Πούτιν: Οι δυσκολίες της επιστράτευσης, η υπόσχεση που αθετήθηκε και η εσωτερική αντιπολίτευση
Μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ στον Βλαντίμιρ Πούτιν η μερική επιστράτευση την οποία διέταξε;
Στις 21 Σεπτεμβρίου ο Βλαντίμιρ Πούτιν ανακοίνωσε την μεγαλύτερη στρατιωτική επιστράτευση από την εποχή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Στο τηλεοπτικό του διάγγελμα, ο Ρώσος πρόεδρος υποστήριξε ότι η μερική επιστράτευση χρειαζόταν για να προστατευτεί η χώρα και η εδαφική της ακεραιότητα.
Το Al Jazeera, σε ανάλυσή του, παρουσιάζει τα τρία «αγκάθια» που έχει να αντιμετωπίσει ο Πούτιν μετά την απόφασή του.
Χιλιάδες συλλήψεις διαδηλωτών
Η ανακοίνωση του Πούτιν προκάλεσε διαδηλώσεις και επιθέσεις σε κέντρα επιστράτευσης σε ολόκληρη τη χώρα και οδήγησε στη σύλληψη, σύμφωνα με την ανεξάρτητη οργάνωση OVD-Info , περίπου 2.400 ατόμων.
Η επιστράτευση είναι χαοτική, σύμφωνα με το Al Jazeera. Υπήρξαν αναφορές ότι άτομα που δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις επιστράτευσης, συμπεριλαμβανομένων των πατέρων τεσσάρων ή περισσότερων παιδιών, των ατόμων με αναπηρία ή όσων ήταν μεγαλύτεροι από το όριο ηλικίας στράτευσης, έλαβαν ειδοποιήσεις από τον στρατό, γεγονός που αύξησε την οργή της κοινής γνώμης και προκάλεσε μια σπάνια – αν και διάσπαρτη – κριτική από κυβερνητικούς αξιωματούχους.
«Χτύπημα» στη δημοφιλία του Πούτιν
Εκατοντάδες χιλιάδες Ρώσοι αναζήτησαν διέξοδο, καταφεύγοντας σε συνοριακά περάσματα με γειτονικές χώρες για να φύγουν και να αποφύγουν την επιστράτευση.
Τις πρώτες τέσσερις ημέρες μετά την ανακοίνωση της μερικής επιστράτευσης, περίπου 260.000 άνδρες φέρεται να ταξίδεψαν στο εξωτερικό. Σε έρευνα που διεξήχθη από την ανεξάρτητη εταιρεία δημοσκοπήσεων Levada Center, σχεδόν οι μισοί από τους ερωτηθέντες δήλωσαν ότι ένιωσαν φόβο μετά την ανακοίνωση της επιστράτευσης και το 13% θυμό.
Σύμφωνα με πληροφορίες του Al Jazeera, χιλιάδες στρατιώτες που είχαν επιστρατευτεί κρίθηκαν ακατάλληλοι για υπηρεσία και επέστρεψαν στα σπίτια τους.
Την ώρα που οι διαμαρτυρίες έχουν υποχωρήσει μετά από σκληρή καταστολή από τις ρωσικές αρχές, οι πολιτικές επιπτώσεις της επιστράτευσης και οι συνεχιζόμενες αποτυχίες στον πόλεμο στην Ουκρανία θα μπορούσαν να είναι σημαντικές, λένε οι αναλυτές.
«Ελαφρώς καθυστερημένη η επιστράτευση»
Ο ρωσικός στρατός εξαπέλυσε την πλήρους κλίμακας εισβολή του στην Ουκρανία στα τέλη Φεβρουαρίου, όταν ο Πούτιν αντιμετώπιζε πτώση των ποσοστών αποδοχής του, αφού το λεγόμενο «φαινόμενο της Κριμαίας» είχε εξασθενήσει, σημειώνει το Al Jazeera. Ο όρος αυτός αναφέρεται στη σημαντική άνοδο της δημοτικότητάς του μετά την κατάληψη και προσάρτηση από τη Ρωσία της ουκρανικής χερσονήσου της Κριμαίας το 2014.
Η σχετικά γρήγορη και αναίμακτη κατάληψη ξένης επικράτειας πριν από οκτώ χρόνια ώθησε το ποσοστό αποδοχής του από περίπου 60% σε σχεδόν 90%. Η εισβολή του Φεβρουαρίου είχε παρόμοιο αποτέλεσμα, ανεβάζοντας τα ποσοστά του από το 65% στο 80%.
Ωστόσο, η αποτυχία να εξασφαλιστεί μια γρήγορη νίκη, οι πρόσφατες αποτυχίες στο μέτωπο και τώρα η αντιλαϊκή επιστράτευση θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν τη δυσαρέσκεια προς τη ρωσική κυβέρνηση και τον ίδιο τον Πούτιν.
Τι δείχνουν οι δημοσκοπήσεις
Τον Σεπτέμβριο, οι δημοσκοπήσεις έδειξαν πτώση της δημοτικότητάς του στο 77%.
Επιπλέον, η επιστράτευση, που ξεκίνησε ως απάντηση στην επιτυχημένη ουκρανική αντεπίθεση, μπορεί να μη φέρει μια δραματική ανατροπή στο πεδίο της μάχης που θα μπορούσε να συσπειρώσει τους πολίτες γύρω από τον Ρώσο πρόεδρο.
«Δεν νομίζω ότι (σ.σ. η επιστράτευση) θα αλλάξει την πορεία αυτού του πολέμου, διότι ήρθε ελαφρώς αργά, αλλά πιθανώς είναι και πολύ λίγη», δήλωσε στο Al Jazeera ο Κόνραντ Μουζίκα, αμυντικός αναλυτής και διευθυντής της Rochan Consulting.
Σύμφωνα με τον Μουζίκα, ο ρωσικός στρατός θα αντιμετωπίσει διάφορες προκλήσεις κατά την ανάπτυξη των νεοσυλλέκτων στρατιωτών, όχι μόνο λόγω της περιορισμένης εμπειρίας τους, αλλά και επειδή ο στρατός δεν ήταν σε θέση να επιλύσει ζητήματα υλικοτεχνικής υποδομής, συμπεριλαμβανομένης της παροχής κατάλληλου εξοπλισμού, όπλων και ακόμη και τροφίμων.
Υπήρχαν αναφορές για χαμηλό ηθικό μεταξύ των ρωσικών στρατευμάτων, ακόμη και πριν από την επιστράτευση. Η εσπευσμένη μετάβαση των επιστρατευμένων στο πεδίο της μάχης χωρίς επαρκή εκπαίδευση ή εξοπλισμό είναι πιθανό να επιδεινώσει τη δυσαρέσκεια εντός της τάξης του στρατού.
Η επιστράτευση δεν θα μπορέσει επίσης να αντισταθμίσει άλλα σημαντικά προβλήματα, όπως η εξάντληση των βαρέων όπλων και των πυρομαχικών. Οι αναφερόμενες εισαγωγές από το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα είναι απίθανο να βοηθήσουν ούτε σε αυτό, δήλωσε ο Μουζίκα.
Η υπόσχεση που αθετήθηκε
Μετά τη διαταγή για την επιστράτευση, η προοπτική περισσότερων στρατιωτικών ηττών και η απώλεια ζωών Ρώσων πολιτών στον πόλεμο τροφοδότησε την ανησυχία της κοινής γνώμης.
Στη δημοσκόπηση του Levada Center, περίπου το 88% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι ανησυχεί για τον πόλεμο στην Ουκρανία, από 74% τον Αύγουστο.
Η ρωσική κυβέρνηση προσπάθησε να «ντύσει» το σχέδιο με την ίδια γλώσσα που χρησιμοποίησε για να δικαιολογήσει την πλήρους κλίμακας εισβολή τον Φεβρουάριο, αναφερόμενη στην καταπολέμηση του ναζισμού και σε μια υπαρξιακή αντιπαράθεση με τη Δύση, αλλά αυτή τη φορά, αυτό δεν βοήθησε στη συγκέντρωση της δημόσιας υποστήριξης ή στον κατευνασμό των φόβων.
«Όταν ο Πούτιν κάνει συγκρίσεις με τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, κοροϊδεύει τον εαυτό του. Δεν νομίζω ότι αυτό το μήνυμα πουλάει πολύ καλά στη Ρωσία», δήλωσε στο Al Jazeera ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Johns Hopkins.
Τα θεμέλια της νομιμότητας του Πούτιν φαίνεται επίσης να κλονίζονται.
Η επιστράτευση έφερε τον πόλεμο πιο κοντά στο σπίτι πολλών Ρώσων, οι οποίοι θέλουν για πρόεδρο έναν ηγέτη που εγγυάται τη σταθερότητα, παρέχει κοινωνικοοικονομική άνεση και αποκαθιστά τη θέση της χώρας ως μεγάλης δύναμης, σημειώνεται στην ίδια ανάλυση.
Σύμφωνα με τον Αντόν Μπαρμπάσιν, πολιτικό αναλυτή και διευθυντή σύνταξης του Riddle Russia, η εμπλοκή του ρωσικού πληθυσμού σε τέτοια κλίμακα αντικατοπτρίζει μια «αθετημένη υπόσχεση της εξωτερικής πολιτικής του Πούτιν» – ότι οι ξένες στρατιωτικές του περιπέτειες δεν θα εισέρχονταν στα ρωσικά σπίτια.
Όμως, κατά την άποψη του Μπαρμπάσιν, οι αυξανόμενες ανησυχίες των Ρώσων είναι απίθανο να προκαλέσουν μαζικές αναταραχές. Η απώλεια της νομιμότητας θα οδηγούσε σε αύξηση της κρατικής βίας προκειμένου να αυξηθεί ο φόβος και ο έλεγχος του πληθυσμού, είπε ο ίδιος.
Εντάσεις στο εσωτερικό της πολιτικής ελίτ
Αν και η πολιτική καταστολή μπορεί να ενταθεί στο εγγύς μέλλον, αυτή η απώλεια νομιμότητας θα μπορούσε να αποδυναμώσει τη νομιμοποίηση του Πούτιν στην εξουσία και την ικανότητά του να εξισορροπεί διάφορα συμφέροντα και συγκρουόμενες ομάδες εντός της πολιτικής ελίτ.
Τις τελευταίες ημέρες, η απογοήτευση εντός της ρωσικής πολιτικής ελίτ έχει έρθει στο προσκήνιο, καθώς η δημόσια κριτική για τα προβλήματα της επιστράτευσης και τις αποτυχίες του πολέμου έχει ενταθεί.
Δημόσια πρόσωπα που πρόσκεινται στον Πούτιν, όπως ο ηγέτης της Τσετσενίας Ραμζάν Καντίροφ και ο επιχειρηματίας Γεβγκένι Πριγκόζιν, έχουν επιτεθεί ανοιχτά στο υπουργείο Άμυνας. Ο αντιστράτηγος εν αποστρατεία Αντρέι Γκουρούλιεφ κατηγόρησε επίσης την ηγεσία του στρατού ότι «λέει ψέματα» και υποβάλλει ψευδείς αναφορές ότι η κατάσταση στο μέτωπο είναι καλή.
Στα τέλη Σεπτεμβρίου εκδιώχθηκε ένας αναπληρωτής υπουργός Άμυνας, αρμόδιος για την υλικοτεχνική υποδομή, ο οποίος προστέθηκε σε κάμποσους ακόμη που απομακρύνθηκαν τους τελευταίους μήνες λόγω θεωρούμενων αποτυχιών.
Η απουσία του υπουργού Άμυνας Σεργκέι Σοϊγκού από τις δημόσιες εκδηλώσεις μέχρι πρόσφατα τροφοδότησε τις εικασίες σχετικά με τις διαφορές του με τον Πούτιν.
Υπάρχουν επίσης αναφορές στα δυτικά μέσα ενημέρωσης για αυξανόμενη δυσαρέσκεια εντός της ανώτατης ιεραρχίας του ρωσικού στρατού με τις αποφάσεις του προέδρου.
Σύμφωνα με την Γκουλνάζ Σαραφουτντίνοβα, καθηγήτρια ρωσικής πολιτικής στο King’s College του Λονδίνου, ο πόλεμος θα μπορούσε να επιδεινώσει τις συστημικές αδυναμίες και εντάσεις.
«Δεν υπάρχει αντιστοιχία ένα προς ένα μεταξύ μιας νίκης στην Ουκρανία και της επιβίωσης του καθεστώτος. (σ.σ. Αλλά) η πιθανότητα επιβίωσης είναι όντως μικρότερη αν η Ρωσία χάσει», δήλωσε στο Al Jazeera.
Άλλες προκλήσεις
«Οι προκλήσεις θα μπορούσαν να προκύψουν από διαφορετικές πηγές, αλλά είναι πιο πιθανό να συνδεθούν με πιο ριζοσπαστικές ομάδες και ηγέτες που ασκούν βία (έχουν στρατούς για να τους υποστηρίξουν), όπως ο Καντίροφ και ο Πριγκόζιν».
Σε αντίθεση με όλους τους άλλους περιφερειακούς ηγέτες της Ρωσίας, ο Καντίροφ διοικεί μια δύναμη πιστή σε αυτόν που είναι ξεχωριστή από τον ρωσικό στρατό. Απολαμβάνει τη δημόσια έγκριση του Πούτιν για τον ρόλο του στον πόλεμο.
Ο Πριγκόζιν, ο οποίος είναι γνωστός ως «ο σεφ του Πούτιν», είναι ο ιδρυτής της μισθοφορικής ομάδας Wagner και συμμετείχε προσωπικά στην προσπάθεια στρατολόγησης για τον πόλεμο.
Η παρουσία των δυνάμεων του Καντίροφ στην Ουκρανία έχει προκαλέσει εντάσεις με τον τακτικό στρατό.
Πρόσφατα, ορισμένα μέλη του κατηγορήθηκαν για βιασμό δύο στρατιωτών που επιστρατεύτηκαν από τον τοπικό πληθυσμό στην κατεχόμενη περιοχή του Ντονέτσκ για να πολεμήσουν στο πλευρό του ρωσικού στρατού.
Σύμφωνα με τον Ρανττσένκο, ενώ ένα πραξικόπημα κατά του Πούτιν είναι απίθανο επειδή έχει περιβάλει τον εαυτό του με πιστούς, δεν είναι αδύνατο.
«Δεδομένης της ιστορικής μας κατανόησης για το πώς συμβαίνουν αυτά τα πράγματα, μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι πίσω από τα παρασκήνια που δεν είναι ευχαριστημένοι με την εξουσία του Πούτιν», είπε. «Αν αποφασίσουν να κινηθούν εναντίον του, τότε η εμπλοκή του στρατού θα είναι κρίσιμη», κατέληξε.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις