Πώς ο ρατσισμός δημιουργεί περιβαλλοντική ανισότητα
Οι Αμερικανοί δυσκολεύονται να πιστέψουν ότι ο κύριος παράγοντας είναι οι φυλετικές διακρίσεις.
- Economist: Οι εργαζόμενοι αγαπούν τον Τραμπ, τα συνδικάτα πρέπει να τον φοβούνται
- Αρκάς: Η καλημέρα της Κυριακής έχει γεύση από κουραμπιέδες
- Ανοιχτά τα μαγαζιά σήμερα - Κορυφώνεται η κίνηση, τι να προσέχουμε όταν αγοράζουμε παιχνίδια και τρόφιμα
- Τα ζώδια σήμερα: Γλύκανε μωρέ λίγο, μην είσαι σαν κακό χρόνο να'χεις
Παρά τις ισχυρές ενδείξεις ότι η βασική αιτία της περιβαλλοντικής ανισότητας είναι ο ρατσισμός, οι περισσότεροι Αμερικανοί βρίσκονται σε άγνοια και αποδίδουν το πρόβλημα σε άλλους παράγοντες όπως η φτώχια, δείχνουν τα αποτελέσματα έρευνας σε αντιπροσωπευτικό δείγμα του πληθυσμού.
Πολυάριθμες μελέτες έχουν δείξει ότι οι μαύροι και οι φτωχοί αντιμετωπίζουν πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα να ζουν σε περιοχές με ρύπανση, κάτι που οφείλεται στην εσκεμμένη εγκατάσταση ρυπογόνων βιομηχανιών στις συγκεκριμένες κοινότητες, λέει στον δικτυακό τόπο του Nature ο Ντίλαν Μπούγκντεν, κοινωνιολόγος του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον.
Η μελέτη του στην επιθεώρηση Social Problems διαπιστώνει ότι οι Αμερικανοί που συμμετείχαν στη δημοσκόπηση ήταν δύο φορές πιθανότερο να κατονομάσουν την φτώχια αντί τον δομικό ρατσισμό ως κύρια αιτία της ανισότητας.
Και αυτό παρά τις επιστημονικές ενδείξεις ότι «η φυλή, και όχι η φτώχια, είναι ο κύριος παράγοντας πίσω από την περιβαλλοντική ανισότητα» γράφει ο Μπούγκντεν στη δημοσίευσή του.
Επιπλέον, πολλοί συμμετέχοντες στην έρευνα δείχνουν να πιστεύουν ότι η ζωή σε περιοχές με υψηλή ρύπανση οφείλεται σε κακές επιλογές ή απροθυμία για σκληρή εργασία.
«ΟΙ ενδείξεις εδώ είναι ξεκάθαρες: η Αμερική βρίσκεται σε κατάσταση άρνησης για τον ρατσισμό της και τις άνισες συνέπειες της περιβαλλοντικής έκθεσης» εκτιμά ο Τίμονς Ρόμπερτς, κοινωνιολόγος του Πανεπιστημίου Μπράουν στο Λονγκ Άιλαντ.
Ίσες ευκαιρίες;
Η μελέτη του Μπούγκντεν βασίστηκε σε δύο ερωτηματολόγια που συμπληρώθηκαν τηλεφωνικά, μέσω ταχυδρομείου ή με συνεντεύξεις με τη βοήθεια του Εθνικού Κέντρου Έρευνας Γνώμης που λειτουργεί στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο. Συνολικά 1.000 άτομα από όλες τις ΗΠΑ απάντησαν στις ερωτήσεις.
Το πρώτο ερωτηματολόγιο εξέταζε το εάν οι Αμερικανοί κατανοούν τις ρίζες τις περιβαλλοντικής ανισότητας και αν θεωρούν ότι η σημερινή κατάσταση είναι δίκαιη. Μόνο το ένα τρίτο αναγνώρισε ότι οι μαύροι εκτίθενται περισσότερο στη ρύπανση και ότι αυτό είναι άδικο. Ένα άλλο 30% απάντησε ότι υπάρχουν φυλετικές διαφορές, τις οποίες όμως δεν αναγνώρισε ως άδικες.
Το δεύτερο ερωτηματολόγιο εξέτασε το πώς οι πεποιθήσεις για την εργατικότητα και την κοινωνική κινητικότητα επηρεάζουν τη γνώμη του κόσμου για την περιβαλλοντική ανισότητα. Οι συμμετέχοντες που εκτιμήθηκε ότι ήταν προκατειλημμένοι κατά των μαύρων ήταν λιγότερο πιθανό να αναγνωρίσουν την πραγματική αιτία του προβλήματος. Ήταν επίσης πιο πιθανό να απαντήσουν ότι η ρύπανση απειλεί περισσότερο τις φτωχές κοινότητες από ό,τι τις κοινότητες μαύρων.
Επιπλέον, όσοι πίστευαν ότι οι πολίτες μπορούν να ξεπεράσουν δύσκολες καταστάσεις με την εργατικότητά τους ήταν πιο απίθανο να αναγνωρίσουν ότι οι μαύροι εκτίθενται σε περισσότερη ρύπανση.
Οι απαντήσεις, λέει ο Μούγκντεν, δείχνουν ότι στις ΗΠΑ είναι διαδεδομένη η εσφαλμένη άποψη πως όλοι έχουν ίσες ευκαιρίες και επομένως οι ανισότητες δεν είναι θέμα φυλής. Πολλοί πιστεύουν μάλιστα πως τα μόνα εμπόδια για τις φυλετικές μειονότητες είναι οι προσωπικές επιλογές, η ευθύνη και η εργατικότητα, ένα φαινόμενο που ο Μπούγκτεν ονομάζει «περιβαλλοντικό ρατσισμό με αχρωματοψία».
Όμως, ό,τι κι αν πιστεύει ο γενικός πληθυσμός, το σίγουρο είναι ότι τα επιστημονικά ευρήματα για τον ρόλο του ρατσισμού πρέπει να αξιοποιηθούν στις πολιτικές για αντιμετώπιση της περιβαλλοντικής ανισότητας.
Η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν έχει υποσχεθεί να βρει λύση για την ανισότητα στη ρύπανση μέσω της πρωτοβουλίας Justice40, η οποία προβλέπει ότι οι ευάλωτες κοινότητες θα λάβουν το 40% των ομοσπονδιακών επενδύσεων για την πράσινη ενέργεια και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Ωστόσο ορισμένες οργανώσεις καταγγέλλουν ότι ο τρόπος με τον οποίο θα κρίνεται ποιες κοινότητες είναι ευάλωτες δεν λαμβάνει υπόψη τη φυλή.
Όπως σχολίασε ο Σακόμπι Ουίλσον, ερευνητής περιβαλλοντικής υγείας στο Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ, «ο κόσμος έχει στο κεφάλι του αυτόν τον μύθο ότι η φτώχια είναι ο μεγαλύτερος παράγοντας […] ενώ δεν είναι».
«Είναι και η φυλή και η φτώχια».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις