Η σύνοδος του ΟΗΕ για τη Βιοποκιλότητα ολοκληρώθηκε την Δευτέρα με την υπογραφή παγκόσμιας συμφωνίας που θα θέσει σε καθεστώς προστασίας τα οικοσυστήματα που συντηρούν το ήμισυ της παγκόσμιας οικονομίας, και θα περιορίσει το δραματικό ρυθμό απώλειας ζώων και φυτών.

Στη σύνοδο COP15 η διεθνής κοινότητα δεσμεύτηκε να θέσει υπό καθεστώς προστασίας το ένα τρίτο της ξηράς και των παράκτιων υδάτων έως το 2030, κάτι που ικανοποιεί τον μεγαλύτερο στόχο των διαπραγματεύσεων, γνωστό ως 30-30.

Διαβάστε επίσης: Οι πληθυσμοί άγριας ζωής μειώθηκαν κατά 70% σε μισό αιώνα, δείχνει έκθεση της WWF

Ακόμα, η συμφωνία φιλοδοξεί να οδηγήσει στην αποκατάσταση του 30% των υποβαθμισμένων εκτάσεων, χερσαίων και θαλάσσιων, αναβαθμίζοντας τον προηγούμενο στόχο του 20%.

Επίσης, οι κυβερνήσεις δεσμεύονται να προσπαθήσουν να προλάβουν την καταστροφή άλλων άθικτων οικοσυστημάτων και περιοχών υψηλής βιοποικιλότητας, με στόχο να μειώσουν αυτές τις απώλειες «κοντά στο μηδέν έως το 2030».

«Αρχίζουμε επιτέλους να καταρτίζουμε μια συμφωνία ειρήνης με τη φύση» σχολίασε ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες.

Το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών (UNEP) έκανε λόγο για «ιστορική συμφωνία» χάρη στην οποία ο κόσμος μπορεί να ελπίζει σε μέτρα για την διαφύλαξη της παγκόσμιας βιοποικιλότητας.

Περισσότερα από ένα εκατομμύριο γνωστά είδη κινδυνεύουν να εξαφανιστούν μέχρι το τέλος του αιώνα, μια καταστροφή που πολλοί επιστήμονες χαρακτηρίζουν έκτο κύμα μαζικής εξαφάνισης ειδών.

Έως και το 40% της ξηράς έχει υποστεί υποβάθμιση και οι πληθυσμοί άγριας ζωή έχουν συρρικνωθεί δραματικά από το 1970.

H συνεχιζόμενη καταστροφή του Αμαζονίου στερεί τον πλανήτη από πολύτιμους βιολογικούς πόρους (Reuters)

Στόχοι

Η συμφωνία του Μόντρεαλ, η οποία περιλαμβάνει συνολικά 23 επιμέρους στόχους, αντικαθιστά τους Στόχους του Άιτσι του 2010, οι οποίοι προορίζονταν να καθοδηγήσουν τις διεθνείς προσπάθειες προστασίας έως το 2020.

Κανένας από τους στόχους δεν επιτεύχθηκε σε παγκόσμιο επίπεδο και καμία χώρα δεν πέτυχε και τους 20 στόχους του Άιτσι.

Σε αντίθεση με τη συμφωνία του Άιτσι, επισημαίνει το Reuters, η συμφωνία του Μόντρεαλ περιέχει περισσότερους ποσοτικοποιήσιμους στόχους -όπως –όπως τη μείωση των επιδοτήσεων σε καταστροφικές δραστηριότητες της βιομηχανίας- κάτι που καθιστά πιο εύκολη την παρακολούθηση της εφαρμογής της.

Όμως η συμφωνία «μπορεί να υπονομευτεί από καθυστερήσεις στην εφαρμογή και αποτυχία στην συγκέντρωση πόρων» επισήμανε ο Μάρκο Λαμπερτίνι, διεθνής διευθυντής της WWF.

Η συμφωνία πάσχει επίσης από «έλλειψη ενός μηχανισμού υποχρεωτικού ελέγχου που θα καθιστά τις κυβερνήσεις υπόλογες αν οι στόχοι δεν επιτυγχάνονται» πρόσθεσε.

Αναγνώρισε πάντως ότι οι «οι κυβερνήσεις επέλεξαν τη σωστή πλευρά της ιστορίας στο Μόντρεαλ».

Χρηματοδότηση

Οι κυβερνήσεις δεσμεύτηκαν στο Μόντρεαλ να διαθέτουν 200 δισ. δολάρια από δημόσια και ιδιωτικά κεφάλαια για δράσεις περιβαλλοντικής προστασίας κάθε χρόνο.

Από αυτό το ποσό οι πλουσιότερες χώρες θα πρέπει να καλύπτουν τουλάχιστον 20 δισ. το χρόνο έως το 2025 και τουλάχιστον 30 δισ. το χρόνο έως το 2030.

Οι συνεισφορές των πλούσιων χωρών φαίνεται πως ήταν αιτία της διαφωνίας της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κογκό, η οποία όμως τελικά υποχώρησε.

Η χώρα καλύπτεται από τη δεύτερη μεγαλύτερη έκταση τροπικού δάσους μετά τη Βραζιλία, κάτι που τις δίνει σημαντικό ρόλο στην προστασία της βιοποικιλότητας.

Κοράλλια στην ατόλη Παλμύρα στον Ειρηνικό. Οι κοραλλιογενείς ύφαλοι είναι εστίες υψηλής βιοποικιλότητας (USFWS)

Αναφορές από τις μεγάλες εταιρείες

Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να ερευνούν και να αναφέρουν πώς η λειτουργία τους επηρεάζει ζητήματα βιοποκιλότητας και πώς επηρεάζεται από αυτά.

Οι μεγάλες επιχειρήσεις και οι οικονομικοί οργανισμοί υπόκεινται σε «απαιτήσεις» αναφοράς δεδομένων για τη λειτουργία τους, τις αλυσίδες εφοδιασμού και τα χαρτοφυλάκιά τους.

Οι αναφορές αυτές έχουν στόχο την διαφύλαξη της βιοποικιλότητας, τη μείωση του κινδύνου για τις επιχειρήσεις και την ενθάρρυνση της βιώσιμης παραγωγής.

Επιβλαβείς επιδοτήσεις

Οι κυβερνήσεις δεσμεύτηκαν ακόμα να αναγνωρίσουν έως το 2025 τις επιδοτήσεις που βλάπτουν τη βιοποικιλότητα, και στη συνέχεια να τις σταματήσουν, να τις καταργήσουν σταδιακά ή να τις μεταρρυθμίσουν.

Οι επιβλαβείς επιδοτήσεις θα πρέπει να περιοριστούν κατά τουλάχιστον 500 δισ. δολάρια ανά έτος έως το 2030, ενώ οι επιδοτήσεις που ωφελούν τη βιοποικιλότητα προβλέπεται να αυξηθούν.

Ρύπανση και φυτοφάρμακα

Ένας από τους πιο αμφιλεγόμενους στόχους που προτάθηκε, αναφέρει το Reuters, προέβλεπε τον περιορισμό της χρήσης γεωργικών παρασιτοκτόνων κατά τα δύο τρίτα.

Το τελικό κείμενο όμως εστιάζεται στις βλάβες που προκαλούν τα παρασιτοκτόνα, αντί στα ίδια τα παρασιτοκτόνα, και προβλέπει μείωση των απειλών αυτών «τουλάχιστον κατά το ήμισυ».

Σχετικά με τη ρύπανση, η συμφωνία εστιάζει στη μείωση των ρύπων σε επίπεδα που δεν βλάπτουν τη φύση, χωρίς όμως να τίθεται ποσοτικός στόχος.

Παρακολούθηση προόδου

Όλοι οι συμφωνημένοι στόχοι θα υποστηριχθούν στο μέλλον από διαδικασίες αξιολόγησης προκειμένου να μην έχει η συμφωνία την ίδια τύχη με τους στόχους που συμφωνήθηκαν στο Άιτσι της Ιαπωνίας το 2010 αλλά δεν επιτεύχθηκαν ποτέ.

Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να υποβάλλουν εθνικά σχέδια δράσης, ακολουθώντας την προσέγγιση που εφαρμόζεται για τις εκπομπές άνθρακα στο πλαίσιο των προσπαθειών του ΟΗΕ κατά της κλιματικής αλλαγής.