WSJ: Κυρώσεις σε παγκόσμιο δίκτυο που πιστεύουν ότι μεταφέρει ιρανικό πετρέλαιο μελετούν οι ΗΠΑ
Η κυβέρνηση Μπάιντεν σταθμίζει πιθανά νέα μέτρα εν μέσω των σχεδίων για επανέναρξη των συνομιλιών για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης
Τo ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων σε έναν επιχειρηματία με έδρα τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και σε ένα δίκτυο εταιρειών που θεωρούνται ύποπτες ότι βοηθούν στην εξαγωγή πετρελαίου του Ιράν εξετάζουν οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της Wall Street Journal, τα μέτρα αυτά εντάσσονται στο πλαίσιο μιας ευρύτερης προσπάθειας για κλιμάκωση της διπλωματικής πίεσης στην Τεχεράνη, καθώς οι Αμερικανοί αξιωματούχοι επιδιώκουν να καταλήξουν σε συμφωνία με το Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα.
- Διαβάστε επίσης: Η Ευρώπη στρέφεται σε «ματωμένο πετρέλαιο»
Σύμφωνα με εταιρικά έγγραφα που εξέτασε η Wall Street Journal, οι εταιρείες και τα άτομα που ελέγχονται μετέφεραν πετρέλαιο από πλοίο σε πλοίο σε ύδατα που βρίσκονται μεταξύ Ιράκ και Ιράν και στη συνέχεια πλαστογραφούσαν έγγραφα για να κρύψουν την προέλευση του φορτίου.
Έτσι, περνώντας το πετρέλαιο ως Ιρακινό, οι εμπλεκόμενοι παρέκαμπταν τις κυρώσεις της Δύσης που στοχεύουν το ιρανικό πετρέλαιο.
Το δίλημμα Μπάιντεν
Ωστόσο, τα σχέδια αυτά θέτουν προ διλήμματος την κυβέρνηση Μπάιντεν, η οποία προσπαθεί να εξισορροπήσει την επιθυμία να χαλιναγωγήσει το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, ενώ παράλληλα αντιμετωπίζει έναν υψηλό πληθωρισμό που οφείλεται εν μέρει στις διεθνείς κυρώσεις κατά του γίγαντα εξαγωγής πετρελαίου της Ρωσίας.
Το δημοσίευμα της WSJ αναφέρει επίσης ότι από τότε που οι συνομιλίες για τα πυρηνικά σταμάτησαν νωρίτερα φέτος , η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει επιβάλει δύο γύρους κυρώσεων σε εταιρείες που ισχυρίζεται ότι διακινούν λαθραία ιρανικό πετρέλαιο.
Παρόλα αυτά, ορισμένοι νυν και πρώην αξιωματούχοι των ΗΠΑ λένε ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν απορρίπτει μια εκστρατεία επιβολής κυρώσεων πλήρους κλίμακας προκειμένου να αναβιώσει την πυρηνική συμφωνία , από την οποία ο Πρόεδρος Τραμπ αποχώρησε το 2018.
«Εφόσον οι Ιρανοί δεν δέχονται την προσφορά στο τραπέζι και δεν επιστρέφουν στο JCPOA», είπε ένας ανώτερος κυβερνητικός αξιωματούχος, αναφερόμενος στην πυρηνική συμφωνία, «η προσδοκία μου θα ήταν ότι θα συνεχίσουμε να βλέπουμε την επιβολή κάποιων κυρώσεων σε αρκετά τακτική βάση στο μέλλον».
Η απάντηση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ
Το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας απηύθυνε ερωτήσεις στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Ένας εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ είπε: «Οποιαδήποτε εικασία ότι η κυβέρνηση αποκλείει τις κυρώσεις στο Ιράν για να αποφύγει υποτιθέμενες πληθωριστικές επιπτώσεις είναι εξίσου ψευδής».
Ο Ρόμπερτ Γκρίνγουεϊ, ο οποίος επέβλεψε την πολιτική του Ιράν ως ανώτερος διευθυντής για την πολιτική για τη Μέση Ανατολή στο Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Τραμπ, είπε ότι οι επιχειρήσεις αποφυγής κυρώσεων του Ιράν μέσω του Ιράκ – συμπεριλαμβανομένης της ανάμειξης ιρανικού και ιρακινού πετρελαίου για να κρυφτεί η προέλευσή του – αντιπροσώπευαν έως και 25% των εξαγωγών της Τεχεράνης όταν ήταν στο NSC το 2020.
Οι δυτικές εταιρείες
Στο δημοσίευμα προστίθεται επίσης, ότι μεγάλο μέρος του μικτού πετρελαίου του Ιράν, το οποίο περιελάμβανε τόσο αργό όσο και διυλισμένο πετρέλαιο, αγοράστηκε από πελάτες στην Ασία.
Ωστόσο σύμφωνα με τα έγγραφα στις συναλλαγές συμμετείχαν επίσης δυτικές εταιρείες όπως η Exxon Mobil Corp , η Koch Industries Inc. και η Shell PLC.
Αυτές οι δυτικές εταιρείες είτε πραγματοποιούσαν συναλλαγές για τις εταιρείες που εμπλέκονται στην ανάμειξη του πετρελαίου, είτε ενεργούσαν ως τρίτες ναυτιλιακές εταιρείες, είτε αγόραζαν το αναμεμειγμένο πετρέλαιο.
Δεν υπάρχουν ισχυρισμοί ότι οι δυτικές εταιρείες παραβίασαν σκόπιμα τις κυρώσεις. Οι Exxon και Koch αρνήθηκαν να σχολιάσουν. Ο Κέρτις Σμιθ, εκπρόσωπος της Shell, δήλωσε ότι η εταιρεία εξετάζει δεδομένα του παρελθόντος σε μια προσπάθεια να αξιολογήσει πώς αυτή η πρακτική θα μπορούσε να επηρεάσει δυνητικά το φορτίο της Shell. Εν τω μεταξύ, είπε, η εταιρεία έχει δεσμευτεί να «συμμορφώνεται πλήρως με όλους τους ισχύοντες διεθνείς νόμους, τους εμπορικούς ελέγχους και τις κυρώσεις».
Ο ρόλος της AISSOT
Αμερικανοί αξιωματούχοι, σύμφωνα με ανθρώπους που γνωρίζουν το θέμα, πιστεύουν ότι ο άνθρωπος πίσω από την επιχείρηση ανάμειξης πετρελαίου είναι ο Salim Ahmed Said, Βρετανός υπήκοος που γεννήθηκε στο Ιράκ, και μια σειρά από εταιρείες που μοιράζονται email και εταιρικές διευθύνσεις με τις εταιρείες του, συμπεριλαμβανομένης της Al -Iraqia Shipping Services & Oil Trading FZE, γνωστής ως AISSOT.
Σημειώνεται ότι ο εφοπλιστής στην Ελλάδα που είναι γνωστός για την σχέση του και τις δουλειές που έχει κάνει με την AISSOT είναι ο Κρίτων Λεντούδης, με τη ναυτιλιακή του Evalend Shipping.
Σε emails προς την WSJ, ο κ. Said αρνήθηκε ότι κατέχει την AISSOT ή παραβιάζει τις κυρώσεις των ΗΠΑ κατά του Ιράν με οποιαδήποτε από τις εταιρείες που κατέχει ή ελέγχει.
«Είμαι ιδιοκτήτης της Ikon Petroleum and Rhine Shipping. Δεν είμαι ο ιδιοκτήτης της Aissot», είπε. «Οι εταιρείες μου δεν έχουν στείλει καθόλου ιρανικό πετρέλαιο κατά παράβαση των αμερικανικών κυρώσεων και όλες οι συναλλαγές μου με το Ιράκ ήταν απολύτως νόμιμες».
Επί διακυβέρνησης Τραμπ
Δυτικοί αξιωματούχοι πιστεύουν ότι οι υποτιθέμενες επιχειρήσεις αποφυγής κυρώσεων του κ. Said χρονολογούνται λίγο μετά την ανακοίνωση της κυβέρνησης Τραμπ στα μέσα του 2017 ότι σκέφτεται να επιβάλει εκ νέου σαρωτικές κυρώσεις κατά του Ιράν για να εξαναγκάσει την Τεχεράνη σε μια νέα συμφωνία για τα πυρηνικά και την ασφάλεια.
Όπως επισημαίνει η WSJ την εποχή εκείνη, ο τότε υπουργός Πετρελαίου του Ιράκ, Jabbar Ali Hussein Al Luaibi, βοήθησε στη δημιουργία μιας νέας εταιρείας ως ο μοναδικός εξαγωγέας πετρελαίου της χώρας. Η εταιρεία, AISSOT με την οποία έχει συνεργαστεί ο Έλληνας εφοπλιστής της Evalend Shipping κ. Λεντούδης, ήταν μια κοινοπραξία μεταξύ της κρατικής εταιρείας Iraqi Oil Tankers Company και της Arab Maritime Petroleum Transport Company, της οποίας οι κύριοι ιδιοκτήτες περιλαμβάνουν αρκετές χώρες του Κόλπου.
Ο κ. Luaibi είπε τότε ότι η κοινή επιχείρηση θα καταστήσει το Ιράκ σημαντικό διεθνή παράγοντα στον τομέα της ναυτιλίας ενέργειας. Οι σημερινοί και πρώην αξιωματούχοι των ΗΠΑ και του Ιράκ λένε ότι το εγχείρημα ήταν πραγματικά ένα όχημα για να βοηθήσει το Ιράν να εξάγει πετρέλαιο.
«Εξάγουν ιρακινά ενεργειακά προϊόντα, αλλά το πραγματικό ψωμί και το βούτυρο της επιχείρησης ήταν το πέντε έως δέκα τοις εκατό των εξαγωγών ιρανικού πετρελαίου, των εξαγωγών μαζούτ και άλλων εξαγωγών», δήλωσε στη WSJ πρώην δυτικός αξιωματούχος που γνωρίζει τις λειτουργίες της AISSOT.
Διαψεύδει η AISSOT
Η AISSOT ανέφερε σε μια δήλωσή της το 2020 ότι ούτε αυτή ούτε οι θυγατρικές της εμπλέκονταν σε οποιεσδήποτε δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένου του εμπορίου ιρανικών εξαγωγών ενέργειας, χαρακτηρίζοντας τους ισχυρισμούς “αβάσιμους και ψευδείς”. Η εταιρεία αρνήθηκε να σχολιάσει αυτό το άρθρο.
Το δημοσίευμα διευκρινίζει ότι σύμφωνα με τα έγγραφα ο κ. Said δεν αναφέρεται ως υπάλληλος ή ιδιοκτήτης της AISSOT. Αλλά πολλοί πρώην ανώτεροι υπάλληλοι είπαν ότι ο κ. Said ελέγχει την εταιρεία.
To «αφεντικό»
Ο κ. Said «τρέχει ολόκληρο το σόου», είπε ο Muhanad Alwan, προσθέτοντας ότι προσλήφθηκε από τον κ. Said για να διευθύνει τις επιχειρήσεις της AISSOT στο Ιράκ μέχρι τα μέσα του 2020. Ο κ. Alwan είπε επίσης ότι ο κ. Said του είπε ότι οι Ιρανοί έχουν ιδιοκτησιακό συμφέρον στην AISSOT.
«Ο Salim [Said] ήταν το αφεντικό», είπε ένα άλλο άτομο στη WSJ με άμεση γνώση των επιχειρήσεων της AISSOT.
Οι επιχειρήσεις του κ. Said, συμπεριλαμβανομένης της Ikon Petroleum, υπήρξαν κύριοι ανάδοχοι για τις λειτουργίες της AISSOT και έχουν κοινές διευθύνσεις και ανώτερα στελέχη, σύμφωνα με τις πληροφορίες της εφημερίδας.
Μάλιστα πρώην υπάλληλοι, είπαν ότι οι αποστολές ιρακινού πετρελαίου της AISSOT χρησιμοποιήθηκαν για την κρυφή πώληση ιρανικού αργού και καυσίμων.
Η AISSOT —και οι άλλες εταιρείες που συνδέονται με τον κ. Said μέσω κοινών email και εταιρικών διευθύνσεων— συνδύασαν ιρακινό και ιρανικό πετρέλαιο χρησιμοποιώντας μεταφορές από πλοίο σε πλοίο στα ύδατα που βρίσκονται μεταξύ των δύο χωρών, σύμφωνα με τους ανθρώπους και τα έγγραφα.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, τα δεξαμενόπλοια αυτά δεν παρείχαν πληροφορίες για την τοποθεσία στην οποία βρίσκονταν όσο ταξίδευαν μέσω του Περσικού Κόλπου και στη συνέχεια χρησιμοποιούσαν πλαστά έγγραφα για να δηλώσουν το φορτίο ως ιρακινό.
Ο κ. Alwan, πρώην επικεφαλής των επιχειρήσεων της AISSOT στο Ιράκ, είπε ότι το μεγαλύτερο μέρος του αναμεμειγμένου πετρελαίου στο πλοίο ήταν από το Ιράν και η προέλευσή του ήταν κρυμμένη με πλαστά έγγραφα.
«Οι λαθρέμποροι παίρνουν έγγραφα από το Ιράκ ή το Ομάν για ιρανικά λαθραία προϊόντα πετρελαίου», είπε ο κ. Alwan.
Ο ρόλος του Babel
Ένα από τα πλοία που πιστεύεται ότι εμπλέκονται ήταν ένα δεξαμενόπλοιο που ονομάζεται Babel, το οποίο τα ναυτιλιακά δεδομένα δείχνουν ότι ήταν υπό διαχείριση μεταξύ 2017 και Αυγούστου 2020 από τη Rhine Shipping DMCC, μια εταιρεία που ανήκει στον κ. Said. Η AISSOT ναύλωσε το Babel για τις δραστηριότητές της κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου, σύμφωνα με ανθρώπους που γνωρίζουν το θέμα, πρώην υπαλλήλους και δεδομένα ναυτιλίας.
Τον Μάρτιο του 2020, σύμφωνα με τα εταιρικά αρχεία και ναυτιλιακά δεδομένα, το ιρανικό τάνκερ Polaris 1 φόρτωσε το Babel με 231.000 βαρέλια μαζούτ, αξίας περίπου 9 εκατομμυρίων δολαρίων, σε μεταφορά από πλοίο σε πλοίο. Επίσης, τον Μάρτιο, αλλά ναυτιλιακά δεδομένα δείχνουν ότι το εν λόγω πλοίο κατά την ίδια περίοδο παρέδωσε μαζούτ στα ιρακινά ύδατα στο δεξαμενόπλοιο Da Li Hu, το οποίο ανήκε σε μια θυγατρική του κρατικού ναυτιλιακού κολοσσού της Κίνας, η οποία ήταν τότε υπό κυρώσεις .
Σύμφωνα με τα αρχεία της ιρακινής κυβέρνησης που εξετάστηκαν από την Wall Street Journal, οι επιχειρήσεις της AISSOT άρχισαν να ελέγχονται αφού το συμβούλιο της ιρακινής κυβέρνησης για την καταπολέμηση της διαφθοράς ξεκίνησε έρευνα στα μέσα του 2019.,
Στη συνέχεια, το Διεθνές Ναυτιλιακό Μητρώο του Παλάου, όπου το Babel ήταν νηολογημένο το 2020, ανακάλεσε το πιστοποιητικό του πλοίου στα τέλη Οκτωβρίου του ίδιου έτους για φερόμενη απενεργοποίηση του αναμεταδότη του και φόρτωση προϊόντων πετρελαίου στο ιρανικό λιμάνι Bandar Abbas νωρίτερα τον ίδιο μήνα.
Ο Πάνος Κιρνίδης, διευθύνων σύμβουλος του νηολογίου έγραψε στους ιδιοκτήτες του πλοίου ότι οι ενέργειες του Βabel παραβιάζουν το «καθεστώς κυρώσεων που επιβλήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Γραφείο Ελέγχου Ξένων Περιουσιακών Στοιχείων των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής».
Τον Φεβρουάριο του 2020, η ιρακινή κυβέρνηση τερμάτισε τη συμφωνία κοινοπραξίας με την AISSOT, αλλά τα ναυτιλιακά αρχεία δείχνουν ότι η κρατική εταιρεία μάρκετινγκ πετρελαίου συνέχισε να συνεργάζεται με την AISSOT τουλάχιστον έως το 2021.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις