Οδυσσέας Ελύτης: Ο ενιαίος ελληνικός λόγος
Για μερικούς ανθρώπους η συγγραφή δεν είναι φιλοδοξία, είναι υψηλή αποστολή
- «Ειρωνικός, σαρκαστικός, λες και έχει κάνει κατόρθωμα» - Σοκάρουν οι περιγραφές για τον αστυνομικό της Βουλής
- «Πνιγμός στα 30.000 πόδια» - Αεροπλάνο άρχισε να πλημμυρίζει εν ώρα πτήσης [Βίντεο]
- Δημήτρης Ήμελλος: Το τελευταίο αντίο στον αγαπημένο ηθοποιό -Τραγική φιγούρα η μητέρα του
- «Πρέπει να κάνουν δήλωση ότι σέβονται το πολίτευμα» - Οι όροι για να πάρουν την ιθαγένεια οι Γλύξμπουργκ
Το φως της λαμπάδας που άναψε αυτός ο νεαρός διάκονος της Βηρυτού φτάνοντας μια μέρα στη Βασιλεύουσα μ’ ένα τυλιχτάρι κάτω από τη μασχάλη, για να κλειστεί σ’ ένα καμαράκι και να γράψει εκατοντάδες ποιήματα, δεν ομολογεί απλώς πίστη και αφοσίωση στην εκκλησία του Χριστού· καίει και θρέφεται από μια παράδοση, που δεν είχε ίσως κανένα πλέον αντίκρισμα στον απέραντο ελληνόφωνο πληθυσμό –ηττημένη καθώς ήτανε από τον μονοθεϊσμό και τις νέες ανθρωπιστικές αξίες–, κρατιότανε όμως γερά, σαν τρόπος εκφραστικός, αγκιστρωμένη από τη γλώσσα, κι έτοιμη, μέσ’ απ’ αυτήν, να περάσει στο αντίπαλο στρατόπεδο για να κατισχύσει με τον ίδιο τρόπο ακριβώς που ο φορέας της είχε, ειρηνικά κι εκείνος, πετύχει να βρεθεί, από υποτελής, κυρίαρχος και ιδρυτής μιας παντοδύναμης Αυτοκρατορίας. Οι μυστικές πνευματικές δυνάμεις, καθώς βλέπουμε, ακολουθούν κάποτε τη μοίρα των πολιτικών, ή το αντίστροφο· που σημαίνει ότι, σ’ ένα βάθος απώτατο, και οι δυο τους βρίσκονται σε συνεχή συνάρτηση.
Αν ο Μέγας Κωνσταντίνος ήταν αδύνατον να προβλέψει το αποτέλεσμα που θα μπορούσε να είχε η μετακίνησή του, πόσο μάλλον ο Ρωμανός. Λίγοι, ελάχιστοι ακόμη και σήμερα, έχουμε συνειδητοποιήσει ότι το χαρτί που του έδωσε κάποια νύχτα η Παναγία να καταβροχθίσει, όπως μας λένε τα Συναξάρια, τον έκανε άξιο να μεταμοσχεύσει από τον κορμό του αρχαίου στον κορμό του μεσαιωνικού ελληνισμού έναν ειδικό τρόπο τού εκφράζεσθαι που έφτασε σώος ως τις ημέρες μας. Είναι κάτι τόσο μεγάλο αυτό και –δυστυχώς– σε τόσο μικρό ποσοστό φανερωμένο, που η δυσκολία να το αποδείξεις το αφήνει να πάρει μοιραία το σχήμα της υπερβολής. Και πρώτα-πρώτα ο ίδιος ο Ρωμανός θα ’χε λόγους να διαμαρτυρηθεί: Καμιά σχέση δεν ήθελε να ’χει αυτός με τον αρχαίο κόσμο. Ούτε καν Έλληνας δεν ήταν. Σύρος ή, κατά τον Maas, Εβραίος, έγραψε στην κοινή του καιρού του, μια μεταβατική φάση της ελληνικής, που –υπάρχουνε πολλά δείγματα– τη χειρίσθηκε με τους δισταγμούς και τα παραπατήματα ενός ξένου. Κάτι περίπου όπως «οι μεγάλοι σύγχρονοι ποιητές μας που δεν ήξεραν ελληνικά» όπως έλεγε ο Σεφέρης για τον Σολωμό, τον Κάλβο και τον Καβάφη, και που ωστόσο –ίσως γι’ αυτό– αναπαρθενεύσανε, από έναν δρόμο απροσδόκητον ο καθένας τους, τον ποιητικό λόγο. Επειδή συμβαίνει κι αυτό καμιά φορά στην ποίηση: ο ανεξοικείωτος να συλλαμβάνει αποτελεσματικότερα τις δυνατότητες που παρέχει ένα τέντωμα της γλώσσας, και να τις αποτολμά, όταν ο άλλος, ο βαθύς γνώστης, έχει λόγους ν’ αντιστέκεται.
[…]
Είναι περίεργο αλλά υπάρχουν στιγμές που μου θυμίζουν έντονα Κάλβο. […] Όχι ότι υπαινίσσομαι καθόλου επιδράσεις· για παράλληλους βίους μιλώ. Μη λησμονούμε ότι ο Κάλβος υπήρξε και αυτός ένας εφευρέτης προσωπικών μέτρων, ο πρώτος μέσα στα νεοελληνικά γράμματα που αισθάνθηκε την ανάγκη αυτή· ότι ήταν ένας ιταλόφωνος που έγραψε ελληνικά· και ότι κινήθηκε σε μια κλίμακα γλωσσική που του έδωσε την ευχέρεια να «ποντάρει» σε ακρότητες, ακόμη και λάθη να διαπράξει, πάντα σχεδόν σε όφελος της ποιητικής γοητείας.
Βέβαια ο Κάλβος, αν άντλησε από κάπου, είναι από τον Πίνδαρο. Αλλά μήπως και ο Πίνδαρος δεν έχει στημένη σκαλωσιά και δεν κρατάει το αλφάδι στο χέρι;
Απ’ αυτή την άποψη, πιστεύω, το σχέδιο διαγράφεται καθαρά στον ποιητικόν ορίζοντα: τρεις κολόνες που συγκρατούν τις καμπύλες των αψίδων σε μιαν από τις προσόψεις του ενιαίου ελληνικού λόγου. Πίνδαρος, Ρωμανός ο Μελωδός, Ανδρέας Κάλβος.
Αν η γλώσσα στον έκτο αιώνα ήταν πραγματικά τόσο πλούσια όσο μια δοκιμαστική δειγματοληψία μάς επέτρεψε να δούμε, είναι να ζηλέψει κανείς εκείνους που πιάσανε τότε την γραφίδα με προθέσεις ποιητικές, θέλω να πω με γνώμονα μοναδικό τη μεταχείριση των μερών του λόγου έξω και πέραν από τη χρηστική τους ιδιότητα.
Βέβαια οι ανάγκες οι εκφραστικές, όπως τις αντιλαμβανόμαστε σήμερα, δεν είχαν στα χρόνια εκείνα συνειδητοποιηθεί. Η αναπαρθένευση δεν απασχολούσε τον υμνογράφο, ακριβώς όπως δεν απασχολούσε τον αγιογράφο της ίδιας εποχής η πλαστική καθαρότητα. Όμως όπως ο αγιογράφος την πέτυχε «καθ’ οδόν», κι ενώ κατευθυνότανε αποκλειστικά προς το θέμα του, έτσι κι ο ποιητής, οδεύοντας προς την εκδήλωση μιας λατρευτικής του ανάγκης, βρισκότανε μερικές φορές, ακόμη και παρά τη θέλησή του, παγιδευμένος από τα μαγικά στοιχεία του λόγου. Ευτυχώς. Είναι τις φορές αυτές, τις σπάνιες, που συλλαμβάνουμε το αληθινό του πρόσωπο. Επειδή, ας μην το αποκρύπτουμε: τα οχτώ δέκατα των Κοντακίων του Ρωμανού διολισθαίνουν στην αφήγηση, στη διδαχή, στη ρητορεία. Στα σημεία τους αυτά το ρεύμα, όπως θα λέγαμε, δεν κάνει επαφή. Το πρωτείο έχουν η εκκλησιαστική σκοπιμότητα και η δογματική ακαμψία. Και θα ’ταν να λυπάται κανείς που ένα εύρος τόσο απέραντο για την έκφραση έμεινε ανεκμετάλλευτο, αν οι διάσπαρτες φωτεινές εκλάμψεις δεν έμοιαζαν αρκετές για να συμψηφίσουνε την απώλεια.
[…]
Η ελληνική ποίηση γεννήθηκε με ορισμένα σημάδια. Τα κείμενά της –τα λόγια της– δε βρίσκονται ποτέ στο ίδιο επίπεδο· κυματούνται που θα ’λεγε κι ο Ρωμανός. Ακόμη και στο έπος, ένα είδος κατεξοχήν αφηγηματικό, καταφέρνει ο Όμηρος ν’ αποφύγει την επίπεδη έκφραση, δίνει πρώτος το παράδειγμα. Οι Ραψωδίες του οργανώνονται γύρω από πυρήνες που προεξέχουν και που, εκ των υστέρων, συγκρατούν το σύνολο. Οι πυρήνες αυτοί δεν είναι κατ’ ανάγκην «εικόνες». Είναι φραστικές μονάδες αυτοδύναμης ακτινοβολίας όπου ο συνδυασμός ο ηχολογικός συμπίπτει με τον νοητικό σε τέτοιο σημείο που δεν ξέρεις τελικά εάν η γοητεία προέρχεται απ’ αυτό που λέει ο ποιητής ή από τον τρόπο που το λέει. Αργότερα, όταν η μελική και η χορική ποίηση αρχίζουν ν’ αποδίδουν καρπούς, το ίδιο πράγμα επαναλαμβάνεται, και μάλιστα σε συχνότητα τέτοια που να δίνει μια καθαυτό πρισματική μορφή στο λόγο. Οι καινούριες μικρές ενότητες, που ονομάσαμε «λυρικά ποιήματα», επενεργούν στον αναγνώστη όχι μόνο με το σύνολό τους, αλλά και τμηματικά, κομματιαστά, χάρη σ’ αυτές τις προεξοχές, σ’ αυτούς τους κρυστάλλους όπου αποκορυφώνεται η οξύτητα του πνεύματος. Πρόκειται για ρήσεις όπου τα μέταλλα της γλώσσας και των εικονιστικών στοιχείων συγχωνεύονται· και όπου η διατύπωση μιας αλήθειας είναι και η διέγερση ενός κόσμου αφομοιώσιμου από την προσληπτικότητα της φαντασίας μας.
Αυτές είναι που ψηλαφώ τώρα στον Ρωμανό και ξαναβρίσκω στους μεγάλους Νεοέλληνες ως τον Γιώργο Σεφέρη της Στροφής. […]
Στα τελευταία προχριστιανικά χρόνια το σβήσιμο της πρισματικής έκφρασης δεν γίνεται συνειδητά, γίνεται από αδυναμία. […] Απ’ αυτή την άποψη μπαίνουμε σε μιαν αφασία που θα διαρκέσει πολύ. Και το περίεργο είναι ότι εκείνοι που είχαν συνείδηση του κακού και ζήτησαν ν’ αντιδράσουν, δεν το επέτυχαν. Ο Συνέσιος ο Κυρήνης, ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός, οι Απολλινάριοι με το να ορμήσουν κατά το εξωτερικό τείχος της αρχαίας έσπασαν τα μούτρα τους. Χρειάστηκε, για να κάνουν πάλι την εμφάνισή τους τα ερυθρά αιμοσφαίρια, να παρουσιασθεί ένας ποιητής που μήτε τα κυνήγησε ποτέ μήτε καν τα υποψιάστηκε: ο Ρωμανός ο Μελωδός· ένας Ελληνοσύρος μάγος.
Ως επί κλάδων αγκάλαις
άρκεσε να πει, και η γέννηση, όχι πια του Χριστού, που ήταν ο σκοπός του να μας αναγγείλει, αλλά του ποιητικού πνεύματος, που προσιδιάζει στη γλώσσα την ελληνική, άρχισε και πάλι ν’ απλώνει το φως της το νικητήριο.
Μικρό είναι το άνοιγμα που αφήνουν οι εκφραστικές επιτυχίες του Ρωμανού. Το ευεργετικό τους αποτέλεσμα, όμως, μεγάλο. Ένα χέρι αόρατο περνά μέσ’ απ’ τα λιβάνια της νέας θρησκείας και παραδίδει τη σκυτάλη στον φανατισμένο νέο που γράφει σκυμμένος σ’ ένα κελί ασκητικό.
[…]
Στη μετάβαση λοιπόν από το εθνικό στο χριστιανικό πνεύμα ο Ρωμανός διαδραματίζει εν αγνοία του έναν δευτερεύοντα ρόλο που αποδεικνύεται πιο σημαντικός από τον πρωτεύοντα. Με τον ίδιο τρόπο που ο Θεόφιλος, στον τομέα των εικαστικών τεχνών, μεταπλάθει ερήμην της βουλήσεώς του μιαν αντίληψη θεολογική σε φυσιοκρατική, και περνά με τα ίδια ακατάλυτα γνωρίσματα του ελληνικού αισθάνεσθαι από την ασάλευτη εικονιστική τυπολογία του μεσαίωνα στη ζωντανή πραγματικότητα του νέου ελληνικού μύθου, αντίστροφα, ο Ρωμανός, στον τομέα του λόγου, μεταφέρει αναλλοίωτους τους πυρήνες της γλωσσικής έκφρασης ενός πολιτισμού, που μήτε καν παραδέχεται, στον χώρο της πλέον αυστηρής θρησκευτικής τυπολογίας.
Μια επέμβαση όπως αυτή, πολύ πιο δύσκολη, φυσικό ήτανε να πετύχει σε ορισμένες μόνον στιγμές, και όχι πάντοτε με την ίδια ρώμη. Δεν έχει σημασία. Σημασία έχει ότι, παρά την απώθησή του προς το ειδωλολατρικό πνεύμα, παρά την πιθανή άγνοια των κλασικών κειμένων από μέρους του, ακόμη θα έλεγα και παρά την απουσία αίματος ελληνικού στις φλέβες του, και μόνον σαν χειριστής του ελληνικού γλωσσικού οργάνου, έφτασε, χάρη στην ιδιοφυΐα του, ν’ αγγίξει τη σπανιότητα στην έκφραση και να την συλλάβει αυτογέννητη, ταυτισμένη με την υπερβατικήν εικόνα. Είναι ήδη αυτό κάτι άτρωτο, κάτι που έρχεται ακόμη μια φορά να μας βεβαιώσει για την αρραγή –μέσω της γλώσσας και των μυστικών της νόμων– ενότητά μας.
Διάκονος ήταν και, καθώς φαίνεται, διάκονος έμεινε ως το τέλος της ζωής του ο Ρωμανός· με τόσες πτυχές στην ιδιωτική του ζωή, όσες και στο φτωχό του ράσο. Είναι αυτό ένα μεγαλείο που, ανεξάρτητα εντελώς από κάθε ηθική, χριστιανική ή άλλη, μας βοηθεί να βλέπουμε τους δημιουργούς μέσα στη μόνωσή τους και να τους παρακολουθούμε στον αγώνα τους για μιαν αφιλόκερδη αποτίμηση της ζωής και των αξιών που περικλείνει.
Εκεί, σ’ ένα κελί του ναού της Θεοτόκου της εν τοις Κύρου, τον φαντάζομαι κι εκείνον να βαδίζει επάνω-κάτω μια ζωή ολόκληρη παλεύοντας με τις λέξεις· όπως ο Σολωμός, κι ας ήταν ένας Κόμης· όπως ο Παλαμάς, κι ας ήταν ένας γραμματικός. Δε γίνεται αλλιώς η ποίηση. Κακομαθημένοι στις ημέρες μας, προσπαθούμε να γεμίσουμε τα βιογραφικά κενά με υποθέσεις: «αδύνατον ένας ποιητής με τόση φήμη και με την εύνοια επιπλέον του Ιουστινιανού να μην είχε καταλάβει ύπατα αξιώματα». Λησμονούμε ότι για μερικούς ανθρώπους η συγγραφή δεν είναι φιλοδοξία, είναι υψηλή αποστολή.
Εν χάρτη της ψυχής μου γεγραμμένην την αίτησιν έχω, λέει. Και βέβαια η ορθόδοξη αγωγή του Ρωμανού απωθεί την παρούσα ζωή, προσβλέπει στη μέλλουσα. Όμως αρκεί να φαντασθούμε σαν «μέλλουσα» την παρούσα, κεκαθαρμένη, φτασμένη σε μιαν ιδανική τελειότητα, για να προσμετρήσουμε τον βαθμό της παραδιόρθωσης που επιφέρει, με τα έργα του τα ποιητικά, στα φαινόμενα· και να διαβάσουμε πίσω από τις γραμμές μιας δογματικής έμφασης την ομολογημένη του λατρεία σε ό,τι θ’ αποκαλούσαμε «διαυγές», «άσπιλο», «άφθαρτο» – τα συνώνυμα όλα ενός ποιητικού Παραδείσου.
Οι χρόνοι που ακολούθησαν μας έδωσαν ασφαλώς περισσότερο έμπειρους στον χειρισμό της γλώσσας υμνογράφους. Όμως αυτός, ο πρώτος, παραμένει μοναδικός· ο πλησιέστερος και προς τους αρχαίους και προς τους σύγχρονους ποιητές μας· ένας κρίκος ανοξείδωτος ανάμεσα σε δύο μεγάλες περιόδους ενός και του ίδιου πολιτισμού. Αυτός επέτυχε να διατηρήσει και ν’ ανανεώσει τους εκφραστικούς πυρήνες που πρέπουν στο ήθος του ελληνικού λόγου. Και αυτός θεμελίωσε αρχιτεκτονήματα που ο ίδιος σχεδίασε πάνω στις ανάγκες της συγγραφικής του αποστολής. Τα δύο αυτά, επιστεγασμένα από την ηθική του προσωπικότητα, την αναπτυγμένη στο μάκρος μιας συνεπέστατης προς τις ιδέες του ζωής, είναι που του έδωσαν το δικαίωμα να πλαγιοϋπογράφει τις συνθέσεις του με την τόσο υπερήφανη, στο βάθος, ρήση: Τούτο του ταπεινού Ρωμανού.
*Αποσπάσματα δοκιμίου του Οδυσσέα Ελύτη, που φέρει τον τίτλο «Ρωμανός ο Μελωδός». Το λογοτεχνικό και ιστορικό αυτό δοκίμιο, που είχε συγγραφεί το 1975, δημοσιεύτηκε με σημαντική καθυστέρηση, το καλοκαίρι του 1986, στο περιοδικό λογοτεχνίας, θεωρίας της λογοτεχνίας και κριτικής «Εκηβόλος» (τεύχος υπ’ αριθμόν 15).
Ο Οδυσσέας Ελύτης γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης στις 2 Νοεμβρίου 1911 και απεβίωσε στην Αθήνα στις 18 Μαρτίου 1996.
- Κουτσούμπας: Όλα όσα οδήγησαν στην τραγωδία των Τεμπών είναι εδώ – Συγκοινωνίες μακριά από τις ράγες του κέρδους
- Ισραήλ: Ο υπουργός Άμυνας διέταξε τον αρχηγό του στρατού να παρουσιαστεί η έρευνα για την επίθεση της Χαμάς
- Beandri Booysen: Πέθανε σε ηλικία 19 ετών το γενναίο κορίτσι που έπασχε από προγηρία
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις