Αγορά τέχνης: Επένδυση σε… ποσοστά έργων
Η μερική κυριότητα είναι ανερχόμενη τάση στην αγορά τέχνης. Είναι σίγουρα ελκυστική για μικρομεσαίους επενδυτές, είναι όμως και αποδοτική;
Μία από τις τάσεις που αποκτούν ολοένα και περισσότερο έδαφος την τελευταία διετία είναι η μερική κυριότητα έργων τέχνης. Η δυναμική που καταγράφει το εν λόγω μοντέλο ιδιοκτησίας φαίνεται να είναι μεγάλη, καθώς ολοένα και περισσότεροι επενδυτές το ανακαλύπτουν σταδιακά και η αποκορύφωση της δημοτικότητάς του μοιάζει να απέχει αρκετά από τον παρόντα χρόνο.
Στα πλεονεκτήματά του συγκαταλέγεται ότι μπορεί να κάνει προσιτά σε μεγάλες ομάδες κοινού πολυτελή αντικείμενα ή πανάκριβα έργα τέχνης και να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα στους πολλούς φιλότεχνους με μικρό ή μεσαίο βαλάντιο και την περιορισμένη ελίτ των οικονομικά εύπορων συλλεκτών, γεννώντας κάποιες ελπίδες σε εκείνους που επιδιώκουν τον εκδημοκρατισμό της αγοράς της τέχνης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί μία από τις διαδικτυακές πλατφόρμες που δραστηριοποιούνται στον χώρο, η οποία προ διετίας πούλησε σχεδόν 300.000 μετοχές των 20 δολαρίων για το έργο του Ζαν Μισέλ Μπασκιά «Το τζαμί» αξίας 6 εκατ. δολαρίων.
Η συγκεκριμένη επενδυτική επιλογή θα μπορούσε να οδηγήσει στην αύξηση της ζήτησης έργων τέχνης, ενθαρρύνοντας την παραγωγή τους και παίζοντας ρόλο στη διαμόρφωση των τιμών με δυνητικά οφέλη για τους επενδυτές, τους επαγγελματίες του κλάδου και τους καλλιτέχνες.
Χωρίς αμφιβολία πρόκειται για ακόμη μία επιχειρηματική πρόταση που υποστηρίζει ότι μπορεί να προσφέρει ανάσα στην αγορά της τέχνης. Και δύσκολα θα αμφισβητούσε κάποιος ότι ως επιλογή είναι ελκυστική για τους νεαρότερους επενδυτές που ακόμη δεν έχουν προλάβει να συγκεντρώσουν αρκετά χρήματα στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς.
Το ερώτημα που προκύπτει ωστόσο είναι αν τελικά είναι αποδοτική. Η συγκεκριμένη επιλογή έχει πολλές αναλογίες με το κρυπτονόμισμα, καθώς και το να αποκτά κάποιος το μερίδιο ενός έργου τέχνης, συνοδεύεται από την ανησυχία σχετικά με το κατά πόσο είναι ασφαλής η ιδιοκτησία του και το πώς θα μπορούσε να την αξιοποιήσει στο μέλλον. Πολύ περισσότερο δε, όταν η επένδυση στην τέχνη πολλές φορές δεν αποφέρει κέρδος άμεσα, όπως επί παραδείγματι ένα ακίνητο, το οποίο μπορεί να προσφέρει γρήγορα εισόδημα στον ιδιοκτήτη ή τους ιδιοκτήτες του μέσω της ενοικίασής του.
Παράλληλα όσοι κινούνται στον συγκεκριμένο χώρο παρατηρούν ότι οι αυξομειώσεις στις τιμές είναι συχνά πολύ μεγαλύτερες και απρόβλεπτες συγκριτικά με εκείνες του χρηματιστηρίου, ενώ σημειώνουν ότι θα πρέπει να αποτιμηθεί το φαινόμενο όταν η αγορά συνέλθει από τις συνέπειες της πανδημίας, δεδομένου ότι προ της περιόδου του εγκλεισμού σημείωσε ιδιαίτερη άνθηση και ο κουρνιαχτός δεν έχει ακόμη κατακαθίσει ώστε να αξιολογηθεί με ψυχραιμία η κατάσταση.
Επιφυλακτικοί φαίνονται ωστόσο και αρκετοί από τους επενδυτές που ήδη δραστηριοποιούνται με τη συγκεκριμένη μέθοδο, οι οποίοι και θεωρούν σοβαρό μειονέκτημα το γεγονός ότι δεν έχουν συναισθηματική σύνδεση με τα αποκτήματά τους, τα οποία λόγω της έλλειψης συγκίνησης τα αντιμετωπίζουν καθαρά ως μετοχές και όχι ως έργα τέχνης.
Τα γλυπτά του «άλλου» Τζακομέτι στο σφυρί
Είναι εμπνευσμένα (και) από τις Καρυάτιδες του Ερεχθείου. Φέρουν την υπογραφή Τζακομέτι και αναμένεται να κλέψουν την παράσταση στις επερχόμενες δημοπρασίες του οίκου Christie’s που έχουν προγραμματιστεί για τις 14-17 Ιουνίου «ζωντανά» και έως τις 23 Ιουνίου διαδικτυακά. Μόνο που τα αντικείμενα που θα βγουν στο σφυρί και προέρχονται από τη συλλογή του σχεδιαστή μόδας Ουμπέρ ντε Ζιβανσί δεν δημιουργήθηκαν από τον σπουδαίο γλύπτη Αλμπέρτο, αλλά από τον μικρότερο και λιγότερο διάσημο, αλλά όχι λιγότερο ταλαντούχο αδελφό του, Ντιέγκο (1902-1985). Βοηθός και μοντέλο συχνά του μεγάλου του αδελφού, ο Ντιέγκο έμαθε να πλάθει γλυπτά σε γύψο και σε μπρούντζο. Από τη συλλογή Ζιβανσί που δημοπρατείται ξεχωρίζει η μακέτα σε γύψο ενός από τα διασημότερα έργα του Ντιέγκο Τζακομέτι, του τραπεζιού με τις Καρυάτιδες (1983), διαστάσεων 17×40 εκ. (φωτογραφία), το κεφάλι ενός ελαφιού υπό τον τίτλο «Τρόπαιο» (30×20,5×8,5 εκ.), καθώς και οι μπρούντζινες μικροσκοπικές φιγούρες σκύλων (12,7×6,8×15 εκ.) που παραπέμπουν στα ξύλινα παιχνίδια που γοήτευαν τον δημιουργό όταν ήταν παιδί. Τα σκυλάκια αυτά παραγγέλθηκαν από τον Ζιβανσί στη μνήμη των αγαπημένων του κατοικίδιων και τοποθετήθηκαν στους τάφους τους στον κήπο του. Οι εκτιμήσεις για όλα τα προαναφερόμενα κομμάτια κυμαίνεται μεταξύ 20.000 και 30.000 ευρώ.
Η «μαϊμού» του Κουνς υπέρ της Ουκρανίας
Για να συγκεντρωθούν χρήματα ώστε να αποκτήσουν προσθετικά μέλη οι στρατιώτες που τραυματίζονται στον πόλεμο της Ουκρανίας δημοπρατείται από τον οίκο Christie’s το έργο «Balloon Monkey» (Magenta) του ακριβότερου εν ζωή καλλιτέχνη, του Τζεφ Κουνς. Το γλυπτό ανήκει στον ουκρανό επιχειρηματία και συλλέκτη Βίκτορ Πίντσουκ. Αν και η εκτίμηση κυμαίνεται περί τα 12,5 εκατ. δολάρια, το γεγονός ότι μια άλλη εκδοχή του έργου, σε πορτοκαλί χρώμα, πωλήθηκε το 2014 προς 25,9 εκατ. δολάρια γεννά ελπίδες ότι ενδεχομένως και το συγκεκριμένο θα μπορούσε να αποφέρει έως και 25 εκατ. δολάρια. Η απάντηση θα δοθεί στις 28 Ιουνίου, οπότε και θα πραγματοποιηθεί η δημοπρασία. Να θυμίσουμε ότι ρεκόρ για έργο του αμερικανού καλλιτέχνη σημειώθηκε το 2019 όταν το γλυπτό του «Rabbit» (1986) άλλαξε χέρια για 91 εκατ. δολάρια.
- Τα είχα χαμένα! Ο Ρέιφ Φάινς για τη συνεργασία του με τη Τζένιφερ Λόπεζ
- Κουκουβάγια «προσγειώθηκε» στην κορυφή χριστουγεννιάτικου δέντρου – Μπήκε από την καμινάδα
- Επίδομα θέρμανσης: Αύριο η καταβολή της πρώτης δόσης
- LIVE: Πανσερραϊκός – Παναιτωλικός
- Νέα Υόρκη: Η καρδιά της πόλης «χτυπά» στο 2025 – Έτοιμη να υποδεχτεί τη νέα χρονιά
- Ανήλικοι μαχαίρωσαν 23χρονο στον πνεύμονα για… μία παρατήρηση στη Πάρο – Τι λέει ο πατέρας του θύματος