Δύο κυρίες του θεάτρου
Η Ειρήνη Παπά και η Μάρθα Καραγιάννη
Πρόσφατα έφυγαν από τη ζωή δύο ηθοποιοί, δύο κυρίες του θεάτρου που βρέθηκαν στο κέντρο μιας ιδιαίτερα γόνιμης στιγμής του θεάτρου μας. Η Ειρήνη Παπά και η Μάρθα Καραγιάννη. Ξεκίνησαν την καριέρα τους με την κολυμπήθρα, όπου για χρόνια βαφτίζονταν οι έλληνες ηθοποιοί, την επιθεώρηση. Ενα θεατρικό είδος μοναδικό στην ιστορία του παγκοσμίου θεάτρου. Αν υπάρχει κάτι ανάλογο, έγινε σε ατομικό επίπεδο, σε σατιρικά σήμερα καμπαρέ. Ο Γούντι Αλεν στην Αμερική και οι Ντε Φίλιπο και ο Ντάριο Φο και πληθώρα άγγλων και γερμανών ιδιοφυών σίγουρα, όπως εδώ ο Αττίκ και αργότερα ο Χάρρυ Κλυνν. Συγγραφείς, ηθοποιοί, τραγουδιστές και χορευτές στα νούμερα των 10 λεπτών που άφηναν έντονη την παρουσία τους στο κοινό.
Εχω χρόνια πριν ασχοληθεί με τη μοναδικότητα της ελληνικής επιθεώρησης. Ξεκίνησε από μια φτωχή παραγωγή για να μιμηθεί τους θεατρίνους και τους θιάσους της Ευρώπης που έρχονται στην Αθήνα και έπαιζαν τα λεγόμενα revue, αλλά στην Αθήνα από δυσχέρεια οικονομική υποβαθμίστηκε το θέαμα και ενισχύθηκε η σάτιρα που από σάτιρα ηθών στην Ευρώπη και την Αμερική εδώ έγινε σάτιρα των πολιτικών προσώπων και των θεσμών.
Το 1949 ο πατέρας μου μόλις είχε γυρίσει από την εξορία, φιλόλογος χωρίς δουλειά, ζούσε με ιδιαίτερα μαθήματα σαν το κρυφό σχολειό. Με κάλεσε στην Αθήνα από τη Λαμία που ζούσαμε και φανατικός θεατρόφιλος κάθε βράδυ με μυούσε στη θεατρική εμπειρία. Τότε είδα την Κοτοπούλη στην «Ορέστεια» του Ροντήρη, τότε την Κυβέλη σε Ξενόπουλο και τότε μυήθηκα και στην επιθεώρηση. Πρωτοείδα αυτό το κατεξοχήν ιθαγενές είδος θεάτρου το καλοκαίρι του 1949 και την επιθεώρηση «Ανθρωποι – Ανθρωποι». Ο τίτλος οφειλόταν σε μια ατάκα της ταινίας «Οι Γερμανοί ξανάρχονται» και την έλεγε ένας τρελός που τον υποδύονταν ο Χρήστος Τσαγανέας. Στην εξαίσια εκείνη επιθεώρηση πρωταγωνιστούσαν όλοι οι μεγάλοι θεατρίνοι του είδους, από τη Ρένα Ντορ και τη Σπεράντζα Βρανά ως τον Ορέστη Μακρή, τον Ζαζά και τον Τσαγανέα. Τότε, λοιπόν, σε αυτή την επιθεώρηση, σχεδόν ως ωραία φιγκιράν, πρωτοεμφανίστηκε στο κοινό η Ειρήνη Παπά, μια εκπάγλου καλλονής μελαχρινή γυναίκα. Ελεγε δύο ατάκες, αλλά το κοινό έμεινε άναυδο με τη ζουμερή παρουσία της και άνοιγε το πρόγραμμα να δει το όνομά της. Οταν, αργότερα, είχα αναφέρει στην Ειρήνη εκείνη την εφηβική μου εμπειρία, εξέφρασε την ευγνωμοσύνη της στα θηρία τότε του είδους για τη ζεστή φιλοξενία μιας νέας συναδέλφου.
Την Ειρήνη Παπά το μεγάλο κοινό τη γνώρισε από το σινεμά. Ο πρωτοπόρος έλληνας κινηματογραφικός δημιουργός Γρηγόρης Γρηγορίου, με το νεορεαλιστικό (ένδοξη μόδα της εποχής) φιλμ «Νεκρή Πολιτεία», την καθιέρωσε πρωταγωνίστρια. Ακολούθησαν και άλλα έργα της περιόδου που δημιούργησε τα θεμέλια του ελληνικού σινεμά. Με αυτά τα ένσημα η Ειρήνη Παπά πήγε στην Ιταλία όπου κι εκεί ανθούσε ο κριτικός ρεαλισμός του Ντε Σίκα και των άλλων μεγάλων δημιουργών. Δεν είναι, λοιπόν, τυχαίο πως στην ελληνική θεατρική σκηνή την έφερε ύστερα από χρόνια απουσίας ο Μιχάλης Κακογιάννης. Αλλά την έφερε στο θέατρο, και μάλιστα στο ποιητικό, σκηνοθετώντας την, δίπλα στον Κώστα Καζάκο το 1979 στο έργο του Σαίξπηρ «Αντώνιος και Κλεοπάτρα».
Ενα φιάσκο, για το οποίο, βέβαια, δεν έφταιγαν οι πρωταγωνιστές, αφού δεν είχαν καμία πείρα του είδους. Εκείνο που ξέρω είναι πως η Ειρήνη είχε καταφύγει στα ιδιαίτερα μαθήματα που της έκανε τότε στη μοναξιά του ο Δημήτρης Ροντήρης. Μαθητής του εγώ και βοηθός θυμάμαι στον αγώνα της Ειρήνης να αρθρώσει ποιητικό λόγο και άλλη υποκριτική παλέτα απ’ την κινηματογραφική τεχνική. Ο Κακογιάννης την παρέσυρε και σε ένα άλλο φιάσκο, σκηνοθετώντας στην Επίδαυρο με τον ΘΟΚ την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή. Ο καλός σκηνοθέτης του σινεμά που είχε διακριθεί στο σινεμά με την «Ηλέκτρα» του Ευριπίδη, βούλιαξε στα ρηχά του ποιητικού θεάτρου και μαζί του η Παπά που, χωρίς αμφιβολία, όπως μου τόνιζε κι ο Ροντήρης, είχε προσόντα, αν τα εκμεταλλευόταν σωστά μετά την άσκηση για το μεγάλο ποιητικό θέατρο.
Ο Κακογιάννης, που αξιοποίησε έξοχα τον Χορν, τη Λαμπέτη, τον Γιώργο Παππά, αλλά και την Κάθριν Χέμπορν στη μεγάλη οθόνη, δεν κατείχε την ιστορία του ελληνικού ποιητικού θεάτρου. Η Ειρήνη Παπά έφερε βαρέως την αποτυχία της και δεν τη συγχώρησε στον Κακογιάννη. Διότι είχε πειστεί από τον Ροντήρη, και ήμουν παρών, πως είχε τα εξελίξιμα για το είδος προσόντα. Ο Ροντήρης μετά το μάθημα στο σπίτι του στη Μιχαλακοπούλου μιμόταν με αγάπη την πελοποννησιακή προφορά της Ειρήνης.
Η Παπά θα μείνει στην ιστορία του πολιτισμού μας με τις εξαίσιες ερμηνείες της στο σινεμά. Ο φακός ήταν, όπως και στη Μελίνα, ερωτευμένος μαζί της. Αξιοποιούσε όλες τις γωνίες ενός προσώπου που παρέπεμπε σε αρχαίες προτομές, ελληνικές και ρωμαϊκές. Εφυγε, αφού πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής της μέσα στη μοναξιά που ευχόμαστε να μην είχε τη συνείδηση να τη βιώνει!
Λίγες μέρες αργότερα έφυγε από τη ζωή και η Μάρθα Καραγιάννη. Είχα την τύχη, όντας γείτονάς της, να περνούμε με τη μακαρίτισσα τη γυναίκα μου όμορφα βράδια στο σπίτι της, όσο ακόμα ζούσε και ο Γιάννης Δαλιανίδης, με τον οποίο κατοικούσαμε στην ίδια πολυκατοικία. Η Μάρθα ξεκίνησε τη θεατρική της καριέρα ως χορεύτρια. Είχε δασκάλα την έξοχη Λουκία Σακελλαρίου, στενή συνεργάτιδα του Ροντήρη σε όλες τις επιδαύριες και διεθνείς παρουσίες, είτε με την «Ηλέκτρα», είτε με την «Ορέστεια», είτε με την «Ιφιγένεια εν Αυλίδι».
Η θητεία της Μάρθας Καραγιάννη στις τεχνικές και του μπαλέτου και του εκφραστικού χορού της εξασφάλισαν μια έξοχη σκηνική συμπεριφορά απέριττη και σημαίνουσα, το ότι στην πορεία απέδειξε πως είχε και υποκριτικά προσόντα και έξοχη μουσική φωνή, την προετοίμασαν για μια καριέρα που αναδείχθηκε ακρογωνιαίος λίθος. Ο αξέχαστος φίλος Γιάννης Δαλιανίδης, που ξεκίνησε από την επιθεώρηση ως χορευτής (τον είχα δει στη Λαμία!) την επέλεξε και για την τεχνική της και για το επαγγελματικό της ήθος και την ικανότητά της να αφομοιώνει και να υπηρετεί σκηνοθετικές και δραματουργικές συλλήψεις. Πόσες φορές βράδια ολόκληρα στο εστιατόριο κάτω από το σπίτι που κατοικούσαμε με τον Δαλιανίδη δεν ζήσαμε τις συζητήσεις του έμπειρου στο αξιόλογο λαϊκό σινεμά σκηνοθέτη και της πρόθυμης να αφομοιώσει κάθε σκηνοθετική πρόταση Καραγιάννη.
Και μετά τον θάνατο του Δαλιανίδη, όντας γείτονες με τη Μάρθα, περάσαμε βράδια ευχάριστα από αναμνήσεις, εμπειρίες, απορίες και απογοητεύσεις. Θα μου μείνουν αξέχαστες οι εκτιμήσεις της Μάρθας για την εποχή της ακμής, τους συναδέλφους και τον θαυμασμό του κοινού για τους εργάτες της τέχνης. Και στην παρέα θα μείνει αξέχαστη η ανοιχτοσύνη, το χιούμορ και η γενναιοδωρία της Καραγιάννη.
- Σαουθάμπτον – Λίβερπουλ 2-3: Ανατροπή και στο +8!
- Χαβιέ Μπαρδέμ: «Δεν ήθελα να συναντήσω τους δολοφόνους Μενέντεζ»
- Ο «θαυμασμός» της Μέρκελ για τον Τσίπρα – Τι γράφει για τους Έλληνες πρώην πρωθυπουργούς στα απομνημονεύματά της
- Κλιματική κρίση: Διάχυτη η απογογήτευση μετά την διάσκεψη COP29 – «Καμία χώρα δεν πήρε αυτά που ήθελε»
- Πήρε τον βαθμό στο 90+3′ ο Πανιώνιος (2-2) – Εύκολη νίκη για τον Μακεδονικό (3-1, vids)
- Economist: Τι θα κάνει ο νέος «τσάρος» της αμερικανικής οικονομίας που επέλεξε ο Τραμπ