Ελληνικό Πανεπιστήμιο: Για μια ακόμη φορά …
Για μια ακόμη φορά, οι προσδοκίες των πανεπιστημιακών για ένα λιτό Νόμο Πλαίσιο που θα δίνει τη δυνατότητα αυτενέργειας των Πανεπιστημίων με στόχο την ανάδειξη των δυνατοτήτων τους, διαψεύδονται.
Γράφουν: Μιχάλης Ταρουδάκης – Γιάννης Καρακάσης*
Για μια ακόμη φορά, το Υπουργείο Παιδείας φέρνει ένα νόμο για τα Πανεπιστήμια. Με πρόσχημα την εύρυθμη λειτουργία τους και την ανάπτυξή τους αλλά με ουσιαστικό στόχο την άντληση κομματικών ψήφων και σταυρών προτίμησης για την ηγεσία από όσους δεν γνωρίζουν την κατάσταση στα ΑΕΙ ή δεν ενδιαφέρονται άμεσα για αυτήν.
Για μια ακόμη φορά, ο χρόνος για τον διάλογο είναι ελάχιστος, η διάθεση για συγκλίσεις ανύπαρκτη, ενώ ακούμε ξανά μια ρητορική που προμηνύει ρήξεις και κατασκευάζει ενόχους και στερεότυπα.
Για μια ακόμη φορά, η αντιπολίτευση δεν βλέπει τίποτα το θετικό δεν ζητά καμιά βελτίωση στο νομοσχέδιο αλλά ζητώντας την απόσυρσή του, προσδοκά την συμβολική ήττα της κυβερνητικής πολιτικής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ανεξαρτήτως των επιπτώσεων που αυτή θα έχει στο εσωτερικό των ιδρυμάτων.
Για μια ακόμη φορά, οπαδοί των πολιτικών φατριών μας ζητούν να στοιχηθούμε σε αντίπαλες παρατάξεις όπως δεν γίνεται πουθενά αλλού στον πολιτισμένο κόσμο για ζητήματα Παιδείας. Όχι για να υπερασπιστούμε τις παγκόσμιες ακαδημαϊκές αρχές αλλά για να δώσουμε «χείρα βοηθείας» σε βραχυπρόθεσμούς κομματικούς σχεδιασμούς μιας χρήσης.
Για μια ακόμη φορά, η περιγραφή της κατάστασης στο ελληνικό Πανεπιστήμιο γίνεται ασπρόμαυρη, απλουστευτική, παραποιημένη, με κάθε παράταξη να εκδηλώνει επιλεκτικές ευαισθησίες και να παραβλέπει άθλιες πρακτικές όταν η αποκάλυψή τους δεν υποστηρίζει το κομματικό τους αφήγημα.
Για μια ακόμη φορά, οι προσδοκίες των πανεπιστημιακών για ένα λιτό Νόμο Πλαίσιο που θα δίνει τη δυνατότητα αυτενέργειας των Πανεπιστημίων με στόχο την ανάδειξη των δυνατοτήτων τους, διαψεύδονται.
Για μια ακόμη φορά, παρουσιάζεται ένας νόμος που δεν έχει φτιαχτεί για να διαρκέσει.
Το Υπουργείο έχει επιλέξει να μην βλέπει την αναμφισβήτητη και θεαματική πρόοδο που έχει συντελεστεί τα τελευταία 40 χρόνια στο ελληνικό πανεπιστήμιο από την άποψη της έρευνας, των μεταπτυχιακών προγραμμάτων, της αξιολόγησης και πιστοποίησης, της ανάπτυξης θεσμών και διαδικασιών οργάνωσης, την συμμετοχή σε δίκτυα και διεθνείς επιστημονικές πρωτοβουλίες, την κινητικότητα διδασκόντων και φοιτητών και τη σύνδεση των προγραμμάτων σπουδών με την αγορά εργασίας μέσω της θεαματικής ανάπτυξης της πρακτικής άσκησης .
Ατυχώς αυτά τα επιτεύγματα συνυπάρχουν με άθλιες πρακτικές βίας, περιφρόνησης της δημοκρατίας και βανδαλισμών. Όχι παντού και όχι συνεχώς, αλλά φυσικά δεν είναι ανάγκη να γίνουν καθημερινότητα για να αντισταθούμε σε αυτές. Και εδώ έχουμε μια δεύτερη κορύφωση υποκρισίας, όταν οι συμπεριφορές αυτές θεωρούνται από κάποιους «αγωνιστικές» και άξιες υπεράσπισης ενώ από τους ίδιους κύκλους η ανταγωνιστικότητα των ιδρυμάτων και η δυνατότητα τους να αντλούν πόρους από διεθνείς και ελληνικές πηγές, δημόσιες και ιδιωτικές βαπτίζεται «ιδιωτικοποίηση» και η ελευθερία στην επιλογή προγραμμάτων σπουδών και μαθημάτων, καταγγέλλεται ως πληθωρισμός σπουδών και πτυχίων όταν την ίδια στιγμή τα τελευταία χρόνια η διεύρυνση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης σήμαινε και την προσθήκη πολυάριθμων νέων πανεπιστημιακών πτυχίων.
Απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα φαίνεται ότι ως κοινωνία επιλέγουμε να συγκρουστούμε για το αν θα υπάρχουν Συμβούλια και πώς θα επιλέγεται ο πρύτανης. Στο παρελθόν υπήρξαν καλοί και κακοί πρυτάνεις όπως επίσης λειτουργικά και αναποτελεσματικά Συμβούλια. Το ΥΠΕΠΘ είχε τον τελικό έλεγχο και σε καμιά περίπτωση δεν έλαβε μέτρα εναντίον των κακών ή υπέρ των καλών. Σε μια χώρα που (μαζί με την Τουρκία) τα ΑΕΙ έχουν πρακτικά ανύπαρκτη αυτονομία και κάθε τους δραστηριότητα ελέγχεται από το Υπουργείο, η κεντρική διοίκηση δεν έχει βρει μια λέξη για την διόρθωση αυτής της ανωμαλίας είτε αφορά τα Συμβούλια είτε τους πρυτάνεις.
Η αντιμετώπιση των ιδρυμάτων έγινε σε όλες τις περιπτώσεις με κριτήρια, που πάντως δεν ήταν στη βάση της ποιότητας. Και αυτό δεν αλλάζει στο υπό συζήτηση νομοσχέδιο, στο οποίο οι όποιες μεταρρυθμιστικές προθέσεις ακυρώνονται από τον αυστηρό εναγκαλισμό του Υπουργείου σε ό,τι αφορά ακόμη και θέματα που θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται από τους εσωτερικούς κανονισμούς των Ιδρυμάτων ενισχύοντας την αυτοτέλειά τους.
Η ανώτατη εκπαίδευση και έρευνα είναι κρίσιμα θέματα για το μέλλον της χώρας και αφορούν την μορφή της κοινωνίας, της οικονομίας και της δημοκρατίας. Δεν είναι νοητό ένα τέτοιας εθνικής σημασίας ζήτημα να αντιμετωπίζεται με πρόχειρες αποφάσεις, ανεξέλεγκτους αριθμούς εισακτέων χωρίς μέριμνα για την επάρκεια προσωπικού, μέσων και υποδομών. Η ποιότητα έχει κόστος παντού στον κόσμο. Η Ελλάδα εξαιρείται;
*Μιχάλης Ταρουδάκης, καθηγ. Τμ. Μαθηματικών Παν Κρήτης
Γιάννης Καρακάσης, καθηγ. Τμ. Βιολογίας Παν Κρήτης
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις