Ελένη Γλύκατζη – Αρβελέρ: Η Ιστορία, το Βυζάντιο και η Ευρώπη
H διακεκριμένη βυζαντινολόγος και οι πολύτιμες τοποθετήσεις της
Η διακεκριμένη βυζαντινολόγος Ελένη Γλύκατζη – Αρβελέρ, που το 1967 έγινε η πρώτη γυναίκα πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης και το 1976 έγινε η πρώτη γυναίκα πρύτανης στην 700 χρόνων ιστορία του σπουδαίου αυτού πανεπιστημίου γίνεται σήμερα 96 ετών. Γεννήθηκε στην Αθήνα, από Μικρασιάτες γονείς, στις 29 Αυγούστου του 1926.
Στη μακρά και λαμπρή της πορεία, οι τοποθετήσεις της Αρβελέρ υπήρξαν πάντοτε καθοριστικές για τη διαμόρφωση μιας όσο το δυνατόν καθαρότερης εικόνας για το Βυζάντιο και την ευρωπαϊκή ταυτότητα αλλά και την Ιστορία γενικότερα.
Έτσι, για παράδειγμα, μιλώντας στη Μαίρη Παπαγιαννίδου και «ΤΟ ΒΗΜΑ», στο φύλλο της 6ης Δεκεμβρίου του 1998, η Ελένη Γλύκατζη – Αρβελέρ αναφέρει:
Πώς γράφεται η Ιστορία
«Πάντοτε έβλεπα ότι την Ιστορία τη διδάσκει ο καθένας όπως θέλει, εφόσον υπάρχουν συμφέροντα εθνικά σήμερα. Αλλά το χειρότερο είναι ότι τη γράφει κιόλας όπως θέλει.
»Η ιστοριογραφία ανήκει στους δυνατούς. Για παράδειγμα, λέμε ότι ο Μιχαήλ ο Γ’ ήταν μέθυσος αυτοκράτορας, γιατί την Ιστορία την έγραψε μετά ο Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος, της αντίπαλης δυναστείας. Οπότε κάποιες λεπτομέρειες επιτρέπουν μια αναστήλωση του ιστορικού γεγονότος, όχι όπως το θέλει η επίσημη ιστοριογραφία, αλλά όπως το έζησαν νικητές και νικημένοι κάθε εποχή, όταν τα πράγματα συνέβαιναν.
»Αυτό ήταν το μέλημά μου: να πιάσω τα παράλληλα της Ιστορίας, την παρα-Ιστορία, τη μικρή Ιστορία, η οποία μόνο αν είναι σωστά εξετασμένη και αναλυμένη, φωτίζει τη μεγάλη Ιστορία».
Η «Ελληνική συνέχεια»
«Στην ομότιτλη μελέτη μου παίρνω τα τέσσερα πράγματα που είχε πει ο Ηρόδοτος, ο πρώτος που γράφει τι είναι έθνος, δηλαδή το όμαιμον, το ομόθρησκον, το ομόηθες και το ομόγλωσσον, και τα εξετάζω ως σήμερα στη διαχρονία τους.
»Και εκεί βλέπω ότι υπάρχει αυτή η συνέχεια και μια μετάθεση της Ελλάδας γεωγραφική. Έπαψε κάποτε η κεντρική Ελλάδα να είναι κέντρο ελληνικό, και τότε γράφει άλλωστε ο Απολλώνιος ο Τυανεύς ότι “βεβαρβάρωμαι ότι χρόνιος εντός της Ελλάδος γέγονα”, ενώ είχε πει ο Ευριπίδης πριν ότι “βεβαρβάρωμαι ότι χρόνιος εκτός Ελλάδος γέγονα”. Και πού πάει το ελληνικό κέντρο; Πάει στην Αλεξάνδρεια. Μετά από την Αλεξάνδρεια, πάει στην Πόλη.
»Λέει ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός στον Ιουλιανό τον Παραβάτη, που ήθελε να κρατήσει την ελληνική γλώσσα μόνο για τους ειδωλολάτρες, ότι “το ελληνίζειν δικό μας εκτός της παιδεραστίας”. Και έχουμε βέβαια το επίγραμμα του Παλλάδα που λέει “ήμουν κάποτε αρρενομανής, και τώρα πρέπει να γίνω θηλυμανής, αν δεν θέλω να πάω φυλακή”».
Η γλωσσική συνέχεια
«Οι Βυζαντινοί γρήγορα δημιούργησαν τις δύο τάσεις, την τάση των γραμματιζούμενων, οι οποίοι επέστρεψαν στην αττική γλώσσα, και από την άλλη πλευρά τη λαϊκή τάση της αγιογραφίας, των βίων των αγίων. Οπότε έχουμε ήδη τη διγλωσσία αυτή στα συγγράμματα.
»Και καθώς τα αττικίζοντα συγγράμματα του Βυζαντίου είναι προσωπικής υφής, είναι πολύ δύσκολο να τα καταλάβεις. Το ότι καταλαβαίνεις Χωνιάτη, δεν σημαίνει ότι θα σε βοηθήσει για να καταλάβεις Παχυμέρη.
»Από την άλλη πλευρά, τα διοικητικά κείμενα, τα οποία έπρεπε να διαβάζονται από υπαλλήλους, και όλα τα νοταριακά κείμενα είναι μια συνέχεια της ελληνικής γλώσσας, της ομιλουμένης.
»Βλέπουμε αυτή τη γλώσσα να συνεχίζεται χωρίς διακοπή ως τις μέρες μας. Είναι δύο ρεύματα γλωσσικά παράλληλα, τα οποία ακριβώς τρέφονται μεταξύ τους. Ε, έχω την τύχη να γνωρίζω και τα δύο».
Η ταυτότητα του Βυζαντίου, Ευρώπη και Ανατολή
Το 1996 στο αφιέρωμά του για την Αρβελέρ, στο φύλλο της 30ης Ιουνίου 1996, ο Νίκος Μπακουνάκης παραθέτει εισαγωγή της βυζαντινολόγου σε αφιερωματικό τόμο για τον Διονύσιο Ζακυθηνό.
«Η Αυτοκρατορία αυτή, περήφανα απλωμένη στα εδάφη τριών ηπείρων (η Αφρική της Μεσογείου μένει βυζαντινή ως το τέλος του 7ου αιώνα), υιοθέτησε τις υποθήκες του ελληνιστικού και του ρωμαϊκού κόσμου εμπλουτισμένες όμως από τα διδάγματα του χριστιανισμού, της νέας θρησκείας που πρώτο εγκολπίστηκε και πρώτο διέδωσε ανά τον κόσμο το Βυζάντιο.
»Είναι αυτό το Βυζάντιο που μεταμόρφωσε το “ελληνίζειν” του χριστιανικώτατου Γρηγορίου του Ναζιανζηνού σε καθημερινή εμπειρία ενός κόσμου που πάσχιζε για τη σωτηρία της ψυχής του, χωρίς να παραβλέπει τη μεγαλωσύνη του «Έθνους των Χριστιανών”, όπως ονόμαζαν εαυτούς οι Βυζαντινοί».
Όπως αναφέρει ο Νίκος Μπακουνάκης, το έργο της Αρβελέρ διατρέχεται από τη θέση ότι το Βυζάντιο είναι ο μόνος ευρωπαϊκός σχηματισμός που μπόρεσε να επιστρατεύσει όλη την αρχαιοελληνική και κλασική παράδοση για να απαντήσει στο ανατολικό πνεύμα.
Σημειώνει η Αρβελέρ: «Όλη η αντίσταση του ευρωπαϊκού του ελληνικού πνεύματος της Ορθότητας, δηλαδή να είσαι ορθός και όρθιος όπως λέω, της Ορθοδοξίας, της ορθής σκέψης και της ορθής δόξας, όλη αυτή η αντίσταση ήταν καθημερινό βυζαντινό μάθημα.
»Κι αυτό ακριβώς το καθημερινό μάθημα τούς έκανε και διασώσανε κείμενα και πράγματα που δεν ήταν σύμφωνα με τον χριστιανισμό, όπως την αρχαία γραμματεία, με τις αντιγραφές μέσα στα μοναστήρια, με τις αντιγραφές μέσα στα αυτοκρατορικά εργαστήρια».
H Eυρώπη
Μιλώντας στη Χαρά Κιοσσέ, στο φύλλο της 24ης Σεπτεμβρίου 2000, η Αρβελέρ καταθέτει την άποψή της, για το πώς μπορεί να οριστεί η έννοια «Ευρώπη».
«Θεωρώ ωστόσο ότι είναι και αδύνατο και απρόσφορο για την κατανόηση της ιστορικής πορείας να ζητήσει κανείς έναν ορισμό για τον Ευρωπαίο ή και για την Ευρώπη.
»Και αυτή η έννοια της Ευρώπης που ζητάμε, αν τη δούμε στην ιστορική της πορεία, είναι μια έννοια ελαστική, με διαφορετικά κέντρα σε διαφορετικές περιόδους. Είναι μια ιδέα άπιαστη, την οποία ωστόσο αξίζει να κυνηγάμε.
»Σύμφωνα με αυτό το σκεπτικό, το σημαντικό είναι ότι ορισμένες εκφράσεις τέχνης, ορισμένα πνευματικά πράγματα, είναι πιο χαρακτηριστικά κάποτε σε έναν χώρο και άλλα κάποτε άλλοτε είναι σημαντικά σε άλλον χώρο.
»Δηλαδή δεν υπάρχει μια ευρωπαϊκή τέχνη που να καλύπτει σε μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή όλη την Ευρώπη. Και δεν υπάρχει μια φιλοσοφία που να καλύπτει όλα τα κέντρα της Ευρώπης.
» Άλλοτε ήταν η Βενετία, άλλοτε η Βιέννη, άλλοτε η Αθήνα, η Ρώμη κτλ. Οπότε Ευρώπη δεν σημαίνει ποτέ το ίδιο κέντρο και ποτέ την ίδια έκφραση, η οποία ωστόσο γίνεται πάντοτε κατανοητή και υιοθετείται από όλους. Γίνεται δηλαδή ευρωπαϊκή έκφραση».
(…)
«Η οποιαδήποτε απάντηση στο ερώτημα τι είναι Ευρωπαίος δεν μπορεί ποτέ να καλύψει την πολυμορφία, το πολυδιάστατο και την πολυποικιλία των ανθρώπων που είτε θεωρούν τον εαυτό τους Ευρωπαίο είτε θεωρούνται από τους άλλους Ευρωπαίοι.
»Κατ’ αυτό το σκεπτικό ο κάθε ορισμός του Ευρωπαίου ή μάλλον των Ευρωπαίων είναι ορισμός ελιτίστικος που μπορεί να έχει κάποια αλήθεια όσον αφορά τον κύκλο της διανόησης και της δημιουργίας πολιτισμού γενικότερα» λέει. Και συνεχίζει: «Από αυτήν τη σκοπιά νομίζω ότι ο ορισμός του Ευρωπαίου από τον Paul Valèry (θεωρεί στοιχεία του τον αρχαιοελληνικό ορθολογισμό, τη ρωμαϊκή νομοθετική και διοικητική διευθέτηση της κοινωνίας, και την πνευματικότητα τη χριστιανική) είναι κατά τη γνώμη μου ο πρώτος ορισμός που προσπαθεί να καθορίσει την πνευματική καταβολή των Ευρωπαίων.
»Νομίζω όμως ότι η πορεία της ευρωπαϊκής σκέψης μάς επιτρέπει να δώσουμε μια πιο δυναμική εξέλιξη στην εικόνα του Ευρωπαίου. Θεωρώ λοιπόν ότι οι Ευρωπαίοι, και μιλάμε εδώ για τους ανθρώπους της σκέψης και της διανόησης, χαρακτηρίζονται από το ότι θέτουν υπό αμφισβήτηση κάθε κατακτημένο ή κατεστημένο, με την πρόθεση όχι μόνο να αναιρέσουν το παλαιό χωρίς να απαρνηθούν τις καταβολές τους αλλά και για να προχωρήσουν προς το άγνωστο.
»Αυτό μπορεί να θεωρηθεί μια συνεχής μετακίνηση των γνωστικών συνόρων με απώτερο σκοπό να δημιουργηθεί ένας ευρύτερος χώρος δράσης και αντίδρασης, θέσεων και αντιθέσεων».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις