Κάις Σαγιέντ: Πρόεδρος αυταρχικών υπερξουσιών ή εκλεγμένος… δικτάτορας της Τυνησίας;
Ως καθηγητής Συνταγματική Δικαίου, ο Κάις Σαγιέντ κήρυττε την αυστηρή τήρηση του Συντάγματος. Ως πρόεδρος της Τυνησίας, το εργαλειοποιεί για να αποκτήσει υπερεξουσίες στη χώρα-σύμβολο της «Αραβικής Άνοιξης»
Από το 2013, δύο χρόνια μετά το ξέσπασμα της «Αραβικής Άνοιξης» με αφετηρία τη χώρα του, την Τυνησία, ο Κάις Σαγιέντ χαρτογραφούσε μεθοδικά τη μετέπειτα πορεία του. Ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου θεωρούσε από τότε αποστολή του την πλήρη αναμόρφωση του εγχώριου πολιτικού συστήματος. Το σύνθημά του, δανεισμένο από την λαϊκή εξέγερση του 2011, ήταν «Ο λαός θέλει».
Σήμερα, σχεδόν τρία χρόνια μετά την εκλογή του στην προεδρία και ένα χρόνο αφότου «ξήλωσε» την εκλεγμένη Βουλή και τoν πρωθυπουργό, κατηγορείται για θεσμικό «πραξικόπημα» σε… slow motion. Αυτό δείχνει τώρα να κορυφώνεται με το αμφιλεγόμενο δημοψήφισμα της περασμένης Δευτέρας για το ακόμη πιο αμφιλεγόμενο νέο Σύνταγμα της βορειοαφρικανικής χώρας.
Καθώς αυτό ενδύει το προεδρικό αξίωμα με υπερεξουσίες χωρίς καν νομικούς ή κοινοβουλευτικούς ελέγχους, οι φόβοι εντείνονται ότι το μοναδικό success story της «Αραβικής Άνοιξης» βυθίζεται σε μια επικίνδυνη περίοδο αυταρχισμού και πόλωσης. Ο ίδιος ο πρόεδρος προτιμά να μιλά για «διορθωτική πορεία»…
Μια προδιαγεγραμμένη κρίση
Ο 64χρονος Σαγιέντ είναι ο πρώτος πρόεδρος της Τυνησίας που γεννήθηκε μετά την ανεξαρτησία της χώρας από τη Γαλλία το 1956.
Εξελέγη πανηγυρικά το 2019 ως ανεξάρτητος υποψήφιος, απέναντι σε αντιπάλους από κοσμικά και ισλαμιστικά κόμματα. Εκ των τελευταίων, το ισχυρότερο είναι το Ενάχντα, που ουσιαστικά αποτελεί τον εκπρόσωπο της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στην Τυνησία και η ηγεσία του διατηρεί στενούς δεσμούς με την Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν.
Εξ αρχής ο Κάις Σαγιέντ και οι συνεργάτες του που προέρχονταν από ένα ευρύ ιδεολογικό φάσμα -συμπεριλαμβανομένων νέων- «μισούσαν τα πολιτικά κόμματα, δεν πίστευαν σε ενδιάμεσους φορείς και ήταν πεπεισμένοι ότι η επικράτησή τους ήταν θέμα χρόνου», επισημαίνει η Χαντίζα Μοχσίν Φινάν, ακαδημαϊκός στη Γαλλία και πολιτική αναλύτρια με ειδίκευση στην περιοχή του Μαγκρέμπ. «Αυτό είχαν κατά νου όταν δημιούργησαν το κίνημα Mouassissoun». Ελληνιστί «Οι Ιδρυτές».
Σε φόντο πολιτικής ρευστότητας, οικονομικής αστάθειας και κοινωνικής αναταραχής, οι προεδρικές εκλογές του 2019 πράγματι εξελίχθηκαν σε αναζήτηση ενός «εθνοσωτήρα», με την ελπίδα ότι η εξέγερση του 2011 δεν θα πήγαινε οριστικά χαμένη.
Υποσχόμενος ρήξη με την πολιτική τάξη, τους θεσμούς και τις ελίτ εν γένει, ο Σαγιέντ επικράτησε με διαφορά. Οι δεσμεύσεις του σαγήνευσε τους νέους, που εν μέσω καλπάζουσας ανεργίας αισθάνονταν ότι οι συστημικοί πολιτικοί τους έκλεβαν το μέλλον.
Όμως οι υποσχέσεις για αλλαγή παρέμεναν επί της ουσίας ασαφείς.
Στις ομιλίες του, ο Σαγιέντ μιλούσε για την ανάγκη καταπολέμησης της διαφθοράς, κατήγγειλε την παραβίαση των νόμων, διακήρυττε ότι ήθελε να βάλει τον λαό -και κυρίως τους νέους- στο επίκεντρο της πολιτικής ζωής, με επικεφαλής έναν πρόεδρο που θα ενσαρκώνει τη βούλησή τους.
Κατά πολλούς αναλυτές, η περσινή πολιτική κρίση ήταν προαναγγελθείσα, δεδομένου του προβλεπόμενου από το Σύνταγμα του 2014 διαμοιρασμού της εξουσίας μεταξύ των τριών «αρχηγών» του κράτους: προέδρου, προέδρου της Βουλής και πρωθυπουργού. Το ίδιο θεωρούν τώρα και για το αμφιλεγόμενο δημοψήφισμα της Δευτέρας.
Κάλπες… αυταρχισμού
Πριν καν ανακοινωθούν τα προκαταρκτικά αποτελέσματα αργά το βράδυ της Τρίτης, στην Τύνιδα δεν υπήρχε η παραμικρή αμφιβολία ότι θα επικρατούσε τελικά το «ναι».
Όχι γιατί η πλειοψηφία των Τυνήσιων πίστευε στο νέο Σύνταγμα, αλλά επειδή στην εκλογική διαδικασία δεν είχε καν τεθεί κατώτατο όριο συμμετοχής.
Έτσι, ενώ το 94,6% των ψηφισάντων τάχθηκε υπέρ του νέου Συντάγματος, η προσέλευση στις κάλπες ήταν μόλις 30,5%. Ήταν το χαμηλότερο ποσοστό μετά την ανατροπή το 2011 του καθεστώτος του Μπεν Άλι.
Τα δύο τρίτα των ψηφοφόρων προτίμησαν την αποχή είτε εισακούοντας τις εκκλήσεις πολλών κομμάτων, είτε
αντικατοπτρίζοντας ένα κλίμα απάθειας και καχυποψίας απέναντι στην εγχώρια άρχουσα τάξη. Πολιτική και οικονομική.
Απτόητος, ο Σαγιέντ πανηγύρισε στους δρόμους μαζί με τους υποστηρικτές του. «Η Τυνησία μπαίνει σε μια νέα φάση», διακήρυξε. «Το δημοψήφισμα θα μας επιτρέψει να περάσουμε από μια κατάσταση απόγνωσης σε μια κατάσταση ελπίδας».
Δεν έχουν όλοι την ίδια γνώμη. Ούτε οι πολέμιοι του δημοψηφίσματος, ούτε πολλοί εγχώριοι και διεθνείς οργανισμοί. Επισημαίνουν ότι το νέο Σύνταγμα δεν τέθηκε ουσιαστικά σε δημόσια διαβούλευση. Ότι εγκαθιστά ένα προεδρικό σύστημα συρρικνώνοντας τον ρόλο του κοινοβούλιο, που κατά τον Τυνήσιο πρόεδρο και τους υποστηρικτές του είχε γίνει συνώνυμο με την κυβερνητική παράλυση.
Εξίσου ανησυχητικό, «δεν προσφέρει στο δικαστικό σύστημα της Τυνησίας τις απαραίτητες εγγυήσεις για να λειτουργεί με πλήρη ανεξαρτησία και αμεροληψία, ενώ καταργεί τους μηχανισμούς ελέγχου και λογοδοσίας των αρχών», σχολίασε η Διεθνής Αμνηστία. Όχι τυχαία, ο Σαγιέντ έχει ήδη αρχίσει και το «ξήλωμα» δικαστών.
Παράλληλα το νέο Σύνταγμα, τονίζει η διεθνής οργάνωση, «περιέχει ανησυχητικές διατάξεις που αφήνουν στις αρχές περιθώρια να περιορίσουν τα δικαιώματα στο όνομα του Ισλάμ».
«Εγείρει πολύ σοβαρές ανησυχίες στην κοινωνία των πολιτών για πολλά ζητήματα που σχετίζονται με το κράτος δικαίου», επσημαίνει η Λαμίν Μπεγκάζι της ΜΚΟ «Δικηγόροι Χωρίς Σύνορα» με έδρα την Τύνιδα. «Πρόκειται για σημαντική οπισθοδρόμηση σε σύγκριση με το Σύνταγμα του 2014», παρατηρεί, καθώς «κατοχυρώνει ένα υπερ-προεδρικό καθεστώς» και θέτει τον αρχηγό του κράτους «υπεράνω κάθε πολιτικής ή ποινικής ευθύνης».
Δυσοίωνο το μέλλον…
Έχοντας ήδη μια σαθρή οικονομία, που τη σάρωσε και η COVID-19, η Τυνησία βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με μια πολλαπλή κρίση: θεσμική, πολιτική, οικονομική, κοινωνική.
Τώρα, δε, προστίθεται και η επισιτιστική. Η βορειοαφρικανική χώρα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές σιταριού και πλέον πασχίζει να αποτρέψει μεγάλες ελλείψεις τροφίμων, εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία και της εκτόξευσης των τιμών βασικών αγαθών.
Η ανάπτυξη είναι εν τω μεταξύ υποτονική, η ανεργία υψηλή -σχεδόν 40% στις τάξεις των νέων- και ο πληθωρισμός καλπάζει, εξωθώντας όλο και περισσότερους σε βίαιη φτωχοποίηση. Ήδη το ένα τρίτο του πληθυσμού των 12 εκατομμυρίων κατοίκους ζει σε συνθήκες επισιτιστικής ανασφάλειας.
Στο μεσοδιάστημα, η Τυνησία βρίσκεται στα πρόθυρα χρεοκοπίας, με το χρέος να ξεπερνά το 100% του ΑΕΠ. Υπό διαπραγμάτευση είναι ένα νέο δάνειο από το ΔΝΤ. Κάτι που προοιωνίζεται για τον πληθυσμό νέες «αιματηρές» θυσίες.
Με τη χώρα να ολισθαίνει και πάλι στον αυταρχισμό, η πόλωση κλιμακώνεται και οι φόβοι για μια νέα κοινωνική έκρηξη εντείνονται στη μοναδική δημοκρατία που αναδύθηκε από την «Αραβική Άνοιξη».
«Είμαστε μάρτυρες της γέννησης ενός νέου δικτάτορα», λέει με απογοήτευση στο δίκτυο FRANCE 24 ο Ναμπίλ Γκουασούμι, δάσκαλος στην Κασερίνη. «Ακόμη κι άν δεν είναι ο Κάις Σαγιέντ», παρατηρεί, «θα είναι ο διάδοχός του»…
- Κιμ Γιονγκ Ουν: Προειδοποιεί για κίνδυνο πυρηνικού πολέμου
- Ουκρανία: Παρίσι και Λονδίνο υπόσχονται να μην αφήσουν τον Πούτιν να «πετύχει τους σκοπούς του»
- Στα «ΝΕΑ» της Παρασκευής: Μια αλλαγή που ανατρέπει το σκηνικό
- Η βαθμολογία στον όμιλο της Εθνικής μετά την ήττα στο Λονδίνο
- Θα μπουν οι ΗΠΑ στο στόχαστρο των εκδικητών ομολόγων;
- Euroleague: Η βαθμολογία μετά τη νίκη του Ολυμπιακού επί της Μπασκόνια