Μνήμη Ενρίκο Μπερλινγκουέρ
Στις 11 Ιουνίου 1984 πεθαίνει ο ηγέτης του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος Ενρίκο Μπερλιγκουέρ
- Η τηλεθέαση του debate ΣΥΡΙΖΑ – Ελπίδες για τη συμμετοχή στην κάλπη της Κυριακής – Η σύγκριση με το ΠΑΣΟΚ
- Ο καλλιτέχνης που απείλησε ότι θα κατέστρεφε πολύτιμα έργα τέχνης αν ο Τζούλιαν Ασάνζ πέθαινε στη φυλακή
- Για ποια εγκλήματα κατηγορούνται οι Νετανιάχου, Γκάλαντ και Ντέιφ
- Να απομονώσει τους αποστάτες καλούν οι 87+ τον πολιτικό κόσμο - «Να μην αποδεχτούν έδρες προϊόν συνωμοσίας»
Σε μια από τις πιο γνωστές παρλάτες του με τίτλο “Qualcuno era comunista” (Κάποιος ήταν κομμουνιστής), ο Τζιόρτζιο Γκάμπερ λέει σε ένα σημείο, «Κάποιος ήταν κομμουνιστής γιατί ο Μπερλινγκουέρ ήταν ένας καλός άνθρωπος. Κάποιος ήταν κομμουνιστής, γιατί ο Αντρεότι δεν ήταν ένας καλός άνθρωπος».
Με αυτό τον απλό τρόπο αποτύπωσε τον τρόπο που έμεινε στη συλλογική μνήμη της Ιταλίας ο γενικός γραμματέας του μεγαλύτερου κομμουνιστικού κόμματος του δυτικού κόσμου, που άφηνε την τελευταία του πνοή στις 11 Ιουνίου του 1984. Λίγες μέρες πριν είχε υποστεί ένα εγκεφαλικό την ώρα που μιλούσε σε μια προεκλογική συγκέντρωση του κόμματός του στην Πάδοβα, ολοκληρώνοντας την ομιλία του με μεγάλη δυσκολία. Λίγες μέρες μετά το κόμμα του στις ευρωεκλογές για πρώτη φορά θα έχει την πρώτη θέση, όμως λίγα χρόνια μετά θα είναι ένα από τα στελέχη που είχαν αναδειχτεί στη διάρκεια της δικής του ηγεσίας, ο Ακίλε Οκέτο, αυτός που ουσιαστικά θα βάλει την ταφόπλακα στον ιταλικό κομμουνισμό, ανακοινώνοντας στην Μπολονίνα τον Νοέμβριο του 1989 ότι το κόμμα δεν θα ονομάζεται πλέον κομμουνιστικό.
Η κηδεία του Μπερλιγκουέρ, στις 13 Ιουνίου 1984 στη Ρώμη θα είναι μια τεράστια κόκκινη λαοθάλασσα.
Μια ζωή μέσα στο ΙΚΚ
Ο ίδιος ο Μπερλινγκουέρ ήταν ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα όχι μόνο του ιταλικού αλλά και του ευρωπαϊκού κομμουνισμού. Γεννημένος στη Σαρδηνία το 1922, σε μια οικογένεια με αντιφασιστική τοποθέτηση, δεν θα ολοκληρώσει τις σπουδές του στα νομικά γιατί το 1943 θα γίνει μέλος του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Οι σημαντικές πολιτικές και οργανωτικές του ικανότητες θα τον κάνουν μέλος της Κεντρικής Επιτροπής ήδη από το 1946. Θα έχει για αρκετά χρόνια την ευθύνη της νεολαίας και με αυτή την ιδιότητα θα γίνει γραμματέας και της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας της Δημοκρατικής Νεολαίας, με έδρα τη Βουδαπέστη, όπου εκτός των άλλων θα γνωρίσει και στελέχη όπως ο Χου Γιαομπάνγκ, μετέπειτα γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας ή ο Έρικ Χόνεκερ, μετέπειτα ηγέτης της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας.
Αργότερα θα αναλάβει διάφορες θέσεις και ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1950 είναι ένα από τα βασικά νεώτερα στελέχη του ΙΚΚ. Ο κόσμος του είναι αυτός του μεγαλύτερου δυτικού κομμουνιστικού κόμματος, ενός κόμματος με παραδόσεις μεγάλες, η ηγεσία του οποίου και ιδίως ο Παλμίρο Τολιάτι, επέλεξε να αποφύγει το 1944, με τη «στροφή του Σαλέρνο», ουσιαστικά τον εμφύλιο πόλεμο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι εγκατέλειψε μια κομμουνιστική ταυτότητα, ένα κόμμα που αποτελούσε έναν ολόκληρο παράλληλο κόσμο και με μια ιδιαίτερη σχέση με τον πολιτισμό αλλά και με τη θεωρία, συμπεριλαμβανομένης και της ιδιαίτερης αναφοράς στο έργο του Αντόνιο Γκράμσι.
Ο Μπερλινγκουέρ στη δεκαετία του 1960 θα είναι με την κεντρική γραμμή της ηγεσίας, άρα σε μια διπλή οριοθέτηση και από την πιο αριστερή τάση, που ιστορικά εκπροσωπούσε ο Πιέτρο Ινγκράο αλλά και την πιο δεξιά που εκπροσωπούσε ο Τζιόρτζιο Αμέντολα ή ο Τζιανκάρλο Πατζέτα. Θα έχει επίσης επίγνωση των ολοένα και πιο δύσκολων σχέσεων εντός του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος (ας μην ξεχνάμε ότι παρά την πιο ανεξάρτητη στάση απέναντι στο ΚΚΣΕ το ΙΚΚ δεν έπαψε να ορίζεται ως τμήμα ενός παγκόσμιου κινήματος) και θα έχει σταδιακά ολοένα και μεγαλύτερη δυσπιστία απέναντι στους «ανατολικούς» συντρόφους.
Η ανάδειξη στην ηγεσία
Ο θάνατος του Παλμίρο Τολιάτι το 1964, θα οδηγήσει στην ανάδειξη του Λουίτζι Λόγκο στη θέση του γραμματέα του, όμως σταδιακά η επιδεινούμενη υγεία του θα θέσει θέμα ηγεσίας, σε πρώτη φάση με την ανάδειξη ενός αναπληρωτή γραμματέα. Η επιλογή θα γίνει ανάμεσα στον Μπερλινγκουέρ και τον μετέπειτα Πρόεδρο της Δημοκρατίας Τζιόρτζιο Ναπολιτάνο. Ο Μπερλινγκουέρ θα γίνει ο ουσιαστικός ηγέτης του κόμματος και το 1972 στο 13ο Συνέδριο του κόμματος θα εκλεγεί γραμματέας.
Είναι μια περίοδος ιδιαίτερα κρίσιμη για την ιταλική κοινωνία. Η Ιταλία θα ζήσει ένα «μακρύ 1968» που δεν θα αφορά μόνο τους φοιτητές αλλά σε πολύ μεγάλο βαθμό και τους εργάτες με έναν μεγάλο κύκλο εργατικών και αργότερα φοιτητικών αγόνων που ξεκίνησαν το 1960 και συνεχίστηκαν έως το 1980. Το 1969 η Ιταλία θα ζήσει ένα «Θερμό Φθινόπωρο» μεγάλων εργατικών αγώνων, ενώ τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς, στην Πιάτσα Φοντάνα του Μιλάνου θα έχουμε την πρώτη μεγάλη δολοφονική βομβιστική επίθεση από τη μεριά ακροδεξιών οργανώσεων σε συνεργασία με κρατικές υπηρεσίες, εγκαινιάζοντας τη «στρατηγική της έντασης». Με τα χρόνια θα αποκαλυφθεί το βάθος των διασυνδέσεων με ιταλικές αλλά και ξένες μυστικές υπηρεσίες που δεν ήθελαν η Ιταλία να «αλλάξει στρατόπεδο».
Την ίδια στιγμή το ΙΚΚ θα έχει μια έντονη αμφισβήτηση από τα αριστερά. Η εξωκοινοβουλευτική αριστερά θα είναι ιδιαίτερα μαζική και δυναμική με μεγάλες οργανώσεις και γείωση στη νεολαία και εργατικά στρώματα. Ένα μέρος της αριστερής αμφισβήτησης θα θεωρήσει ότι χρειαζόταν και το πέρασμα στην ένοπλη δράση για να εξωθηθούν τα πράγματα σε επαναστατική κατεύθυνση.
Ο «ιστορικός συμβιβασμός»
Σε αντίθεση, όμως, με τις αριστερές φωνές που υποστήριζαν ότι χρειαζόταν ακόμη μεγαλύτερη μαχητικότητα και κλιμάκωση της σύγκρουσης, ο Μπερλινγκουέρ θεωρούσε ότι η χώρα έπρεπε να αποφύγει να έχει την τύχη της Χιλής όπου το πείραμα της κυβέρνησης της Λαϊκής Ενότητας και του Αλιέντε διακόπηκε βάναυσα από τη δικτατορία του Πινοσέτ. Η θέση που θα υποστηρίξει είναι ότι για να αποφύγει η Ιταλία τον κίνδυνο πραξικοπήματος χρειαζόταν μια μεγάλη συνεννόηση των δύο μεγάλων δημοκρατικών παρατάξεων, των κομμουνιστών και της χριστιανοδημοκρατίας, με τη μορφή ενός «ιστορικού συμβιβασμού».
Την ίδια περίοδο ο Μπερλινγκουέρ μαζί με τις ηγεσίες του Γαλλικού και Ισπανικού κομμουνιστικού κόμματος, θα παίξει ρόλο στη δημόσια εμφάνιση αυτού που ονομάστηκε «ευρωκομμουνισμός», δηλαδή μια αντίληψη της κομμουνιστικής στρατηγικής διακριτή από αυτή του ΚΚΣΕ, με μεγαλύτερη έμφαση στο σεβασμό των δημοκρατικών διαδικασιών, με το ΙΚΚ να είναι το σημείο αναφοράς αυτής της στροφής, που θα τύχει μεγάλης πολεμικής από κόμματα όπως ΚΚ Πορτογαλίας ή το ΚΚΕ.
Για τους επικριτές του Μπερλινγκουέρ η στρατηγική του ιστορικού συμβιβασμού ήταν μια στρατηγική «συμφιλιωτική» και «ρεφορμιστική», που υποτιμούσε τη δυναμική των κινημάτων και υπερτιμούσε τη δυνατότητα της χριστιανοδημοκρατίας να παίξει προοδευτικό ρόλο. Το ΙΚΚ θα προσπαθεί ταυτόχρονα να πετύχει το στόχο μιας πλειοψηφίας με το Σοσιαλιστικό Κόμμα, ως αφετηρία για μια κυβέρνηση της Αριστεράς που θα κινείτο παράλληλα στην κατεύθυνση του ιστορικού συμβιβασμού. Το ΙΚΚ θα έχει σημαντική άνοδο στις εκλογές του 1976 φτάνοντας το 34,37%, όμως δεν θα είναι το πρώτο κόμμα, ούτε θα έχει πλειοψηφία μαζί με τους σοσιαλιστές.
Το αποτέλεσμα θα είναι η κυβέρνηση του χριστιανοδημοκράτη Αντρεότι που θα στηρίζεται στη «μη δυσπιστία» του ΙΚΚ. Για πολλούς θα ερμηνευτεί ως μια «δεξιά στροφή» και σε συνδυασμό με την κρίση των οργανώσεων τα εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς θα οδηγήσεις μια αρκετά μαζική στροφή προς την ένοπλη δράση, με όλα τα τραγικά αδιέξοδα που αυτή είχε.
Ο ίδιος ο Μπερλινγκουέρ θα προσπαθήσει να αναδείξει την περίοδο αυτή, που ήταν μια περίοδος ανοχής σε μια κυβέρνηση που εφάρμοζε μέτρα λιτότητας, σε μια ευκαιρία για το εργατικό κίνημα να αναδειχτεί σε ηγεμονική δύναμη. Ακόμη και τη λιτότητα θα την παρουσιάσει ως μια ευκαιρία για να ριζική αλλαγή του παραγωγικού και κοινωνικού μοντέλου. Όμως, για τον κόσμο του ΙΚΚ θα είναι μια δύσκολη περίοδος, με έντονες αμφισβητήσεις της γραμμής, όπως φάνηκε και στην περίοδο του νεολαΐστικου κινήματος του 1977.
Η προσπάθεια αριστερής στροφής
Στις εκλογές του 1979 το ΙΚΚ θα δει την εκλογική του δύναμη να υποχωρεί στο 30% και να περνάει στην ανοιχτή αντιπολίτευση. Την ίδια στιγμή η δυναμική του μακριού «ιταλικού 1968» έδειχνε να υποχωρεί. Η εξωκοινοβουλευτική αριστερά περνούσε κρίση, τα αδιέξοδα του ένοπλου αγώνα ήταν εμφανή όπως και η αυταρχική στροφή ως απάντηση, και οι εργατικοί αγώνες έμπαιναν σε νέα φάση. Συμβολική τομή η απεργία της FIAT το 1980. Παραδοσιακό «κάστρο» του εργατικού ριζοσπαστισμού, θα δεχτεί την αντεπίθεση της εργοδοσίας. Η απεργία θα κρατήσει 35 μέρες. Αυτή τη φορά ο Μπερλινγκουέρ όχι μόνο θα πάει αλλά και δηλώσει ανοιχτά την υποστήριξη στους εργάτες. Όμως, η απεργία θα ηττηθεί και με έναν τρόπο θα είναι το τέλος μιας εποχής.
Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Μπερλινγκουέρ προσπάθησε ιδιαίτερα να διατηρήσει έναν σχετικά αριστερό προσανατολισμό του ΙΚΚ, ιδίως απέναντι στον καιροσκοπισμό (και όπως αποδείχτηκε και αμοραλισμό) του Μπετίνο Κράξι και του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Ωστόσο, ο θάνατός του το 1984 διέκοψε αυτή την πορεία. Η μετέπειτα πορεία του ΙΚΚ θα δείξει ότι ένα σημαντικό μέρος του στελεχιακού του δυναμικού ουσιαστικά διεκδικούσε τον μετασχηματισμό σε ένα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Αυτό θα επιταχυνθεί μετά το 1989 και την αποκήρυξη της κομμουνιστικής ταυτότητας. Ούτως ή άλλως από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 η Ιταλία θα μπει σε μια φάση μετασχηματισμού του πολιτικού συστήματος σε πολύ διαφορετική κατεύθυνση από τον τρόπο που είχε διαμορφωθεί αμέσως μετά την ήττα του φασισμού.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις