Για τον ελεύθερο στίχο
Ο Βασίλης Μεσολογγίτης (1906-1988), συστήνεται μέσα από την έκδοση «Ο κουρασμένος της ηδονής - εξομολογήσεις σ' ελεύθερο ρυθμό» (Κίχλη), σε φιλολογική επιμέλεια και επίμετρο της καθηγήτριας Γαλλικής και Νεοελληνικής Φιλολογίας Αλεξάνδρας Σαμουήλ
Οι «ήρωες της δεύτερης γραμμής» στη λογοτεχνία, στις τέχνες και στον κινηματογράφο κρύβουν και αυτοί τη δική τους μυθολογία. Ξεχασμένοι, αφανείς και «ατραγούδιστοι», περιμένουν υπομονετικά το περίσσευμα της έρευνας σε μια μεταγενέστερη εποχή για να αναδειχθεί το δικό τους παράδειγμα.
Μια από αυτές τις περιπτώσεις, ο Βασίλης Μεσολογγίτης (1906-1988), συστήνεται μέσα από την έκδοση «Ο κουρασμένος της ηδονής – εξομολογήσεις σ’ ελεύθερο ρυθμό» (Κίχλη), σε φιλολογική επιμέλεια και επίμετρο της καθηγήτριας Γαλλικής και Νεοελληνικής Φιλολογίας Αλεξάνδρας Σαμουήλ. Στο πρώτο μέρος παρατίθεται η ομότιτλη ποιητική σύνθεση του Μεσολογγίτη, τον οποίο, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, οι μεταγενέστεροι θυμόντουσαν περισσότερο ως ηθοποιό (ήδη κατά τον Μεσοπόλεμο) ή πρόεδρο του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών. Κι όμως, το 1926 στη συλλογή «Ο κουρασμένος της ηδονής», που αποτελείται από εννέα μέρη, γράφει πρώτος σε μοντερνιστικό ελεύθερο στίχο, δημοσιευμένο αυτοτελώς. Ακολουθεί ενδεικτικά το 7ο μέρος:
Το παλιό το μαύρο το καράβι
πιο θλιμμένο απόψε στέκει
μές στην ήμερη θάλασσα
που με μέταλλο αλύγιστο μοιάζει.
Τη φροντίδα έχει και τη σκέψη
τολμηρού κακούργου που τον επροδώσαν.
Κι όπως το βλέπω από μακριά
το παλιό μαύρο καράβι,
πέτρινο φαντάζει και βαρύ
σαν κάτι που τα χρόνια
του ‘δεσαν τις αρθρώσεις.
Το ‘να του κατάρτι το φεγγάρι τρυπάει
τ’ άλλο απ’ τον ουρανό κατρακυλάει
σαν στενό μελανό ποταμάκι.
Μένει απόψε ακίνητο
κι απ’ τη θλίψη πιο μαύρο.
Ούτ’ ο αγέρας τα σκοινιά του τρεμουλιάζει
την ανάμνηση φέρνοντας
μακρινών ταξιδιών.
Τώρα πια λευτερωμένο απ’ το κατάρτι
το φεγγάρι πληγωμένο προχωράει
προς το κέντρο τ’ ουρανού.
Κάτω του η θάλασσα φέγγει
σαν σκηνή θαυμασίου θεάτρου.
– Μα τι παράξενος λεκές,
πάνω στα φωτισμένα νερά
το στάσιμο καράβι.
Το έργο, σημειώνει η Σαμουήλ, ανέσυρε από τη λήθη η Χριστίνα Σταματοπούλου-Βασιλάκου υπογράφοντας και τη μονογραφία «Βασίλης Μεσολογγίτης. Ο λογοτέχνης, ο ηθοποιός, ο συνδικαλιστής» (εκδ. Παπαζήση, 2010). «Οι περισσότεροι από τους μελετητές της περιόδου συμφωνούν ότι ο μόνος πραγματικά μοντερνιστής ποιητής ως το 1930 είναι ο Παπατσώνης, με τα ποιήματα σε πραγματικό ελεύθερο στίχο που δημοσίευσε αυτή τη δεκαετία, θεωρώντας βεβαίως τον Καβάφη ως μια ιδιαίτερα μοντερνιστική περίπτωση. Νομίζω ότι δίπλα τους μπορούμε να προσθέσουμε, για λόγους ιστορικούς, και τον Μεσολογγίτη» αναφέρει η επιμελήτρια της φετινής έκδοσης, η οποία υποδεικνύει τις εκλεκτικές συγγένειες ανάμεσα στην ποιητική «Πόλη» του Μεσολογγίτη με εικόνες από το «Προύφροκ και άλλες παρατηρήσεις» (1917) και την «Ερημη χώρα» (1922). «Το ενδεχόμενο να γνώριζε την ποίηση του Ελιοτ δεν είναι πιθανό. Ο Ελιοτ το 1926 ήταν ελάχιστα γνωστός διεθνώς και οι πρώτες μεταφράσεις ποιημάτων του στην Ελλάδα εμφανίζονται το 1933… Οι ομοιότητες μπορούν βέβαια να εξηγηθούν από την κοινή θητεία των δύο ποιητών στον Μπωντλαίρ, μόνο όμως ως έναν βαθμό. Οι υπόλοιπες;».
Η Σαμουήλ, σε ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα σημεία της ανάλυσής της – ακόμη και για τους «συγκρατημένους» αναγνώστες, που δεν θα αναγνώριζαν ενδεχομένως ολοκληρωμένο ποιητικό corpus στην περίπτωση του Μεσολογγίτη – υποδεικνύει μια άλλη τριγωνική σχέση: «Θα μπορούσαμε να τις εξηγήσουμε, πιστεύω, αν θεωρήσουμε πιθανότατο ότι, όπως ο Ελιοτ, ο Μεσολογγίτης γνώριζε και είχε γοητευθεί από την ποίηση του Λαφόργκ, κυρίως από τα σεληνιακά του ποιήματα». Για την ιστορία, η έλλειψη ανταπόκρισης των κριτικών για τον «Κουρασμένο της ηδονής» θα οδηγήσει τον δημιουργό της σύνθεσης σε μια «σιωπηρή αποκήρυξή» της επί δεκαετίες. Σύμφωνα με την επίσημη ταξινόμηση (Αλεξ. Αργυρίου, Ανδρέας Καραντώνης), το βιβλίο «Στου γλιτωμού το χάζι» (1930) του Θεόδωρου Ντόρρου θα θεωρείται η πρώτη συλλογή γραμμένη σε ελεύθερο στίχο με αντιλήψεις νεωτερικές.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις