Η ευγενής δέσποινα Μαρία Μανουήλ Ξηρού

Εν έτει σωτηρίω χίλια τριακόσια πενήντα έξι
απεδήμησεν εις Κύριον, εις ηλικίαν δεκαεπτά ετών,
η ευγενής δέσποινα
Μαρία Μανουήλ Ξηρού.

Οι ευσεβείς γονείς της αφιέρωσαν εις μνήμην της
εικόνισμα του Παντοκράτορος
στον ιερό ναό της Παναγίας Χρυσαλινιώτισσας.

Ενδεδυμένοι την στολήν του κοντοσταύλη
κρατάνε, κάτωθεν του Παντοκράτορος,
το εκπάγλου καλλονής ομοίωμα της Μαρίας.

Σήμερα, ύστερα από εφτακόσια χρόνια,
ξυπνάει άφθαρτη απ’ τον τάφο η ομορφιά της,
και διαπερνά,
σαν αστραπή σε ώρα καταιγίδας,
τη σκέψη εκείνων που αντικρίζουν, στο σεπτό εικόνισμα,
το νεκρικό, κι όμως αείζωο ομοίωμα της κόρης.


Ποίημα του κυπρίου διπλωμάτη, συγγραφέα και ποιητή Νίκου Κρανιδιώτη, ο οποίος απεβίωσε στην Αθήνα στις 24 Αυγούστου 1997, σε ηλικία 86 ετών.

Σε αυτό γίνεται ιδιαίτερα αισθητή η συνέχεια του παρελθόντος στο παρόν, η συνείδηση μιας ζώσης κληρονομιάς, στοιχείο που χαρακτήριζε κατεξοχήν την ποιητική δημιουργία του Κρανιδιώτη.

Ειδικότερα, πηγή έμπνευσης για τον Κρανιδιώτη στάθηκε εν προκειμένω μια έξοχη εικόνα του Παντοκράτορος που φυλάσσεται στο Βυζαντινό Μουσείο του Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’, στη Λευκωσία.

Σε αυτήν εικονίζονται και οι αφιερωτές, που κρατούν κάτω από τα πόδια του Χριστού τη νεκρή κόρη τους Μαρία Μανουήλ Ξηρού, η οποία πέθανε το 1356.


Για την ευχερέστερη κατανόηση των στίχων του Κρανιδιώτη στο υπό εξέταση ποίημα, η Παναγία Χρυσαλινιώτισσα είναι η μοναδική εκκλησία των Μεσοβυζαντινών Χρόνων που σώθηκε (με πολλές έστω προσθήκες και αλλαγές) στη Λευκωσία, ο κοντοσταύλης (ή και κοντόσταυλος) ήταν ανώτατος αυλικός και στρατιωτικός αξιωματούχος των Βυζαντινών και των Φράγκων, η λέξη «έκπαγλος» έχει την έννοια του εκπληκτικού ή εκθαμβωτικού, ενώ αείζωος είναι αυτός που ζει παντοτινά.


Ο Νίκος Κρανιδιώτης είλκε την καταγωγή του από την Κερύνεια της Κύπρου, γι’ αυτό και έγινε γνωστός ως ποιητής της Κερύνειας.

Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και διεθνείς σχέσεις στις ΗΠΑ, εργάστηκε δε αρχικά στη Μεγαλόνησο ως καθηγητής της Μέσης Εκπαίδευσης.


Στο Παγκύπριο Γυμνάσιο Λευκωσίας το 1955

Ως γενικός γραμματέας και σύμβουλος της Εθναρχίας Κύπρου, υπήρξε ένας από τους στενότερους συνεργάτες του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’.

Κατά τη διάρκεια του Απελευθερωτικού Αγώνα υπέστη διώξεις από τις βρετανικές αποικιακές δυνάμεις.

Ο Κρανιδιώτης διετέλεσε επί μία εικοσαετία περίπου πρεσβευτής της Κύπρου στην Ελλάδα.


Υπήρξε συνεκδότης του περιοδικού «Κυπριακά Γράμματα» και διευθυντής του κατά την περίοδο 1948-1956, ενώ συνεργάστηκε με πολλά κυπριακά και αθηναϊκά έντυπα.

Εξέδωσε την πρώτη ποιητική συλλογή του, τις «Σπουδές», το 1951. Σε αυτήν κυριαρχούν το λυρικό στοιχείο και οι χαμηλοί τόνοι με άμεσες επιρροές από τους νεοσυμβολιστές ποιητές του 1920.

Αργότερα η ποιητική του έκφραση εμπλουτίστηκε με στοιχεία από την ποίηση του Γ. Σεφέρη, τα οποία μετουσιώνονται επιτυχώς και συναιρούνται με την τραγικά βιωμένη ιστορία του γενέθλιου χώρου (συλλογές «Επιστροφή», 1974, «Ταξίδι στο νησί του νότου», 1983, «Ο μικρός μας κόσμος», 1986).


Πέραν της ποιήσεως, ο Κρανιδιώτης ασχολήθηκε και με την πεζογραφία, ενώ δημοσίευσε πληθώρα μελετών και δοκιμίων, δίνοντας έμφαση στην πρόσφατη πολιτική και διπλωματική ιστορία της Κύπρου.

Ο Νίκος Κρανιδιώτης ήταν πατέρας του αειμνήστου διεθνολόγου, διπλωμάτη και πολιτικού Γιάννου Κρανιδιώτη, ο οποίος βρήκε τραγικό θάνατο συνεπεία αεροπορικού δυστυχήματος στις 14 Σεπτεμβρίου 1999, εν πτήσει από την Αθήνα προς το Βουκουρέστι, όπου μετέβαινε με την ιδιότητα του αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών της Ελληνικής Δημοκρατίας.