Η μικρή Γερμανία
Σύσσωμη η πολιτική τάξη της Γερμανίας συμπεριφέρεται με κριτήρια αμιγώς οικονομικά, προσπερνά αξίες και ηθικά ζητήματα, και υπερασπίζεται τα βραχυπρόθεσμα κέρδη της ενεργοβόρας βιομηχανίας της.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, σε ανύποπτο χρόνο, ο Θόδωρος Πάγκαλος, εκπροσωπώντας την ελληνική Βουλή στο Συμβούλιο της Ευρώπης, σε μια σύγκρουση πολιτική εκείνης της συγκυρίας, είχε αποφανθεί ότι «η Γερμανία είναι οικονομικός γίγαντας, αλλά πολιτικός νάνος».
Επικρίθηκε τότε για εκείνη την τολμηρή και συνάμα προκλητική για πολλούς προσέγγισή του, αλλά έπειτα από τρεις δεκαετίες η ορθότητά της επιβεβαιώνεται.
Χρειάστηκε, είναι αλήθεια, να μεσολαβήσουν πάμπολλα γεγονότα, κρίσεις μοναδικές και εσχάτως ο πόλεμος στην Ουκρανία για να φανερωθεί πόσο κοντόφθαλμη και πόσο δεσμευμένη από τα κέρδη και τα στενά εσωτερικά συμφέροντα είναι η γερμανική πολιτική.
Αξιολογώντας τη στάση των γερμανικών ηγεσιών μετά τη σοβιετική κατάρρευση νιώθει ο καθείς το έλλειμμα. Η Γερμανία επέτυχε αναίμακτα την ενοποίησή της στηριγμένη στην εγγύηση ασφάλειας που της προσέφεραν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Και στη συνέχεια απόλαυσε τρεις δεκαετίες διαρκούς οικονομικής μεγέθυνσης και προόδου, ενώ η πολυδιαφημισμένη διεθνής ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας της στηρίχθηκε στα πάμφθηνα ρωσικά ενεργειακά αγαθά, με καλά κρυμμένες, όπως θρυλείται στις Βρυξέλλες, συμφωνίες προμήθειας φυσικού αερίου με τη Ρωσία.
Για την άμυνα και την ασφάλειά της δεν ξόδεψε ποτέ, παρά ελάχιστα. Είναι επίσης η μόνη χώρα στην Ευρώπη που εξάγει το σύνολο των όπλων που παράγει. Στην κρίση χρέους του 2009 έδρασε με γνώμονα το συμφέρον της και μόνο. Προτίμησε να θυσιάσει χώρες ολόκληρες και να βυθίσει λαούς στην ανέχεια παρά να αναλάβει έστω ένα μικρό μερίδιο ευθύνης και κόστους.
Και τώρα με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία πάλι μυωπικά και με μόνο γνώμονα το στενό γερμανικό όφελος πολιτεύεται. Προτιμά να αποδεχθεί παραβίαση της εδαφικής κυριαρχίας μιας χώρας και την πρώτη βίαιη, διά των όπλων, αλλαγή συνόρων στην Ευρώπη, παρά να αναλάβει την ευθύνη της απώλειας των όποιων γερμανικών κερδών.
Η γερμανική ηγεσία αυτή την ώρα «τρέχει» πίσω από τις δημοσκοπήσεις, δεν αποδέχεται την πολιτική και ηθική ευθύνη που πηγάζει εκ της ηγετικής της θέσης στην Ευρώπη. Η χώρα που αιματοκύλισε δύο φορές την Ευρώπη δεν αναλαμβάνει το κόστος του εμπάργκο στο ρωσικό αέριο, προτιμά να «παίζει» με τον θερμοστάτη, αποδεχόμενη τα παιχνίδια και τους εκβιασμούς του ρώσου προέδρου.
Σύσσωμη η πολιτική τάξη της Γερμανίας συμπεριφέρεται με κριτήρια αμιγώς οικονομικά, προσπερνά αξίες και ηθικά ζητήματα, και υπερασπίζεται τα βραχυπρόθεσμα κέρδη της ενεργοβόρας βιομηχανίας της.
Την ίδια στάση τηρεί και απέναντι στις τουρκικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο. Ανέχεται τα ζητήματα κυριαρχίας και παραβίασης των συνόρων που εγείρει η Τουρκία, δεν τοποθετείται με ευθύτητα, χωρίς εκπτώσεις, επί του μείζονος ηθικού ζητήματος, παρά μετρά και ξαναμετρά την επίδραση των τριών εκατομμυρίων τούρκων ψηφοφόρων στα γερμανικά πολιτικά πράγματα.
Κοινώς, συμπεριφέρεται ως άλλος γεωπολιτικός νάνος, χωρίς ευθύνη και αξίες, επιβεβαιώνοντας με τρόπο ευθύ τον Θ. Πάγκαλο.
Μια ηγεσία με αξίες και ηθική υπόσταση θα περιέγραφε καθαρά και ξάστερα στον γερμανικό λαό το κόστος απαγόρευσης των εισαγωγών φυσικού αερίου, θα ανελάμβανε το όποιο βάρος και θα διεκδικούσε επάξια τον ρόλο της ηγέτιδας γεωπολιτικής δύναμης στην Ευρώπη. Και αντιστοίχως θα απαιτούσε από την Τουρκία σεβασμό στα σύνορα και στην κυριαρχία της Ελλάδας επί των νησιών του Αιγαίου.
Αλλά είπαμε, όταν ορίζεσαι μόνο από το βραχυπρόθεσμο κέρδος, μένεις μικρή, ανήμπορη και δεσμευμένη, δεν μπορείς να διεκδικείς ρόλο ηγετικό στην Ευρώπη.
- Χούθι: Αναλαμβάνουν την ευθύνη για επιθέσεις κατά του Ισραήλ με πύραυλο και drones
- Ουκρανία: Ο Μπάιντεν ζητά από το Πεντάγωνο να εντατικοποιήσει τις παραδόσεις όπλων
- Συρία: Δεκατέσσερις νεκροί αστυνομικοί από στρατιώτες του έκπτωτου καθεστώτος Άσαντ
- «Μόνος στο Σπίτι»: Βρήκε αγοραστή η διάσημη έπαυλη του «Home Alone»
- Ρωσία: Ρώσοι επιστήμονες επικρίνουν την απάντηση των αρχών για την πετρελαιοκηλίδα
- ΗΠΑ: Χριστουγεννιάτικα μηνύματα σε διαφορετικό ύφος από Μπάιντεν και Τραμπ