Ξανθόπουλος: Η κ. Καϊλή αυτονομήθηκε και ψήφισε υπέρ του Κατάρ
Ο Θεόφιλος Ξανθόπουλος, αρμόδιος Τομεάρχης Δικαιοσύνης της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, αναφέρει για τις υποκλοπές: «Δεν νοείται απόφαση Εισαγγελέα αναιτιολόγητη»
- Φραγκλίνος Ρούζβελτ: Ο ρέκορντμαν πρόεδρος των ΗΠΑ
- Τεράστιες οι ζημιές από την πύρινη λαίλαπα στο Λος Άντζελες - Καλλιέργειες έγιναν παρανάλωμα του πυρός
- Μαθητές και εκπαιδευτικοί από τον Βόλο αρρώστησαν σε πενταήμερη - 2 μαθήτριες προληπτικά στο νοσοκομείο
- Αυτές οι εκλογές είναι μόνο η αρχή της εμπλοκής του Μασκ στην πολιτική
Αποκαλυπτικός και καυστικός για την υπόθεση Καϊλή αλλά και σε σχέση με την κυβέρνηση είναι στην συνέντευξη μας ο βουλευτής Δράμας και αρμόδιος Τομεάρχης Δικαιοσύνης της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και νομικός Θεόφιλος Ξανθόπουλος. Για παράδειγμα λέει για την ελεγχόμενη ευρωβουλευτή πως είχε αυτονομηθεί από την αρμόδια επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου και έκανε μόνη της επίσκεψη στο Κατάρ ενώ τα υπόλοιπα μέλη της Επιτροπής δεν συμμετείχαν.
Για τις υποκλοπές ο κ. Ξανθόπουλος είναι αναλυτικός και με νομικά επιχειρήματα αποδομεί κάθε κυβερνητικό επιχείρημα ενώ θέτει μια ενδιαφέρουσα διάσταση για τις παρακολουθήσεις: «Δεν νοείται απόφαση Εισαγγελέα αναιτιολόγητη», λέει με νόημα.
Αποκάλυψη: Τα Εμιράτα «κάρφωσαν» τον Παντσέρι – Ο Τζόρζι ως διπλός «κατάσκοπος» Κατάρ και Μαρόκου
Για τα πολιτικά ο ίδιος θεωρεί ότι ο χρόνος είναι επαρκέστατος «για να καλύψουμε αυτήν την μικρή διαφορά», όσον αφορά τις μετρήσεις και σε σχέση με την ΝΔ. Και συμπληρώνει ότι «αρκεί να είμαστε αποτελεσματικοί, πειστικοί και μαχητικοί, όπως αρμόζει σε ένα κόμμα της ανανεωτικής ριζοσπαστικής Αριστεράς».
Να ξεκινήσουμε κ. Ξανθόπουλε από την υπόθεση Καϊλή. Προσφάτως είπατε (Κανάλι 1) ότι η υπόθεση δεν είναι κεραυνός εν αιθρία, αφού οι εμπλεκόμενοι είχαν δείξει τη στάση τους απέναντι στην αραβική χώρα ενώ κατηγορήσατε τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ για αργά αντανακλαστικά σε σχέση με την διαγραφή της Εύας Καϊλή από το κόμμα, λέγοντας πως «ο δούρειος ίππος είχε ήδη μπει στην Τροία». Τι ακριβώς εννοείτε;
Η στάση της κας Καϊλή σε ό, τι αφορά στο Κατάρ δεν αποτυπώθηκε μόνον στην τελευταία προκλητική δήλωσή της «περί τομής στα εργασιακά δικαιώματα» αλλά έχει σχετική προϊστορία. Από το 2019 είχαν ξεκινήσει συζητήσεις στην Ε.Ε. για τις σχέσεις με το Κατάρ και τις άλλες χώρες του Κόλπου, η δε Ε. Καϊλή ήδη εδώ και έναν χρόνο είχε δεχθεί πυρά για τη στάση που τηρούσε στο θέμα αυτό. Αυτονομήθηκε από την αρμόδια επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου και έκανε μόνη της επίσκεψη στην χώρα ενώ τα υπόλοιπα μέλη της Επιτροπής δεν συμμετείχαν.
Χαρακτηριστικό είναι επίσης ότι μόλις πριν από 10 ημέρες, εμφανίστηκε για να ψηφίσει υπέρ της απελευθέρωσης του καθεστώτος βίζας για το Κατάρ και το Κουβέιτ στην επιτροπή Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων του Κοινοβουλίου – παρόλο που δεν είναι μέλος της επιτροπής!
Σε ό, τι αφορά στον Ν. Ανδρουλάκη υπάρχει το δεδομένο ότι ο ίδιος και η Ε. Καϊλή είναι τα μόνα μέλη του ΠΑΣΟΚ ΚΙΝΑΛ εκλεγμένα στο Ευρωκοινοβούλιο. Άρα εξ ορισμού η πολιτική τους σχέση είναι στενή.
Δυο άνθρωποι είναι όλοι κι όλοι. Δεν μπορώ να φαντασθώ ότι όλη αυτή η δραστηριότητα της κ. Καϊλή πέρασε απαρατήρητη από τον νυν Πρόεδρο του Κόμματος. Και, προς Θεού, εννοώ αποκλειστικά τις πολιτικές της δραστηριότητες σχετικά με το Κατάρ και μόνον. Άρα είχε ή εν πάση περιπτώσει όφειλε να έχει μια εικόνα για την πολιτική της δραστηριότητα, που απ’ ότι φαίνεται δεν ήταν ενταγμένη στις συλλογικές αποφάσεις των ευρωσοσιαλιστών.
Όταν λοιπόν προ λίγων εβδομάδων έκανε τη δήλωση για τα εργασιακά δικαιώματα στο Κατάρ δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία αλλά η συνέχεια μιας διαδρομής.
Και αντί ο κ. Ανδρουλάκης, έχοντας υπόψη του όλη την προϊστορία, τις εκλεκτικές συγγένειες με τη Ν.Δ., τις γενικότερες απόψεις και δηλώσεις της, που απείχαν από τον πυρήνα των θέσεων του ΠΑΣΟΚ ΚΙΝΑΛ, αντί να τη διαγράψει και να απαλλαγεί φρόντισε να την «αδειάσει» κατά το κοινώς λεγόμενο κάνοντας απλώς μια δήλωση.
Και όταν ξέσπασε το σκάνδαλο αναγκάσθηκε να προχωρήσει στη διαγραφή της, ενώ πλέον είναι αργά. Και για τον ίδιο, ως αρχηγό με την έννοια ότι δεν επέδειξε ανάλογα αντανακλαστικά και για το Κόμμα του, για το οποίο μοιραία γίνονται καθόλου κολακευτικοί συνειρμοί, επαναφέροντας στη μνήμη των πολιτών ζητήματα διαφθοράς, που τόσο το έχουν ταλανίσει.
Στο έτερο θέμα των ημερών, τις παρακολουθήσεις, δεν τεκμαίρεται πως ενίοτε υπάρχει η ανάγκη παρακολούθησης για λόγους εθνικής ασφάλειας και ως νομικός πώς θέτετε τα όρια;
Να ξεκαθαρίσουμε ότι είναι εντελώς απαραίτητη η αποτελεσματική λειτουργία της ΕΥΠ. Κάθε χώρα έχει ανάγκη τις μυστικές υπηρεσίες της, η δε χώρα μας λόγω συγκεκριμένων προβλημάτων με την γείτονα Τουρκία, πολύ περισσότερο. Αλλά η Ελλάδα είναι μια χώρα που βρίσκεται στον πυρήνα των χωρών της Ε.Ε., έχει ένα φιλελεύθερο δικαιικό σύστημα
και, επομένως, η λειτουργία της υπηρεσίας πρέπει να βρίσκεται σε απόλυτη ισορροπία με το Κράτος Δικαίου και τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα των Πολιτών. Κατ’ αρχάς ο ορισμός της Εθνικής Ασφάλειας, όπως ορίζεται στον νόμο που ψήφισε μόνη της η κυβερνητική πλειοψηφία, είναι αρκετά ευρύς και ως εκ τούτου μπορεί να αποτελέσει αφορμή καταχρηστικών πρακτικών.
Επίσης, η έλλειψη αιτιολογίας από πλευράς των Εισαγγελέων, οι οποίοι αποφασίζουν την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών του Πολίτη, είναι μελανό σημείο στο δικαιικό μας σύστημα. Δεν νοείται απόφαση Εισαγγελέα
αναιτιολόγητη. Μάλιστα, στο σημείο αυτό υπάρχει πλήρης αντιστροφή της δικαιικής λογικής. Ο νόμος απαιτεί τεκμηριωμένη εισήγηση από την Υπηρεσία και αναιτιολόγητη αποδοχή ή απόρριψη από τους Εισαγγελείς. Το γεγονός δηλ. ότι με τεκμηρίωση της Διοίκησης αίρεται ένα απολύτως προστατευόμενο από το Σύνταγμα δικαίωμα, αυτό του απορρήτου των επικοινωνιών (άρθρο 19 Σ.) είναι εξόχως προβληματικό. Επίσης, το γεγονός ότι πρέπει να παρέλθει 3ετία από την ολοκλήρωση της παρακολούθησης για να δικαιούται ο Πολίτης να ζητήσει πληροφορίες για το εάν παρακολουθήθηκε είναι ένα σημείο που συνάντησε την αντίδραση τόσο της επιστημονικής κοινότητας όσο και σύσσωμης της αντιπολίτευσης.
Τέλος, ενδεικτικό της «ενδοϋπηρεσιακής λογικής» που διακατέχει τον νόμο είναι το γεγονός ότι για την αποδοχή του αιτήματος πληροφόρησης αποφασίζει 3μελής επιτροπή, που αποτελείται από τους δύο Εισαγγελείς της ΕΥΠ και τον εκπρόσωπο της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), δηλ. πλειοψηφία έχουν αυτοί που ουσιαστικά αποφάσισαν την άρση, ήτοι η ΕΥΠ.
Δηλαδή;
Για να το πω απλά: ο κ. Ανδρουλάκης σήμερα δεν μπορεί να πληροφορηθεί για ποιόν λόγο παρακολουθήθηκε! Πρέπει να περάσουν 3 χρόνια για να υποβάλει την αίτηση. Και πολιτικά αυτό είναι τραγικό. Θα πάμε σε εκλογές με τον αρχηγό της τρίτης κοινοβουλευτικής ομάδας να κουβαλά τη σκιά των παρακολουθήσεων.
Η Κυβέρνηση δηλ. αντί να φέρει έναν νόμο που να αντιμετωπίζει τις παθογένειες της Υπηρεσίας, νομοθέτησε ώστε να συγκαλύψει τα όσα έκανε και, ενδεχομένως, κάνει στο μέλλον. Ο πρωθυπουργός, ως πολιτικός προϊστάμενος της ΕΥΠ, έχει την απόλυτη προσωπική πολιτική ευθύνη για την παρακρατική λειτουργία της υπηρεσίας, το τεράστιο σκάνδαλο των εκτεταμένων παρακολουθήσεων πολιτικών, δημοσιογράφων, επιχειρηματιών αλλά και την επιχείρηση συγκάλυψης του. Η δικαιοσύνη πρέπει χωρίς καμία άλλη καθυστέρηση, να συλλέξει όλα τα απαραίτητα στοιχεία, απευθυνόμενη στους παρόχους των τηλεπικοινωνιών ώστε να ολοκληρώσει την έρευνα της και να απονείμει τις ποινικές ευθύνες. γιατί τα περιθώρια έχουν στενέψει πολύ.
Η Δικαιοσύνη
Είστε τομεάρχης Δικαιοσύνης του ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ στην ΚΟ του κόμματος. Ευθέως τι βασικά επιρρίπτετε στην σημερινή κυβέρνηση στο πεδίο της Δικαιοσύνης; Οι αντίπαλοί σας είχαν ασκήσει σκληρή κριτική στις δικές σας κυβερνητικές ημέρες για χειραγώγηση των θεσμών…
Να θυμίσω κατ’ αρχάς ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θεσμοθέτησε και λειτούργησε την ηλεκτρονική δικαιοσύνη με το Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης Υποθέσεων (ΟΣΔΥΠ), το οποίο εδώ και σχεδόν 4 χρόνια βρίσκεται εκεί όπου το αφήσαμε, παρά τις μεγαλοστομίες περί «ψηφιακού άλματος στη Δικ/νη, Επίσης, οι προσλήψεις δικαστικών υπαλλήλων εξακολουθούν να εδράζονται σε προκήρυξη ΣΥΡΙΖΑ.
Σε ό, τι αφορά το ερώτημά σας, μού θυμίζει την παροιμία «φωνάζει ο κλέφτης για να φοβηθεί ο νοικοκύρης». Η επικοινωνιακή τακτική της Ν.Δ. σε ό, τι αφορά στον Τομέα της δικαιοσύνης στηρίχθηκε σε δύο πυλώνες.
Στο νόμο Παρασκευόπουλου και στους Ποινικούς Κώδικες, για να το πω εκλαϊκευμένα.
Στον μεν νόμο Παρασκευόπουλου φόρτωσαν σχεδόν κάθε περιστατικό βαριάς εγκληματικότητας λέγοντας απίθανα ψέματα (π.χ. χιλιάδες αποφυλακίσεις) ενώ στην κριτική (ο Θεός να την κάνει κριτική) του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αγνόησαν αρχές, τσαλαπάτησαν επιστημονικές απόψεις και διέγραψαν κανόνες του σύγχρονου Δικαίου.
Πρέπει να ειπωθεί σε όλους τους τόνους.
Οι Ποινικοί Κώδικες ΔΕΝ είναι του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι έργο κορυφαίων επιστημόνων, που δούλεψαν στη νομοπαρασκευαστική επιτροπή σχεδόν 10 χρόνια.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν άλλαξε ούτε σημειακά τα νομοθετήματα. Έχει την πολιτική ευθύνη διότι τα ψήφισε αλλά δεν είναι ποινικοί κώδικες του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι έτυχαν της αποδοχής όλης της επιστημονικής κοινότητας ανεξάρτητα από πολιτικές πεποιθήσεις.
Όμως η Ν.Δ. έχοντας ως αιχμή της επικοινωνίας το δόγμα «νόμος και τάξη» επιδόθηκε σε ένα κρεσσέντο αυστηροποίησης των ποινών, εξέθρεψε το φαινόμενο του ποινικού λαϊκισμού και με συνεχείς παρεμβάσεις αποδόμησε το ενιαίο των κωδίκων. Δεν θα πρέπει βέβαια να παραλείψουμε ότι αυστηροποίησε τις ποινές γενικώς, ειδικώς όμως για συγκεκριμένες κατηγορίες (τραπεζίτες κ.λ.π.) φρόντισε ουσιαστικά το ακαταδίωκτο.
Πάμε στα πιο πολιτικά: Όλες οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν προβάδισμα της ΝΔ και πίσω το κόμμα σας. Θεωρείτε πως κάτι κάνετε λάθος και δεν εκταμιεύετε την όποια φθορά της κυβέρνησης και άραγε ο χρόνος είναι επαρκής για να καλύψετε την διαφορά;
Η διαφορά υπέρ της Ν.Δ. που, όντως καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις, είναι «το ορατό μέρος του παγόβουνου», εάν μού επιτρέπεται. Τα ποιοτικά στοιχεία όμως δείχνουν ότι μεγάλο μέρος των Πολιτών θεωρεί την Κυβέρνηση αλλά και τον κ. Μητσοτάκη προσωπικά απολύτως υπεύθυνους για τα μεγάλα δεινά της καθημερινότητας. Η ακρίβεια φέρει την
υπογραφή Μητσοτάκη. Άρα υπάρχει μια διαδικασία απόκλισης μεταξύ πολιτών και κυβέρνησης.
Το στοίχημα για εμάς είναι διττό. Πώς αυτήν την δυσαρέσκεια θα τη μετατρέψουμε σε ψήφο καταδίκης του Μητσοτάκη και της κυβέρνησης συνολικά και ψήφο αποτελεσματικής καταδίκης εννοούμε την ψήφο στον ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. και πως θα πείσουμε τους πολίτες, κυρίως τους νέους, να πάν να ψηφίσουν.
Τέλος, βλέπουμε σύμφωνα με τις τελευταίες μετρήσεις ότι η διαφορά συνεχώς μειώνεται, προχθές καταγράφηκε η μικρότερη διαφορά εδώ και πολύ καιρό και να σκεφθείτε ότι ακόμη δεν έχουν τεθεί τα διλήμματα των εκλογών. Άρα ο χρόνος είναι επαρκέστατος για να καλύψουμε αυτήν την μικρή διαφορά που καταγράφεται, αρκεί να είμαστε αποτελεσματικοί, πειστικοί και μαχητικοί, όπως αρμόζει σε ένα κόμμα της ανανεωτικής ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Προοδευτική κυβέρνηση
Ο Αλέξης Τσίπρας και εσείς, μιλάτε συχνά για την ανάγκη προοδευτικής διακυβέρνησης από την πρώτη κάλπη. Το ΠΑΣΟΚ και το ΜεΡΑ25 δεν δείχνουν να λένε ναι. Το ΚΚΕ σίγουρα λέει όχι. Πώς αυτό θα επιτευχθεί και γιατί πρέπει να επιτευχθεί;
Μεταξύ της Κυριακής των εκλογών και της επόμενης μέρας θα έχει μεσολαβήσει κάτι καθοριστικό. Η ψήφος του κυρίαρχου λαού. Εφόσον ο λαός αναδείξει τον ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. πρώτη δύναμη, ουσιαστικά τον επιβεβαιώνει και δίνει εντολή για προοδευτική διακυβέρνηση.
Τότε θα φανεί ποιος είναι σε θέση να αγνοήσει την λαϊκή ετυμηγορία και να κάνει του κεφαλιού του.
Ποιος θα κλωτσήσει την ευκαιρία για προοδευτική διακυβέρνηση και θα δώσει τη δυνατότητα στη Δεξιά να συνέλθει και να επανέλθει. Και οι Πολίτες θα τον κρίνουν για την ευκαιρία που χάθηκε. Είμαι σίγουρος ότι οι προοδευτικές δυνάμεις θα βρουν τον κοινό βηματισμό που απαιτείται, με τις επιμέρους υποχωρήσεις, ώστε να δημιουργηθεί μία κυβέρνηση προοδευτικής συνεργασίας με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. που θα ανατάξει την Χώρα, θα πάρει μέτρα για τη μεγάλη πλειοψηφία των Πολιτών και θα δώσει αισιοδοξία στην Κοινωνία για να αντιμετωπίσει νικηφόρα τις μεγάλες μάχες που καλούμαστε από κοινού να δώσουμε.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις