρτες που θα αποτελούσαν τον πυρήνα της μεγαλύτερης αντιστασιακής οργάνωσης της χώρας κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.
Εκεί στην Κουκουβίτσα πήγε να βρει τον Άρη ο ηγούμενος του μοναστηριού Αγάθωνος Φθιώτιδας, Γερμανός. Τον ηγούμενο κυνηγούσαν οι κατακτητές επειδή ήταν πρόεδρος της κοινότητας Δαδιού και άνηκε στο ΕΑΜ.
Για την ακρίβεια οι Ιταλοί είχαν εντοπίσει ότι οι ανακοινώσεις της κοινότητας Διαδιού, και οι προκηρύξεις του ΕΑΜ της περιοχής που καλούσαν σε αντίσταση και σαμποτάζ, γράφονταν από την ίδια γραφομηχανή που ήταν ελαττωματική και κάποια συγκεκριμένα γράμματα έβγαιναν στραβά. Και η γραφομηχανή αυτή ήταν της κοινότητας και την είχε ο πρόεδρος στο σπίτι του. Άρα της έγραφε εκείνος.
Ο αντάρτης καλόγερος ζήτησε από τον Άρη Βελουχιώτη να ενταχθεί στον ΕΛΑΣ και να πολεμάει στο πλευρό του. Ο Άρης του λέει αμέσως το «ναι». Στις πρώτες μάχες με τους Γερμανούς και με τους Ιταλούς, ο ιερέας είναι από τους πρώτους που ρίχνονται στη φωτιά.
Από τη μια κρατάει τον σταυρό και από την άλλη το όπλο. Πολεμάει σε κάθε μάχη με λύσσα χωρίς να περιμένει, χωρίς να κάνει υπομονή. Ο Άρης του αλλάζει το όνομα. «Παππούλη μην είσαι ανυπόμονος» του είπε. Έτσι ο Γιώργος Δημάκος από το Αγριδάκι Γορτυνίας που όταν χειροτονήθηκε ηγούμενος έλαβε το όνομα Γερμανός, από εκείνη τη στιγμή και μετά θα ονομαστεί «πατέρας Ανυπόμονος» ή «παπά – Ανυπόμονος».
Μέχρι την αυτοκτονία του Άρη, ο παπά – Ανυπόμονος θα πολεμήσει τους ναζί κατακτητές και τους συνεργάτες τους από τις γραμμές του ΕΛΑΣ, δίπλα στο πλευρό του αρχηγού του. Τον ακολούθησε παντού. Σε κάθε μάχη. Ήταν μαζί του στη Ρούμελη, στην Ήπειρο, στη Θεσσαλία και την Πελοπόννησο.
Και όταν η ομάδα του Άρη έμπαινε και απελευθέρωνε τα χωριά ένα προς ένα, ο παπα – Ανυπόμονος, ξεζωνόταν τα άρματα και τα φυσεκλίκια, άνοιγε τις εκκλησιές και λειτουργούσε.
Ο «παπάς του Άρη» όπως τον έλεγαν, του χάρισε στην πρώτη συνάντηση τους έναν ασημένιο σταυρό, που ο πρωτοκαπετάνιος του ΕΛΑΣ κουβάλαγε πάντα μαζί του ως το τέλος του. «Θα φοράς πάντα το καλυμμαύχι. Το σταυρό δε θα τον βγάλεις ποτέ», του έλεγε ο Αρης. «Μα δεν με βολεύει. Να βάλω μαύρο σκουφί όπως όλοι;» απαντούσε ο πατέρας Ανυπόμονος «Οχι! Θα φοράς καλυμμαύχι». Ο πατέρας Ανυπόμονος διορίστηκε ως Στρατιωτικός Ιερέας του Γενικού Αντιστασιακού Στρατηγείου.
Στα χέρια συμμορίας
Μετά την απελευθέρωση και τη Συμφωνία της Βάρκιζας, όταν ο ΕΛΑΣ διαλύθηκε ο παπά – Ανυπόμονος κατόπιν προτροπής του Άρη, επέστρεψε από εκεί που ξεκίνησε. Στο Μοναστήρι του Αγάθωνα της Υπάτης.
Άφησε πίσω του την ηρωική αντάρτικη ζωή και έγινε πάλι μοναχός. Και ένα βράδυ του 1946, η πόρτα της μονής έσπασε με κρότο και μέσα στον ιερό χώρο μπήκαν τα μέλη μιας συμμορίας εθνικοφρόνων.
Ήταν από εκείνους που είχαν συνεργαστεί με τον κατακτητή όταν ο ΕΛΑΣ τον πολεμούσε και στη συνέχεια κρυβόντουσαν με την ουρά στα σκέλια μήπως τους βρουν. Μέχρι που αφοπλίστηκε ο ΕΛΑΣ και οι παρακρατικοί με τον μανδύα του εθνικόφρονα, αλώνιζαν στην ύπαιθρο. Σκότωναν, έκλεβαν, βίαζαν, τρομοκρατούσαν με την ανοχή – αν όχι την παρότρυνση – του κράτους.
Η συμμορία του εθνικόφρονα Κώστα Βουρλάκη, άνθρωποι αδίστακτοι και επικίνδυνοι, ρώτησαν με βρισιές και απειλές τους μοναχούς ποιος είναι ο παπα – Ανυπόμονος. Ο ηγούμενος δεν κρύφτηκε. Βγήκε μπροστά. Αμέσως τον χτύπησαν. Έτσι με τα ράσα που φορούσε.
Τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν δεμένο στη Μοσχοκαρυά. Εκεί σε ένα υπόγειο τον βασάνισαν άγρια για να αποκαλύψει που είχε κρύψει όπλα ο ΕΛΑΣ, πράγμα που δεν γνώριζε φυσικά ο ιερέας.
Μετά του ζήτησαν εκείνο που πραγματικά ήθελαν να κάνει. Να αναθεματίζει όλους τους αριστερούς της Φθιώτιδας από άμβωνος στο μοναστήρι του. Ο πατέρας Ανυπόμονος, τους απάντησε πως κάτι τέτοιο δεν επρόκειτο να το κάνει ποτέ. Οι βασανισμοί συνεχίστηκαν για μέρες. Τελικά τον πέταξαν αιμόφυρτο στο δρόμο και εξαφανίσθηκαν.
Η χούντα
Ο ηγούμενος Γερμανός συνέχισε τη μοναχική ζωή στο μοναστήρι του Αγάθωνα. Το 1968, καταγγέλθηκε ότι απροκάλυπτα εκφράζεται στις ομιλίες του στους πιστούς, υπέρ της αριστεράς.
Και οι κατηγορίες συνεχίστηκαν. Ότι είναι άπιστος και όχι χριστιανός, ότι είναι κομμουνιστής και ότι αρνείται να ψάλει το «Πολυχρόνιο», την ευχή που ψάλλεται στους πολιτικούς άρχοντες για μακροημέρευση. Του ζητούσαν δηλαδή να ψάλει ευχές για μακροημέρευση στους ακροδεξιούς συνταγματάρχες. Τον στέλνουν αμέσως στο Συνοδικό Δικαστήριο. Εκεί ο ηγούμενος αθωώνεται.
Η Εκκλησία
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του πατέρα Ανυπόμονου, η εκκλησία τον αναγνώρισε ως ήρωα, και ως έναν από τους ελάχιστους κληρικούς που συμμετείχε στον αγώνα εναντίον του κατακτητή με τα όπλα και τις σφαίρες.
Η πολιτεία επίσης, τον τίμησε ως σύμβολο της Αντίστασης. Το 2000, η Ιερά Σύνοδος έξέδωσε έναν τόμο με τίτλο «Μνήμες και Μαρτυρίες από το ’40 και την Κατοχή» με αναφορές στη δράση του παπά – Ανυπόμονου τον καιρό της Κατοχής.
Ο θρυλικός πατέρας Ανυπόμονος έφυγε από τη ζωή το 2004 στις 9 Ιουνίου στο κρεβάτι μιας κλινικής της Λαμίας. Ήταν 92 ετών.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις