«Τα Ελγίνεια Μάρμαρα πρέπει να επιστραφούν αμέσως στην Αθήνα!»
«ΤΑ ΝΕΑ Σαββατοκύριακο» αποκαλύπτουν άγνωστες επιστολές του νυν βρετανού πρωθυπουργού προς την τότε υπουργό Πολιτισμού της Ελλάδας, στις οποίες υποστηρίζει με πάθος την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα
Του Γιάννη Ανδριτσόπουλου
Δύο άγνωστες επιστολές του Μπόρις Τζόνσον προς τη Μελίνα Μερκούρη, στις οποίες υποστηρίζει με πάθος την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα, αποκαλύπτουν σήμερα «ΤΑ ΝΕΑ». Πρόκειται για ντοκουμέντα που εκθέτουν τον σημερινό βρετανό πρωθυπουργό, ο οποίος τώρα διατείνεται ότι τα αριστουργήματα που φιλοτέχνησε ο Φειδίας «αποκτήθηκαν νομίμως» από τον λόρδο Ελγιν και αρνείται πεισματικά να προσέλθει σε διακυβερνητικό διάλογο με την Ελλάδα για τη διευθέτηση ενός ζητήματος που εκκρεμεί εδώ και περισσότερο από δύο αιώνες.
Από τις επιστολές, οι οποίες γράφτηκαν το 1986, προκύπτει ότι ο Τζόνσον όχι μόνο ήταν διαπρύσιος κήρυκας της επιστροφής των Γλυπτών, συντασσόμενος πλήρως με το αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά και ότι γνώριζε πως ο Ελγιν δεν εξασφάλισε άδεια για να τα ξεριζώσει από τον Παρθενώνα και να τα πάρει μαζί του στο Λονδίνο – μια ιστορική αλήθεια την οποία σήμερα αρνείται. Ο επιστολογράφος Μπόρις, πρόεδρος της Oxford Union τότε, επιτίθεται σκαιώς στη βρετανική κυβέρνηση (της οποίας ηγείτο η Μάργκαρετ Θάτσερ) για τον «σκανδαλώδη» και «απαράδεκτο» τρόπο με τον οποίο χειρίζεται το θέμα των Μαρμάρων. Κάνει δε λόγο για «σοφιστείες» της κυβέρνησης και καταρρίπτει τα επιχειρήματά της, τα οποία, 36 χρόνια μετά, μετέρχεται ο ίδιος από τη θέση του 55ου πρωθυπουργού της Βρετανίας. Αυτό, βέβαια, δεν εκπλήσσει: ο Μπόρις είναι διεθνώς γνωστός ως μετρ της σοφιστείας και της στρεψοδικίας, ένας από τους πιο «χαρισματικούς» δημαγωγούς του καιρού μας…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Sunday Times: Μπόρις Τζόνσον, «να επιστρέψεις τα γλυπτά στην Αθήνα γιατί εκεί ανήκουν»
Η δημοσιοποίηση των νέων ντοκουμέντων έρχεται έξι μήνες μετά την αποκάλυψη από «ΤΑ ΝΕΑ» του διάσημου πλέον άρθρου που έγραψε την ίδια χρονιά ο Τζόνσον, στο οποίο – με λυρική ένταση και πάθος που θα ζήλευαν οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές της επανένωσης – τασσόταν υπέρ της επιστροφής των Γλυπτών «εκεί όπου ανήκουν: στη χώρα με το λαμπρό φως του ηλίου, το τοπίο του Αχιλλέα, τα απλόσκιωτα κορφοβούνια και την αφρισμένη θάλασσα». Το άρθρο αναδημοσιεύθηκε από τα μεγαλύτερα βρετανικά μέσα ενημέρωσης, συζητήθηκε (τον Φεβρουάριο) στη Βουλή των Λόρδων και χαρακτηρίστηκε «μνημείο υποκρισίας» από το λόμπι της επανένωσης. Τότε, βρετανικοί κυβερνητικοί κύκλοι είχαν ισχυριστεί ότι ο 22χρονος Μπόρις το έγραψε σε μία στιγμιαία έξαρση νεανικού ενθουσιασμού, αλλά αργότερα άλλαξε γνώμη. Η αποκάλυψη, σήμερα, δύο επιστολών του με παρεμφερές περιεχόμενο, αποδεικνύει όχι μόνο ότι δεν επρόκειτο για ένα «στιγμιαίο» και «αυθόρμητο» γεγονός, αλλά και ότι ο μετέπειτα επικεφαλής της βρετανικής κυβέρνησης υποστήριζε συνειδητά τον επαναπατρισμό των Γλυπτών, γνωρίζοντας – και αποδεικνύοντας με τεκμήρια – ότι είχαν κλαπεί.
Στην Οξφόρδη
Οι αδημοσίευτες επιστολές εντοπίστηκαν έπειτα από μεθοδική έρευνα των «ΝΕΩΝ» σε βιβλιοθήκες της Οξφόρδης. Τη γνησιότητά τους επιβεβαίωσαν έλληνες κρατικοί αξιωματούχοι της εποχής και πηγές της Oxford Union. Ο Τζόνσον είχε μόλις εκλεγεί πρόεδρος του ξακουστού ομίλου αντιλογίας. Υπό αυτή την ιδιότητα, προσκάλεσε την ελληνίδα υπουργό Πολιτισμού στην Οξφόρδη για να μιλήσει σε ντιμπέιτ με θέμα την επιστροφή των Γλυπτών. «Τα Ελγίνεια Μάρμαρα είναι ένα ζήτημα που η βρετανική κυβέρνηση χειρίζεται με σκανδαλώδη τρόπο» σημειώνει στην επιστολή που έστειλε στη Μερκούρη στις 10 Μαρτίου 1986. Ακολούθως, την πληροφορεί ότι σκοπεύει να διοργανώσει συζήτηση στην Oxford Union για το θέμα, το οποίο, όπως τονίζει, «έχει εξαιρετική σημασία». Υποστηρίζοντας ότι «η πλειοψηφία των φοιτητών» συμφωνεί με το ελληνικό αίτημα, ο πρόεδρος του διάσημου ρητορικού ομίλου που ιδρύθηκε το 1823 είναι κατηγορηματικός: «Δεν υπάρχει απολύτως κανένας λόγος για τον οποίο τα Ελγίνεια Μάρμαρα δεν πρέπει να επιστραφούν αμέσως από το Βρετανικό Μουσείο εκεί όπου δικαιωματικά ανήκουν, στην Αθήνα». Είναι δε τέτοιος ο θαυμασμός του για τα Γλυπτά, ώστε τα αποκαλεί «μακράν τους πιο σημαντικούς και όμορφους θησαυρούς που μας κληροδότησε ο αρχαίος κόσμος». Κατόπιν, καλεί τη Μερκούρη, η οποία κατείχε τον υπουργικό θώκο της από το 1981, να αποδεχθεί την πρόσκλησή του: «Θα ήταν τιμή και χαρά μας εάν μιλούσατε σε μία τέτοια συζήτηση με θέμα όπως «Τα Ελγίνεια Μάρμαρα πρέπει να επιστραφούν αμέσως»».
Ο Μπόρις δηλώνει «βέβαιος» ότι η Μελίνα θα κερδίσει την ψηφοφορία, κάτι που «θα αποτελέσει ένα σημαντικό βήμα στην εκστρατεία σας» και θα στείλει «ένα ξεκάθαρο μήνυμα στη βρετανική κυβέρνηση»: ότι «η πολιτική της είναι απαράδεκτη για όλους τους καλλιεργημένους ανθρώπους», όπως υπογραμμίζει, ενστερνιζόμενος έτσι την εδραιωμένη πεποίθηση ότι η συνεχιζόμενη διαίρεση των αρχαιοελληνικών τεχνουργημάτων αποτελεί πρωτίστως προσβολή προς τον παγκόσμιο πολιτισμό και, κατ’ επέκταση, ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Στις 16 Απριλίου, ο Τζόνσον, ο οποίος σπούδαζε με υποτροφία Κλασική Φιλολογία και Φιλοσοφία στο Μπέιλιολ Κόλετζ της Οξφόρδης, στέλνει μία ακόμη επιστολή στην ελληνίδα υπουργό Πολιτισμού, προσκαλώντας την επισήμως στη συζήτηση, ώστε «να επιχειρηματολογήσετε υπέρ της επιστροφής αυτών των γλυπτών στην Αθήνα». Είχαν προηγηθεί εκ του σύνεγγυς συνεννοήσεις του με τον σύζυγο της Μελίνας, Ζυλ Ντασσέν, και στελέχη της πρεσβείας μας στο Λονδίνο. Στο γράμμα αυτό, επιτίθεται εκ νέου στην κυβέρνηση για τη στάση της: «Η βρετανική κυβέρνηση αντιμετωπίζει το θέμα των Ελγινείων Μαρμάρων με σοφιστείες και αδιαλλαξία». Κατόπιν, παραδέχεται για δεύτερη φορά (η πρώτη ήταν στο άρθρο που αποκάλυψαν «ΤΑ ΝΕΑ» τον περασμένο Δεκέμβριο) ότι ο Ελγιν ουσιαστικά έκλεψε τα Γλυπτά: «Από τότε που ανακαλύφθηκε η επιστολή του Ελγιν, η οποία γράφτηκε το 1811, η θέση της κυβέρνησης έγινε ακόμη πιο αδύναμη», γράφει ο Τζόνσον, ο οποίος στο άρθρο του έκανε λόγο για «εκτεταμένη λεηλασία του Παρθενώνα από τον Ελγιν».
Από την επιστολή την οποία επικαλείται ο μετέπειτα βρετανός πρωθυπουργός προκύπτει ότι ο πρεσβευτής της Βρετανίας στην Υψηλή Πύλη δεν είχε εξασφαλίσει άδεια για να αποσπάσει τον γλυπτό διάκοσμο του Παρθενώνα. Στις 31 Ιουλίου 1811, ο Ελγιν γράφει στον βρετανό πρωθυπουργό Σπένσερ Πέρσιβαλ: «Οι διάδοχοί μου στην Πρεσβεία δεν κατάφεραν να πάρουν άδεια για να απομακρύνουν όσα δεν είχα πάρει ο ίδιος. Ο κ. Αντέρ (…) πληροφορήθηκε ότι η Πύλη (σ.σ.: η οθωμανική κυβέρνηση) αρνείται ότι τα πρόσωπα που μου πούλησαν αυτά τα μάρμαρα είχαν οποιοδήποτε δικαίωμα να τα διαθέσουν». Είχε προηγηθεί επιστολή του Ρόμπερτ Αντέρ, διαδόχου του Ελγιν, στην οποία τον πληροφορούσε ότι «η Πύλη αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι έχετε οποιοδήποτε δικαίωμα κυριότητας επί αυτών των μαρμάρων. Από αυτή τη διατύπωση, αντιλαμβάνομαι ότι η Πύλη εννοεί πως τα πρόσωπα που σας πούλησαν τα μάρμαρα δεν είχαν το δικαίωμα να το πράξουν». Με αυτά κατά νου, ο Τζόνσον θεωρεί «δεδομένη» την επικράτηση της επιστροφής των Γλυπτών στην ψηφοφορία. «Θα είναι μια υπέροχη βραδιά για την εκστρατεία σας» καταλήγει.
Εμβληματική ομιλία
Το απόγευμα της Πέμπτης 12 Ιουνίου, η Μελίνα φθάνει απαστράπτουσα στην Οξφόρδη. Στις 8:15 μ.μ. ανοίγει την εκδήλωση στο κτίριο της Oxford Union με μια εμβληματική ομιλία που συνεπαίρνει το κοινό. Αμέσως μετά, αρχίζει ο αγώνας αντιλογίας. Τα ντιμπέιτ του ομίλου αντιγράφουν τις συζητήσεις που διεξάγονται στη Βουλή των Κοινοτήτων. Με την ολοκλήρωση των αγορεύσεων, τα μέλη υπερψηφίζουν ή καταψηφίζουν την πρόταση που έχει κατατεθεί, όπως κάνουν οι βουλευτές με τα νομοσχέδια. Η συζήτηση είχε τίτλο: «(Το Σώμα πιστεύει) ότι τα Ελγίνεια Μάρμαρα πρέπει να επιστραφούν στην Αθήνα». Πλην της Μελίνας, που είχε προηγηθεί, το ελληνικό αίτημα υποστήριξε ο Μάικλ Ντάμετ, καθηγητής της Λογικής στην Οξφόρδη και ένας από τους σημαντικότερους βρετανούς φιλοσόφους του 20ού αιώνα. Κατά του «νομοσχεδίου» τάχθηκαν ο Γκάβιν Σταμπ, κριτικός τέχνης του περιοδικού «Σπεκτέιτορ», και ο Τζόναθαν Μπαρνς, καθηγητής Αρχαίας Φιλοσοφίας στην Οξφόρδη. Η επιστροφή των Γλυπτών «εγκρίνεται» με 167 ψήφους υπέρ και 85 κατά και η Μελίνα φεύγει, καταχειροκροτούμενη, ως θριαμβεύτρια. Τα πρακτικά της συζήτησης έχουν σήμερα «εξαφανιστεί» μυστηριωδώς από τα αρχεία του ομίλου.
Πώς φτάσαμε, όμως, στον «θρίαμβο» της Oxford Union; Την εποχή εκείνη, η βραβευμένη στις Κάννες για το «Ποτέ την Κυριακή» Μερκούρη είναι ήδη σταρ στη Γηραιά Αλβιώνα. Οχι μόνον ως ηθοποιός. Ο απόηχος της μνημειώδους διάλεξης που είχε δώσει, το 1983, στο ICA του Λονδίνου και της on camera αντιπαράθεσής της με τον διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου Ντέιβιντ Ουίλσον, δεν έχει κοπάσει. Το ίδιο έτος, ιδρύεται από τον Τζέιμς και την Ελένη Κιούμπιτ η Βρετανική Επιτροπή για την Επανένωση των Μαρμάρων του Παρθενώνα (BCRPM). Εναν χρόνο μετά, η βρετανική κυβέρνηση απορρίπτει το αίτημα της Ελλάδας για επιστροφή των Γλυπτών. «Σε αγαστή συνεργασία με την BCRPM, θέσαμε ως στόχο να προσεταιριστούμε ανθρώπους – κλειδιά στους χώρους της πολιτικής, της ενημέρωσης, της διανόησης και των πανεπιστημίων, ώστε να πάρουμε με το μέρος μας την κοινή γνώμη και δη τη νεολαία» λέει στα «ΝΕΑ» η Βικτωρία Σολομωνίδου, μέλος του ΔΣ του Ιδρύματος Μελίνα Μερκούρη, η οποία διετέλεσε επί 30 χρόνια μορφωτική ακόλουθος στην ελληνική πρεσβεία στο Λονδίνο. «Κάποια στιγμή, προσεγγίσαμε την Oxford Union, στην οποία εκκολάπτονταν οι πολιτικοί και οι ισχυροί του μέλλοντος. Ετσι, γνωρίσαμε τον Μπόρις».
Στις 21 Μαρτίου 1986, υπό τις οδηγίες του πρέσβη Στέφανου Σταθάτου, η Σολομωνίδου, μαζί με τον Πίτερ Τόμσον από το γραφείο Τύπου της πρεσβείας και τρία μέλη της BCRPM, συναντούν τον Τζόνσον στην Οξφόρδη για να συζητήσουν τις λεπτομέρειες του ντιμπέιτ. «Είδαμε έναν άνθρωπο τόσο θετικά διακείμενο απέναντί μας. Αργότερα, υιοθέτησε πλήρως τα επιχειρήματα που του στείλαμε για την επανένωση των Γλυπτών» θυμάται η Σολομωνίδου, σήμερα εταίρος του King’s College και λέκτωρ στο UCL. «Χρόνια μετά, όταν ήταν δήμαρχος του Λονδίνου, τον συνάντησα στο γραφείο του συνοδεύοντας τον πρέσβη Κωνσταντίνο Μπίκα. Του θύμισα το ντιμπέιτ και του έδωσα μία κορνίζα με την ιστορική φωτογραφία του πλάι στη Μελίνα. Χαμογέλασε, χαμήλωσε το βλέμμα, και άλλαξε συζήτηση».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις