Χέντι Λαμάρ: H σταρ του κινηματογράφου που εφηύρε το Bluetooth το 1942
Μια σταρ του κινηματογράφου. Μια συνθέτρια της πρωτοπορίας. Μια τηλεκατευθυνόμενη τορπίλη. Το Wi-Fi. Τόσο απλά, κάποιοι άνθρωποι προηγούνται της εποχής τους.
Μια από τις δυσάρεστες αλήθειες σχετικά με το πλέγμα των σύγχρονων ανέσεων είναι ότι η μεγάλη πλειονότητά τους πηγάζει από ανάγκες που προέκυψαν από τον πόλεμο. Ειδικά ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος ανάγκασε τη Δύση σε έναν παροξυσμό τεχνολογικής δημιουργικότητας, τους καρπούς της οποίας σήμερα απολαμβάνουμε. Μια από τις πιο παράξενες ιστορίες που προήλθαν από αυτή την έκρηξη περιστρέφεται γύρω από μια εφεύρεση της πρωταγωνίστριας της μεγάλης οθόνης, Χέντι Λαμάρ, της «πιο όμορφης γυναίκας στον κόσμο», με τόσο περίεργα προφητική σημασία που φτάνει να αποτελεί τον πυρήνα της σύγχρονης θεωρίας της ασύρματης επικοινωνίας.
Γεννημένη το 1914 στη Βιέννη ως Χέντγουικ Κίσλερ, ανακάλυψε την αγάπη της για την υποκριτική νωρίς, σε μια πόλη που λάτρευε και στήριζε τις τέχνες, το θέατρο και τον κινηματογράφο. Η πρώιμη επιτυχία της (συμπεριλαμβανομένης μιας σκανδαλώδους γυμνής σκηνής στην ταινία Ecstasy του 1933) κέντρισε την προσοχή του Φρίντριχ Μαντλ, του τρίτου πλουσιότερου ανθρώπου στην Αυστρία και ενός ξεδιάντροπου κατασκευαστή πυρομαχικών που σε όλους τους πολέμους ο ρόλος του ήταν να παίζει και τις δύο πλευρές.
Ένας άθλιος γάμος
Ο Μαντλ και η Χέντι παντρεύτηκαν το 1933, όταν εκείνη ήταν μόλις δεκαεννέα ετών, και εκείνος απαίτησε αμέσως να εγκαταλείψει την υποκριτική για να ζήσει στο χρυσοποίκιλτο κλουβί του.
Ήταν ένας άθλιος γάμος, αλλά είχε το πλεονέκτημα ότι την έφερε σε επαφή με μια καθημερινή, σταθερή ροή τεχνικών καινοτόμων και τις επαναστατικές ιδέες τους για την αξιοποίηση του ραδιοφώνου για τη δημιουργία κατευθυνόμενων όπλων. Η Χέντι χαμογελούσε χωρίς να προδίδει τα συναισθήματά της, όπως αναμενόταν, και έκρυψε όλη αυτή τη γνώση, την οποία πήρε μαζί της όταν το 1938 έφυγε επιτέλους από τον ναζισμό και τον σύζυγό της.
Με τη βοήθεια του Λούις Μάγιερ των στούντιο MGM, της δόθηκε ένα νέο όνομα, Χέντι Λαμάρ (μακάβριο, ο Μάγιερ απλά δανείστηκε το επώνυμο αυτό από μια ηθοποιό που μόλις είχε πεθάνει και ως εκ τούτου δεν το χρησιμοποιούσε) και μια καριέρα στο Χόλιγουντ.
Οι άλλες ανησυχίες
Το θέμα ήταν, όμως, ότι ανάμεσα στις ταινίες η Λαμάρ είχε ελάχιστα πράγματα να κάνει. Η σκηνή του Χόλιγουντ την κούραζε και έβγαζε αρκετά χρήματα για να μην αρπάζει κάθε ρόλο που της προσφερόταν.
Έτσι, άρχισε να εφευρίσκει, αθώα αντικείμενα στην αρχή, εκείνα τα gadgets της κουζίνας που υποτίθεται ότι κάνουν τη ζωή ευκολότερη, από στίφτες μέχρι peelers. Αλλά με τον ευρωπαϊκό πόλεμο να απειλεί να παρασύρει τις Ηνωμένες Πολιτείες μαζί του, η Λαμάρ έστρεψε την προσοχή της στον σχεδιασμό όπλων, και ειδικότερα στο σοβαρότατο ζήτημα των συστημάτων καθοδήγησης τορπιλών.
Ακούγεται αρκετά τυχαίο, αλλά ήταν ένα καυτό θέμα συζήτησης στα δείπνα του γάμου της με τον Μαντλ. Είχε φέρει σε αμηχανία τους μεγαλύτερους μηχανικούς της Ευρώπης, αλλά η Λαμάρ ήταν σίγουρη ότι μπορούσε να το λύσει.
Το βασικό ζήτημα ήταν το εξής: παραδοσιακά, πυροδοτούσες μια τορπίλη και ήλπιζες ότι ο στόχος σου θα συνέχιζε την αρχική του ευθεία πορεία. Αν έστριβε ή αν τα ρεύματα του νερού έσπρωχναν την τορπίλη σου, ο στόχος χανόταν.
«Αυτό που χρειάζεται είναι κάτι που θα επιτρέπει να στέλνονται οδηγίες αλλαγής πορείας σε μια τορπίλη ενώ αυτή βρισκόταν εν πλω – Λίγο αριστερά εκεί, φίλε. Τώρα συνέχισε να πηγαίνεις» έλεγε η Λαμάρ.
Κι έδωσε τη λύση
Ο προφανής τρόπος για να γίνει αυτό ήταν μέσω ραδιοσημάτων, αλλά η διατήρηση ενός ανοιχτού καναλιού καθοδήγησης καθιστούσε εύκολο για τα εχθρικά σκάφη να κάνουν αντιπερισπασμό με θόρυβο, μπλοκάροντας ουσιαστικά την ικανότητα να καθοδηγηθεί η τορπίλη, παρά τα ισχυρά συστήματα ραδιοελέγχου.
Η λύση της Λαμάρ ήταν υπέροχα κομψή, αν μια τέτοια φράση δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ένα όργανο θανάτου. Το ονόμασε «εναλλαγή συχνότητας».
Τι θα γινόταν αν, αντί να χρησιμοποιούν μόνο μια συχνότητα, το πλοίο και η τορπίλη μπορούσαν να κάνουν συγχρονισμένες μεταπηδήσεις μεταξύ πολλαπλών συχνοτήτων; Με αυτόν τον τρόπο, αν ο εχθρός έβρισκε και μπλόκαρε με κάποιο τρόπο μία συχνότητα, θα επηρέαζε μόνο ένα μικρό μέρος της ικανότητας καθοδήγησής της.
Αυτή η ιδέα, της σύγχρονης εναλλαγής πολλαπλών συχνοτήτων για την αποφυγή παρεμβολών και την ενίσχυση της συνδεσιμότητας, θα γινόταν η βασική αρχή της τεχνολογίας Bluetooth έξι δεκαετίες αργότερα.
Το τέχνασμα ήταν ο πρακτικός συγχρονισμός του πλοίου με την τορπίλη, έτσι ώστε και οι δύο να μεταπηδούν σε μια νέα συχνότητα μαζί. Στο σημείο αυτό ζητήθηκε η συμβουλή ενός πρωτοποριακού κλασικού συνθέτη.
Κι έτσι εμφανίστηκε ο Τζορτζ Άντιλ
Ο Τζορτζ Άντιλ ήταν ένας Αμερικανός πρωτοποριακός συνθέτης, πιανίστας, συγγραφέας και εφευρέτης του οποίου οι μοντερνιστικές μουσικές συνθέσεις εξερεύνησαν τους σύγχρονους ήχους –μουσικούς, βιομηχανικούς και μηχανικούς– των αρχών του 20ου αιώνα. Μονίμως χρεοκοπημένος, έκανε το ντεμπούτο του το 1926 με το Ballet Mecanique, ένα έργο που αρχικά προοριζόταν να συνοδεύσει μια ντανταϊστική πειραματική ταινία και προκάλεσε εξέγερση αντιδράσεων στην πρεμιέρα. Χρησιμοποίησε μια προπέλα αεροπλάνου και δεκαέξι συγχρονισμένα πιάνα για να ορίσει την ανελέητη ρυθμικότητά του. Ακούγοντάς το τώρα, μπορεί κανείς να σκεφτεί ότι προσπάθησε να πετύχει την ειρωνική ακρότητα του Προκόφιεφ, αλλά δεν τα κατάφερε.
Το έργο απέτυχε παταγωδώς στην Αμερική και τις επόμενες δύο δεκαετίες ο Άντιλ έψαχνε για όποια δουλειά μπορούσε να βρει – συνθέτοντας μουσική για ταινίες, γράφοντας παράλογα άρθρα για το πώς η γνώση των αδενικών συστημάτων μπορεί να βοηθήσει έναν άντρα να καταλάβει αν μια γυναίκα είναι «πρόθυμη», και εφευρίσκοντας ένα ρομπότ διδασκαλίας πιάνου με το όνομα SeeNote.
Το 1940, δεν είχε τεράστια γκάμα τεχνολογικών πλεονεκτημάτων, αλλά ο χρόνος που πέρασε παλεύοντας με την υλικοτεχνική υποδομή του Ballet Mecanique τού είχε διδάξει ένα μικρό μέρος του συγχρονισμού των μηχανών, και ήταν αυτή η γνώση που προσέφερε στη Λαμάρ όταν συναντήθηκαν και ξεκίνησαν την εφευρετική τους συνεργασία.
Καλλιτεχνία και ραδιοσυχνότητες
Ο προτεινόμενος μηχανισμός τους στηριζόταν στην καθαρή απλότητα. Τόσο το πλοίο όσο και η τορπίλη θα έφεραν μια τυλιγμένη σε ρολό, οδοντωτή κορδέλα, όπως τα διάτρητα φύλλα που κινούν τα πιάνα. Η εκτόξευση της τορπίλης θα ενεργοποιούσε ταυτόχρονα έναν διακόπτη και στα δύο ρολά για να αρχίσουν να περιστρέφονται ταυτόχρονα, ενώ η διακύμανση των οδοντωτών εγκοπών θα κωδικοποιούσε τις αλλαγές στη συχνότητα. Με την εναλλαγή μεταξύ διαφόρων συχνοτήτων και τον περιορισμό των διορθώσεων πορείας, το σύστημα που προέκυπτε ήταν πρακτικά μη προσβλητό.
Ήταν ένα λαμπρό σύστημα που είχε μόνο ένα πρόβλημα – το Ναυτικό, που θα είχε την ευθύνη για την παραγωγή του, ήταν άθλιο στην κατασκευή τορπιλών. Κατά τους πρώτους μήνες του πολέμου, οι περισσότερες τορπίλες τους είτε κατέληγαν εκτός στόχου, είτε απλά δεν εκρήγνυτο.
Όσο σπουδαία και αν ήταν η εφεύρεση των Λαμάρ και Άντιλ, δεν υπήρχε περίπτωση το Ναυτικό να αρχίσει να πειραματίζεται με αυτήν μέχρι να βρει πρώτα πώς να διορθώσει τη δική του τεχνική.
Έτσι, αν και οι Λαμάρ και Άντιλ έλαβαν δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για την εφεύρεσή τους, δεν την είδαν ποτέ να αναπτύσσεται. Το σχέδιο κλειδώθηκε απ’ όσο ξέρουμε, για αρκετές δεκαετίες.
Η δικαίωση
Τελικά, όμως, καθώς τα ραδιοκύματα απέδιδαν όλο και περισσότερο χρειαζόταν κάποιο σύστημα που θα επέτρεπε στις συσκευές να επικοινωνούν χωρίς να παρεμβαίνουν μεταξύ τους. Οι ηλεκτρολόγοι μηχανικοί που έψαχναν για λύσεις έπεσαν πάνω στο ξεχασμένο έργο της Λαμάρ και αναγνώρισαν την επαναστατική του αξία. Ο Ντέιβ Χιουζ, ο πατέρας των συστημάτων ασύρματων δικτύων για αγροτικά σχολεία, αποφάσισε ότι η Λαμάρ θα έπρεπε να λάβει κάποια αναγνώριση για την εκπληκτική και πρωτότυπη εργασία της, και άσκησε σκληρή πίεση ώστε να λάβει το βραβείο πρωτοπόρου από το Electronic Frontier Foundation το 1993, γεγονός που της χάρισε, τελικά, την εκτίμηση που της αναλογούσε.
Η Λαμάρ πέθανε το 2000 κουβαλώντας πάντα τον τίτλο της πιο όμορφης γυναίκας στον κόσμο και της μητέρας της ασύρματης εποχής.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις