Αργεντινή: Το 1978 κατακτούσε το Μουντιάλ ενώ ο ηγέτης της απήγε βρέφη, βασάνιζε και εξαφάνιζε πολίτες
Κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής κυβερνήθηκαν από άτεγκτους και αιμοσταγείς δικτάτορες. Ένας από αυτούς ήταν ο Αργεντινός στρατιωτικός, Χόρχε Ραφαέλ Βιδέλα.
- Economist: Οι εργαζόμενοι αγαπούν τον Τραμπ, τα συνδικάτα πρέπει να τον φοβούνται
- Ανοιχτά τα μαγαζιά σήμερα - Κορυφώνεται η κίνηση, τι να προσέχουμε όταν αγοράζουμε παιχνίδια και τρόφιμα
- Τα ζώδια σήμερα: Γλύκανε μωρέ λίγο, μην είσαι σαν κακό χρόνο να'χεις
- Χριστουγεννιάτικα μπισκοτάκια για τον σκύλο και τη γάτα μας – Εύγευστες συνταγές
Η δικτατορία του διήρκεσε πέντε χρόνια, από το 1976 έως το 1981. Όπως ο Χιλιανός Αουγκούστο Πινοσέτ τρία χρόνια νωρίτερα, έτσι κι ο Βιδέλα επέβαλε ένα καθεστώς καταστολής και τρομοκρατίας, που έμεινε στην ιστορία ως «Βρώμικος Πόλεμος».
Η χούντα του ήταν αδυσώπητη. Περιλάμβανε διώξεις, φυλακίσεις, βασανιστήρια, πτήσεις θανάτου, απαγωγές και εξαφανίσεις όλων όσοι θεωρούνταν αντιφρονούντες.
Έστησαν «πάρτι» για το Μουντιάλ οι Αργεντίνοι παίκτες του Αστέρα Τρίπολης (pic, vid)
Επί των ημερών του, υπολογίζεται ότι περίπου 30.000 άνθρωποι δολοφονήθηκαν και χάθηκαν. Ανάμεσά τους βρίσκονταν και βρέφη, τα οποία, είτε χάθηκαν είτε επέζησαν, αποσπάστηκαν βίαια από τις μητέρες τους.
Καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη για τα εγκλήματα που διέπραξε κατά της ανθρωπότητας, όμως μέχρι το τέλος της ζωής του παρέμεινε αμετανόητος. Όπως έλεγε, «οι εξαφανισμένοι δεν έχουν οντότητα, δεν υπάρχουν».
Η στρατιωτική ανέλιξη και το πραξικόπημα εναντίον της Ισαμπέλ Περόν
Ο Χόρχε Ραφαέλ Βιδέλα γεννήθηκε στις 2 Αυγούστου 1925, στο Μπουένος Άιρες. Ήταν το τρίτο από τα πέντε παιδιά της Μαρία Όλγα Ρεδόνδο Οχέα και του συνταγματάρχη Ραφαέλ Εουχένιο Βιδέλα Μπενγκολέα. Με πατέρα στρατιωτικό, η μοίρα του Βιδέλα ήταν προβλέψιμη.
Το Μάρτιο του 1942, εντάχθηκε στο Εθνικό Στρατιωτικό Κολλέγιο, από όπου αποφοίτησε δυόμισι χρόνια μετά με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού. Από το 1958 μέχρι το 1960, ο Βιδέλα υπηρέτησε στο Υπουργείο Άμυνας, ενώ παράλληλα υπήρξε διευθυντής της Στρατιωτικής Ακαδημίας μέχρι το 1962.
Το 1975, ανήλθε στην ανώτατη θέση: αυτή του Γενικού Διοικητή του Στρατού. Στις 24 Μαρτίου 1976, ο Βιδέλα, μαζί με τον επικεφαλής του ναυτικού, Εμίλιο Εδουάρδο Μασέρα και τον αρχηγό της πολεμικής αεροπορίας, Ορλάντο Ραμόν Αγκόστι, ανέτρεψε την πρόεδρο Ισαμπέλ Περόν, τρίτη σύζυγο του Χουάν Περόν μετά την λαοφιλή Εβίτα.
Το στρατιωτικό πραξικόπημα που οδήγησε τον Βιδέλα στην εξουσία έγινε σε μια ασταθή περίοδο της Αργεντινής. Οι δημοκρατικοί θεσμοί είχαν απαξιωθεί επί της προεδρίας της Περόν, που ανήλθε στην εξουσία το 1974 μετά το θάνατο του συζύγου της, η ανεργία βρισκόταν στα ύψη και οι κοινωνικές αναταραχές δεν έλειπαν.
Την ίδια περίοδο, επίσης, δρούσε η παρακρατική οργάνωση “Τριπλό Α“, η οποία ευθυνόταν για τη δολοφονία περίπου 2.000 ατόμων, στην πλειοψηφία τους μέλη ένοπλων οργανώσεων, συνδικαλιστές και πολιτικά στελέχη από τον χώρο της Αριστεράς.
Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα η επέμβαση του στρατού να θεωρηθεί, από τους ένστολους, όχι μόνο ως αναπόφευκτη εξέλιξη αλλά και ως η πλέον “ενδεδειγμένη” λύση. Έτσι, δύο ημέρες μετά το πραξικόπημα, ανέλαβε επίσημα τη θέση του προέδρου της Αργεντινής.
Απαγωγές, εκτελέσεις, εξαφανίσεις
Από την πρώτη στιγμή της χούντας του, ο Βιδέλα επέβαλε ένα καθεστώς συστηματικής τρομοκρατίας, βασιζόμενος στο δόγμα περί «εξωτερικού εχθρού». Οποιοσδήποτε πολίτης μπορούσε να θεωρηθεί αντίπαλος του καθεστώτος και γι’ αυτό ζούσε αδιαλείπτως με το φόβο του βασανισμού και του θανάτου.
«Τρομοκράτης δεν είναι απλώς κάποιος με όπλο ή βόμβα, αλλά και κάποιος που διαδίδει ιδέες που είναι αντίθετες με τον δυτικό και χριστιανικό πολιτισμό. Πρέπει να πεθάνουν όσοι άνθρωποι χρειάζεται στην Αργεντινή, για να είναι η χώρα πάλι ασφαλής», είχε αναφέρει κυνικά ο Βιδέλα.
Για να διατηρηθεί στην εξουσία, δεν δίστασε να εξαφανίσει μέλη αντιπολιτευόμενων ομάδων, μία πρακτική που ακολούθησαν κι άλλοι Λατινοαμερικανοί δικτάτορες, με την αρωγή του στρατού και του παρακράτους, και αποτελούσε μέρος της διασυνοριακής «Επιχείρησης Κόνδορας».
Όλοι όσοι απάγονταν, στέλνονταν σε στρατόπεδα κράτησης που λειτουργούσαν κρυφά σε διάφορα δημόσια κτήρια, όπως στη Σχολή Μηχανικών Υπαξιωματικών του Ναυτικού (ESMA). Άλλοι είχαν χειρότερη μοίρα, καθώς τους πετούσαν από αεροπλάνα στον ποταμό Ρίο ντε λα Πλάτα και στον Ατλαντικό Ωκεανό.
Εκτός από αυτά, ο Βιδέλα πάσχιζε να ωραιοποιήσει την εικόνα του καθεστώτος του στη διεθνή κοινότητα. Για να το πετύχει, εργαλειοποίησε το δημοφιλές άθλημα του ποδοσφαίρου και επιστράτευσε όλα τα μέσα, για να κατακτήσει η οικοδέσποινα Αργεντινή το Μουντιάλ του 1978.
Την ίδια ώρα που οι Αργεντινοί πανηγύριζαν στο στάδιο Monumental και τους δρόμους του Μπουένος Άιρες την κατάκτηση του βαρύτιμου τροπαίου, χιλιάδες «αντιφρονούντες» συμπατριώτες τους βασανίζονταν και εκτελούνταν λίγα χιλιόμετρα παρακάτω, στην ESMA. Οι κραυγές χαράς των πρώτων κάλυπταν τις κραυγές απελπισίας των δεύτερων.
«Η δημιουργία αυτού του μυστικού εγκληματικού μηχανισμού επέτρεπε στο καθεστώς να δρα με απόλυτη αυθαιρεσία, να αρνείται τα εγκλήματά του, αποδίδοντάς τα σε ξεκαθαρίσματα λογαριασμών μεταξύ αντάρτικων ομάδων και να μην προκαλεί την αντίδραση της διεθνούς κοινότητας», σύμφωνα με την ιστορικό, Μαρία Δαμηλάκου.
Ο αριθμός των αγνοουμένων είναι δύσκολο να προσδιοριστεί με ακρίβεια, αλλά είναι δεδομένο ότι είναι υψηλός. Η Εθνική Επιτροπή για την Εξαφάνιση Προσώπων που συστάθηκε μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Αργεντινή, συγκέντρωσε περίπου 9.000 καταγγελίες για άτομα που εξαφανίστηκαν στο διάστημα 1976-1978, ενώ οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα υπολογίζουν τους εξαφανισμένους σε 30.000.
Μεταξύ των θυμάτων υπήρχαν δεκάδες παιδιά. Τουλάχιστον 400 μωρά, που γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια της αιχμαλωσίας των μητέρων τους στα παράνομα κέντρα κράτησης, απήχθησαν από το καθεστώς του Βιδέλα.
Πολλά δόθηκαν παράνομα για υιοθεσία και μερικά μπόρεσαν να επανενωθούν με τις οικογένειές τους. Χρειάστηκε να περάσουν πολλά χρόνια για να μάθουν ότι ανήκαν στα «κλεμμένα μωρά» του Βιδέλα ή ότι ακόμη και οι «γονείς» τους, που μέχρι τότε λάτρευαν, συνεργάστηκαν μαζί του.
Οι μάνες που διαμαρτυρήθηκαν
Η στάση της αργεντίνικης κοινωνίας απέναντι στις φρικαλεότητες του Χόρχε Βιδέλα δεν ήταν ενιαία. Ο Αργεντινός δικτάτορας έχαιρε της στήριξης τόσο της αστικής τάξης και των επιχειρηματιών όσο και της Καθολικής Εκκλησίας.
Ωστόσο, η συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού της χώρας εξέφρασε τη σφοδρή αντίθεσή του στο καθεστώς, είτε με τη φυγή στο εξωτερικό είτε με την οργάνωση κινημάτων.
Το πιο γνωστό από αυτά ήταν οι αποκαλούμενες “Μητέρες της Πλατείας του Μαΐου“, δηλαδή μάνες που βρήκαν το σθένος και το θάρρος να διαδηλώσουν, ζητώντας απεγνωσμένα να μάθουν τι απέγιναν τα παιδιά τους που απήχθησαν ή εξαφανίστηκαν.
Ο καθιερωμένος γύρος που πραγματοποιούσαν οι γυναίκες κάθε Πέμπτη στην Plaza de Mayo του Μπουένος Άιρες, πιασμένες χέρι χέρι, φορώντας τα συμβολικά άσπρα μαντίλια τους και κρατώντας πανό με τις φωτογραφίες των παιδιών τους, συγκίνησαν την κοινή γνώμη και αποτέλεσαν “αγκάθι” για το καθεστώς Βιδέλα.
Οι μανάδες των εξαφανισμένων στράφηκαν αργότερα στη Διεθνή Αμνηστία και κατήγγειλαν επανειλημμένα τις πρακτικές του Αργεντινού δικτάτορα. Στον αντίποδα, ο Βιδέλα υπερασπιζόταν τον εαυτό του, ισχυριζόμενος ότι “οι γυναίκες κρατούμενες επέτρεπαν στον εαυτό τους να μείνουν έγκυοι πιστεύοντας ότι δεν θα βασανίζονταν ή θα εκτελούνταν“.
Επίσης, ο Βιδέλα επέζησε από διάφορες απόπειρες δολοφονίας, συμπεριλαμβανομένης μίας το 1977, όταν εξερράγη βόμβα στον διάδρομο του αεροδρομίου στο Μπουένος Άιρες δευτερόλεπτα μετά την απογείωση του αεροπλάνου του.
Η πτώση, η καταδίκη και το τέλος
Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ο Βιδέλα αδυνατούσε να σταθεροποιήσει την αργεντίνικη οικονομία. Την ίδια στιγμή, οι εσωτερικές διενέξεις ανάμεσα σε σκληροπυρηνικούς και διαλλακτικούς εντείνονταν και οι θηριωδίες του γίνονταν όλο και πιο γνωστές, προκαλώντας ακόμη πιο μεγάλη κατακραυγή.
Έτσι, αποχώρησε από την εξουσία στις 29 Μαρτίου 1981, αλλά η δικτατορία του δεν κατέπεσε, καθώς τον διαδέχθηκε ο στρατηγός, Ρομπέρτο Βιόλα. Θα χρειάζονταν ακόμη δύο χρόνια προκειμένου να αποκατασταθεί η δημοκρατία στην Αργεντινή, με την εκλογή του προέδρου, Ραούλ Αλφονσίν.
Το 1985, στο πλαίσιο της δίκης των πραξικοπηματιών του 1976, ο Βιδέλα καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη για βασανιστήρια και δολοφονίες κρατουμένων. Όμως, το 1990 του δόθηκε χάρη από τον τότε πρόεδρο, Κάρλος Μένεμ.
Είκοσι χρόνια μετά, τον Απρίλιο του 2010, η χάρη του Μένεμ κηρύχθηκε αντισυνταγματική και ο Βιδέλα καταδικάστηκε εκ νέου σε ισόβια κάθειρξη, στη φυλακή Μάρκος Πας του Μπουένος Άιρες. Το 2012, του επιβλήθηκε πρόσθετη ποινή 50 ετών για το ρόλο του στις απαγωγές και παράνομες υιοθεσίες βρεφών.
Κατά τη διάρκεια της δίκης του, ο Αργεντινός δικτάτορας ανέλαβε την ευθύνη για τις ενέργειες του στρατού κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του, αλλά δεν έδειξε να μετανιώνει για όσα έκανε. Υποστήριξε ότι τα στρατεύματα ακολουθούσαν τις διαταγές του κατά τη διάρκεια αυτού που περιέγραψε ως “εσωτερικό πόλεμο”.
Στις 17 Μαΐου 2013, ο Χόρχε Βιδέλα πέθανε στο κελί του, σε ηλικία 87 ετών, από φυσικά αίτια. Ο θάνατός του προκάλεσε ανακούφιση αλλά δεν “έκλεισε” ποτέ τις πληγές.
Όπως είχε δηλώσει ο Αργεντινός ακτιβιστής για τα ανθρώπινα δικαιώματα και βραβευμένος με Νόμπελ Ειρήνης, Αδόλφο Πέρες Εσκιβέλ, “πέρασε τη ζωή του προκαλώντας μεγάλη καταστροφή, η οποία άφησε το στίγμα της στη ζωή της χώρας. Ο θάνατός του έβαλε τέλος στη φυσική παρουσία του, όχι όμως και σε όσα έκανε στη χώρα“.
Πηγή: Μηχανή του Χρόνου
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις