Ο Ναντίμ Χαμάντ στα 13 του χρόνια ξεκίνησε για το δύσκολο ταξίδι του από το Πακιστάν στην Ευρώπη.

Για τους δικούς του λόγους αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα του και να αναζητήσει ένα καλύτερο μέλλον στη Γηραιά Ήπειρο.

Όπως περιέγραψε στις «Ρίζες» μέχρι να φτάσει στην Κωνσταντινούπολη έκανε 25 ημέρες, πέρασε μέσα από δάση και έζησε έναν εφιάλτη.

Η Ελλάδα δεν ήταν ο προορισμός του… Ήθελε να πάει στη Σουηδία, όμως περνούσε ο καιρός και τελικά έμεινε εδώ. Πήγε σχολείο, έμαθε τη γλώσσα και τώρα ζει αξιοπρεπώς στέλνοντας το δικό του θετικό μήνυμα.

«Έφυγα από το Πακιστάν για τους δικούς μου λόγους και το ταξίδι ήταν εφιάλτης. Ήταν πάρα πολύ δύσκολο το ταξίδι από το Πακιστάν μέχρι να φτάσω στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, μέχρι να φτάσω στην Κωνσταντινούπολη έκανα 25 ημέρες. Ήταν μέσα από τα δάση και ήταν κάτι αξέχαστο, ένας εφιάλτης. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ», είπε στον Θανάση Ευθυμιάδη.

Εκείνο που του έδινε δύναμη για να συνεχίσει ήταν η σκέψη πως τον περίμενε ένα καλύτερο μέλλον: «Σκεφτόμουν αφού έχω φύγει από τη χώρα μου, την πατρίδα μου, εκεί που θα πάω είναι κάτι καλύτερο για μένα. Εάν θες κάτι καλύτερο για σένα πρέπει να το παλέψεις. Αυτό είπα μέσα μου, θα παλέψω και θα τα καταφέρω για μένα».

Όταν έφτασε στην Ελλάδα αντιμετώπισε δυσκολίες, καθώς δεν γνώριζε τη γλώσσα και δεν καταλάβαινε τίποτα.

«Η Ελλάδα δεν ήταν ο προορισμός μου. Ήταν να φύγω, να πάω στη Σουηδία, αλλά περνούσε ο καιρός και η Ελλάδα έγινε η δεύτερή μου πατρίδα. Είχα πάει πρώτα στη Σάμο πριν 13 χρόνια, ήταν η πρώτη δομή που πήγα. Έμεινα εκεί για λίγες ημέρες, από εκεί πήγα στην Αθήνα και από την Αθήνα στην ΑΡΣΙΣ. Τον πρώτα καιρό, όταν πήγα εκεί, γράφτηκα σε ένα σχολείο που τελείωσα την ΣΤ’ τάξη δημοτικού. Την επόμενη χρονιά γράφτηκα σε ένα γυμνάσιο και το 2014 άρχισα να δουλεύω μεταφραστής στη δομή που έμεινα σαν παιδί, σαν ασυνόδευτο ανήλικο. Τις πρωινές ώρες δούλευα, μετά τη δουλειά πήγαινα προπόνηση, μετά την προπόνηση έτρεχα να προλάβω το σχολείο», είπε ο Ναντίμ.

Για το εάν έχει έρθει αντιμέτωπος με ρατσιστικές συμπεριφορές, σχολίασε πως «είναι ένα φαινόμενο. Απλά να έχεις τη δύναμη να το αντιμετωπίζεις ή να το αγνοείς, γιατί δεν έχεις άλλη επιλογή».