Μνήμες μιας μάχης που χάθηκε πριν δοθεί: Mε αφορμή το βιβλίο του Δ. Στρατούλη
Η λεπτομερής καταγραφή και αποτίμηση που κάνει ο Δ. Στρατούλης βοηθά να συζητήσουμε τι ακριβώς έγινε το 2015
- Η τηλεθέαση του debate ΣΥΡΙΖΑ – Ελπίδες για τη συμμετοχή στην κάλπη της Κυριακής – Η σύγκριση με το ΠΑΣΟΚ
- Ο καλλιτέχνης που απείλησε ότι θα κατέστρεφε πολύτιμα έργα τέχνης αν ο Τζούλιαν Ασάνζ πέθαινε στη φυλακή
- Για ποια εγκλήματα κατηγορούνται οι Νετανιάχου, Γκάλαντ και Ντέιφ
- Να απομονώσει τους αποστάτες καλούν οι 87+ τον πολιτικό κόσμο - «Να μην αποδεχτούν έδρες προϊόν συνωμοσίας»
Για όποιον γνωρίζει τον Δημήτρη Στρατούλη, είτε συμφωνεί μαζί του είτε, όχι, το βιβλίο που έγραψε για τα γεγονότα του 2015, με τίτλο 8 μήνες που συντάραξαν την Ελλάδα. Ιανουάριος – Αύγουστος 2015 και μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Τόπος, αποτυπώνει και την αγωνιστικότητα και την ειλικρίνειά του. Είναι επίσης ένα χρήσιμο εργαλείο για να μπορέσουμε να συζητήσουμε τι έγινε εκείνη την ταραγμένη περίοδο.
Να συζητήσουμε σημαίνει πρώτα από όλα να θυμηθούμε τι ακριβώς έγινε τότε, ποια ήταν τα διακυβεύματα, ποιες οι διαφορετικές ιστορικές επιλογές. Αυτό είναι πολύ διαφορετικό από την ιδιότυπη αποσιώπηση του ότι όντως υπήρχαν επιλογές τότε, αποσιώπηση και διαγραφή που από διαφορετικές αφετηρίες κάνουν τόσο τα πολιτικά κόμματα που στήριξαν τα δύο πρώτα μνημόνια και που λίγο πολύ ανακυκλώνουν τη μυθολογία ότι η έξοδος είχε ξεκινήσει το 2014 και άρα το πρώτο εξάμηνο του 2015 ήταν απλώς ένα καταστροφικό «διάλειμμα», όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ που κατά βάζει αναπαράγει τη δική του μυθολογία ότι «άλλη επιλογή από τη συνθηκολόγηση δεν υπήρχε».
Η βία της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Ένα πρώτο σημείο που καλό είναι να μην ξεχνάμε και το οποίο υπογραμμίζει ιδιαίτερα ο Στρατούλης στο βιβλίο του ήταν στην Ελλάδα δοκιμάστηκε το χειρότερο δυνατό πρόσωπο του «Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος».
Δεν αναφέρομαι μόνο στα τρομακτικά αποτελέσματα που είχαν για την κοινωνική συνοχή τα δύο πρώτα μνημόνια – ποιος μπορεί να ξεχάσει την επίσημη ανεργία να φτάνει στο 27% και την απώλεια του ΑΕΠ να αγγίζει σωρευτικά το 25% – αλλά και στο είδος του εκβιασμού που ασκήθηκε όντως πάνω στην κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα το πρώτο εξάμηνο του 2015.
Τότε που στην πραγματικότητα δοκιμάστηκε κάθε μέσο ώστε να αυξηθεί το κοινωνικό κόστος – ποιος ξεχνά τον τρόπο που μεθοδεύτηκε κρίση ρευστότητας στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα –, αλλά και ξεδιπλώθηκαν απαιτήσεις λιτότητας που αντιμετώπιζαν ως προπατορικό αμάρτημα ακόμη και τις παραμικρές προσπάθειες «κοινωνικού προσώπου».
Εάν κανείς το συγκρίνει αυτό με την ευκολία με την οποία ξεχάστηκαν – σε πάρα πολύ μεγαλύτερη κλίμακα – νόρμες και περιορισμοί στα ελλείμματα όταν ήρθε η πανδημία και υπήρξε κίνδυνος και για τις «κεντρικές οικονομίες» της Ευρώπης, γίνεται κατανοητό το μέγεθος του κυνισμού με τον οποίο αντιμετωπίστηκε η Ελλάδα. Κάτι που υπογραμμίζει και το υπαρκτό κίνδυνο που αντιπροσωπεύει το γεγονός ότι επί της ουσίας ευρωπαϊκή αυτοκριτική δεν υπήρξε ποτέ.
Η περιφρόνηση της Δημοκρατίας
Ένα άλλο στοιχείο που υπογραμμίζει ιδιαίτερα ο Στρατούλης είναι η σημασία του Δημοψηφίσματος και κυρίως η τεράστια δημοκρατική δυναμική που καταγράφηκε.
Γιατί παρότι και εδώ έχουμε να κάνουμε με μια πολλαπλή αποσιώπηση (πάλι με συμμετοχή και της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ) του γεγονότος ότι ήταν μια κορυφαία δημοκρατική στιγμή στη νεώτερη ιστορία.
Σε μια κρίσιμη στιγμή κλήθηκε ο λαός να τοποθετηθεί, ξεδιπλώθηκαν και συγκρούστηκαν δύο απόψεις, υπήρξε τεράστια επικοινωνιακή αλλά και υλική πίεση κατά του ΟΧΙ, από το εσωτερικό και από το εξωτερικό και παρ’ όλα αυτά υπήρξε μια απόλυτα σαφής κατίσχυση του ΟΧΙ και μάλιστα στην πιο ταξικά πολωμένη εκλογική μάχη εδώ και πολλές δεκαετίες.
Να το πού διαφορετικά τη νομιμοποίηση που είχε το ΟΧΙ, ως προς τον όγκο και την ενεργητικότητα της υποστήριξης (ποιος ξεχνά το συλλαλητήριο στο Σύνταγμα), δεν την είχαν αρκετές από τις πρόσφατες κυβερνήσεις.
Το ότι το ΟΧΙ έμεινε «ορφανό» σχεδόν αμέσως, πρώτα και κύρια από αυτούς που πήραν την απόφαση να το προτείνουν, απλώς υπογραμμίζει τον βαθιά αντιδημοκρατικό χαρακτήρα της μεταστροφής Τσίπρα.
Η απουσία προετοιμασίας για τη ρήξη
Το βιβλίο του Στρατούλη έρχεται να υπογραμμίσει αυτό που πολλές φορές έχει συζητηθεί έκτοτε. Το γεγονός δηλαδή ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν επί της ουσίας προετοιμασμένος για τη ρήξη που συνεπαγόταν η εφαρμογή του προγράμματός του.
Οι φωνές που έθεταν αυτό το ερώτημα ήταν ούτως ή άλλως στη μειοψηφία και την ίδια ώρα η ηγεσία επέμεινε μέχρι τέλους στην αντίληψη ότι μπορούσε να υπάρξει διαπραγμάτευση για ένα «μνημόνιο με ανθρώπινο πρόσωπο». Αυτό προκύπτει και από την παράθεση της ατέρμονης σειράς από non-paper με τα οποία το πρωθυπουργικό γραφείο ενημέρωνε για τις καμπές της διαπραγμάτευσης.
Την ίδια ώρα η αριστερή πτέρυγα στην οποία ανήκε και ο ίδιος ο Στρατούλης, όντας τμήμα της κυβέρνησης, έπρεπε ταυτόχρονα να προσπαθεί να «παράγει έργο» στα υπουργεία παρά τις δυσκολίες (και ο Στρατούλης όντως έκανε μια μεγάλη προσπάθεια στον τομέα ευθύνης του και ορθά την υπενθυμίζει) αλλά και να αποτελεί «εσωτερική αντιπολίτευση» χωρίς να φαίνεται ότι υπονόμευε την κυβέρνηση. Το αποτέλεσμα ήταν να διατυπώνονται επιφυλάξεις ή προειδοποιήσεις αλλά όχι και ένα επεξεργασμένο σχέδιο και μια τακτική για την εφαρμογή του.
Γιατί έχοντας πια και την επίγνωση που φέρνει το πέρασμα του χρόνου είναι σαφές ότι σε εκείνη τη φάση ήταν αδύνατο για την Ευρωπαϊκή Ένωση να δεχτεί τερματισμό της λιτότητας και παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ. Αυτό έθετε ως πραγματικό ενδεχόμενο την έξοδο από την ευρωζώνη, είτε «συμπεφωνημένα» (αυτό που τότε διατυπώθηκε ως «Σχέδιο Σόιμπλε») είτε ως ρήξη με τους εκβιασμούς. Και στις δύο περιπτώσεις απαιτούσε λεπτομερή προετοιμασία κάθε βήματος, ήδη έτοιμες «τεχνικές» λύσεις και θεσμικές τομές, και βεβαίως ενημέρωση και κινητοποίηση της κοινωνίας για να αντέξει τις δυσκολίες της μετάβασης.
Αυτό, όμως, δεν το έκανε ούτε η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, που φαίνεται ότι πολύ νωρίς είχε αποφασίσει ότι δεν είναι εφικτή η έξοδος από το ευρώ, ούτε η αριστερή πτέρυγα που έμεινε κυρίως σε επίπεδο επισημάνσεων όχι όμως ολοκληρωμένου σχεδίου. Έπαιξε ρόλο σε αυτό και το γεγονός ότι δεν βάθυνε μια συζήτηση – και προετοιμασία – στο ευρύτερο φάσμα των δυνάμεων, εντός και εκτός ΣΥΡΙΖΑ που αντιλαμβάνονταν το αναπόφευκτο της ρήξης, σημείο που επισημαίνει και ο Στρατούλης.
Η μάχη που δεν δόθηκε
Αυτό σημαίνει ότι ενώ η Ελλάδα ήταν σε μια πολύ μεγάλη κοινωνική σύγκρουση από το 2010 και παρά την αποτύπωση των πραγματικών κοινωνικών δυναμικών και της νομιμοποίησης που θα είχε μια στρατηγική ρήξης, στην πραγματικότητα η μάχη δεν δόθηκε.
Όχι δεν μπορούσε να δοθεί, ούτε επειδή ήταν καταδικασμένη σε ήττα εξαρχής, αλλά επειδή η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, η ομάδα γύρω από τον Αλέξη Τσίπρα ποτέ δεν θέλησε να τη δώσει πραγματικά. Ο τρόπος που μπήκε στη διαπραγμάτευσης, οι υποχωρήσεις από πολύ νωρίς, η μετατόπιση στη λογική των δανειστών και προφανώς η σχεδόν «αυτόματη» εγκατάλειψη του ίδιου του δημοψηφίσματος σε αυτό κατατείνουν.
Σημαίνει ότι δεν μπορούσε να δοθεί; Ο Στρατούλης επιμένει ότι μπορούσε να δοθεί και έστω με δυσκολίες να κερδηθεί. Και όντως από μία άποψη θα ήταν ένα εξαιρετικό «στένεμα» του ιστορικού ορίζοντα να πούμε ότι μέσα σε εκείνες τις συνθήκες και με δεδομένη τη δυναμική του δημοψηφίσματος, αλλά και των κινητοποιήσεων που είχαν προηγηθεί, ότι δεν μπορούσε να υπάρξει μια διαφορετική πορεία. Μια πορεία ρήξης και δυσκολιών αλλά όχι απαραίτητα καταστροφική, εάν αναλογιστούμε πόσο έχασε συνολικά η χώρα σε εισόδημα, δυναμισμό, δημιουργικό δυναμικό, και κοινωνική συνοχή τη δεκαετία του 2010…
Ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί
Το βιβλίο του Στρατούλη είναι μια σημαντική συνεισφορά σε αυτή τη συζήτηση. Είναι λεπτομερές, καλά τεκμηριωμένο, και ειλικρινές. Βοηθά να παρακολουθήσεις τα γεγονότα και τις καμπές. Προφανώς ο ίδιος ο Στρατούλης δικαιολογεί με αυτό τον τρόπο τις επιλογές του, όμως το κάνει με αυτοκριτική διάθεση και ταυτόχρονα υπεράσπιση των επιλογών που έκανε που ας μην ξεχνάμε ότι τον οδήγησαν εκτός Βουλής και εκτός κυβέρνησης, την ώρα που τα στελέχη που περιφρόνησαν το ΟΧΙ σήμερα ετοιμάζονται για ενδεχόμενη επιστροφή τους σε υπουργικούς θώκους.
Πάνω από όλα είναι ένα βιβλίο που επιτρέπει να συζητήσουμε μια κρίσιμη καμπή και εάν μπορούσε σε εκείνη τη φάση να είχε υπάρξει ένας άλλο δρόμος. Αυτό δεν είναι παρελθοντολογία, αλλά αναγνώριση ότι στην ιστορία δεν υπάρχουν μονόδρομοι.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις