Εκατομμύρια θάνατοι κάθε χρόνο από τη μικροβιακή αντοχή
Η κατάχρηση αντιβιοτικών οδηγεί σε ανθεκτικά μικρόβια, όμως η ανάπτυξη νέων αντιβιοτικών είναι εξαιρετικά δύσκολη
- Γιατί η Βραζιλία έχει μεγάλη οικονομία αλλά απαίσιες αγορές
- «Είναι άρρωστος και διεστραμμένος, όσα μου έκανε δεν τα είχα διανοηθεί» - Σοκάρει η 35χρονη για τον αστυνομικό
- «Πιο κοντά από ποτέ» βρίσκεται μια συμφωνία για κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, σύμφωνα με την Χαμάς
- Διαρρήκτες «άδειαζαν» το εργαστήριο του γλύπτη Γεώργιου Λάππα στη Νέα Ιωνία
Κάθε χρόνο, 33.000 άνθρωποι στην Ευρώπη, πεθαίνουν από λοίμωξη που οφείλεται σε βακτήρια ανθεκτικά στα αντιβιοτικά. Οι επιπτώσεις των λοιμώξεων από ανθεκτικά μικρόβια, είναι συγκρίσιμες με τις επιπτώσεις της γρίπης, της φυματίωσης και του HIV/AIDS μαζί.
Για το λόγο αυτό, ο ΠOY θεωρεί την μικροβιακή αντοχή ως μία από τις 10 σοβαρότερες παγκόσμιες απειλές της ανθρωπότητας και της δημόσιας υγείας.
Μόνο το 2019, η μικροβιακή αντοχή στα βακτήρια εκτιμάται ότι προκάλεσε περίπου 1,27 εκατομμύρια θανάτους παγκοσμίως. Οι λοιμώξεις από πολυανθεκτικά βακτήρια αυξάνουν το κόστος της περίθαλψης κατά 1,5 δις. ευρώ περίπου στην Ευρώπη, κάθε χρόνο.
Η κατάσταση με την μικροβιακή αντοχή γίνεται ολοένα και σοβαρότερη, καθώς τα αντιβιοτικά –λόγω κατάχρησης – χάνουν την αποτελεσματικότητά τους με ρυθμό που ήταν αδιανόητος ακόμα και πριν από πέντε χρόνια.
Αν συνεχίσουμε να καταναλώνουμε αντιβιοτικά με το σημερινό ρυθμό, η Ευρώπη μπορεί να επιστρέψει στην «προ των αντιβιοτικών εποχή», όπου μια κοινή βακτηριακή λοίμωξη, όπως η πνευμονία, μπορεί να ισοδυναμεί με θανατική καταδίκη.
Τα παραπάνω επισήμανε ο Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Έρευνας και Εκπαίδευσης στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, Γενικός Ιατρός Στάθης Σκληρός στο πλαίσιο συνέντευξης Τύπου με αφορμή την Ευρωπαϊκή Ημέρα Ενημέρωσης κατά των Αντιβιοτικών που έχει οριστεί από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC) και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας για τις 18 Νοεμβρίου κάθε έτους.
Επισημαίνοντας πως «η αποτελεσματική λειτουργία των αντιβιοτικών είναι η ευθύνη όλων», ο κ. Σκληρός, τόνισε πως τα αντιβιοτικά είναι ένα πολύτιμο όπλο στην ιατρική και για αυτό πρέπει να το χειριζόμαστε με προσοχή. Έτσι μόνο, θα εξασφαλισθεί η καλύτερη θεραπεία για όλους, συμβάλλοντας συγχρόνως στη μείωση της αντίστασης στα αντιβιοτικά.
Χωρίς νέα αντιβιοτικά
Πρόσθετος λόγος είναι η μείωση των επενδύσεων στην έρευνα για ανάπτυξη νέων αντιβιοτικών, έστω κι αν και οι δημόσιες επενδύσεις για την ανάπτυξή τους έχουν αυξηθεί ελαφρώς τα τελευταία χρόνια, κυρίως στη Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ. Το αποτέλεσμα είναι να αναμένεται η έγκριση 11 νέων αντιβιοτικών την επόμενη πενταετία.
Από τα 8 αντιβιοτικά που εγκρίθηκαν το 2017, μόνο τα δύο αφορούσαν μια νέα χημική δομή. Τα υπόλοιπα, ήταν παράγωγα νεότερων κατηγοριών που ακόμη παραμένουν αποτελεσματικά, καθώς δεν υπάρχει διασταυρούμενη αντοχή. Η ανακάλυψη όμως νέων χημικών δομών, είναι πολύ δύσκολη. Γι΄ αυτό εξάλλου, χρειάστηκαν 30 χρόνια για την ανάπτυξη νέων αντιβιοτικών από τη δεκαετία του ΄80 ως το 2000-2010.
Η λανθασμένη και αλόγιστη χρήση αντιβιοτικών, έχει ως αποτέλεσμα την αυξανόμενη αντίσταση των μικροβίων σε αυτά, γεγονός που αποτελεί απειλή για τη δημόσια υγεία καθώς μπορεί να μετατρέψει μια απλή λοίμωξη σε κατάσταση απειλητική για τη ζωή.
Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Σκληρός, «Επειδή τα αντιβιοτικά καταπολεμούν μόνο τα βακτήρια και όχι τους ιούς, είναι συνήθως αναποτελεσματικά κατά του κρυολογήματος. Ωστόσο, μερικές φορές ένα κρυολόγημα μπορεί να οδηγήσει σε βακτηριακή λοίμωξη. Σε αυτή την περίπτωση, τα αντιβιοτικά θα είχαν όφελος εάν ήταν σε θέση να αποτρέψουν αυτού του είδους τη μόλυνση. Επειδή όμως τα κρυολογήματα σχεδόν πάντα υποχωρούν από μόνα τους χωρίς σοβαρά προβλήματα και τα αντιβιοτικά συχνά προκαλούν παρενέργειες, τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της χρήσης αντιβιοτικών πρέπει να εξεταστούν προσεκτικά».
Όχι για ιούς
Ο όρος αντιβίωση, ως αντίθετο της συμβίωσης, σημαίνει την αναστολή της ανάπτυξης ορισμένων μικροβίων με τη δράση άλλων μικροβίων. Ορισμένοι παραφράζοντας λανθασμένα τον όρο πιστεύουν πως τα αντιβιοτικά είναι αποτελεσματικά για την αντιμετώπιση ιογενών λοιμώξεων που προσβάλλουν τον ανθρώπινο οργανισμό, ωστόσο η πραγματικότητα είναι διαφορετική.
Η αλόγιστη χρήση τους βλάπτει τον οργανισμό μας, μάλιστα αυτό που διαπιστώθηκε κατά την περίοδο της πανδημίας όπου παρουσιάστηκαν ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά κατανάλωσης αντιβιοτικών, ήταν η περαιτέρω εξέλιξη της μικροβιακής αντοχής συχνά με μοιραία κατάληξη για τους ασθενείς.
Στη χώρα μας, όταν αντιμετωπίζουμε κάποια ίωση συνηθίζουμε να καταφεύγουμε μόνοι μας στη λύση που θεωρούμε ενδεδειγμένη, τρέχοντας στο πλησιέστερο φαρμακείο.
Στο φαρμακείο
Ο φαρμακοποιός Θεόδωρος Σακόπουλος, πρόσθεσε ότι «το φαρμακείο ως φορέας Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και ο φαρμακοποιός ως συνδετικός κρίκος μεταξύ των ασθενών και των επαγγελματιών υγείας, οφείλει να λειτουργήσει συμβουλευτικά και να αξιολογήσει σε ποιες περιπτώσεις μια ίωση μπορεί να αντιμετωπιστεί από τον ασθενή με συμπτωματική θεραπεία, δηλ. αποκλειστικά με αντιπυρετικά, παστίλιες για το λαιμό, αποσυμφορητικά, αυξημένη λήψη υγρών κ.λπ. και να τα συστήσει εν συνεχεία στον ασθενή και ποια συμπτώματα χρήζουν περαιτέρω ιατρικής γνωμάτευσης και ενδεχομένως χορήγησης κατάλληλης αγωγής- αντιβίωσης, σε περίπτωση που κριθεί απαραίτητο από το θεράποντα ιατρό», επισημαίνοντας ότι στις μέρες μας, λόγω της πανδημίας θα πρέπει πρώτα να αποκλειστεί η λοίμωξη COVID.
Χρόνος ανάρρωσης
Στο πλαίσιο της καμπάνιας ενημέρωσης από το ECDC, επισημαίνεται ότι είναι απαραίτητο να δώσουμε το χρόνο στον εαυτό μας να αναρρώσει αν αρρωστήσουμε στη διάρκεια του χειμώνα.
Μπορούμε να φροντίσουμε τον εαυτό μας χωρίς να πάρουμε αντιβιοτικά και να του δώσουμε τον χρόνο να αναρρώσει. Οι περισσότερες χειμερινές ασθένειες υποχωρούν μετά από δύο εβδομάδες. Ενδεικτικά, για τους ενήλικες, η μέση διάρκεια των συμπτωμάτων στις συνηθέστερες περιπτώσεις είναι: Ωτίτιδα έως 4 ημέρες, Πονόλαιμος έως 1 εβδομάδα, Κοινό κρυολόγημα έως 1,5 εβδομάδα, Γρίπη έως 2 εβδομάδες, Καταρροή ή ρινική συμφόρηση έως 1,5 εβδομάδα, Παραρρινοκολπίτιδα έως 2,5 εβδομάδες και Βήχας (συχνά μετά από κρυολόγημα) έως 3 εβδομάδες.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις