Τρεις ράγες προς την αλήθεια
Δεν θα πρέπει τέλος να υποτιμάται η συνέχιση της διερεύνησης από τον Τύπο. Πολλά θα είχαν μείνει ως τώρα στο σκοτάδι αν δεν «μιλούσε», ακόμα και με υπερβολές, ο Τύπος
Σε τρεις ράγες τρέχει πλέον η διερεύνηση της «υπόθεσης υποκλοπών»: μια κοινοβουλευτική, μια δικαστική, μια δημοσιογραφική. Και οι τρεις στηρίζονται – ή θα έπρεπε, μετά τα όσα έχουν γίνει γνωστά, να στηρίζονται – σε κοινές βάσεις: την πάγκοινη διαπίστωση, που αποδέχεται και η κυβέρνηση, ότι υπάρχει σοβαρό θεσμικό ζήτημα και την επίσης πάγκοινη βούληση, στην οποία ελπίζω ότι μετέχει και η κυβέρνηση, να φωτιστεί η αλήθεια. Που θα πει: Να μάθουμε τι ακριβώς συνέβη και να τιμωρηθούν αυτοί που ευθύνονται για ενδεχόμενες παρανομίες.
Η κοινοβουλευτική διερεύνηση είναι, εκ φύσεως, η λιγότερο πρόσφορη να δώσει πρακτικό αποτέλεσμα. Τα (θεσμικά) όρια μιας εξεταστικής επιτροπής που ηγεμονεύεται από την πλειοψηφία, η (πάγια) επικράτηση των κομματικών «γραμμών» σε παρόμοιες διαδικασίες, η (κακή) πρακτική της παρούσας πλειοψηφίας να δώσει εξαρχής «αμυντικό» χαρακτήρα στη στάση της (ιδίως μέσα από την άρνηση να εξεταστούν μάρτυρες που προτάθηκαν από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, με πρώτο το κόμμα του οποίου ο αρχηγός τέθηκε υπό παρακολούθηση από τις μυστικές υπηρεσίες) – όλα αυτά δεν προοιωνίζονται ούτε αποκαλύψεις ούτε υπηρέτηση της αλήθειας. Αυτό που κυρίως διακυβεύεται, και είναι δημοκρατικά κρίσιμο, είναι να υπάρξει σεβασμός της σημασίας της υπόθεσης, να αποφευχθούν κορόνες και υπερβολές, να προετοιμαστεί το έδαφος για τη Δικαιοσύνη.
Σε αυτή τη δεύτερη – τη δικαστική – διερεύνηση είναι λογικό να εναπόκεινται οι περισσότερες προσδοκίες για φωτισμό της υπόθεσης. Θεωρητικά τουλάχιστον, η Δικαιοσύνη είναι «ανεξάρτητη» και διαθέτει τα «όπλα» να κάνει τη δουλειά της. Ηδη ενώπιόν της έχουν οδηγηθεί τρεις συνδεόμενες αλλά διακριτές δικογραφίες -κατά των δύο δημοσιογράφων που παρακολουθούνταν, κατά του προέδρου του ΠΑΣΟΚ και, εντελώς πρόσφατα, κατά στελέχους της αξιωματικής αντιπολίτευσης που θεωρεί ότι είχε γίνει προσπάθεια «παγίδευσης» του κινητού του τηλεφώνου -, οι οποίες έχουν ανατεθεί σε διαφορετικούς εισαγγελικούς λειτουργούς. Κρίσιμες παραμέτρους της δικαστικής διερεύνησης αποτελούν η ταχύτητα διεκπεραίωσης – σε «πολιτικού» χαρακτήρα υποθέσεις η καθυστέρηση ισοδυναμεί, ακόμα περισσότερο από τις άλλες, με αρνησιδικία και πλήττει και τους θεσμούς και την ίδια τη Δικαιοσύνη -, η σφαιρικότητα – είναι αναγκαίο να συγκεντρωθούν όλες οι σχετικές υποθέσεις υπό την ίδια «ομπρέλα» -, η συνδρομή όλων των εμπλεκομένων παραγόντων, δημόσιων (στην πρώτη γραμμή ΕΥΠ και ΑΔΑΕ) και ιδιωτικών (όλα τα πρόσωπα που γνωρίζουν), χωρίς χρήση του «απορρήτου» ως πρόφασης, καθώς και η δυνατότητα «απόκρουσης» των αναπόφευκτων, άμεσων ή έμμεσων, «παρεμβάσεων» εκ μέρους της εκτελεστικής εξουσίας.
Δεν θα πρέπει τέλος να υποτιμάται η συνέχιση της διερεύνησης από τον Τύπο. Πολλά θα είχαν μείνει ως τώρα στο σκοτάδι αν δεν «μιλούσε», ακόμα και με υπερβολές, ο Τύπος, ο οποίος έτσι, εκτός των άλλων, έχει την ευκαιρία να αποδείξει ότι όσα λέγονται, εντός και εκτός της χώρας, για έλλειψη ανεξαρτησίας και για ποδηγέτηση από την εξουσία είναι εκτός πραγματικότητας.
Ελπίδα όλων είναι οι τρεις ράγες ούτε να συγκρουστούν ούτε να οδηγήσουν σε μαύρο τούνελ.
Ο Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις