Προσωπικά καταλαβαίνω πολλούς από τους ακτιβισμούς και τη σημειολογική τους διάσταση. Ιδίως για μεγάλα θέματα όπως το περιβαλλοντικό. Στάθηκα όμως αμήχανα έως πολύ αρνητικά στην εικόνα των δύο κοριτσιών που πέταξαν σούπα τομάτας στα περίφημα Ηλιοτρόπια του Βαν Γκογκ στην Πινακοθήκη του Λονδίνου. Οχι, ζημιά στο έργο δεν έγινε. Και οι εν λόγω ακτιβίστριες- μέλη της ομάδας Just Stop Oil αποσαφήνισαν πως «αυτό που κάνουμε είναι να κρατάμε ζωντανή τη συζήτηση, ώστε να κάνουμε τις ερωτήσεις που έχουν σημασία». Λένε μάλιστα πως θέλουν να τραβήξουν την προσοχή του κόσμου, με τέτοιες ενέργειες, για θέματα όπως ο μεγάλος αριθμός αδειών ορυκτών καυσίμων που έχει παραχωρήσει η πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου, Λιζ Τρας, «το μέγεθος των επιχορηγήσεων που δίνονται στα ορυκτά καύσιμα συγκριτικά με την ανανεώσιμη ενέργεια». ΟΚ ως εδώ, αλλά εγώ επιστρέφω στον πίνακα και την πράξη.

Παρά την τεράστια επισκεψιμότητα χρηστών στα κοινωνικά δίκτυα και στα σάιτ στην είδηση του ακτιβισμού, είμαι βέβαιος πως το μεγαλύτερο μέρος του κοινού δεν στάθηκε θετικά στην εικόνα. Πολύ περισσότερο, δεν προωθήθηκε κάποιου είδους περιβαλλοντικός ριζοσπαστισμός, ούτε αναπτύχθηκε περαιτέρω κάποια οικολογική συνείδηση. Κι αυτό για έναν λόγο. Ο πρώτος είναι πως τα ζητήματα του κλίματος, των επιλογών των κυβερνήσεων, του άλλου παραδείγματος είναι όλο και περισσότερο ζητήματα υψηλής Πολιτικής και έχουν αξία όσο συνδέονται με μια συζήτηση για το ευρύτερο μοντέλο των κοινωνιών. Εχουν περάσει ανεπιστρεπτί οι εποχές που εντελώς αποσυνδεδεμένα από τους γύρω λειτουργούσαν διάφοροι οικολόγοι ακτιβιστές. Πάνε οι εποχές που η ατζέντα τους θεωρείτο πολυτελής ή μέρος ενός διαλόγου της μεσαίας τάξης της Δύσης που πλάι στην ευμάρειά της, προσέθετε και μια κάποια οικολογική συνείδηση. Για να μην παρεξηγηθώ: και τότε υπήρχαν αγωνιστές οικολόγοι πρωτοπόροι με τεράστια αυτοθυσία και συμβολή. Και στη χώρα μας. Και με προβλέψεις που επαληθεύθηκαν εντελώς – δυστυχώς για το κλίμα και την πολιτική των πολυεθνικών. Και τότε υπήρξαν πρωτοβουλίες που άνοιξαν μια συζήτηση.

Σήμερα όμως είναι πολύ διαφορετικά τα πράγματα. Το κλίμα, η κλιματική κρίση και όχι απλά αλλαγή, είναι μείζον θέμα αλλά και δείχνει μια άλλη πορεία που θα πρέπει να ακολουθήσουμε για να είναι βιώσιμος ο πλανήτης μας. Κι αυτό προφανώς δεν περνάει από μια «οικολογία των ευμαρών» ή των «μεσαίων» αλλά από κεντρικές στρατηγικές που θα τέμνονται με έναν βαθύ ριζοσπαστισμό και δεν θα αποτελούν οι περιβαλλοντικές πρωτοβουλίες υποκατάστατό του. Μια πολιτική οικολογία που θα θέτει ζητήματα στην καρδιά του σημερινού μετα-καπιταλισμού και δεν θα αποτελεί μια παράλληλη θεολογία ή μια new age θρησκεία. Παραδείγματα έμπρακτα άλλου μοντέλου υπάρχουν και στην Ελλάδα, π.χ. η κοινότητα του Πελίτι, αλλά και συσσωρευμένη εμπειρία πια ώστε τα κόμματα, έστω αυτά που θέλουν κάτι άλλο για τις κοινωνίες, να ενσωματώσουν δέσμες μέτρων και προτάσεων στα προγράμματά τους. Με μάχη μέσα και έξω από τη Βουλή. Με μεγάλες ψηφιακές διαβουλεύσεις. Με συμπράξεις στο πεδίο και με πίεση στην ΕΕ και σε διεθνή φόρα.

Συγγνώμη όμως, με τοματόσουπες στον Βαν Γκογκ, δεν βγαίνει κάτι. Αντίθετα: αποστέλλεται ένα μήνυμα μηδενισμού για ένα τεράστιο έργο τέχνης. Δεν σχετίζεται το κλίμα και η κρίση με τον κορυφαίο δημιουργό. Και μηδενίζεται και η όποια σημειολογία. Στα Ονειρα του Κουροσάβα, ο Μάρτιν Σκορσέζε, που τον υποδύεται, μπαίνει μέσα σε έναν πίνακα του Βαν Γκογκ. Η υψηλή Τέχνη είναι εκεί αιώνια για να την καταλάβουμε και να μας μεταφέρει τα πολλαπλά της σήματα. Ας το θυμούνται οι συμπαθείς ακτιβίστριες.