Ενα μεγάλο μέρος του πολιτικού κόσμου και του λαού κατά τη χρεοκοπία του 2010 αποθέσαμε τις ελπίδες μας στον εξωτερικό δανεισμό. Σε ένα σφριγηλό και ίσως άδικο «έξω», που μπορούσε να σώσει τη χώρα. Κάποιοι απέθεταν τις ελπίδες σε ένα διαφορετικό «έξω», στην Κίνα ή στο «ξανθό γένος», πράγμα που επίσης θα έσωζε τη χώρα και συγχρόνως θα διατηρούσε αλώβητη τη δουλική αξιοπρέπειά της. Ενα τμήμα λαού και πολιτικού προσωπικού απέθετε τις ελπίδες σε ένα τρίτο είδος «έξω». Στην παλιά δραχμική ανεξαρτησία και σε μια σχεδόν αυτοφυή προσωπικότητα της χώρας, με απωθημένες – ξεχασμένες τις διαρκείς υποτιμήσεις του παρελθόντος που έκοβαν τις λαϊκές καταθέσεις κατά το 1/3.

Και οι τρεις ομάδες επένδυαν σε μια εξωτερικότητα, σχεδόν μεταφυσική. Και συγχρόνως διαμόρφωναν μια ελπιδοφόρο πεποίθηση, μια επινοητική απελπισία, σίγουρα μια φαντασιακή κατασκευή. Η ιδεολογία της «Υπέρτατης, αόρατης Αρχής», ο υπαινιγμός των Φιλικών για τη μεγάλη, κρυμμένη δύναμη (την τότε τσαρική Ρωσία) που θα απελευθερώσει το Γένος από τους Τούρκους, αναπαράγεται αυτούσια, με διάφορες μορφές και σε όλες τις φάσεις του ιστορικού μας βίου.

Οι επιλογές που εν τέλει έγιναν (μνημονιακή συμμόρφωση, ήτοι η δανειακή καταφυγή στην Ευρώπη) είναι γνωστές. Πέρασε το μπουρίνι. Σήμερα (στην επεκτεινόμενη και πιο πολυεστιακή χρεοκοπία) σε ποιο «έξω» μπορεί να ελπίσει κανείς; Αφού όλο το «μέσα» και όλο το «έξω» είναι αλλού; Σήμερα τα χαρακτηριστικά της χρεοκοπίας για την οικονομία του πολίτη είναι τα ίδια και ίσως χειρότερα του 2010, χωρίς όμως εύκολο εντοπισμό του κακού ή του αιτίου. Μια αόριστη αιτία αλλάζει τις πινακίδες στα βενζινάδικα και στο τυράδικο του σουπερμάρκετ. Ανεκδίκητο και ανεκδιήγητο.

Ολόκληρη η Ευρώπη, αλλά και τεράστιες επικράτειες του πλανήτη γίνονται πεδία της αδυναμίας, της κρίσης, χώρος του «ο σώζων εαυτόν σωθείτω». Η «εξωτερικότητα», μεταφυσική ή ρεαλιστική, δεν υπάρχει. Χωρίς κάποιο σωτήριο «έξω» (άλλωστε ποια δύναμη θα δώσει τη λύση, όταν όλες βυθίζονται). Ισως αυτή η έλλειψη να μπορούσε να διδάξει έναν κάπως πιο ορθολογικό συνδυασμό βοήθειας, παραγωγής, πειθαρχίας, ό,τι συστήνει εν πάση περιπτώσει μια χώρα με βιώσιμη οικονομία και ενοποιημένη κοινωνία. Ομως.

Στην παλιά χρεοκοπία (2010), το πρώτο «έξω» (ο δανεικός ευρωπαϊσμός) οδήγησε στην ψευδαίσθηση μιας διαρκώς ετοιμοπόλεμης σωτηρίας, με δανεισμό των συμμάχων (με αεροπλάνα που φέρνουν ρευστό από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα).

Το άλλο «έξω» (ο κινεζικός ή ρωσικός δρόμος) νωρίς είχε δείξει τις δυνατότητές του. Σήμερα δε και ιδίως με τον πόλεμο, έχει θρυμματιστεί.

Το τρίτο «έξω» (η παραγωγική χειραφέτηση) είναι το πιο συγκινητικό. Οι ξωμάχοι της Κυψέλης και του Παγκρατίου αναχωρούν με τα ζωήλατα (βενζίνη δεν υπάρχει) για τα παρτέρια, τον Υμηττό, το Πεδίον του Αρεως και τον θερισμό.

Ο καθένας δικαιούται να ανήκει στα παιδικά του χρόνια. Ομως διδαγμένοι από τη δεκαετία οικονομικής, μετουσιωμένης σε πανδημική και τώρα σε ενεργειακή- επισιτιστική κρίση, ξαναδημιουργείται ένα νεφελώδες «έξω». Μυστήρια ταμεία που θα δίνουν αέναο επίδομα, θα αποσβένουν αυξήσεις, θα σβήνουν πληθωρισμό, χωρίς μάλιστα να ενοχοποιούμαστε ως τεμπέληδες. Δεν είμαστε οι κακοί και οι σπάταλοι, αλλά κάποιοι μέσα σε όλους. Φυσιολογικοί καταναλωτές της αβρότητας και μιας αειφόρου γενναιοδωρίας. Και συγχρόνως, καταθλιπτικοί καταναλωτές, μιας αδίστακτης και πολυεπίπεδης κερδοσκοπίας.