Σταλινισμός: Το αίμα και η δύναμη μεθούν
Η ιστορία των σταλινικών στρατοπέδων και φυλακών είναι κατά πάσαν πιθανότητα η πιο φοβερή σελίδα της ρωσικής ιστορίας
Για τον Στάλιν δεν ήταν αρκετό απλώς και μόνο να απομονώνη ή να εξοντώνη άλλους. Έπρεπε, ακόμα, να συντρίψη την θέλησή τους, να τους ταπεινώση, να τους εξαναγκάση να ομολογήσουν οι ίδιοι ότι ήταν «εχθροί του λαού» και να αναγνωρίσουν, οι ίδιοι πάντα, την ενοχή τους για εγκλήματα και συνωμοσίες. Αλλά τόσο ο Στάλιν όσο και οι συνεργοί του γρήγορα αντελήφθησαν ότι οι στόχοι αυτοί δεν ήταν δυνατόν να επιτευχθούν εάν ετηρούντο έστω και μερικώς οι νόμιμες μέθοδοι ανακρίσεως και δίκης. Γι’ αυτό, ήδη από το 1937, ο Στάλιν διέταξε την μαζική εφαρμογή «φυσικών μεθόδων επηρεασμού».
Οι μέθοδοι τις οποίες εφήρμοζε η Νι Κα Βε Ντε περιγράφονται πολύ ζωντανά στην κατάθεση του συντρόφου Ρόζενμπλιουμ, ενός μέλους του κόμματος που συνελήφθη στο Λένινγκραντ το 1937. Όπως ο ίδιος αφηγήθηκε το 1955, αμέσως μετά την σύλληψή του ωδηγήθηκε στο γραφείο του διευθυντού της Νι Κα Βε Ντε στο Λένινγκραντ Ζακόφσκυ, ο οποίος του υπεσχέθη την ελευθερία του εάν θα εδέχετο να ψευδομαρτυρήση στο δικαστήριο, το οποίο θα έκρινε την υπόθεση του «τρομοκρατικού – κατασκοπευτικού δικτύου του Λένινγκραντ». Ο Ζακόφσκυ, πολύ κυνικά, του εξέθεσε τον μηχανισμό με τον οποίο παρεσκευάζετο η υπόθεση:
«Η υπόθεση –του είπε– πρέπει να έχη γερά θεμέλια. Οι μάρτυρες έχουν καίρια σημασία. Η κοινωνική θέση ενός μάρτυρος (στο παρελθόν βεβαίως) και τα χρόνια που ήταν μέλος του κόμματος παίζουν σημαντικό ρόλο. Εσύ προσωπικώς δεν έχεις να κάνης τίποτε γιατί η Νι Κα Βε Ντε θα σε προμηθεύση με λεπτομερή στοιχεία για τα πάντα. Δουλειά σου θα είναι να αποστηθίσης όλα τα στοιχεία αυτά και να έχης συνέχεια κατά νου όλες τις ερωτήσεις που μπορεί να σου τεθούν στη δίκη και τις απαντήσεις που θα πρέπει να δώσης. Τέσσερις ή πέντε μήνες, ίσως και μισός χρόνος, θα χρειασθούν για να προετοιμασθή η δίκη. Τον καιρό αυτό, εσύ θα ετοιμάζεσαι ώστε να μην τα θαλασσώση ο εισαγγελέας – και βρης τον μπελά σου εσύ. Η τύχη σου θα εξαρτηθή από την πορεία και την έκβαση της ανακρίσεως. Εάν φοβηθής και αρχίσης να μην τα λες καλά, τότε εσύ θα ευθύνεσαι για όσα θα σου συμβούν. Εάν όμως ακολουθήσης την σωστή γραμμή, τότε θα γλυτώσης την ζωή σου και εμείς θα σε τρέφουμε και θα σε ντύνουμε με έξοδα του κράτους έως ότου πεθάνης».
Δύο χρόνια αργότερα, οι ίδιοι οι ανακριτές έπεφταν με την σειρά τους θύματα του τερατώδους αυτού μηχανισμού.
[…]
Τα βασανιστήρια δεν είναι μόνον αντίθετα προς τις αρχές ενός πολιτισμένου κράτους, είναι επίσης και η ολιγώτερο αποτελεσματική μέθοδος ανακρίσεως. Στις περισσότερες των περιπτώσεων, από τα βασανιστήρια δεν πηγάζει η αλήθεια αλλά μία διαστρέβλωση της αλήθειας εφ’ όσον οι κατηγορούμενος θα δεχθή να πη τα πάντα για να σταματήση το μαρτύριό του. Γι’ αυτό και τα βασανιστήρια δεν έχουν πρωταρχικά ως στόχο την αποκάλυψη του πραγματικού ενόχου – έχουν ως στόχο να εξαναγκάσουν τον αθώο να κατηγορήση τον εαυτό του και άλλους. Οι Ιεροεξεταστές του Μεσαίωνα ήξεραν καλά την αλήθεια αυτή όταν υποχρέωναν τα θύματά τους να ομολογήσουν ότι ευρίσκονται σε επαφή με τον Σατανά. Την αλήθεια αυτή την ήξεραν επίσης ο Στάλιν και οι συνεργοί του της Νι Κα Βε Ντε όταν υποχρέωναν αφοσιωμένους κομμουνιστάς να ομολογούν ότι ευρίσκοντο σε επαφή με τους εχθρούς του έθνους μας. Η διαφορά είναι ότι η Ιερά Εξέτασις έθετε κάποιους φραγμούς στους ανακριτές της. Πολλά επετρέποντο ως μαρτύρια, οι κανόνες της όμως απαγόρευαν να χυθή αίμα και προέβλεπαν ότι ο «αιρετικός» μπορούσε να βασανισθή μία μόνο φορά κατά την διάρκεια της ανακρίσεως και για μία μόνο ώρα. Οι ανακριτές της Νι Κα Βε Ντε βασάνιζαν κρατουμένους επανειλημμένως και για ώρες ατέλειωτες. Δεν τους άφηναν να κοιμηθούν, δεν τους έδιναν τροφή ή νερό, τους έδερναν συνέχεια και έφταναν μέχρι το σημείο να τους βγάλουν τα μάτια και να τους τρυπήσουν τα τύμπανα στα αυτιά.
[…]
Τα περισσότερα από τα θύματα δεν άντεξαν στα βασανιστήρια και υπέγραψαν τις καταθέσεις που τους ζητούσαν. Δεν πρέπει να κριθούν με αυστηρότητα, όπως κάνει ο στρατηγός Γκορμπάτωφ, ο οποίος, στα απομνημονεύματά του, εμφανίζεται οργισμένος όχι τόσο με τους βασανιστές του όσο με τους συγκρατούμενούς του που υπέκυψαν στις πιέσεις. Οι περισσότεροί τους ήσαν άνθρωποι που δεν μπορούσαν πια να καταλάβουν τι συνέβαινε στον τόπο τους, ούτε γιατί τους έπιαναν ούτε γιατί τους βασάνιζαν, που είχαν πάθει πλήρη σύγχυση, και με σπασμένο πια το ηθικό είχαν χάσει την θέληση να αγωνισθούν.
Σήμερα ξέρουμε ότι οι κρατούμενοι συμπεριεφέροντο κατά διαφόρους τρόπους: Μερικοί έσπευδαν να συμμορφωθούν στις επιθυμίες των ανακριτών τους και, χωρίς την παραμικρή αντίσταση, ψευδομαρτυρούσαν όχι μόνο για τους εαυτούς τους αλλά και για δεκάδες, καμιά φορά και εκατοντάδες, συντρόφους τους. Μερικοί πήγαιναν πέρα και απ’ αυτό που τους ζητούσαν οι ανακριτές. Άγνωστο γιατί, τους έδινε κάποια ικανοποίηση, μέσα στην δική τους κατάντια, να καταγγέλλουν αυτοβούλως φίλους και συνεργάτες τους, και να συνεχίσουν να συνεργάζωνται με την Νι Κα Βε Ντε και μετά το τέλος της ανακρίσεως, σαν καταδότες στις φυλακές και στα στρατόπεδα. Πολλοί πάλι αυτοκτονούσαν μετά την πρώτη τους ανάκριση, κτυπώντας το κεφάλι τους στον τοίχο, επιτιθέμενοι κατά των φρουρών τους ή πηδώντας από το παράθυρο. Άλλοι ελύγιζαν κάτω από τα βασανιστήρια και υπέγραφαν ό,τι τους ζητούσαν.
[…]
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 16.7.1972, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Οι περισσότεροι από τους κρατουμένους κατεδικάζοντο ερήμην από ειδικές επιτροπές. Σε πολλές όμως περιπτώσεις –θα έλεγε κανείς, για την ιστορία– διεξήγετο μία δίκη κεκλεισμένων των θυρών, χωρίς κοινό, χωρίς εισαγγελέα, χωρίς δικηγόρο. Και σε περίπλοκες ακόμα υποθέσεις, η δίκη αυτή δεν διαρκούσε πάνω από πέντε ή δέκα λεπτά. Ο στρατηγός Γκορμπάτωφ, η δίκη του οποίου κράτησε πέντε μόλις λεπτά, αφηγείται πόσο ευτυχής ήταν όταν βγήκε από την αίθουσα του δικαστηρίου, πεπεισμένος ότι επρόκειτο να αθωωθή. Όχι μόνο είχε αρνηθή την ενοχή του αλλά, επί πλέον, όταν ερωτήθηκε γιατί δέκα άλλοι ήδη καταδικασθέντες είχαν καταθέσει εναντίον του, είπε στους δικαστές του ότι και στον Μεσαίωνα οι μάγισσες κατεδικάζοντο επί τη βάσει μαρτυριών ότι είχαν σχέση με τον Σατανά. Ένα λεπτό αργότερα το δικαστήριο τον έβρισκε ένοχο και τον κατεδίκαζε σε δεκαπέντε έτη καταναγκαστικά έργα. Ήταν τέτοια η κατάπληξή του, που λιποθύμησε.
Η Εβγενία Γκίνζμπουργκ αφηγείται ότι η δίκη της, ενώ υπετίθετο ότι ήταν δημοσία, έγινε παρουσία τριών στρατοδικών, ενός γραμματέως και δύο φρουρών σε ένα άδειο δωμάτιο. Οι δικαστές εξεπλάγησαν από την απαίτησή της να της πουν ποιο κομματικό στέλεχος υπετίθετο ότι είχε σχεδιάσει να δολοφονήση. Της είπαν κάτι για την δολοφονία του Κίρωφ. Όταν τους είπε ότι ποτέ δεν είχε πάει στο Λένινγκραντ, όπου ο Κίρωφ είχε δολοφονηθή, της απήντησαν ότι αυτά ήταν σοφιστείες. «Άνθρωποι με τις δικές της ιδέες» είχαν δολοφονήσει τον Κίρωφ και αυτό την καθιστούσε «ηθικώς και ποινικώς υπεύθυνη». Ήταν έτοιμη να λιποθυμήση όταν απηγγέλλετο η απόφαση –περίμενε τον θάνατο– και ξαναζωντάνεψε όταν άκουσε ότι είχε καταδικασθή σε δέκα μόνο χρόνια. Η όλη διαδικασία είχε κρατήσει επτά λεπτά!
Για πολλούς κρατουμένους, και ιδίως για τα ανώτερα στελέχη του κόμματος, η ημέρα της δίκης ήταν και η τελευταία μέρα της ζωής τους. Ένας νόμος του 1934 προέβλεπε ότι η θανατική ποινή έπρεπε να εκτελεσθή αμέσως. Μερικοί εκρατήθησαν σε κελλί μελλοθανάτου για μερικές μέρες, καμιά φορά και για μήνες, αλλά οι περισσότεροι εξετελούντο αμέσως μετά την δίκη. Εξετελούντο κατά διαφόρους τρόπους: Μερικοί με μια σφαίρα στο κεφάλι καθώς κατέβαιναν τις σκάλες, άλλοι στα υπόγεια της φυλακής όπου μάρτυρες που έχουν επιζήσει λένε ότι λειτουργούσε ένα μηχάνημα για να καταπνίγη τον ήχο των πυροβολισμών.
Για όσους δεν εξετελούντο υπήρχαν τα έτη στις φυλακές και, μετά, στα στρατόπεδα. Η ιστορία των ιδρυμάτων αυτών δεν έχει ακόμη γραφτή. Υπάρχουν μόνο μερικά λογοτεχνικά έργα ή απομνημονεύματα που δημοσιεύθηκαν το 1963 και το 1964. Άλλα ανάλογα έργα, ενώ δεν έχουν εκδοθή, έχουν κυκλοφορήσει χειρόγραφα ή δακτυλογραφημένα. Η ιστορία των σταλινικών στρατοπέδων και φυλακών είναι κατά πάσαν πιθανότητα η πιο φοβερή σελίδα της ρωσικής ιστορίας. Δεν είναι ένα ασήμαντο επεισόδιο και είναι παράλογο να πιστεύωμε ότι η αλήθεια για τα στρατόπεδα και τις φυλακές είναι μια «μικρή αλήθεια» που καταλαμβάνει μια μικρή μόνο θέση μέσα στην «ευρύτερη αλήθεια» της ζωής μας. Αυτή η όψη της αυθαίρετης σταλινικής διακυβερνήσεως επηρέασε την ζωή και την ψυχολογία της σοβιετικής κοινωνίας τόσο όσο η βιομηχανική μας ανάπτυξη, οι νίκες μας στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τα επιτεύγματά μας στις τέχνες και τις επιστήμες.
[…]
Οι περισσότεροι από τους δικαστές και τους εισαγγελείς πρέπει να ήξεραν πολύ καλά τι έκαναν όταν συνελάμβαναν αθώους και τους κατεδίκαζαν σε θάνατο ή σε φυλάκιση. Αυτοί οι υπηρέτες του νόμου ήξεραν καλά ότι παρανομούσαν, προτιμούσαν όμως να είναι όργανα της παρανομίας παρά να γίνουν θύματά της. «Μου είναι αδύνατον να θυμηθώ χωρίς ρίγη», γράφει ο Ίσωφ, ένας στρατιωτικός εισαγγελεύς, που αρνήθηκε να υπηρετήση τον μηχανισμό της τρομοκρατίας, «το όνομα της Σόνια Ουλάνοβα. Εργαζόταν στο δεύτερο τμήμα της στρατιωτικής εισαγγελίας. Όλες οι υποθέσεις που κατεσκευάζοντο από την Νι Κα Βε Ντε εναντίον εντίμων σοβιετικών πολιτών, περνούσαν από τα αιματοβαμμένα χέρια της γυναίκας αυτής, η οποία ήταν έτοιμη να σταθή πάνω σε σωρούς πτωμάτων εντίμων ανθρώπων, για να σώση την ζωή της». Κατά τον ίδιο τρόπο, πολλοί διευθυντές στρατοπέδων ήξεραν καλά ποιοι ήσαν οι κρατούμενοί τους, αλλά συνέχιζαν χωρίς τύψεις το φρικτό τους έργο.
Τι ήταν εκείνο που μεταμόρφωσε τόσους υπευθύνους της Νι Κα Βε Ντε σε σαδιστές; Τι ήταν εκείνο που τους έκανε να παραβιάζουν κάθε ανθρώπινο νόμο; Πολλοί είχαν υπάρξει καλοί κομμουνιστές, οι οποίοι μπήκαν στην Νι Κα Βε Ντε κατόπιν εντολών και όχι επειδή το ήθελαν. Πολλά πράγματα τούς επηρέαζαν! Πρώτα από όλα, έτρεφαν τον φόβο μήπως γίνουν οι ίδιοι μια μέρα κρατούμενοι – και αυτό έπνιγε κάθε άλλο αίσθημά τους. Ύστερα, μέσα στους κόλπους της Νι Κα Βε Ντε, γινόταν μια φοβερή επιλογή και μια συνεχής εκκαθάριση που άφηνε μόνο τους χειρότερους. Πολλοί –και αυτό είναι σημαντικό– διεφθάρησαν από την απεριόριστη δύναμη που είχαν, χάρη στον Στάλιν, πάνω στους κρατουμένους του. Είναι πολύ ενδιαφέρον αυτό που είχε άλλοτε γράψει ο Ντοστογιέφσκυ:
«Όποιος έχει δοκιμάσει την δύναμη, την απόλυτη δυνατότητα, να ταπεινώση ένα άλλο ανθρώπινο ον, να το ταπεινώση με τον πιο ακραίο τρόπο, χάνει, είτε το θέλει είτε όχι, κάθε έλεγχο των δικών του αισθήσεων. Η τυραννία είναι ένα συνήθειο, έχει την δυνατότητα να αναπτύσσεται έως ότου μεταβληθή σε πάθηση. Επιμένω ότι το συνήθειο μπορεί να αμβλύνη και τον καλύτερο των ανθρώπων και να τον μεταβάλη σε κτήνος. Το αίμα και η δύναμη μεθούν. Ο άνθρωπος και ο πολίτης πεθαίνουν για πάντα μέσα στον τύραννο και οποιαδήποτε επάνοδος στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, την μεταμέλεια, την αναγέννηση, γίνεται περίπου αδύνατη».
*Αποσπάσματα από άρθρο που είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα της Κυριακής» πριν από μισόν αιώνα, στις 16 Ιουλίου 1972.
Επρόκειτο για κείμενο του ρώσου ιστορικού Roy Medvedev, που έφερε τον τίτλο «Σταλινισμός – Μετά τον μύθο η αλήθεια».
Ο Medvedev προβαίνει σε συγκλονιστικές αποκαλύψεις για τον τερατώδη σταλινικό μηχανισμό, που περιελάμβανε ανακρίσεις, βασανιστήρια, «ομολογίες» και εκτελέσεις.
Φρονώ ότι τα ανωτέρω συμπληρώνουν απλώς στην πραγματικότητα –ως οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος– όσα αναφέρονται στο άρθρο μου που δημοσιεύτηκε νωρίτερα σήμερα στην ενότητα των Ιστοριών (το κείμενο του Χάινριχ Μπελ για ένα ολοκληρωτικό καθεστώς όπως αυτό που επέβαλε στη Γερμανία ο ναζισμός).
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις