Γράφει ο Xρίστος Χ. Λιάπης*

«Η κοινωνία εμφανίζεται, προς τον ίδιο τον εαυτό της, όλο και πιο στερημένη από νομιμότητα και παρακμάζει σε ασυνάρτητη μάζα ή συρρικνώνεται σε μαφίες», όπως γράφει ο Περνιόλα στην «Κοινωνία των ομοιωμάτων». Γιατί, μόνον σε κοινωνίες ομοιωμάτων οικογενειακού, δημόσιου και πολιτικού καθωσπρεπισμού μπορούν και αναφύονται «μαφίες» σαν αυτήν των ανθρωπόμορφων (όπως προκύπτει από τα ανακριτικά στοιχεία που έρχονται στο φως) τεράτων  της σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης της δωδεκάχρονης στον Κολωνό.

Μιας κοινωνίας όπου, σε παγκόσμιο επίπεδο, 10-15% των ανηλίκων κοριτσιών της έχουν υποστεί, σε κάποια φάση της ζωής τους, σεξουαλική κακοποίηση, ενώ τα ποσοστά αυτά είναι υποδιπλάσια για τα αγόρια.

Περίπου οι μισοί από τους πατεράδες που κακοποιούν σεξουαλικά τις κόρες τους, κακοποιούν παράλληλα και κορίτσια εκτός της οικογένειάς τους, ενώ ποσοστό που αγγίζει το 50% των δραστών σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων εμφανίζει κάποια διαταραχή προσωπικότητας, με συνηθέστερη την αντικοινωνική διαταραχή, χωρίς αυτό να αποτελεί διάγνωση ιατρικού ελαφρυντικού, αλλά δείγμα της ανικανότητάς τους να κατανοήσουν τη ζημιά που προκαλούν στο θύμα και την κοινωνία, την οποία είναι έτοιμοι να την εξαπατήσουν και να βλάψουν ξανά σε κάθε ευκαιρία, στοχεύοντας στο πιο ευαίσθητο κομμάτι της, στην προσωποποίηση του μέλλοντός της, στα ίδια τα παιδιά. Συχνά, μάλιστα και στα ίδια τους τα παιδιά.

Αποτελεί υπεραπλούστευση η προσέγγιση πως ο δράστης αναπαράγει τα ίδια του τα βιώματα, αν και είναι συχνές οι περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης των δραστών κατά την παιδική τους ηλικία.

Η κοινή γνώμη, μουδιασμένη από τις αποκαλύψεις, ζητά τον «χημικό ευνουχισμό» των δραστών, με αντιανδρογόνα, -αν όχι τον δημόσιο απαγχονισμό τους- σε μια απέλπιδα προσπάθεια να μην μετατραπεί «σε μια αδρανή, ενδορρηκτική, συντετριμμένη και ατομοποιημένη μάζα η οποία αμύνεται με την άσκηση της απάθειας». Μια κοινωνία που με την υπεραντίδρασή της, τώρα που όλα έρχονται στο φως, υπεραναπληρώνει τα ελλείμματα συνοχής, ενδιαφέροντος και αλληλεγγύης που απογυμνώνουν αποτρόπαια η υψηλή προγενέστερη κοινωνική ενσωμάτωση τέτοιων δραστών και η συχνά συνένοχη και συνεκμεταλλευτική σιωπή ακόμη και της ίδιας της οικογένειας των θυμάτων.

Οι επιστημονικές μελέτες, όμως, υποστηρίζουν πως αν και η χορήγηση αντιανδρογόνων καταστέλλει σημαντικά τη σεξουαλική διέγερση των παιδεραστών, αφήνει ανεπηρέαστο τον σαδισμό τους. Είναι οι ίδιες μελέτες που προσδιορίζουν, ως συνηθέστερες μεθόδους επιβολής της κακοποίησης, στα ανήλικα θύματα, τη χρήση ψυχοδραστικών (ναρκωτικών) ουσιών και την πειθώ. Μια πειθώ που δεν μπορεί, πλέον, να ασκήσει η κοινωνία μας, ούτε απέναντι στον ίδιο της τον εαυτό, όσο δεν δείχνει, ακόμη, έτοιμη να σταθεί με ψύχραιμη αυτοκριτική, απέναντι στα συντριμμένα, ανθρωπόμορφα, ομοιώματα του καθωσπρεπισμού της.

* Xρίστος Χ. Λιάπης MD, MSc,PhD, Ψυχίατρος – Διδάκτωρ Παν/μίου Αθηνών, Πρόεδρος ΔΣ ΚΕΘΕΑ, Μέλος Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Δημόσιας Υγείας