Η Σφαγή στο Μπεσλάν: Όταν οι τσετσένοι έσφαξαν 333 ανθρώπους – Η αυτοθυσία του έλληνα δασκάλου
Η αυτοθυσία του Έλληνα δασκάλου Κανίδη στη Σφαγή του Μπεσλάν. Τσετσένοι τρομοκράτες, σκότωσαν 333 άτομα. Η κριτική στον Πούτιν
Ήταν 3 Σεπτεμβρίου 2004 όταν ρωσικές δυνάμεις ασφαλείας με βαρύ οπλισμό εισέβαλαν στο “Σχολείο Νο 1” του Μπεσλάν, στη Βόρεια Οσετία της Ρωσίας.
Δύο ισχυρές εκρήξεις συντάραξαν το γυμναστήριο του σχολείου και μέσα σε λίγα λεπτά τυλίχθηκε στις φλόγες και η στέγη κατέρρευσε.
Στο εσωτερικό του βρίσκονταν εγκλωβισμένοι από την 1η Σεπτεμβρίου πάνω από 1.000 δάσκαλοι, γονείς και μαθητές. Ήταν όμηροι Τσετσένων τρομοκρατών.
Η ομηρία κατέληξε σε τραγωδία. 333 άτομα πέθαναν, μεταξύ αυτών 186 παιδιά. Οι τραυματίες υπολογίστηκαν σε περισσότερους από 700.
Ήταν ο επίλογος της μεγαλύτερης τρομοκρατικής επίθεσης σε ρωσικό έδαφος. Η σφαγή του Μπεσλάν, όπως έμεινε στην ιστορία, συγκλόνισε τον κόσμο και έγινε πρώτη είδηση στα έντυπα και τηλεοπτικά ΜΜΕ.
Το μέγεθος της τραγωδίας και, ειδικότερα, το γεγονός ότι οι τρομοκράτες στόχευσαν μικρά παιδιά γέννησαν τεράστια ερωτηματικά και προκάλεσαν αποτροπιασμό, οργή και θλίψη.
Μια ημέρα γιορτής που μετατράπηκε σε εφιάλτη
Η 1η Σεπτεμβρίου ήταν ημέρα γιορτής στο “Σχολείο Νο 1” του Μπεσλάν. Στο προαύλιο είχαν συγκεντρωθεί γονείς, παππούδες και δάσκαλοι για την τελετή έναρξης της σχολικής χρονιάς.
Ξαφνικά, ομάδα 32 ένοπλων Τσετσένων με μαύρες κουκούλες τούς περικύκλωσε. Μερικοί κατάφεραν να δραπετεύσουν, ενώ άλλοι σκοτώθηκαν. Η συντριπτική πλειοψηφία, όμως, 1.200 με 1.300 ενήλικες και ανήλικοι, οδηγήθηκαν στο γυμναστήριο του σχολείου
Οι Τσετσένοι έστησαν εκρηκτικούς μηχανισμούς γύρω από το χώρο. Δεν δίστασαν, μάλιστα, να βάλουν μαθητές να κρεμάσουν εκρηκτικά στο καλάθι της μπασκέτας. Οι όμηροι δεν είχαν πρόσβαση σε τροφή και νερό.
Μετά από ώρες ομηρίας, κάποιοι αναγκάστηκαν να πιούν ούρα και όσοι είχαν κινητά τούς τα κατάσχεσαν. Έναν άνδρα που μίλησε στα οσετικά, δηλαδή στη μητρική του γλώσσα, τον πυροβόλησαν πισώπλατα και τον έσυραν από τη μία πλευρά του γυμναστηρίου στην άλλη, μπροστά στα μάτια και των δύο γιων του.
“Τα παιδιά έκλαιγαν και φώναζαν: “Θέλω νερό!”, “Θέλω να πάω σπίτι μου! Επικρατούσε πανικός. Μας πυροβολούσαν και απειλούσαν ότι θα σκοτώσουν“”, ανέφερε ο όμηρος, Κάσπεγκ Ζαραγκάσοφ.
Οι διαπραγματεύσεις που ήταν καταδικασμένες να αποτύχουν και το μακελειό
Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Κρεμλίνου και αυτονομιστών δεν θα μπορούσαν να οδηγήσουν πουθενά. Τα αιτήματα για απελευθέρωση κρατουμένων, αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από την Τσετσενία και ανεξαρτησία της περιοχής ήταν γνωστά από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και ανέφικτα.
Φαινόταν πως η ομηρία δεν θα είχε αίσια έκβαση. Στις 3 Σεπτεμβρίου, λίγο μετά τη μία το μεσημέρι, οι χειρότεροι φόβοι επιβεβαιώθηκαν.
Μετά τις δύο εκρήξεις στο γυμναστήριο, που λέγεται πως σημειώθηκαν κατά λάθος, Ρώσοι αστυνομικοί και στρατιώτες άνοιξαν πυρ στο σχολείο.
Επικράτησε πανδαιμόνιο, με εκατοντάδες να τρέχουν κρατώντας τραυματισμένα παιδιά στην αγκαλιά τους, την ίδια στιγμή που άλλοι κείτονταν νεκροί. Φορεία συνεχώς μετέφεραν τους τραυματίες σε ασθενοφόρα υπό τους ήχους των πυροβολισμών.
Μερικοί όμηροι μεταφέρθηκαν στην καφετέρια του σχολείου και στάθηκαν στα παράθυρα ως ανθρώπινες ασπίδες, όπου και έπεσαν στα διασταυρούμενα πυρά.
Άλλοι, όπως ο 12χρονος Σουσλάν Μπεγκάιεφ και ένας φίλος του, κατάφεραν να διαφύγουν. Βρήκαν καταφύγιο στο σπίτι του δεύτερου, όπου συνέχισαν να ακούν τις ανταλλαγές πυρών:
“Ένας άνδρας που είχε καλυμμένο το πρόσωπό του με σκούφο κατέβηκε και άρχισε να πυροβολεί με ένα αυτόματο όπλο στον αέρα. Απλώς γύρισα και άρχισα να τρέχω. Δεν ξέρω πώς το κατάλαβα αμέσως, αλλά ήμουν σίγουρος ότι ήταν τρομοκράτες. Λέγαμε πόσο τυχεροί ήμασταν”.
Η μητέρα,που μπορούσε να σώσει μόνο ένα από τα παιδιά της
Όλες ανεξαιρέτως οι μητέρες ήρθαν αντιμέτωπες με τη φρίκη και την απειλή του θανάτου. Μία εξ αυτών, η καθηγήτρια, Ανέτα Γκαντίεβα έζησε ένα φοβερό δράμα. Είχε δύο κόρες: την εννέα ετών Αλάνα και την ενός έτους Μιλένα.
Ένας από τους τρομοκράτες μπήκε στα αποδυτήρια και είπε ότι κάθε γυναίκα μπορούσε να βγάλει μόνο ένα μωρό έξω. Η Γκαντίεβα ρώτησε αν η Αλάνα θα μπορούσε να βγάλει την αδερφή της έξω αντί για εκείνη.
Όμως, εισέπραξε αρνητική απάντηση. Εξωθήθηκε τότε σε μία απόφαση που, όπως είπε, θα τη στοίχειωνε για πάντα. Είπε στην Αλάνα να μείνει στο πλευρό μιας φίλης της και βγήκε με την ενός έτους Μιλένα, τη δεύτερη ημέρα. Την επομένη, η Αλάνα ήταν νεκρή.
“Αυτό που συνέβαινε στο κεφάλι μου ήταν σκέτη φρίκη. Έπεσα κάτω και άρχισα να ουρλιάζω. Ήταν πραγματικά τρομακτικό. Το να αφήνεις ένα παιδί είναι απαίσιο, τρομακτικό, ειδικά όταν δεν ξέρεις το αποτέλεσμα“.
Μπορείτε να δείτε τη μαρτυρία της Γκαντίεβα και στο CNN από το 03:04 και μετά στο παρακάτω βίντεο:
Η αυτοθυσία του Γιάννη Κανίδη
Ανάμεσα στα θύματα της 3ης Σεπτεμβρίου 2004 ήταν και ο Γιάννης Κανίδης, καθηγητής φυσικής αγωγής, με ελληνική καταγωγή, που γεννήθηκε στη Γεωργία.
Ο επικεφαλής των τρομοκρατών είδε τον 74χρονο Κανίδη και του έδωσε το ελεύθερο να φύγει λόγω της προχωρημένης του ηλικίας. Όμως, ο Κανίδης αρνήθηκε.
Πήρε τη γενναία απόφαση να μείνει κοντά στους μαθητές του. Όταν πλησίασε τους τρομοκράτες και τους είπε με επιμονή ότι ήταν επιτακτική ανάγκη να πιούν νερό, ένας από τους Τσετσένους τον χτύπησε δυνατά με το κοντάκι του όπλου του.
Τότε ο Κανίδης τού απάντησε: “Πώς τολμάς; Λέτε ότι είστε οι άνθρωποι του Καυκάσου, αλλά εδώ στον Καύκασο ούτε ένας σκύλος δεν θα απέρριπτε το αίτημα ενός γέρου ανθρώπου!“.
Τότε οι τρομοκράτες επέτρεψαν στον Κανίδη να βρέξει μία από τις σαλιάρες των μικρών παιδιών και να υγράνει με αυτή τα στόματά τους. Πέθανε την τρίτη ημέρα της ομηρίας.
Χάρη στην αυτοθυσία του Κανίδη, κερδήθηκαν πολύτιμα λεπτά για να πηδήξουν παιδιά από τα παράθυρα του φλεγόμενου σχολείου και να σωθούν. Σύμφωνα με μαρτυρίες επιζώντων, ο δάσκαλος διακινδύνευσε τη ζωή του, απομακρύνοντας εκρηκτικά που είχαν τοποθετηθεί κοντά τους.
Το Δεκέμβριο του 2004, απονεμήθηκε μετά θάνατον στον Κανίδη, το Μετάλλιο για την Προάσπιση των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων από την κυβέρνηση της Ρωσίας.
Το νέο σχολείο του Μπεσλάν, που λειτουργεί από το 2010, φέρει το όνομά του και διευθυντής του σήμερα (2022) είναι ο γιος του, Κώστας Κανίδης. Το Δεκέμβριο του 2021, μια προτομή προς τιμήν του ηρωικού δασκάλου αποκαλύφθηκε στο Μπεσλάν.
Η ανάληψη της ευθύνης
Μέχρι σήμερα, κανείς δεν γνωρίζει επακριβώς ποιος ή τι προκάλεσε τις εκρήξεις. Οι όμηροι τις απέδωσαν στο μπέρδεμα των καλωδίων, ενώ ορισμένοι ξένοι ανταποκριτές εξέφρασαν επιφυλάξεις ως προς τις προθέσεις των ρωσικών αρχών να εξαντλήσουν τα περιθώρια διαπραγμάτευσης με τους Τσετσένους.
Ρωσικές υπηρεσίες ασφαλείας υποστήριξαν πως υπήρχαν και Άραβες μισθοφόροι μεταξύ των τρομοκρατών. Σύμφωνα με όσα έγιναν γνωστά, οι 31 από τους 32 τρομοκράτες που διεξήγαγαν την επίθεση πέθαναν επί τόπου.
Πολλοί από τους επιζώντες ομήρους και αυτόπτες μάρτυρες ισχυρίστηκαν ότι υπήρχαν πολλοί απαγωγείς, οι οποίοι κατάφεραν να διαφύγουν, χρησιμοποιώντας παιδιά ως ανθρώπινες ασπίδες.
Την ευθύνη για την τρομοκρατική επίθεση ανέλαβε ο Σαμίλ Μπασάγιεφ, ηγέτης του Τσετσενικού αυτονομιστικού κινήματος και της οργάνωσης Riyad-us Saliheen, και επικηρύχθηκε για 10 εκατομμύρια δολάρια.
Το Μάιο του 2006, ο Νουρπάσι Κουλάγιεφ, ο μοναδικός γνωστός επιζών από τους 32 Τσετσένους τρομοκράτες, καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη. Την ίδια χρόνια, πέθανε και ο Μπασάγιεφ από έκρηξη.
Η κριτική στο Κρεμλίνο…
Εξαρχής, το Κρεμλίνο αντέδρασε μουδιασμένα απέναντι στην τραγωδία. Έντονη κριτική ασκήθηκε στο Ρώσο πρόεδρο, Βλαντιμίρ Πούτιν για τον τρόπο που διαχειρίστηκε την επίθεση.
Σύμφωνα με αρκετές μεμονωμένες μαρτυρίες, δεν μετέβησαν ανώτατοι αξιωματούχοι στο Μπεσλάν ή έφθασαν και έφυγαν.
Επιπλέον, το Κρεμλίνο κατηγορήθηκε για παραπληροφόρηση για τον πραγματικό αριθμό των ομήρων, τη λογοκρισία και τις πιέσεις εναντίον δημοσιογράφων που έφτασαν στην πόλη για να καλύψουν τα τεκταινόμενα.
Η καταδίκη από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο
Η σφαγή του Μπεσλάν καταδικάστηκε τόσο από τα Ηνωμένα Έθνη και την UNESCO όσο και από ανθρωπιστικές οργανώσεις και μεμονωμένα κράτη.
Τον Απρίλιο του 2017, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η Ρωσία “απέτυχε να προστατεύσει” τους ομήρους. Η εκτόξευση βλημάτων από τα ρωσικά τανκς και χειροβομβίδων συνιστούσε “δυσανάλογη χρήση βίας“, υποστήριξε το δικαστήριο.
Αναγνώρισε ότι οι ρωσικές αρχές βρίσκονταν ενώπιον μιας δύσκολης απόφασης, όμως έκρινε ότι έπρεπε να είχαν περιορίσει τη χρήση βίας στα απολύτως απαραίτητα επίπεδα.
Επίσης, αποφάνθηκε ότι οι αρχές έπρεπε να είχαν ενισχύσει τα μέτρα ασφαλείας στο σχολείο ή να είχαν προειδοποιήσει το κοινό για την επίθεση, διότι διέθεταν αρκετές πληροφορίες ότι μπορούσε να εκδηλωθεί.
Επιπλέον, το ΕΔΔΑ ζήτησε από τη Ρωσία να καταβάλει αποζημίωση 2,9 εκατ. ευρώ στις οικογένειες των θυμάτων. Η Μόσχα εξέφρασε τη διαφωνία της και τη δυσαρέσκειά της για την απόφαση, με την οποία, τελικά, συμμορφώθηκε.
Ωστόσο, οι πληγές δεν επουλώθηκαν ποτέ και πολλά ερωτηματικά παρέμειναν αναπάντητα.
Κάθε χρόνο, οι κάτοικοι του Μπεσλάν και της Βόρειας Οσετίας πηγαίνουν στα ερείπια του σχολείου που έχουν μετατραπεί σε πάρκο μνήμης.
Ένας μεγάλος σταυρός στο κέντρο, στεφάνια με λουλούδια, λούτρινα παιχνίδια και φωτογραφίες των θυμάτων κοσμούν το κατεστραμμένο γυμναστήριο όπου γράφτηκε μία από τις πιο μελανές σελίδες στη σύγχρονη ιστορία.
Πηγή: Μηχανή του Χρόνου
- Πρωτοφανές περιστατικό: Αμερικανικό μαχητικό καταρρίφθηκε κατά λάθος από αμερικανικό καταδρομικό
- Στην Τούμπα κλείνουν τη χρονιά ΠΑΟΚ και Ατρόμητος
- Αρκάς: Η καλημέρα της Κυριακής έχει γεύση από κουραμπιέδες
- Κρήτη: Συνελήφθη 46χρονος στο Ηράκλειο – Κατηγορείται για κατοχή αρχαίων αντικειμένων
- Φωτεινή Βελεσιώτου: «Δεν εκτιμώ τους τράπερ γιατί ο στίχος τους υποτιμά τις γυναίκες»
- Αξιαγάπητη: Οι δυσκολίες και η πολυπλοκότητα των σχέσεων στο μικροσκόπιο