Όταν με την καλύτερή μου φίλη πηγαίναμε σε κλαμπ ονειρευόμασταν ένα λαμπερό μέλλον. Αλλά μετά πέθανε
«Δούλευα σε ένα κατάστημα παπουτσιών μετά την αποφοίτησή μου από το σχολείο ενώ η Άλισον και εγώ συναναστρεφόμασταν με τους όμορφους ανθρώπους της νυχτερινής ζωής του Λονδίνου τη δεκαετία του '80. Όταν σκοτώθηκε σε ένα ατύχημα, έπρεπε να αντιμετωπίσω μερικές ψυχρές, σκληρές αλήθειες» γράφει η συγγραφέας και δημοσιογράφος στην Guardian.
Η Άλισον κι εγώ ήμασταν 15 ετών όταν αποφασίσαμε να φύγουμε από το σχολείο μας, τροφοδοτούμενοι από εκείνη την απερίσκεπτη, ασταμάτητη δύναμη που χαρακτηρίζει τους εφήβους. Οι όποιοι ενδοιασμοί μπορεί να είχαμε για μια άσκοπη εκπαίδευση αποσιωπήθηκαν από την ανυπομονησία μας να παρακάμψουμε τα αγόρια της ηλικίας μας, να βρούμε την αληθινή αγάπη και να εκπληρώσουμε το λαμπερό πεπρωμένο μας. Γράφαμε κωμικά ποιήματα για αυτές τις αναζητήσεις η μία στην άλλη, τα οποία έδειχναν τουλάχιστον κάποια αυτογνωσία για το πόσο ένδοξα «χαμένες» ήμασταν. Η μητέρα μου – δασκάλα – ήξερε ότι δεν υπάρχει εκλογίκευση με τους εφήβους. Πήρε τη σοφή απόφαση να με κρατήσει κοντά της και να αφήσει τα πράγματα να εξελιχθούν.
Λαχταρούσαμε να πάμε σε κλαμπ
Ήταν το 1989 όταν η Άλισον μπήκε στο σχολείο θηλέων που φοιτούσα στο κεντρικό Λονδίνο. Είχε μια σεμνή μυστικοπάθεια γύρω της, αλλά μόλις το άφηνες πίσω αυτό, ήταν βαθιά διασκεδαστική και περίεργη. Λαχταρούσαμε να πάμε σε κλαμπ. Χαζεύαμε με μανία φωτογραφίες στη Vogue και στο περιοδικό Face με τους ανθρώπους που μας γοήτευαν – μουσικούς, σχεδιαστές, κινηματογραφιστές, σούπερ μόντελ να ανακατεύονται σε μέρη με ανόητα ή μεταμοντέρνα ονόματα όπως Wall Street ή Club MFI.
Η πρώτη βραδιά σε κλαμπ που προσπάθησα να μπω λεγόταν Xanadu, στο Clerkenwell, αλλά η φίλη μου η Τζέιν κι εγώ δεν είχαμε καμία ελπίδα, με τα μωρουδίστικα πρόσωπά μας και την έλλειψη πλαστών ταυτοτήτων. Όταν όμως η Άλισον και εγώ επιχειρήσαμε να πάμε μαζί, με κάποιο τρόπο καταφέραμε να περάσουμε τα κόκκινα σχοινιά με ευκολία. Ίσως η εμφάνισή της, που θύμιζε Μπιάνκα Τζάγκερ, μας βοήθησε να φανούμε λιγότερο σαν τα παιδιά που ήμασταν.
Μας κερνούσαν βότκα πορτοκάλι
Η Άλισον ήταν πιο λογική από εμένα. Κοίταζε και προς τις δύο κατευθύνσεις όταν διέσχιζε το δρόμο, δεν είχε καπνίσει ποτέ, δεν είχε μαστουρώσει και δεν έπινε σχεδόν καθόλου. Είχε αποφασίσει να ζήσει με τον πατέρα της μετά το διαζύγιο των γονιών της, εν μέρει επειδή την άφηνε να μπαίνει και να βγαίνει όποτε ήθελε. Μέσα σε λίγους μήνες, ήμασταν τακτικοί θαμώνες σε διάφορα κλαμπ.
Πηγαίναμε περιστασιακά σε ένα μπιζού-πάρτι που διοργάνωνε ο θρυλικός διοργανωτής Στιβ Στρανζ, κάθε Τρίτη στο Earl’s Court, έξω από το οποίο ο Στρανζ φώναζε καθώς η ουρά στην πόρτα μεγάλωνε: «Πού είναι όλοι οι όμορφοι άνθρωποι;».
Μέσα στο κλαμπ ήταν ήδη οι Duran Duran, οι Wham!, η Αμάντα ντι Καντενέτ, το τρομερό παιδί των 90s. Τα βράδια της Πέμπτης στο Wag Club στο Σόχο ήταν τα αγαπημένα -καταλήγαμε να χορεύουμε στην πίστα μέσα στον ιδρώτα.
Ως ανήλικα κορίτσια, μάθαμε ότι το κλάμπινγκ δεν κόστιζε και πολύ. Μπαίναμε δωρεάν στη λίστα των καλεσμένων, μας κερνούσαν μία ή δύο βότκες πορτοκάλι (ήταν αρκετά μεθυστικό και μόνο που ήμασταν εκεί) και παίρναμε το νυχτερινό λεωφορείο για το σπίτι.
Μετά το 1990 η Άλισον εξαφανίστηκε
Μετά το Λύκειο έπρεπε να συνεισφέρω στα έξοδα του νοικοκυριού. Βρήκα δουλειά σε ένα κατάστημα παπουτσιών στο Covent Garden, ενώ η Άλισον πήγαινε με μισή καρδιά στο κολέγιο. Το να στέκομαι όρθια όλη μέρα και να εκπαιδεύομαι για να μάθω να πλησιάζω τους πελάτες με σκοπό την πώληση, μου πήρε πολύ γρήγορα τις αναμνήσεις με την Άλισον, τα κλαμπ και τα όνειρά μας.
Βέβαια, η Άλισον και εγώ μιλούσαμε πολλές φορές την ημέρα – ήμασταν σαν συνεργάτες ζωής. Αλλά περίπου ένα χρόνο μετά τις περιπέτειές μας, γύρω στα Χριστούγεννα του 1990, εξαφανίστηκε. Σκέφτηκα ότι μπορεί να είχε συναντήσει κάποιον παλιό φίλο και να χάθηκε σε κανά παρατεταμένο ξενύχτι, μέχρι που, μετά από μερικές μέρες χωρίς κανένα νέο, μια ανησυχία με κυρίευσε.
Πού θα μπορούσε να έχει πάει; Μετά από μια εβδομάδα, ο αδελφός της είδε στην τοπική τηλεόραση μια έκκληση για μια άγνωστη γυναίκα σε κώμα, στην οποία φαινόταν το βραχιόλι, το κασκόλ και τα κλειδιά της Άλισον. Το επόμενο πρωί, ο πατέρας της τηλεφώνησε με τα συγκλονιστικά νέα. Είχε χτυπηθεί από μοτοσικλέτα ενώ διέσχιζε ένα επικίνδυνο σημείο του δρόμου. Έμεινε αναίσθητη μέχρι να φτάσει η οικογένειά της, και στη συνέχεια έφυγε από τη ζωή.
Ήταν αδύνατο να την αφήσω να φύγει από δίπλα μου
Ονειρευόμουν ότι δεν ήταν πραγματικά νεκρή και ότι την κουβαλούσα κρυφά στην τσέπη μου. Άκουγα ξανά και ξανά το τελευταίο της μήνυμα στον τηλεφωνητή μας, στο οποίο μασούσε αγγούρι σε μακάρια άγνοια της μοίρας της. Βρήκα μερικά από τα σγουρά μαλλιά της στο χαλί μου και τα κόλλησα στο ημερολόγιό μου πίσω από μια φωτογραφία μας, μαζί με το πιο πρόσφατο ποίημά της για μένα. Έσκισα την πρώτη σελίδα του τηλεφωνικού μας καταλόγου, στην οποία είχε ζωγραφίσει καρικατούρες μας, για να την φυλάξω. Ήταν αδύνατο να την αφήσω να φύγει.
Χωρίς αυτήν, η λάμψη του κλάμπινγκ και σχεδόν όλα τα υπόλοιπα ξεθώριασαν. Παίζαμε τις ενήλικες και ήταν πραγματικά διασκεδαστικό μόνο όταν φτιάχναμε μαζί λίστες με όλους τους όμορφους άντρες που είχαμε γνωρίσει ή όταν ακούγαμε με προσοχή τα κουτσομπολιά της ποικιλόμορφης αδελφότητας των αποχωρητηρίων του Wag κλαμπ.
Έμεινα σπίτι μόνη μου την ημέρα των Χριστουγέννων. Καθώς το μυαλό μου έτρεχε, προσπαθώντας να εξηγήσω την ωμή τυχαιότητα του θανάτου της Άλισον, αναρωτήθηκα μελαγχολικά αν αυτό συνέβη επειδή όπως κι εγώ, δεν είχε σταθερά σχέδια.
Ως αυτή που έμεινε πίσω, κατά τους μοναχικούς, θλιμμένους μήνες που ακολούθησαν, ένα αίσθημα ευθύνης ξεπήδησε από μέσα μου. Είδα κάποιες ψυχρές, σκληρές αλήθειες: ότι μπορείς να βασιστείς πραγματικά μόνο στον εαυτό σου, ότι δεν ήμουν ξεχωριστή και ούτε επρόκειτο να εμφανίσω ένα πρώιμο ταλέντο ή τα πόδια και τα ζυγωματικά ενός σούπερ μόντελ.
Ήμουν εντελώς ακυβέρνητη για να βρεθώ σε κάποια συναρπαστική καριέρα μέσω του κλάμπινγκ ή να ερωτευτώ. Εγγράφηκα στο εξατάξιο κολέγιο, όπου θα μπορούσα να συνεχίσω να μεγαλώνω ήσυχα.
Αλλά ποτέ δεν θα ξεχάσω ή δεν θα μετανιώσω για το πρώιμο διάλειμμα της Άλισον και το δικό μου για την ελευθερία, περιπλανώμενες στο κεχριμπαρένιο Λονδίνο τη νύχτα, όταν η πόλη έμοιαζε μόνο δική μας.
*Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην theguardian.com
- «Never Look Away»: Το επερχόμενο βιογραφικό ντοκιμαντέρ της «Ζήνα» για μια πραγματική πριγκίπισσα του πολέμου
- Ανδρουλάκης: Δεσμεύομαι ότι η Αυτοδιοίκηση, από παρίας της δημόσιας διοίκησης, θα ξαναγίνει κεντρικός θεσμός δημοκρατίας
- Mια ΕΕ με «ακέφαλη» Γερμανία και αμερικανικούς δασμούς – Θα σώσουν οι πρόωρες εκλογές την κατάσταση;
- Ο Ολυμπιακός ΟΝΕΧ είναι κοντά σε συμφωνία με τον Μασούλοβιτς (vid)
- Eurostat: Στα τάρταρα οι μισθοί στην Ελλάδα
- Κύπρος: Μαθητής πήγε στο σχολείο με 15.000 ευρώ και τα μοίραζε σε συμμαθητές του