Λουκιανός Κηλαηδόνης: «Λούκι Λουκ», ο σπουδαίος δημιουργός του ελληνικού τραγουδιού
«Τ’ όνειρο του Λουκιανού ήταν ένα όνειρο για μια ελεύθερη ζωή, χωρίς εξαρτήσεις και δεύτερες σκέψεις, μια ζωή που υπηρέτησε με το ταλέντο του, την ευγένειά του και την αυτονομία του»
Σαν σήμερα, στις 15 Ιουλίου 1943, γεννήθηκε ο «Λούκι Λουκ» του ελληνικού τραγουδιού, ο σπουδαίος τραγουδοποιός Λουκιανός Κηλαηδόνης, ο οποίος έφυγε από τη ζωή στις 7 Φεβρουαρίου 2017.
Ο Λουκιανός Κηλαηδόνης, αιώνια πιστός στις αμερικανικές μελωδίες αλλά και στις μελωδίες (βαλς, τανγκό, καντάδες) των παιδικών του χρόνων, δεν σταμάτησε ποτέ να ενώνει κόσμους με τις συνθέσεις και τις συναυλίες του και να αντιστέκεται στο εκάστοτε «φτηνό».
«Σε μια εποχή γενικής ξεφτίλας (και στο χώρο του τραγουδιού), ήθελα να θυμίσω σε κάποιους τι τραγουδούσαμε κάποτε.
»Αισθάνομαι ότι με τέτοιες δουλειές, ένας κόσμος παίρνει ένα είδος εκδίκησης γι’ αυτά που συμβαίνουν γύρω του».
Αυτό δήλωνε ο Λουκιανός Κηλαηδόνης στη συνέντευξη στα «ΝΕΑ» και τον Παύλο Αγιαννίδη, στις 17 Αυγούστου 1993, όταν παρουσίαζε τις σπουδαίες ηχογραφήσεις του με τίτλο «Αχ πατρίδα μου γλυκειά»
«Τα τραγούδια του “Aχ πατρίδα μου γλυκειά” ήταν αυτά που έλεγα πάντα – και θέλω να τα υπερασπιστώ αυτά τα τραγούδια. Είναι ο απολογισμός 50 χρόνων ζωής.
»Ένα είδος “Αμακόρντ” για μένα και τους ανθρώπους της γενιάς μου(σ.σ. Η φράση a m’arcôrd από την ταινία του Φεντερίκο Φελίνι Amarcord, σημαίνει θυμάμαι) – με την έννοια ότι ξαναθυμόμαστε. Ο Ντίλαν λέει, άλλωστε, πως τα καλύτερα τραγούδια τα ‘χουν γράψει οι άλλοι»
Κανείς πάντως δεν θα μπορούσε να σχηματίσει καλύτερα το πορτρέτο του Λουκιανό Κηλαηδόνη, από ό,τι οι ίδιοι οι συνοδοιπόροι του. Εκείνοι που τον έζησαν τις ώρες της δημιουργίας, των δοκιμών, των ηχογραφήσεων και φυσικά των συναυλιών.
Έγραψαν στα «ΝΕΑ» της 8ης Φεβρουαρίου 2017:
Γιώργος Νταλάρας
«Τ’ όνειρο του Λουκιανού ήταν ένα όνειρο για μια ελεύθερη ζωή, χωρίς εξαρτήσεις και δεύτερες σκέψεις, μια ζωή που υπηρέτησε με το ταλέντο του, την ευγένειά του και την αυτονομία του.
»Ο Λουκιανός ήταν ένας άγγελος. Καλότροπος, όμορφος, προσεκτικός, με φινέτσα, δεν θύμωνε ποτέ. Μας καλούσε συνέχεια στην Αμαρυλλίδος, το ωραίο σπίτι στο Ψυχικό, μαζί με τ’ αγαπημένα του ξαδέρφια.
»Το σπίτι φάνταζε στα μάτια μου σαν τόπος αναψυχής και μάθησης. Σαν μια ευχάριστη βιβλιοθήκη. Ενα σπίτι όπου όλοι διάβαζαν βιβλία και η κουλτούρα ήταν εγγενής, κανένας δεν την προέβαλλε. Γι’ αυτό κι εγώ, παιδί από άλλη τάξη και από άλλη γειτονιά, δεν ένιωσα έξω από τα νερά μου. (…)
»Ο Λουκιανός με τη μουσική του και τα τραγούδια του έδειξε τον υπέροχο χαρακτήρα του. Μπήκε μέσα στο θέατρο, στις ταινίες, στα όνειρα των ανθρώπων με προσοχή, τρυφερότητα και αυταπάρνηση. Σε όλα τα όνειρα. Σε αυτά που έγιναν πραγματικότητα και στα διαψευσμένα. Εγραψε τραγούδια αληθινά, με σκωπτική διάθεση στα κακώς κείμενα, αλλά καθόλου καταγγελτική σε σχέση με τα τραγούδια της εποχής του. Και έτσι μπήκε στην ψυχή μας και έμεινε. (…) Ο cowboy μας δεν θα είναι ποτέ ούτε φτωχός ούτε μόνος».
Διονύσης Σαββόπουλος – «Αισθανόμουν σαν να είμαι πλάι του»
«Στην πρώτη πρώτη εκπομπή, “Ζήτω το ελληνικό τραγούδι”, περιμέναμε τον Λουκιανό να κλείσει η εκπομπή και ο Λουκιανός είχε τρακάρει.
»Οπότε σκάρωσα το κομμάτι “Περαστικά Λουκιανέ”, το οποίο μάλλον θα μας το λέει εκείνος από τις κατασκηνώσεις του ουρανού σ’ εμάς.
»Σε όλη μου τη ζωή αισθανόμουνα σαν να είμαι πλάι του, σαν να έχουμε μια σχέση, ασχέτως αν βλεπόμασταν ή όχι».
Μανώλης Μητσιάς – «Με συγκροτημένη σκέψη για τον πολιτισμό»
«Το 1969 τραγουδούσα στις «Τζιτζιφιές» με τη Σωτηρία Μπέλλου και ήρθε ο Λουκιανός να με ακούσει. (…) H καριέρα μου οφείλεται στον Λουκιανό – όπως στον Δήμο Μούτση και στον Νίκο Γκάτσο. (…) Ηταν καταπληκτικός άνθρωπος και συνεργάτης.
»Εχω πολύ έντονες εικόνες από το στούντιο, από το οποίο δεν έλειπε ποτέ. Θυμάμαι πως στις πρώτες ηχογραφήσεις δυσκολεύτηκα γιατί ήμουν φαντάρος. Ημουν στα Γιαννιτσά και είχε έρθει ο Λουκιανός για να πάρω εγώ άδεια μαζί με τον Τάκη Λαμπρόπουλο, τον διευθυντή της Columbia.
»Τι να πρωτοθυμηθώ; Τις ατελείωτες συζητήσεις με τον Γκάτσο στου Φλόκα; Είχε ωραίο χιούμορ και κάθε του κουβέντα μπορούσε να δημιουργήσει ένα πανδαιμόνιο γέλιου.
»Ηταν ευχάριστος στην παρέα, μορφωμένος με την ουσιαστική έννοια της λέξης και πολύ διαβασμένος. Με συγκροτημένη σκέψη για το τραγούδι και τον πολιτισμό. Μην ξεχνάμε ότι ήταν από τους συνιδρυτές του Ελεύθερου Θεάτρου.
»Οι γνώσεις του στη μουσική ήταν βαθιές. Είχα λατρέψει τον δίσκο του «Μικροαστικά». Μου είχε κάνει εντύπωση την πρώτη φορά που ήρθε στην εταιρεία για να φέρει τα τραγούδια: πάνω στις κόλλες που είχε γράψει τους στίχους είχε σχεδιάσει σκίτσα, τα οποία είχαν σχέση με τα τραγούδια.
»Το έκανε πάντα. Αυτή τη στιγμή δεν θα την ξεχάσω ποτέ. Ηταν καλοκαίρι και ο Λουκιανός είχε έρθει φορώντας ένα μοβ πουκάμισο, μπλε παντελόνι και έχοντας μακριά μαλλιά. Ηταν πάρα πολύ όμορφος. (…) Είναι όλα τόσο μπερδεμένα στο κεφάλι μου. Νιώθω ότι έφυγε η μισή μου ζωή σήμερα».
Αφροδίτη Μάνου – «Κράμα ευφυΐας, ταλέντου και συναισθηματισμού»
«Τον Λουκιανό τον γνώρισα όταν ήμουν 15 χρονών, το καλοκαίρι του 1968 μέσα στη χούντα. (…) Ενιωσα αμέσως ότι συνάντησα έναν αδελφό χαμένο που δεν ήξερα ότι υπήρχε. (…)
»Είχε δουλέψει ως αρχιτέκτονας αλλά είχε μπαρκάρει για έναν χρόνο, όχι για βιοποριστικούς λόγους αλλά από περιέργεια. Εκείνη τη στιγμή στη ζωή του ήθελε να δει πώς είναι να είσαι ναυτικός και μπήκε σε ένα πλοίο.
»Δεν είχαμε μιλήσει ποτέ γι’ αυτή την πλευρά της ζωής του. Ηταν ένας άνθρωπος πάρα πολύ κλειστός. Σου έδινε την εντύπωση ότι ήταν ένας πρόσχαρος και ορθάνοιχτος άνθρωπος και ένα κράμα πολύ ιδιαίτερο, με έντονα τα στοιχεία εξυπνάδας, ευφυΐας, συναισθηματισμού αλλά και φυσικής περιέργειας».
»Γενικά ήθελε να βγαίνουν οι πληροφορίες που αυτός ήθελε. Αλλά για μένα ο Λουκιανός ήταν ένας πάρα πολύ έξυπνος άνθρωπος με πολλά ταλέντα. Ηταν ένας άνθρωπος που “έφευγε” και ξαναρχόταν σε αυτό που ζούσε».
Φοίβος Δεληβοριάς – «Περιπατητής του δικού του παραδείσου»
«Το μέρος που θα ήθελα να ζω είναι η Αθήνα. Αλλά η Αθήνα του Λουκιανού. Το μέρος που ονειρεύεται η παιδική φυγή μου είναι η Αμερική. Η Αμερική του Λουκιανού όμως.
»Ελεγε συχνά την προυστική φράση “Οι μόνοι αληθινοί Παράδεισοι είναι αυτοί που έχουν χαθεί”. Κι έτσι παρέμενε μέχρι τέλους περιπατητής του δικού του Παραδείσου, της εικοσαετίας ‘45-’65. Αλλά καθόλου επιφανειακός περιπατητής.
»Ηξερε τα πάντα γι’ αυτήν: τα ελαφρά της, τα ρεμπέτικά της, την τζαζ και το σινεμά της, τα προσκοπικά της τραγουδάκια και τις κινήσεις των χορών της, εκείνες που του δίδαξε ο περίφημος Γιώργος ο “σουίνγκ”».
«Όχι ο καθένας μόνος του»
Των συναντήσεων που τόσο αγαπούσε να έχει ο «Λούκι Λουκ» με τους γνωστούς και δεκάδες χιλιάδες «άγνωστους» φίλους του.
Στη συνέντευξή του στο στην Άννα Βλαβιανού και «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 26 Ιουλίου 1998 μίλησε για τη σχέση του με το κοινό.
«Αυτό που κάθε φορά ψάχνω είναι η επικοινωνία με τον κόσμο δεν μ’ ενδιαφέρει το ‘καθήστε να μ’ ακούσετε’. To κίνητρο για μένα είναι η επαφή με τον κόσμο.
»Αισθάνομαι ένας από τη σκηνή. Ένας από την ομάδα που κάνει κάτι – ό,τι μπορεί- για το γλέντι όλων. Για να περάσουμε καλά. Μ’ αρέσουν οι παρέες. Όχι ο καθένας μόνος του».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις