Γράφει η Ειρήνη Λαμπρινουδάκη*

 

Η εμμηνόπαυση αποτελεί μια φυσιολογική φάση στην ζωής μιας γυναίκας. Ορίζεται ως η χρονική περίοδος κατά την οποία οι ωοθήκες παύουν να λειτουργούν και κατά συνέπεια η έμμηνος ρύση σταματά. Η διάγνωση της τίθεται κλινικά εφόσον μια γυναίκα έχει συμπληρώσει 12 συνεχόμενους μήνες χωρίς περίοδο. Η μέση ηλικία εμμηνόπαυσης στο δυτικό κόσμο είναι τα 51 έτη, θεωρείται όμως φυσιολογική όταν επέλθει από τα 45 έτη και μετά. Πριν τα 45 έτη  ονομάζεται πρώιμη εμμηνόπαυση, ενώ πριν τα 40 έτη λέγεται πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια.

Τι προκαλεί την πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια;

Πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια, λοιπόν, είναι η διαταραχή της λειτουργίας των ωοθηκών πριν από την ηλικία των 40 ετών, που οδηγεί σε χαμηλά επίπεδα οιστρογόνων στο αίμα, σε διαταραχές στην αρχή της περιόδου και τελικά σε διακοπή της. Αφορά περίπου το 1-2% του γυναικείου πληθυσμού και μπορεί να οφείλεται σε κληρονομικούς λόγους, αυτοάνοσα αίτια, ή καταστροφή των ωοθηκών μετά από χειρουργείο ή ακτινοθεραπεία ή χημειοθεραπεία.

Η διαταραχή της ωοθηκικής λειτουργίας οδηγεί σε υπογονιμότητα, γεγονός με συναισθηματικές και κοινωνικές συνέπειες τόσο για την ασθενή όσο και για το περιβάλλον της. Επιπρόσθετα, η ελάττωση των οιστρογόνων στον νεαρό γυναικείο οργανισμό επηρεάζει πολύπλευρα την υγεία, κυρίως σε ό,τι αφορά στο ουρογεννητικό σύστημα, στα οστά, στο μεταβολισμό, στην καρδιαγγειακή και ψυχική υγεία.

Ποια είναι τα συμπτώματα;

Τα πιο χαρακτηριστικά συμπτώματα είναι οι εξάψεις και οι εφιδρώσεις. Η έξαψη βιώνεται ως μια απότομη αύξηση της θερμοκρασίας του θώρακα και του προσώπου που συνοδεύεται με ερυθρότητα και ταχυκαρδία. Όταν οι εξάψεις συμβαίνουν το βράδυ προκαλούν συχνές αφυπνίσεις.

Άλλα συμπτώματα είναι η νευρικότητα, η κακή διάθεση, η αδυναμία συγκέντρωσης, η κόπωση, οι μυοσκελετικοί πόνοι και οι πονοκέφαλοι.

Πώς επηρεάζεται η υγεία της γυναίκας

Η οιστρογονική ανεπάρκεια οδηγεί σε ατροφία του κόλπου και των έξω γεννητικών οργάνων της γυναίκας. Αυτό οδηγεί σε μια σειρά συμπτωμάτων, όπως ξηρότητα, πόνο κατά τη σεξουαλική επαφή, αίσθημα ερεθισμού και συχνές ουρολοιμώξεις που επανεμφανίζονται μετά το τέλος της αντιβιοτικής θεραπείας.

Οι πιο σοβαρές επιπτώσεις της πρώιμης ωοθηκικής ανεπάρκειας είναι οι μακροπρόθεσμες, αυτές δηλαδή που εμφανίζονται αρκετά χρόνια μετά την τελευταία περίοδο της γυναίκας. Σε αυτές περιλαμβάνονται η οστεοπόρωση και τα καρδιαγγειακά νοσήματα Η οστεοπόρωση οδηγεί σε κάταγμα μετά από ελάχιστο τραυματισμό, όπως όταν γλυστράμε και πέφτουμε στο έδαφος ενώ στεκόμαστε ή περπατάμε. Ο κίνδυνος εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων, όπως έμφραγμα του μυοκαρδίου και αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο αυξάνεται σημαντικά, διότι χάνεται πρώιμα η προστατευτική δράση των οιστρογόνων στην καρδιά και στα αγγεία, ενώ παράλληλα αυξάνονται το σωματικό βάρος, η χοληστερίνη, τα τριγλυκερίδια και η αρτηριακή πίεση.

Υπάρχει θεραπεία;

Οι επιπτώσεις της πρώιμης ωοθηκικής ανεπάρκειας μπορούν να προληφθούν με τη χορήγηση θεραπείας ορμονικής υποκατάστασης. Επομένως, είναι πολύ σημαντικό η διάγνωση να είναι σωστή και να πραγματοποιείται εγκαίρως. Δυστυχώς, σε παγκόσμιο επίπεδο παρατηρείται καθυστερημένη διάγνωση της κατάστασης αυτής, αλλά και αντίσταση στην αντιμετώπισή της με θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης, τόσο από τους ασθενείς όσο και από ιατρούς.

Η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης συνίσταται στην υποκατάσταση των φυσιολογικών ορμονών που παράγει η ωοθήκη της γυναίκας με τέτοιο τρόπο, ώστε να επιτυγχάνονται επίπεδα ορμονών στο αίμα ίδια με αυτά των γυναικών που έχουν κανονική περίοδο. Σε γυναίκες με μήτρα χορηγείται συνδυασμός οιστραδιόλης και προγεστερόνης (οι δύο ορμόνες που εκκρίνονται φυσιολογικά σε μια γυναίκα που έχει δική της περίοδο), ενώ σε γυναίκες που έχουν αφαιρέσει τη μήτρα τους χορηγείται μόνο οιστραδιόλη. Η θεραπεία μπορεί να δοθεί σε μορφή χαπιών ή διαδερμικά (αυτοκόλλητα τσιρότα στο δέρμα ή με ζελέ που επαλείφεται στο δέρμα).

Εάν μια γυναίκα έχει έντονα συμπτώματα από το ουρογεννητικό σύστημα που δεν αντιμετωπίζονται με τη συστηματική θεραπεία, τότε μπορεί να χορηγηθούν επιπροσθέτως οιστρογόνα στον κόλπο, με τη μορφή κολπικών υποθέτων ή κολπικού ζελέ. Η θεραπεία αυτή είναι απολύτως ασφαλής και δεν εκθέτει τη γυναίκα σε αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του μαστού συγκριτικά με τις υγιείς γυναίκες ίδιας ηλικίας.

Οι νέες κατευθυντήριες οδηγίες

Για την ευαισθητοποίηση και έγκυρη ενημέρωση της ιατρικής κοινότητας δημοσιεύτηκαν πρόσφατα διεθνείς οδηγίες για την πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια στα επίσημα επιστημονικά περιοδικά της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Εμμηνόπαυσης (European Menopause and Andropause Society, περιοδικό Maturitas) και της Διεθνούς Εταιρείας Εμμηνόπαυσης (International Menopause Society, περιοδικό Climacteric).

Στις οδηγίες αυτές παρουσιάζονται αναλυτικά: 1) η διαγνωστική προσέγγιση για την πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια, 2) η κατάλληλη διερεύνηση της αιτιολογίας αυτής της κατάστασης, 3) η θεραπευτική στρατηγική σχετικά με την θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης και τη γονιμότητα και 4) η μακροπρόθεσμη παρακολούθηση και διαχείριση των ασθενών για τη διασφάλιση της ποιότητας ζωής, καθώς και των ουρογεννητικών, οστικών, μεταβολικών, καρδιαγγειακών και ψυχολογικών επιπτώσεων. Δείτε το πλήρες άρθρο: https://www.maturitas.org/article/S0378-5122(20)30438-2/fulltext

Πού μπορώ να απευθυνθώ αν υποψιάζομαι ότι έχω πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια;

Η μονάδα Κλιμακτηρίου και Εμμηνόπαυσης της Β’ Πανεπιστημιακής Γυναικολογικής – Μαιευτικής Κλινικής του Αρεταιείου Νοσοκομείου, εδώ και χρόνια προσφέρει υψηλού επιπέδου παροχές υγείας σε γυναίκες με πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια, αλλά και σε γυναίκες που βρίσκονται σε φυσιολογική  εμμηνόπαυση. Απαρτίζεται από εξειδικευμένο προσωπικό, διαφορετικών ειδικοτήτων ώστε να προσφέρει συνολική συμβουλευτική. Οι θεραπείες εξατομικεύονται ανάλογα με το ιστορικό, τα συμπτώματα αλλά και την επιθυμία της κάθε γυναίκας που επισκέπτεται το τμήμα. Η μονάδα λειτουργεί καθημερινά και οι ενδιαφερόμενες μπορούν να κλείνουν ραντεβού στο τηλέφωνο 210-7286284, Δευτέρα και Τετάρτη 9:30 π.μ. – 12:30 μ.μ.

Για περισσότερες πληροφορίες:

https://bdeptobgyn.aretaieio.uoa.gr/i_kliniki/gynaikologika_tmimata/klimaktirioy_kai_emminopaysis/

*Η Ειρήνη Λαμπρινουδάκη είναι Καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Κλιμακτηρίου και Εμμηνόπαυσης, Επιστημονική Διευθύντρια της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Εμμηνόπαυσης και Ανδρόπαυσης (ΕΜΑS), καθώς και Αρχισυντάκτρια της Ιατρικής Επιθεώρησης Maturitas (https://www.maturitas.org/).