Scrabble: Όταν οι εταιρείες απέρριπταν αυτό που θα γινόταν ένα από τα εμπορικότερα επιτραπέζια όλων των εποχών
Σαν σήμερα ένας άνεργος αρχιτέκτονας εφηύρε στο σπίτι του το δημοφιλέστερο παιχνίδι που βασίστηκε ποτέ σε λεξικό
γράφει η Βασιλίνα Ριστάνη *
Το θρυλικό οικογενειακό επιτραπέζιο παιχνίδι, Scrabble, έχει κληρονομιά που μπορεί να συναγωνιστεί ένα μικρό ευρωπαϊκό έθνος. Τουλάχιστον 150 εκατομμύρια σετ έχουν παραχθεί σε πάνω από 120 χώρες, με έναν κατάλογο περίπου 276.000 λέξεων. Περισσότερα από τα μισά σπίτια του Ηνωμένου Βασιλείου το έχουν στα ράφια τους, συμπεριλαμβανομένης της βασιλικής οικογένειας.
Η Μαντόνα και ο Κιάνου Ριβς το λατρεύουν όσο ο Μπάρακ Ομπάμα και οι Μπιλ και Χίλαρι Κλίντον. Αγαπημένο παγκοσμίως, μεταξύ μικρών και μεγάλων, το Scrabble είναι σίγουρα ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα στον κόσμο των επιτραπέζιων. Γιατί κάποτε όλοι πίστευαν ότι ένα τέτοιο παιχνίδι ήταν καταδικασμένο να αποτύχει;
- Διαβάστε επίσης: Το τότε και το τώρα 6 θρυλικών παιχνιδιών
Ένας άνθρωπος «των γραμμάτων»
Ο Άλφρεντ Μπας είναι ο άνθρωπος που ευθύνεται για τα βροχερά απογεύματα και κατά τα άλλα ευχάριστες οικογενειακές συγκεντρώσεις που καταστράφηκαν από διαφωνίες του τύπου αν το «ζα» μετράει ως λέξη. Η ιστορία του Scrabble ξεκινά όταν ο 32χρονος αρχιτέκτονας προστέθηκε στα εκατομμύρια που είχαν ήδη χάσει τις δουλειές τους στη Μεγάλη Ύφεση του ’29.
Εμπνευσμένος από την επιτυχία της Monopoly, ο Μπατς καθόταν στο διαμέρισμά του στο Κουίνς της Νέας Υόρκης, προβληματισμένος με την αγορά επιτραπέζιων παιχνιδιών. Σκέφτηκε ότι υπήρχαν τρεις τύποι παιχνιδιών: παιχνίδια κινήσεων, παιχνίδια αριθμών όπως το μπίνγκο και παιχνίδια λέξεων, μόνο δηλαδή τους αναγραμματισμούς.
Ο Μπατς ήταν λάτρης του σκακιού, των σταυρόλεξων και των παζλ – η επιρροή και των τριών είναι εμφανής στο Scrabble. Του έλειπε επίσης ένα κρίσιμο στοιχείο: ένα ταμπλό. Καθώς το παιχνίδι εξελισσόταν, πρόσθεσε κενά πλακίδια και τετράγωνα με υψηλή βαθμολογία. Ύστερα, μετέφερε την αφετηρία του παιχνιδιού από την άκρη του ταμπλό στο κέντρο.
Με χαρακτηριστική επιμέλεια, τα κατέγραψε όλα αυτά σε ένα έγγραφο με τίτλο «Μελέτη των Παιχνιδιών». Ο θησαυρός περιλαμβάνει ένα πρωτοσέλιδο της New York Herald, μία από τις εφημερίδες που χρησιμοποίησε για να εκτιμήσει τη συχνότητα που εμφανίζεται κάθε γράμμα του αλφαβήτου. Έτσι αποφάσισε πόσα πλακίδια και πόσους πόντους θα είχε το κάθε γράμμα.
Το σημείο καμπής
Το πειραματόζωό του ήταν η σύζυγός του Νίνα, η οποία, ήταν η δασκάλα του μεγαλώνοντας. Ήταν δικό της λάθος που ο Μπατς ήταν τόσο κακός στην ορθογραφία. Πάντοτε τον κέρδιζε στο ίδιο του το παιχνίδι, με τη λέξη «quixotic», συγκεντρώνοντας σχεδόν 300 πόντους σε έναν μόνο γύρο. Σύντομα, μάζευαν φίλους και γείτονες, μα το παιχνίδι ήταν για λίγο απλώς μια τοπική επιτυχία.
Μέχρι τα μέσα του 1934, είχε πουλήσει μόλις 84 χειροποίητα σετ με απώλεια 20 δολαρίων. Κάθε μεγάλος κατασκευαστής παιχνιδιών το απέρριψε και η αίτησή του για δίπλωμα ευρεσιτεχνίας είχε την ίδια τύχη. Τελικά, η οικονομία ανέκαμψε και ο Μπατς μπόρεσε να συνεχίσει την παλιά του δουλειά στην αρχιτεκτονική εταιρεία.
Η ιστορία μπορεί να είχε τελειώσει εκεί, αν δεν υπήρχε o Τζέιμς Μπρουνό. Όταν αποσύρθηκε από την καθημερινή του εργασία το 1948, πλησίασε τον Μπατς προσφέροντας να φτιάξει και να πουλήσει το παιχνίδι. Σκέφτηκε επίσης το όνομα Scrabble, καταθέτοντας μια επιτυχημένη αίτηση πνευματικών δικαιωμάτων την ίδια χρονιά.
Η επιτυχία όμως απείχε ακόμη τέσσερα χρόνια. Μέχρι τότε ο Μπρουνό, όπως και ο Μπατς πριν από αυτόν, έχανε χρήματα παράγοντας μερικές δεκάδες σετ κάθε εβδομάδα. Το 1952, ο πρόεδρος του πολυκαταστήματος Macy’s έτυχε να δει ένα παιχνίδι Srabble σε εξέλιξη ενώ έκανε διακοπές στη Φλόριντα. Το κατάστημα σύντομα πουλούσε 6.000 σετ εβδομαδιαίως.
Εβδομήντα χρόνια αργότερα, εξακολουθεί να παίζεται από παιδιά μέχρι επαγγελματίες σε διαγωνισμούς. Μπορείς να το συναντήσεις από μέσα στη φυλακή μέχρι το παλάτι του Μπάκιγχαμ. Όσο για τον Μπατς, έλαβε 265.000 δολάρια το 1972, όταν η Selchow & Righter, που είχε απορρίψει το παιχνίδι χρόνια νωρίτερα, εξαγόρασε τον Μπρουνό για 1,3 εκατομμύρια δολάρια.
Ο Μπατς χάρισε το ένα τρίτο όλων των εσόδων του από τα πνευματικά δικαιώματα και είχε αρκετά για να αγοράσει το αγροτόσπιτο στα βόρεια της Νέας Υόρκης. Έμεινε εκεί μέχρι το τέλος της ζωής του το 1993, σε ηλικία 93 ετών. Στα τέλη της δεκαετίας του εβδομήντα, δημιούργησε «το άλλο παιχνίδι του Άλφρεντ».
* Η Βασιλίνα Ριστάνη σπουδάζει στη New Media Studies
- Κακοκαιρία Alexandros: Επικαιροποίηση του έκτακτου δελτίου της ΕΜΥ – Live η πορεία των φαινομένων
- Υπό κράτηση Κροάτης υπουργός – Κατηγορείται για διαφθορά
- Πυρηνικά όπλα: Οι τελευταίες οδηγίες Μπάιντεν και τα «ερωτηματικά» του Τραμπ
- «Όχι» του Ισραήλ σε επιπλέον βοήθεια στη Λωρίδα της Γάζας
- Κασσελάκης: Μίλησε για «πραξικόπημα» στον ΣΥΡΙΖΑ – «Είναι πολλά τα λεφτά…»
- Τα σχέδια της UNESCO για την ενίσχυση του σάκε