Η Συνοικία το Όνειρο: Το μέγαλο κινηματογραφικό άνοιγμα του Αλεξανδράκη με το άδοξο τέλος
Η ταινία αποτέλεσε μια μεγάλη εισπρακτική αποτυχία, παρότι στον ελληνικό και ξένο Τύπο συνοδεύτηκε με διθυραμβικές κριτικές.
Η θρυλική ταινία «Συνοικία το Όνειρο», που σκηνοθέτησε ο Αλέκος Αλεξανδράκης το 1961, σε σενάριο του σπουδαίου ποιητή Τάσου Λειβαδίτη και του Κώστα Κοτζιά πέρασε μεγάλες περιπέτειες και κυρίως λογοκρισία και μάλιστα εν καιρώ δημοκρατικού πολιτεύματος. Μια ταινία που σχολίαζε με ιδιαίτερο τρόπο την εποχή, την κατοχή, τον εμφύλιο και τις ρημαγμένες ζωές των Ελλήνων. Αξιοσημείωτο, πολλοί από τους ηθοποιούς αλλά και συντελεστές της ταινίας είχαν βιώσει και εκείνοι δύσκολες στιγμές ενσαρκώνοντας πειστικά τους ρόλους τους. Ανάμεσα τους και ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, ζώντας στο πετσί του τη φτώχεια, ερμήνευσε μοναδικά το τραγούδι «Βρέχει στη φτωχογειτονιά», σε στίχους Τάσου Λειβαδίτη και μουσική Μίκη Θεοδωράκη.
Διαβάστε επίσης: Κάποια Μίλησε: Η ταινία που μιλά για το πώς ξεκίνησε το κίνημα του #metoo#
Οι κομμένες σκηνές, η απαγόρευση, η λογοκρισία, η επεισοδιακή πρεμιέρα της
Η ταινία κρίθηκε ακατάλληλη και με απόφαση της αρμόδιας επιτροπής, αρχικά απαγορεύθηκε από την Υπηρεσιακή Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Δόβα. Πολλοί την κατέκριναν για τις κομμουνιστικές ιδέες της, την εικόνα της εξαθλίωσης που ήθελε να προβάλλει αλλά και τη συμμετοχή του Μάνου Κατράκη και Μίκη Θεοδωράκη (λόγω των πολιτικών πεποιθήσεων τους). Στην κυβέρνηση αναλαμβάνει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.
Ύστερα από διαμαρτυρίες του Τύπου και ανθρώπων της τέχνης, η κυβέρνηση επέτρεψε την προβολή μιας λογοκριμένης εκδοχής της ταινίας και μόνο στα αστικά κέντρα. Στην επαρχία – ειδικά στις «εθνικά ευαίσθητες περιοχές» – εκδόθηκε αυστηρή διαταγή απαγόρευσης. Στο φιλμ κόβονται σκηνές.
Όπως είχε δηλώσει ο Αλεξανδράκης, σε συνέντευξή του στα «Νέα», εκτός από τη σχετική κοπτοραπτική του φιλμ χρειάστηκε και η προσωπική παρέμβαση της Ελένης Βλάχου στον Κωνσταντίνο Καραμανλή για να δοθεί άδεια προβολής.
Η πρεμιέρα της, τον Οκτώβριο του 1961, ήταν επεισοδιακή. Η προβολή της διεκόπη βίαια από αστυνομικούς και παρακρατικούς, που εισέβαλαν στην κινηματογραφική αίθουσα και κατέβασαν τον γενικό διακόπτη, μπροστά στα έκπληκτα μάτια των επίσημων καλεσμένων.
Η οικονομική καταστροφή του Αλέκου Αλεξανδράκη
Το φιλμ του είχε κοστίσει μια μικρή περιουσία και προβλήθηκε κατακρεουργημένο, με αποτέλεσμα να μην τον εκφράζει πλήρως.
«Την πλήρωσα πάρα πολύ οικονομικά αυτή την ταινία… Ό,τι είχα μαζέψει από τις ταινίες που έκανα τα έβαλα για να κάνω αυτή την ταινία, γιατί ήθελα να πω αυτά τα πράγματα. Τελικά λογοκρίθηκε και όταν την επέτρεψαν, παίχτηκε πετσοκομμένη», δήλωσε σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ και στον δημοσιογράφο Άρη Σκιαδόπουλο το 1996.
Ιδιαίτερα στεναχωρημένος μιλώντας στον Χρήστο Βασιλόπουλο και τη «Μηχανή του Χρόνου» είχε πει: «Αυτή η ταινία δεν με αφορά, δεν με αντιπροσωπεύει. Για μένα τελείωσε στη λογοκρισία της…».
Η ιστορία της ταινίας
Κεντρικοί χαρακτήρες της υπόθεσης είναι ο Ρίκος (Αλεξανδράκης), πρώην κατάδικος, νυν μικροκομπιναδόρος, αλλά με καλή καρδιά. Η αγαπημένη του Στεφανία (Γεωργούλη) φλερτάρει με πλούσιους και με την ιδέα να ξεφύγει μια και καλή από τη φτωχογειτονιά. Πατέρας της ο ασκητικός «Νεκροθάφτης» (Μάνος Κατράκης), που προσπαθεί να επιβιώσει σε ένα περιβάλλον εφιαλτικό και να συνεισφέρει στα οικονομικά της οικογένειας. Για ολόκληρη την περιοχή υπάρχουν μια τουαλέτα και ένα τηλέφωνο, ενώ το νερό αποτελεί αγαθό όνομα και πράγμα. Ο Ρίκος σκαρφίζεται μια κομπίνα, αλλά θα ξοδέψει τα χρήματα που έχουν συγκεντρωθεί και ένας από τους «συνεταίρους» του (Αλέκος Πέτσος) θα αυτοκτονήσει. Ο Ρίκος, η αγαπημένη του και ο αδερφός της, ηττημένοι και απογοητευμένοι εξαιτίας των προσδοκιών που δεν ευοδώθηκαν ποτέ, θα αναγκαστούν να συμβιβαστούν με την ωμή πραγματικότητα.
Οι διθυραμβικές κριτικές
Στo Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1961 απέσπασε το Βραβείο φωτογραφίας και το βραβείο Β’ ανδρικού ρόλου (Μάνος Κατράκης), ενώ παρά την απαγόρευση προβολής της στο εξωτερικό, προβλήθηκε τελικά στη Βενετία, αν και εκτός του πλαισίου του κινηματογραφικού φεστιβάλ της πόλης.
Η δεύτερη σκηνοθετική δουλειά του Αλέκου Αλεξανδράκη ήταν και η τελευταία του. Επιπλέον σηματοδότησε και το τέλος της σχέσης του με την Αλίκη Γεωργούλη, καθώς οι έντονες διαφωνίες που είχαν για θέματα παραγωγής και για την «υπογραφή» αυτής κατέστησαν αγεφύρωτες μετά τη λογοκρισία και τη μεγάλη οικονομική αποτυχία.
Ακριβώς 22 χρόνια μετά από την επεισοδιακή της πρεμιέρα, η ταινία προβλήθηκε για πρώτη φορά από την κρατική τηλεόραση (1983).
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις