Οι πραγματικές επιπτώσεις των κυρώσεων
Η απαλλαγή της Ευρώπης από την εξάρτησή της από την ενέργεια της Ρωσίας δεν είναι εύκολη, δεν μπορεί να γίνει γρήγορα και στοιχίζει ακριβά.
Γίνονται πολλές συζητήσεις για την αποτελεσματικότητα των κυρώσεων με αφορμή τον πόλεμο στην Ουκρανία. Πολλοί αναρωτιούνται για το αν έχουν εμποδίσει τη Ρωσία στην πολεμική της προσπάθεια κάποια οικονομικά μέτρα που τελικά μάλλον δείχνουν να κάνουν περισσότερο κακό σε αυτόν που τα επιβάλλει παρά σε εκείνον εναντίον του οποίου στρέφονται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα μέτρα κατα των εξαγωγών ρωσικού πετρελαίου και αερίου. Λόγω της συρρίκνωσης της παραγωγής ενέργειας γενικότερα, και πάλι λόγω μέτρων της Δύσης για την προστασία του κλίματος, αυξήθηκαν οι τιμές των ρωσικών εξαγωγών. Ετσι τα έσοδα του ρωσικού κρατικού προϋπολογισμού θα σημειώσουν το 2022 ρεκόρ κερδών.
Κάθε σύστημα κυρώσεων αποτελεί δίκοπο μαχαίρι. Δεν πλήττεται μόνο αυτός που τις υφίσταται. Αλλά κι αυτός που τις επιβάλλει. Η Ευρώπη σχεδιάζει να ξοδέψει περί τα 200 δισ. δολάρια για να σταματήσει να εξαρτάται από τα ρωσικά ενεργειακά ορυκτά μέχρι το 2027. Από την άλλη μεριά, η ίδια η Ρωσία έχει σταματήσει να προμηθεύει με αέριο πέντε χώρες που αδυνατούν, ή δεν θέλουν, να την πληρώνουν σε ρούβλια. Και έχει παράλληλα μειώσει τις ποσότητες αερίου που προμηθεύει τη Γερμανία. Είναι πιθανό η Γερμανία να κηρύξει «κατάσταση ανάγκης» στην περίπτωση που διακοπεί ο εφοδιασμός με αέριο από τη Ρωσία.
Η απαλλαγή της Ευρώπης από την εξάρτησή της από την ενέργεια της Ρωσίας δεν είναι εύκολη, δεν μπορεί να γίνει γρήγορα και στοιχίζει ακριβά. Οι σχέσεις της Ευρώπης με τα ρωσικά ενεργειακά προϊόντα εκπροσωπούν πάνω από 50 χρόνια αλληλεξάρτησης και η οριστική και τελεσίδικη διακοπή τους δεν είναι μια εύκολη ή ανώδυνη υπόθεση. Στον τομέα επίσης των γεωργικών προϊόντων και των λιπασμάτων που χρειάζονται για την παραγωγή τους υπάρχει με τη Ρωσία πολύ σοβαρό πρόβλημα. Λόγω της εισβολής και του γενικότερου αποκλεισμού της Ουκρανίας, η Ρωσία έχει ουσιαστικά οικειοποιηθεί τα σιτηρά προϊόντα της χώρας αυτής και τα εξάγει για λογαριασμό της. Εκ των πραγμάτων οι διαθέσιμες ποσότητες δεν είναι αυτές που ο δυτικός κόσμος είχε συνηθίσει να εισάγει. Και πολλές τρίτες χώρες, περισσότερο φίλα προσκείμενες στη Ρωσία, έχουν μπει τώρα στο παιχνίδι των αγοραπωλησιών. Ετσι αρχίζει να δημιουργείται επισιτιστική κρίση, ενώ τα ρωσικά ταμεία εμφανίζονται και πάλι κερδοφόρα.
Υπάρχει βέβαια και ο τομέας των μετάλλων. Εκεί η Ρωσία παράγει εξαιρετικά πολύτιμα προϊόντα απαραίτητα για την κατασκευή αεροσκαφών, συστατικά στοιχεία μικροϋπολογιστών καθώς και για τις ανατροφοδοτούμενες μπαταρίες – νίκελ, πλατίνη, τιτάνιο και σκάντιο – που είναι απόλυτα αναγκαίες για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και για κάθε σχεδόν είδος που συμβάλλει στη λεγόμενη «πράσινη ανάπτυξη». Γι’ αυτό και οι ρώσοι ολιγάρχες που σχετίζονται με αυτή τη βιομηχανική παραγωγή (Βλαντίμιρ Ποτάνιν, Ολεγκ Ντεριπάσκα) έχουν εξαιρεθεί από κάποια μέτρα κυρώσεων. Η Ρωσία μαζί με την Κίνα μπορούν να οδηγήσουν σε παράλυση την παγκόσμια αγορά μετάλλων.
Ετσι όμως θα ανακοπούν οι προσπάθειες μετάβασης στην πράσινη ανάπτυξη και στην απεξάρτηση από τη ρωσική ενεργειακή αγορά.
Είναι φανερό λοιπόν πως η πολιτική των κυρώσεων δεν κάνει τόσο μεγάλη ζημιά στη Ρωσία ενώ αναχαιτίζει και πολλές κινήσεις εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης των μεγάλων οικονομιών της Δύσης.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις