Ελεάνα Τσιχλή: «Εχουμε δοκιμάσει περισσότερο τα μυαλά παρά τις ψυχές μας»
Η νεαρή σκηνοθέτρια μιλάει στο «Βήμα» για την πρώτη της παράσταση στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών – Επιδαύρου. Καταπιάνεται με ένα εμβληματικό κείμενο της αργεντινής λογοτεχνίας και καλεί να δούμε τους «τρελούς» και τη «ζώνη της αγωνίας» στη δική μας εποχή
- Οι αναρτήσεις της Ειρήνης μετά το θάνατο κάθε παιδιού στην Αμαλιάδα
- «Ένα μεγάλο ευχαριστώ»: Ο πλανόδιος μουσικός που αγκάλιασε ο Σταύρος Ξαρχάκος αποτίει φόρο τιμής στον συνθέτη
- Συναγερμός για τα κρούσματα σαλμονέλας από ντοματίνια σε 16 χώρες της Ευρώπης
- Ένα κουταβάκι με σπασμένο ποδαράκι μάς χρειάζεται – Βοηθάμε τους εθελοντές που «αιμορραγούν» οικονομικά
Μια μέρα, αρκετά χρόνια πριν, η Ελεάνα Τσίχλη βαριόταν πολύ. Αποφάσισε λοιπόν να συνοδεύσει μια φίλη της σε κάποια ερασιτεχνική θεατρική ομάδα της Πετρούπολης, όπου ζει ακόμη και η ίδια. «Αν μου ζητήσετε να σας εξηγήσω πώς ακριβώς φτάσαμε εδώ, δεν έχω ιδέα τι να σας πω, αλήθεια… Ηταν σαν ένα φλιπεράκι που ξεκίνησε και δεν σταμάτησε…» έλεγε τις προάλλες αυτοσαρκαζόμενη προς «Το Βήμα» η νεαρή σκηνοθέτρια, σκεπτόμενη τη σχέση της με το θέατρο.
Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών και σήμερα πια διδάσκει εκεί (εκτός αυτού, είναι και πτυχιούχος του τμήματος Μηχανολόγων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου).
Ενα ιδιαίτερο κείμενο
«Πάντως η ανάγκη να λέω ιστορίες είναι η σταθερά μου. Το δημιουργικό παράδοξο της σκηνοθεσίας έγκειται στο εξής: κάποια (εγώ εν προκειμένω) οφείλει να πείσει κάποιους άλλους (τους ηθοποιούς) ότι μια συγκεκριμένη ιστορία είναι σημαντική και ότι πρέπει να ανέβει στη σκηνή. Και ύστερα, όλοι μαζί, να πείσουμε τους θεατές ότι αυτή η ιστορία τούς αφορά. Αυτό δεν είναι ποτέ εύκολο. Διότι ποτέ δεν υπάρχει σιγουριά, υπάρχει πάντοτε μια ευθραυστότητα, ένα είδος φόβου. Ομως από αυτόν ακριβώς τον φόβο αντλείς και την πίστη σου. Αλλά έρχεται μοιραία και η ώρα που πρέπει να ανοίξεις το σπίτι σου για να γίνει το πάρτι» συνέχισε.
Η Ελεάνα Τσίχλη, η οποία γνωρίζει καλά την Πειραιώς 260, καθότι υπήρξε ταξιθέτρια στους χώρους της για παραπάνω από οκτώ χρόνια, ετοιμάζεται για κάτι ξεχωριστό, για την πρώτη της σκηνοθεσία εκεί στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών – Επιδαύρου 2022.
Επέλεξε μάλιστα να καταπιαστεί αυτή τη φορά με ένα από τα κορυφαία (και αρκούντως ιδιαίτερα) κείμενα της αργεντινής (και λατινοαμερικανικής εν γένει) λογοτεχνίας, το μυθιστόρημα Οι 7 τρελοί (Los siete locos, 1929) του Ρομπέρτο Αρλτ (1900-1942). Στο κλασικό αυτό βιβλίο (που επηρέασε βαθύτατα λ.χ. τον Χούλιο Κορτάσαρ και εκτυλίσσεται σε ένα αναπτυσσόμενο αλλά και δυσοίωνο Μπουένος Αϊρες) ο κεντρικός ήρωας, ο αξέχαστος Ερδοσάιν, ενσαρκώνει την επιτομή του φτωχού, απογοητευμένου, απελπισμένου και συντετριμμένου ανθρώπου ο οποίος, επισκιασμένος από τη «ζώνη της αγωνίας», παλεύοντας δηλαδή με μια πνευματική και ψυχολογική άβυσσο, βρίσκει τον τρόπο να εισχωρήσει σε μια «μυστική οργάνωση» με ανατρεπτικά, καταστροφικά σχέδια. Στόχος; Η πολύπλευρη, άδικη και διαβρωτική κατάντια του κόσμου.
Ενα έργο σαρωτικό
«Ηταν ένας κεραυνοβόλος έρωτας, από αυτούς που χαίρεσαι αλλά και σε παιδεύουν… Ενα έργο γραμμένο πάνω στην κόψη των ιστορικών γεγονότων, λίγο πριν από το ξέσπασμα της διεθνούς οικονομικής κρίσης, εκείνου του μεσοπολεμικού κραχ, και προτού αρχίσουν οι στρατιωτικές χούντες στην Αργεντινή. Ενα έργο σαρωτικό, με έντονες πολιτικές και υπαρξιακές προεκτάσεις. Αργότερα συνειδητοποίησα πόσο συνομιλεί με την εποχή μας και πιο συγκεκριμένα με τη δική μου γενιά. Εβρισκα φοβερές αναλογίες με όσα βιώσαμε και βιώνουμε, στον απόηχο της κρίσης στην Ελλάδα. Με την πανδημία δε, ήρθε κι έδεσε αυτή η αποπνικτική συνθήκη, που, ασφαλώς, πηγαίνει βαθύτερα. Εχω την αίσθηση ότι στους «7 τρελούς» εντοπίζεται μια συλλογική βάση, για ποιον λόγο τώρα ζούμε τις ζωές μας έτσι όπως τις ζούμε. Μέσα στο άγχος και στην πικρία, στην ολοκληρωτική απώλεια της χαράς και στην επεκτατική κυριαρχία της δυστυχίας, μέσα σε μια εχθρική καθημερινότητα που μας κατατρώει, μας έχει εξοικειώσει με τον ζόφο και έχει σαραβαλιάσει τα αντανακλαστικά μας έναντι της ομορφιάς».
Το αφηγηματικό θέατρο
Οποιος ανατρέξει στη σκηνοθετική πορεία της Ελεάνας Τσίχλη θα διαπιστώσει ότι είναι αρκετά συνυφασμένη με το μυθιστόρημα (από τη Χαμένη τιμή της Καταρίνα Μπλουμ του Χάινριχ Μπελ ως το Πέδρο Πάραμο του Χουάν Ρούλφο). Πόσο συνειδητό είναι αυτό; «Ανέκαθεν με ενδιέφερε το αφηγηματικό θέατρο. Και πράγματι βρίσκω στη φόρμα του μυθιστορήματος μια ελευθερία και μια ευελιξία που δίνουν μια άλλη δυναμική στη δραματουργία. Μου ταιριάζει πιο πολύ, αν προτιμάτε. Με ιντριγκάρει, ερεθίζει τη φαντασία μου, τις συμμετοχικές μου ανησυχίες. Τα πολλά νήματα ενός κειμένου, οι επιμέρους διακλαδώσεις του, σου επιτρέπουν να εστιάσεις εσύ όπου προτιμάς. Για εμένα είναι κομβικής σημασίας να πω την ιστορία, καθαρά και ολομέτωπα, παρά να σχολιάζω κάποια πράγματα από ένα προνομιακό υποτίθεται σημείο» τόνισε.
Το κενό του ανεκπλήρωτου
«Η κρίσιμη πρόκληση στους «7 τρελούς» είναι ο εσωτερικός αναβρασμός και, παράλληλα, η εξωτερική στατικότητα, φιλοσοφικής σχεδόν υφής, που διαθέτει το κείμενο. Σε αδρές γραμμές, έχουμε έναν τύπο σε μια αχανή πόλη που τα χάνει όλα από τη μια στιγμή στην άλλη. Ψάχνει έναν δραστικό τρόπο να αλλάξει τη ζωή του και σπρώχνει τον εαυτό του μέσα στο έγκλημα. Υπολογίζει μάλιστα ότι θα βρει το νόημα της ζωής αν σκοτώσει κάποιον… Πού καταλήγει; Εν πάση περιπτώσει, ο Αρλτ αναδεικνύει εκείνο το κενό που δημιουργεί το ανεκπλήρωτο, η λαχτάρα να είσαι κάτι, να καταφέρεις κάτι στη ζωή σου. Ευρύτερα ωστόσο, έτσι το βλέπω εγώ τουλάχιστον, αφηγείται μια ιστορία για τότε που ο άνθρωπος κατάλαβε ότι δεν πρόκειται να γίνει Θεός… Εμείς, μέσω ενός ποιητικού ρεαλισμού θα έλεγα, επιχειρούμε στην παράσταση μια εξισορρόπηση των μεγάλων ιδεολογημάτων με τη σκηνική ενέργεια. Θέλουμε να ακούγονται οι λόγοι των παράξενων μορφών του Αρλτ, δεν θέλουμε να επικαλυφθούν. Κατά τα λοιπά, μπορώ να σας πω ότι θα δείτε πολύ καπνό και πολλούς σωλήνες…» σε μια προσπάθεια να αναπλαστεί η ατμόσφαιρα της εποχής, μιας αυτοματοποιημένης και εξαντλητικής καθημερινότητας η οποία, ως προς την ουσία της, δεν απέχει και πολύ από τη δική μας. «Είπατε εξαντλητική και, από μια άλλη αφετηρία, παραδέχομαι πόσο με συγκινεί όταν βλέπω στη σκηνή τον κάματο του ανθρώπου» υπογράμμισε.
Προβληματισμοί
Προς το τέλος της συζήτησης η Ελεάνα Τσίχλη ανέπτυξε γενικότερους προβληματισμούς: «Ο Ερδοσάιν αναρωτιέται τόσο αφοπλιστικά στο βιβλίο «τι κάνω με τη ζωή μου;» και εγώ αναρωτιέμαι με τη σειρά μου, για εμένα αλλά και για τη γενιά μου, τη γενιά της κρίσης, κατά πόσον έχουμε «τρελαθεί» μέσα σε όλο αυτό που περνάμε, αναζητώντας μάταια τον χώρο και τον χρόνο να αναπνεύσουμε, να βρούμε τη θέση μας μέσα σε αυτό το κοινωνικό σύστημα. Αναρωτιέμαι επίσης, πολύ πιο συγκεκριμένα, «τι κάνω, τι κάνουμε με την τέχνη»; Τέλος πάντων, η αυτοκριτική μας πού εξαντλείται; Μας αρκεί η αυταρέσκεια; Θέλουμε όντως να πλησιάσουμε ξανά τον κόσμο; Να φέρουμε τους ανθρώπους πίσω στο θέατρο; Καμιά φορά έχω την αίσθηση ότι έχουμε δοκιμάσει περισσότερο τα μυαλά παρά τις ψυχές μας. Nα ξεκολλήσουμε, να μιλήσουμε στους άλλους από καρδιάς».
«Οι 7 τρελοί». Παράσταση βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Ρομπέρτο Αρλτ, σε σκηνοθεσία Ελεάνας Τσίχλη. 24/6 έως 26/6, στις 21.00, Πειραιώς 260 (Ε). Το βιβλίο κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Ροές (μτφρ. Δήμητρα Παπαβασιλείου). Περισσότερες πληροφορίες: https://aefestival.gr/festival_events/oi-7-treloi/.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΒΗΜΑ
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις