Long-COVID: Η επόμενη μεγάλη πρόκληση για το σύστημα υγείας
Οι επιπτώσεις του Long-COVID μπορεί να αποτελέσουν επιπρόσθετο πρόβλημα δημόσιας υγείας με σημαντική επιβάρυνση στην οικονομία.
Από την Παρασκευή Κατσαούνου*
Η ζωή μας άλλαξε ανεπιστρεπτί από έναν ιό με τον οποίο συστηθήκαμε το 2020 και ακόμη δε γνωρίζουμε πλήρως. Αν και οι επιστήμονες έχουν επιδείξει πρωτόγνωρη ταχύτητα ανταπόκρισης στη μελέτη του SARS-C0V2, φαίνεται ότι ακόμη δεν έχουμε γνωρίσει ολοκληρωτικά τον ιό και τις επιπτώσεις αυτού.
Έτσι λοιπόν φαίνεται πως η ανησυχία μας για τις επιπτώσεις της λοίμωξης από κορωνοϊό που αφορούν την οξεία νόσηση, με τη νοσηρότητα και θνητότητα που αυτή προκαλεί και οι επιπτώσεις τους στην οικονομία και τη δημόσια υγεία δεν αποτελούν παρά μόνο τη μία όψη του νομίσματος Covid-19. Για το δεύτερο σημαντικότατο κομμάτι των μακροχρόνιων επιπτώσεων στην υγεία των ασθενών που έχουν νοσήσει από κορωνοϊό και το οποίο αποτελεί μια δεύτερη πανδημία ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας κρούει τον κώδωνα κινδύνου και ζητά άμεση δράση από τα συστήματα υγείας (Call for action: Health services in the European region must adopt integrated care models to manage Post-Covid-19 Condition).
Είναι κατανοητό πως στην οξεία φάση όλοι οι πόροι διατέθηκαν για τη νοσηλεία των ασθενών και τον εμβολιασμό. Όμως πια έχει αποδειχθεί πως υπάρχει σημαντική ομάδα ασθενών που βιώνουν εμμένοντα συμπτώματα μήνες μετά τη νόσηση, τα οποία τους ταλαιπωρούν, μειώνουν την ικανότητά τους για εργασία και εμποδίζουν την πλήρη επάνοδό τους στην προηγούμενη λειτουργική τους κατάσταση.
Πάνω από 200 (!) τα συμπτώματα της Long Covid
1 στους 5 ασθενείς, νούμερο που ανέβαινει στους 1 προς 4 στους ασθενείς άνω των 65, που νόσησαν από COVID-19, αντιμετωπίζουν το σύνδρομο LONG COVID, δηλαδή εμμένοντα ή εμφανιζόμενα συμπτώματα 12 εβδομάδες μετά τη νόσηση από κορωνοϊό, τα οποία οφείλονται σε υπολειμματικές βλάβες σε ζωτικά όργανα, όπως οι πνεύμονες, η καρδιά, το ήπαρ, οι ενδοκρινείς αδένες, το κεντρικό νευρικό σύστημα. Τα συμπτώματα αυτά είναι πολλά (πάνω από 200), μπορεί να είναι καινούργια ή εμμένοντα και μπορεί να εμφανιστούν σε ασθενείς με COVID-19 ανεξάρτητα από τη βαρύτητα της αρχικής λοίμωξης.
Επιπρόσθετα των συμπτωμάτων από το αναπνευστικό σύστημα, οι ασθενείς μπορεί να εμφανίσουν κόπωση, διαταραχές ύπνου, άγχος, κατάθλιψη, ταχυκαρδίες και νευρολογικά συμπτώματα (δυσαυτονομία, γνωστικά ελλείμματα κλπ). Tα συμπτώματα αυτά μπορεί να είναι υποτροπιάζοντα και να εκλύονται μετά από στρες, αφυδάτωση ή σωματική κόπωση. Καθώς τα συχνότερα συμπτώματα είναι μη ειδικά (κόπωση, μυϊκή αδυναμία, πόνοι και δύσπνοια), καταλαβαίνουμε ότι υπάρχει δυσκολία τόσο στην αναγνώριση, όσο και τη διάγνωση και αντιμετώπισή τους.
Απαραίτητη η διεπιστημονική προσέγγιση
Με βάση τα αποτελέσματα της μελέτης REACT, 37,7% των ατόμων που είχαν νοσήσει με COVID συνέχιζαν να εμφανίζουν τουλάχιστον ένα σύμπτωμα 12 ή περισσότερες εβδομάδες μετά τη μόλυνση από τον ιό, ενώ ένα ποσοστό 14,8% εμφάνιζε 3 ή περισσότερα συμπτώματα στον αντίστοιχο χρόνο.
Στην Ελλάδα με περισσότερες από 3,5 εκατομμύρια καταγεγραμμένες λοιμώξεις είναι ακόμη άγνωστος ο αριθμός των ατόμων που εμφανίζει εμμένοντα συμπτώματα κόπωσης, δύσπνοιας, γνωστικών διαταραχών και διαταραχών αυτόνομου νευρικού συστήματος. Αυτά τα άτομα έχουν ανάγκη διεπιστημονικής προσέγγισης, διάγνωσης και αποκατάστασης μακριά από στερεότυπα και διακρίσεις.
Ανεξαρτήτως των διαφοροποιήσεων ανάλογα με τις παραλλαγές του κορωνοϊού, το Long-COVID αποτελεί σημαντικό πρόβλημα για τη δημόσια υγεία
Το σύνδρομο Long-COVID, αφορά ενήλικες και παιδιά, νεαρούς κι ηλικιωμένους, πρότερα υγιείς και μη, ακόμη κι άτομα με ιδιαίτερες σωματικές ικανότητες πριν νόσηση, όπως αθλητές. Επίσης το σύνδρομο εξαρτάται και από την παραλλαγή του κορωνοϊού από την οποία νόσησαν οι ασθενείς. Αν και η παραλλαγή Όμικρον φαίνεται αρχικά να σχετίζεται με μειωμένο κίνδυνο για Long-COVID σε σύγκριση με την παραλλαγή Δέλτα, επειδή έχει μολύνει πολύ μεγάλο πληθυσμό ατόμων, πιθανά να οδηγήσει τελικά και σε αυξημένο αριθμό ανθρώπων με Long-COVID συνολικά.
Οι επιπτώσεις του Long-COVID αποτελούν επιπρόσθετο πρόβλημα δημόσιας υγείας με σημαντικότατη επιβάρυνση στην οικονομία.
Νοσηλευθέντες και μη εμφανίζουν παρόμοια συμπτώματα Long Covid
Πρώιμα, εδώ και 14 μήνες, αναγνωρίσαμε ότι η COVID-19 είναι μια πολυσυστηματική νόσος, καθώς ο κορωνοϊός προσβάλει πολλά συστήματα. Αρχικά ο ιός προσβάλλει το αναπνευστικό σύστημα και σε κάποιες περιπτώσεις το καρδιαγγειακό, το ενδοκρινικό κλπ. Σημαντικότατο είναι το ποσοστό των ασθενών Long COVID των οποίων οι αιτιάσεις σχετίζονται με δυσλειτουργία του νευρικού συστήματος. Αναγνωρίζοντας τις πολυσυστηματικές επιπτώσεις της νόσου και ανταποκρινόμενοι στις κλήσεις των ασθενών, διευρύναμε το post-COVID διεπιστημονικό ιατρείο σε μη νοσηλευθέντες ασθενείς που είχαν νοσήσει και την εξέταση των ασθενών πέρα από το αναπνευστικό σύστημα, δημιουργώντας ιατρική ομάδα με τους καρδιολόγους, τους ενδοκρινολόγους, τους νευρολόγους, τους ψυχιάτρους, την ομάδα καρδιοαναπνευστικής αποκατάστασης πάντα σε συνεργασία με την ομάδα ασθενών με Long-COVID.
Δημιουργήσαμε λοιπόν ένα διεπιστημονικό κέντρο, το Πρότυπο διεπιστημονικό κέντρο αναφοράς για ασθενείς με Long-COVID, με 16 ιατρούς και 12 επαγγελματίες υγείας Συγκεκριμένα συμμετέχουν πνευμονολόγοι, καρδιολόγοι, νευρολόγοι, ψυχίατροι, φυσίατρος, ΩΡΛ, δερματολόγος, νευροψυχολόγοι, εργοφυσιολόγοι και φυσιοθεραπευτές. Τα αποτελέσματα της αρχικής μας προσέγγισης δημοσιεύτηκαν (https://www.mdpi.com/2075-4426/12/6/987/review_report), δείχνοντας ότι οι Έλληνες ασθενείς που δεν έχουν νοσηλευτεί έχουν παρόμοια συμπτώματα με τους νοσηλευόμενους, τα οποία όμως υποτροπιάζουν τελευταίους έξι μήνες.
Συγκεκριμένα στους μη νοσηλευόμενους ασθενείς, το 69,44% εξακολουθούσε να υποφέρει από κόπωση, το 15,27% από δύσπνοια, το 28,7% από δυσκολία συγκέντρωσης, και 28,4% από ταχυκαρδία. Όσον αφορά την επίγνωση των ασθενών με Long-COVID, για τη δυνατότητα αποκατάστασης το 22,1% αγνοούσε τη ύπαρξη τέτοιων προγραμμάτων. Όσον αφορά τον αντίκτυπο του Long-COVID στην εργασία, περίπου το 58,2% των ασθενών αντιμετωπίζουν εργασιακές δυσκολίες λόγω παρατεταμένων συμπτωμάτων. Επιπλέον, το 20,2% των ασθενών με Long-COVID δηλώσαν ότι δεν έχουν κατανόηση στο εργασιακό τους περιβάλλον.
Οι ασθενείς χρειάστηκε να επισκεφτούν αρκετούς ιατρούς ώστε να επιλύσουν τα συμπτώματά τους, με το 42,3% να έχουν επισκεφθεί από δύο έως έξι ιατρούς και το 3,9% να έχει επισκεφτεί περισσότερους από δέκα διαφορετικούς γιατρούς για να βρει λύση στα συμπτώματα του. Ομοίως, όταν οι ασθενείς ερωτήθηκαν αν έχουν συναντήσει γιατρούς με επίγνωση της πάθησης τους, το 46,6% απάντησε ότι οι ιατροί που είχαν συναντήσει αγνοούσαν το Long-COVID και το 28,4% ότι οι γιατροί που συνάντησαν γνωρίζουν μεν για το σύνδρομο αλλά δε μπορούν να το διαγνώσουν ή να το αντιμετωπίσουν. Μόνο το 11% των ασθενών δεν είχαν επισκεφτεί ακόμη ιατρό για τα συμπτώματά τους.
Όσον αφορά τo ποσό το οποίο οι ασθενείς έχουν δαπανήσει για υγειονομική περίθαλψη, το 47,6% έχει δαπανήσει τουλάχιστον 500 ευρώ και το 31,3% έχει ξοδέψει πάνω από 500 ευρώ.
Αντί επιλόγου
Στο Πρότυπο διεπιστημονικό κέντρο αναφοράς για ασθενείς με Long-COVID της Α’ ΚΕΘ του Γενικού Νοσοκομείου Αθηνών «Ο Ευαγγελισμός», ερευνούμε, διαγιγνώσκουμε και αντιμετωπίζουμε ολιστικά τους ασθενείς με Long-COVID, σύμφωνα με την πιο σύγχρονη ολιστική αντιμετώπιση που συστήνεται από τον ΠΟΥ.
Την πορεία μας αυτή την ξεκινήσαμε αφουγκραζόμενοι τους ασθενείς της Ένωσης ατόμων που πάσχουν από τις μακροχρόνιες συνέπειες του Covid-19 κι έτσι συνεχίζουμε. Ζητούμε τη συνδρομή της πολιτείας προκειμένου να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στο μεγάλο αριθμό των ασθενών και να προχωρήσουμε σε θεραπευτική αντιμετώπιση αυτών των ασθενών.
*Η Παρασκευή Κατσαούνου είναι Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Πνευμονολογίας Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, Υπεύθυνη Μονάδας Πνευμονολογίας και Αναπνευστικής Ανεπάρκειας Α’ΚΕΘ ΓΝΑ «Ο Ευαγγελισμός», Υπεύθυνη για τις λοιμώξεις ως Μέλος ΔΣ της Ελληνικής Πνευμονικής Εταιρείας και, Συντονίστρια του διεπιστημονικού κέντρου αναφοράς LONG COVID του ΓΝΑ «Ο Ευαγγελισμός»
Από την Παρασκευή Κατσαούνου*
Η ζωή μας άλλαξε ανεπιστρεπτί από έναν ιό με τον οποίο συστηθήκαμε το 2020 και ακόμη δε γνωρίζουμε πλήρως. Αν και οι επιστήμονες έχουν επιδείξει πρωτόγνωρη ταχύτητα ανταπόκρισης στη μελέτη του SARS-C0V2, φαίνεται ότι ακόμη δεν έχουμε γνωρίσει ολοκληρωτικά τον ιό και τις επιπτώσεις αυτού.
Έτσι λοιπόν φαίνεται πως η ανησυχία μας για τις επιπτώσεις της λοίμωξης από κορωνοϊό που αφορούν την οξεία νόσηση, με τη νοσηρότητα και θνητότητα που αυτή προκαλεί και οι επιπτώσεις τους στην οικονομία και τη δημόσια υγεία δεν αποτελούν παρά μόνο τη μία όψη του νομίσματος Covid-19. Για το δεύτερο σημαντικότατο κομμάτι των μακροχρόνιων επιπτώσεων στην υγεία των ασθενών που έχουν νοσήσει από κορωνοϊό και το οποίο αποτελεί μια δεύτερη πανδημία ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας κρούει τον κώδωνα κινδύνου και ζητά άμεση δράση από τα συστήματα υγείας (Call for action: Health services in the European region must adopt integrated care models to manage Post-Covid-19 Condition).
Είναι κατανοητό πως στην οξεία φάση όλοι οι πόροι διατέθηκαν για τη νοσηλεία των ασθενών και τον εμβολιασμό. Όμως πια έχει αποδειχθεί πως υπάρχει σημαντική ομάδα ασθενών που βιώνουν εμμένοντα συμπτώματα μήνες μετά τη νόσηση, τα οποία τους ταλαιπωρούν, μειώνουν την ικανότητά τους για εργασία και εμποδίζουν την πλήρη επάνοδό τους στην προηγούμενη λειτουργική τους κατάσταση.
Πάνω από 200 (!) τα συμπτώματα της Long Covid
1 στους 5 ασθενείς, νούμερο που ανέβαινει στους 1 προς 4 στους ασθενείς άνω των 65, που νόσησαν από COVID-19, αντιμετωπίζουν το σύνδρομο LONG COVID, δηλαδή εμμένοντα ή εμφανιζόμενα συμπτώματα 12 εβδομάδες μετά τη νόσηση από κορωνοϊό, τα οποία οφείλονται σε υπολειμματικές βλάβες σε ζωτικά όργανα, όπως οι πνεύμονες, η καρδιά, το ήπαρ, οι ενδοκρινείς αδένες, το κεντρικό νευρικό σύστημα. Τα συμπτώματα αυτά είναι πολλά (πάνω από 200), μπορεί να είναι καινούργια ή εμμένοντα και μπορεί να εμφανιστούν σε ασθενείς με COVID-19 ανεξάρτητα από τη βαρύτητα της αρχικής λοίμωξης.
Επιπρόσθετα των συμπτωμάτων από το αναπνευστικό σύστημα, οι ασθενείς μπορεί να εμφανίσουν κόπωση, διαταραχές ύπνου, άγχος, κατάθλιψη, ταχυκαρδίες και νευρολογικά συμπτώματα (δυσαυτονομία, γνωστικά ελλείμματα κλπ). Tα συμπτώματα αυτά μπορεί να είναι υποτροπιάζοντα και να εκλύονται μετά από στρες, αφυδάτωση ή σωματική κόπωση. Καθώς τα συχνότερα συμπτώματα είναι μη ειδικά (κόπωση, μυϊκή αδυναμία, πόνοι και δύσπνοια), καταλαβαίνουμε ότι υπάρχει δυσκολία τόσο στην αναγνώριση, όσο και τη διάγνωση και αντιμετώπισή τους.
Απαραίτητη η διεπιστημονική προσέγγιση
Με βάση τα αποτελέσματα της μελέτης REACT, 37,7% των ατόμων που είχαν νοσήσει με COVID συνέχιζαν να εμφανίζουν τουλάχιστον ένα σύμπτωμα 12 ή περισσότερες εβδομάδες μετά τη μόλυνση από τον ιό, ενώ ένα ποσοστό 14,8% εμφάνιζε 3 ή περισσότερα συμπτώματα στον αντίστοιχο χρόνο.
Στην Ελλάδα με περισσότερες από 3,5 εκατομμύρια καταγεγραμμένες λοιμώξεις είναι ακόμη άγνωστος ο αριθμός των ατόμων που εμφανίζει εμμένοντα συμπτώματα κόπωσης, δύσπνοιας, γνωστικών διαταραχών και διαταραχών αυτόνομου νευρικού συστήματος. Αυτά τα άτομα έχουν ανάγκη διεπιστημονικής προσέγγισης, διάγνωσης και αποκατάστασης μακριά από στερεότυπα και διακρίσεις.
Ανεξαρτήτως των διαφοροποιήσεων ανάλογα με τις παραλλαγές του κορωνοϊού, το Long-COVID αποτελεί σημαντικό πρόβλημα για τη δημόσια υγεία
Το σύνδρομο Long-COVID, αφορά ενήλικες και παιδιά, νεαρούς κι ηλικιωμένους, πρότερα υγιείς και μη, ακόμη κι άτομα με ιδιαίτερες σωματικές ικανότητες πριν νόσηση, όπως αθλητές. Επίσης το σύνδρομο εξαρτάται και από την παραλλαγή του κορωνοϊού από την οποία νόσησαν οι ασθενείς. Αν και η παραλλαγή Όμικρον φαίνεται αρχικά να σχετίζεται με μειωμένο κίνδυνο για Long-COVID σε σύγκριση με την παραλλαγή Δέλτα, επειδή έχει μολύνει πολύ μεγάλο πληθυσμό ατόμων, πιθανά να οδηγήσει τελικά και σε αυξημένο αριθμό ανθρώπων με Long-COVID συνολικά.
Οι επιπτώσεις του Long-COVID αποτελούν επιπρόσθετο πρόβλημα δημόσιας υγείας με σημαντικότατη επιβάρυνση στην οικονομία.
Νοσηλευθέντες και μη εμφανίζουν παρόμοια συμπτώματα Long Covid
Πρώιμα, εδώ και 14 μήνες, αναγνωρίσαμε ότι η COVID-19 είναι μια πολυσυστηματική νόσος, καθώς ο κορωνοϊός προσβάλει πολλά συστήματα. Αρχικά ο ιός προσβάλλει το αναπνευστικό σύστημα και σε κάποιες περιπτώσεις το καρδιαγγειακό, το ενδοκρινικό κλπ. Σημαντικότατο είναι το ποσοστό των ασθενών Long COVID των οποίων οι αιτιάσεις σχετίζονται με δυσλειτουργία του νευρικού συστήματος. Αναγνωρίζοντας τις πολυσυστηματικές επιπτώσεις της νόσου και ανταποκρινόμενοι στις κλήσεις των ασθενών, διευρύναμε το post-COVID διεπιστημονικό ιατρείο σε μη νοσηλευθέντες ασθενείς που είχαν νοσήσει και την εξέταση των ασθενών πέρα από το αναπνευστικό σύστημα, δημιουργώντας ιατρική ομάδα με τους καρδιολόγους, τους ενδοκρινολόγους, τους νευρολόγους, τους ψυχιάτρους, την ομάδα καρδιοαναπνευστικής αποκατάστασης πάντα σε συνεργασία με την ομάδα ασθενών με Long-COVID.
Δημιουργήσαμε λοιπόν ένα διεπιστημονικό κέντρο, το Πρότυπο διεπιστημονικό κέντρο αναφοράς για ασθενείς με Long-COVID, με 16 ιατρούς και 12 επαγγελματίες υγείας Συγκεκριμένα συμμετέχουν πνευμονολόγοι, καρδιολόγοι, νευρολόγοι, ψυχίατροι, φυσίατρος, ΩΡΛ, δερματολόγος, νευροψυχολόγοι, εργοφυσιολόγοι και φυσιοθεραπευτές. Τα αποτελέσματα της αρχικής μας προσέγγισης δημοσιεύτηκαν (https://www.mdpi.com/2075-4426/12/6/987/review_report), δείχνοντας ότι οι Έλληνες ασθενείς που δεν έχουν νοσηλευτεί έχουν παρόμοια συμπτώματα με τους νοσηλευόμενους, τα οποία όμως υποτροπιάζουν τελευταίους έξι μήνες.
Συγκεκριμένα στους μη νοσηλευόμενους ασθενείς, το 69,44% εξακολουθούσε να υποφέρει από κόπωση, το 15,27% από δύσπνοια, το 28,7% από δυσκολία συγκέντρωσης, και 28,4% από ταχυκαρδία. Όσον αφορά την επίγνωση των ασθενών με Long-COVID, για τη δυνατότητα αποκατάστασης το 22,1% αγνοούσε τη ύπαρξη τέτοιων προγραμμάτων. Όσον αφορά τον αντίκτυπο του Long-COVID στην εργασία, περίπου το 58,2% των ασθενών αντιμετωπίζουν εργασιακές δυσκολίες λόγω παρατεταμένων συμπτωμάτων. Επιπλέον, το 20,2% των ασθενών με Long-COVID δηλώσαν ότι δεν έχουν κατανόηση στο εργασιακό τους περιβάλλον.
Οι ασθενείς χρειάστηκε να επισκεφτούν αρκετούς ιατρούς ώστε να επιλύσουν τα συμπτώματά τους, με το 42,3% να έχουν επισκεφθεί από δύο έως έξι ιατρούς και το 3,9% να έχει επισκεφτεί περισσότερους από δέκα διαφορετικούς γιατρούς για να βρει λύση στα συμπτώματα του. Ομοίως, όταν οι ασθενείς ερωτήθηκαν αν έχουν συναντήσει γιατρούς με επίγνωση της πάθησης τους, το 46,6% απάντησε ότι οι ιατροί που είχαν συναντήσει αγνοούσαν το Long-COVID και το 28,4% ότι οι γιατροί που συνάντησαν γνωρίζουν μεν για το σύνδρομο αλλά δε μπορούν να το διαγνώσουν ή να το αντιμετωπίσουν. Μόνο το 11% των ασθενών δεν είχαν επισκεφτεί ακόμη ιατρό για τα συμπτώματά τους.
Όσον αφορά τo ποσό το οποίο οι ασθενείς έχουν δαπανήσει για υγειονομική περίθαλψη, το 47,6% έχει δαπανήσει τουλάχιστον 500 ευρώ και το 31,3% έχει ξοδέψει πάνω από 500 ευρώ.
Αντί επιλόγου
Στο Πρότυπο διεπιστημονικό κέντρο αναφοράς για ασθενείς με Long-COVID της Α’ ΚΕΘ του Γενικού Νοσοκομείου Αθηνών «Ο Ευαγγελισμός», ερευνούμε, διαγιγνώσκουμε και αντιμετωπίζουμε ολιστικά τους ασθενείς με Long-COVID, σύμφωνα με την πιο σύγχρονη ολιστική αντιμετώπιση που συστήνεται από τον ΠΟΥ.
Την πορεία μας αυτή την ξεκινήσαμε αφουγκραζόμενοι τους ασθενείς της Ένωσης ατόμων που πάσχουν από τις μακροχρόνιες συνέπειες του Covid-19 κι έτσι συνεχίζουμε. Ζητούμε τη συνδρομή της πολιτείας προκειμένου να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στο μεγάλο αριθμό των ασθενών και να προχωρήσουμε σε θεραπευτική αντιμετώπιση αυτών των ασθενών.
*Η Παρασκευή Κατσαούνου είναι Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Πνευμονολογίας Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, Υπεύθυνη Μονάδας Πνευμονολογίας και Αναπνευστικής Ανεπάρκειας Α’ΚΕΘ ΓΝΑ «Ο Ευαγγελισμός», Υπεύθυνη για τις λοιμώξεις ως Μέλος ΔΣ της Ελληνικής Πνευμονικής Εταιρείας και, Συντονίστρια του διεπιστημονικού κέντρου αναφοράς LONG COVID του ΓΝΑ «Ο Ευαγγελισμός»
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις