Η Αντζέλικα Χιούστον παρατηρεί τη λαμπερή ζωή της με αδιάφορη ματιά
Αυτό που πάντα ήθελε ήταν να βγει από τη σκιά του πατέρα της. Στα 71 της πλέον απολαμβάνει την πραότητα και τη σοφία που χαρίζει ο χρόνος έχοντας αφήσει πίσω της την αλαζονική αντανάκλαση της νεότητας / Κείμενο: Έφη Αλεβίζου
- Η τηλεθέαση του debate ΣΥΡΙΖΑ – Ελπίδες για τη συμμετοχή στην κάλπη της Κυριακής – Η σύγκριση με το ΠΑΣΟΚ
- Ο καλλιτέχνης που απείλησε ότι θα κατέστρεφε πολύτιμα έργα τέχνης αν ο Τζούλιαν Ασάνζ πέθαινε στη φυλακή
- Για ποια εγκλήματα κατηγορούνται οι Νετανιάχου, Γκάλαντ και Ντέιφ
- Να απομονώσει τους αποστάτες καλούν οι 87+ τον πολιτικό κόσμο - «Να μην αποδεχτούν έδρες προϊόν συνωμοσίας»
Ηθοποιός, μοντέλο και φλογερή κινηματογραφική προσωπικότητα αν και για πολλά χρόνια ήταν η κόρη του μπαμπά της, του τεράστιου σκηνοθέτη Τζον Χιούστον, υπεύθυνου για κλασικά διαμάντια όπως το «Γεράκι της Μάλτας» και η «Βασίλισσα της Αφρικής». Η Αντζέλικα Χιούστον στα 71 της πλέον απολαμβάνει την πραότητα και τη σοφία που χαρίζει ο χρόνος έχοντας αφήσει πίσω της την αλαζονική αντανάκλαση της νεότητας. Πριν κάποια χρόνια έγραψε μια σειρά βιβλίων με τα απομνημονεύματά της τόσο γεμάτα με λαμπερούς ανθρώπους, πολυτέλεια και αφθονία που θα μπορούσαν εύκολα να είναι γλυκανάλατα, αν δεν υπήρχε η παγερή αυτογνωσία της και το χάρισμά της να επιλέγει τις λεπτομέρειες που συνθέτουν τη συνταγή για καλές ιστορίς (για να μην αναφέρουμε τον πλούτο του εξαιρετικού υλικού από το οποίο προφανώς είχε να αντλήσει).
Στον πρώτο τόμο των απομνημονευμάτων της Αντζέλικα Χιούστον φιγουράριζαν ελάχιστες διασημότητες. Το A Story Lately Told ασχολήθηκε κυρίως με τα παιδικά της χρόνια στην ύπαιθρο της Ιρλανδίας, την ιππασία στην εξοχική έπαυλη του σκηνοθέτη πατέρα της και τα δείπνα στο ξενοδοχείο Shelbourne στο Δουβλίνο, όπου το περισσότερο που θα μπορούσε να ελπίζει ο αναγνώστης σε γαργαλιστικές αποκαλύψεις ήταν μια λεπτομερής εικόνα του μενού. «Οι γαρίδες ήταν οι αγαπημένες μου», πληροφορεί η ίδια αξιόπιστα, ενώ ο αδελφός της «είχε αδυναμία στη βιτσιόζα, γαρίδες scampi και το σορμπέ λεμόνι για επιδόρπιο».
Ήταν απλά ένα καλογραμμένο βιβλίο, με έναν συγκρατημένο, αντικειμενικό τρόπο, και πήρε μερικές καλές κριτικές. Μέχρι εκεί. Όλοι περίμεναν κρυφά τον δεύτερο τόμο και την εμφάνιση του Τζακ Νίκολσον, του on-off εραστή της Χιούστον για 17 ολόκληρα χρόνια και τις αποκαλύψεις ενός καυτού ειδυλλίου του Χόλιγουντ που πάντα ακόνιζε την περιέργεια του κόσμου.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Το Watch Me, ο δεύτερος τόμος των απομνημονευμάτων της Αντζέλικα ήταν, όντως, γεμάτος διασημότητες. Για την ακρίβεια, ήταν σχεδόν αδύνατο να φτάσει κάποιος στο τέλος μιας πρότασης χωρίς να πέσει πάνω σε μια λίστα με ονόματα της πρώτης κατηγορίας. Το ένα λεπτό συστήνεται στον αναγνώστη η Ava Gardner, που χαμογελάει σαν ντίβα εκατομμυρίων δολαρίων, ενώ «εκστομίζει μια σειρά από βρισιές» στους παπαράτσι. Τo επόμενο λεπτό, ο αναγνώστης έρχεται αντιμέτωπος με μια 12χρονη Gwyneth Paltrow σε ένα πάρτι στο Aspen. Ο Ryan O’Neal εμφανίζεται και φιλάει την Χιούστον για «έξι ώρες συνεχόμενα» σε μία τραπεζαρία στο Λος Άντζελες. Ο Τζακ Νίκολσον της γράφει ποιήματα και την αποκαλεί «Toots». Ο Μάρλον Μπράντο της λέει ότι είναι βασίλισσα. Ο David Bailey τη φωτογραφίζει και προσπαθεί να την πείσει να τον παντρευτεί. Η Joni Mitchell γράφει ένα τραγούδι για ένα πάρτι στο οποίο ήταν και οι δύο.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Η Χιούστον τα περνάει όλα αυτά αξιοσημείωτα ατάραχη. Όταν βρίσκει τον Ρομάν Πολάνσκι να διασκεδάζει με ένα 13χρονο κορίτσι στο σπίτι του Νίκολσον, δεν σκέφτεται «τίποτα», παρόλο που ο Πολάνσκι αργότερα θα παραδεχόταν την παράνομη σεξουαλική επαφή και θα έφευγε από τη χώρα λίγες ώρες πριν από την καταδίκη του.
Το όλο θέμα μοιάζει με έναν ανεπανάληπτο ανεμοστρόβιλο ακρότητας, γοητείας, ραμμένων μεταξωτών μαντηλιών και μαγικών μανιταριών. Το δεύτερο βιβλίο συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε το πρώτο: Η Χιούστον ζει στην Καλιφόρνια και αναρρώνει από μια δύσκολη, ενίοτε βίαιη σχέση με τον φωτογράφο Μπομπ Ρίτσαρντσον. Βγάζει τα προς το ζην ως μοντέλο, αλλά νιώθει ότι η ύπαρξή της είναι άσκοπη και τρέφει μια κρυφή επιθυμία να γίνει ηθοποιός. Κι όμως, αυτό που πάντα την κάνει να αγωνιά είναι να βγει από τη σκιά του τρομακτικά ταλαντούχου πατέρα της.
Κάποια στιγμή παραδέχτηκαν με τη φίλη της Σοφία Κόπολα ότι τις ενώνουν πολλά καλά αλλά και κάποια λίγο σκοτεινά θέματα -ένα από αυτά είναι η βαριά σκιά των μπαμπάδων τους, οι οποίοι ήταν μεγαλύτεροι από τη ζωή.
Μόνο όταν η Αντζέλικα βρίσκεται σε ένα πάρτι (άλλο ένα) με τον σκηνοθέτη του κινηματογράφου και του θεάτρου Τόνι Ρίτσαρντσον, η ζωή της αλλάζει αστραπιαία πορεία. Ο Ρίτσαρντσον την καλεί σε έναν καναπέ στην άλλη πλευρά του δωματίου και της λέει ότι έχει «τόσο πολύ ταλέντο και τόσο λίγα να επιδείξεις. Δεν πρόκειται ποτέ να κάνεις τίποτα στη ζωή σου».
Αυτή είναι όλη η ώθηση που χρειαζόταν η Χιούστον. Όπως θυμάται: «Μέσα μου, σκεφτόμουν, “Κοίτα με”».
Μετά από αυτό η Χιούστον συλλέγει ρόλους και υποψηφιότητες το έναν πίσω από τον άλλον, κερδίζοντας το 1986 το βραβείο Όσκαρ καλύτερης γυναικείας ερμηνείας για την ταινία Prizzi’s Honor (μια ταινία που σκηνοθέτησε ο πατέρας της και πρωταγωνιστούσε ο Νίκολσον). Κρατώντας το αγαλματίδιο μέσα σε ένα φόρεμα από πράσινο μετάξι μιλάει με σοβαρότητα για την προετοιμασία της στους ρόλους: «Υπάρχει η στιγμή που πρέπει να εμπιστευτείς το ένστικτό σου και να αφήσεις τη φαντασία σου να κυριαρχήσει προκειμένου να υπάρξει ένας χαρακτήρας. Κατά κάποιον τρόπο, είναι σαν να προκαλείς φαντάσματα».
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Η Χιούστον δεν ασχολείται πολύ με την τέχνη του ηθοποιού στα απομνημονεύματά της. Τις περισσότερες φορές, είναι ένας συμπαθής αφηγήτρια. Περνάει με άνεση μέσα από τις σελίδες με το μάτι ενός οξυδερκούς παρατηρητή, δίνοντας πάντα την εντύπωση ότι τα πράγματα συμβαίνουν κατά τύχη και όχι από δικό της σχεδιασμό. Οι δε περιγραφές των ανθρώπων είναι εξαιρετικά εύστοχες. Ένας «κομψός και στιλβωμένος» Έντι Μέρφι, για παράδειγμα, επιμένει ότι πρέπει να είναι πάντα ο τελευταίος που φτάνει στο πλατό κάνοντας τη θεαματική είσοδό του.
Όσο για τα δακρύβρεχτα θέματα ερωτικής φύσεως με τον Νίκολσον, αποδίδονται με στοργή, μέχρι το σημείο που την εγκατέλειψε το 1990 για την ηθοποιό Ρεμπέκα Μπρουσάρ, με την οποία περίμενε παιδί. Αλλά η πραγματική ιστορία αγάπης σε αυτά τα απομνημονεύματα είναι με τον γλύπτη Μπομπ Γκράχαμ, τον οποίο η Χιούστον παντρεύτηκε το 1992. Ο Γκράχαμ πέθανε 16 χρόνια αργότερα από μια σπάνια ασθένεια του αίματος με τη σύζυγό του στο πλευρό του.
Η εξιστόρηση του θανάτου του είναι βαθιά συγκινητική, χωρίς γλυκανάλατο συναισθηματισμό. «Το κεφάλι του Μπομπ ακουμπούσε σε ένα λευκό βαμβακερό μαξιλάρι, τα μαλλιά του ήταν σαν μαργαριτάρι, τα φρύδια του ήταν τοξωτά πάνω από τα κλειστά βλέφαρα, οι βλεφαρίδες του μακριές και σκούρες. Όταν η νοσοκόμα του αφαίρεσε τη μάσκα οξυγόνου, δεν είχε καμία έκφραση».
Τα απομνημονεύματα της Αντζέλικα Χιούστον είναι γεμάτα λάμψη και γοητεία. Όμως κάτω από τις παγιέτες και τα πάρτι διαφαίνεται μία τρυφερή, αισθαντική καρδιά με σχεδόν αδιάφορη ματιά για όλα αυτά.
*Με στοιχεία από theguardian.com
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις