Τζον Στάινμπεκ: Ένας μεγάλος μυθοποιός
Το έργο του Στάινμπεκ, στις ουσιαστικές του πλευρές, κατατάσσεται, τόσο ως μορφή όσο και ως περιεχόμενο, στην κατηγορία του ρεζιοναλισμού
[…]
Στην ένταση, με όση επάρκεια επιτρέπουν οι δυνατότητες και οι γνώσεις μας, αποβλέπει η προσπάθεια, τούτη την ώρα, να πλησιάσουμε ένα μέρος του έργου και να μελετήσουμε τα μηνύματα του μυθιστοριογράφου Τζων Στάινμπεκ, του οποίου την απώλεια πενθούν από της 20ής Δεκεμβρίου του περασμένου χρόνου τα Αμερικανικά γράμματα. Η έκταση και η λεπτομερής ανάλυση του συντελεσμένου έργου του συγγραφέα είναι μέριμνα εκείνων που το πρόσεξαν σ’ όλη την έκφανση και την απήχησή του κατά καιρούς και κατά τα στάδια της όλης δραστηριότητας του δημιουργού του. Πολλή και σημαντική η αφηγηματική προσφορά του Τζων Στάινμπεκ μέσα σ’ ένα χρονικό διάστημα περισσότερο από σαράντα χρόνων. Όμως φθάνουν δυο ή τρία, και όχι σπάνια κι’ ένα μόνο βιβλίο, για να εξασφαλίσουν την επιβίωση του συγγραφέα. Με τις πλούσιες εμπειρίες του απ’ ό,τι είδε και ό,τι σκέφτηκε, με τη φαντασία και την έμφυτη ικανότητα να παρατηρή το καθημερινό φαινόμενο, με το να έχη αναστραφή τους απλούς ανθρώπους και να έχη φιλιωθή τη λαλιά τους, να έχη γνωρίσει πολύ καλά τα προβλήματα της ζωής τους, έπλασε έναν ολόκληρο κόσμο, που τον παρακολούθησε στις μετακινήσεις του, από τόπο σε τόπο, από τη μια στην άλλη πολιτεία, σα να έζησε και ο ίδιος το μόχθο τους. Ένα κόσμο από ομάδες που βομβούν στις σελίδες των βιβλίων του, και από πρόσωπα που προβάλλουν αναγλυφικά τα χαρακτηριστικά της φυσιογνωμίας τους, του ήθους και των ιδεών τους. Φανερό γίνεται το κοινωνικό και το ανθρώπινο περιεχόμενο τούτης της αληθινής μυρμηκιάς των τύπων και των χαρακτήρων που συναντά ο αναγνώστης του. Περιεχόμενο που σε αρκετά σημεία υφαίνεται με το όνειρο, και σ’ άλλα αποκτά ένα νόημα ζηλευτά συμβολιστικό στην πλατύτερη εκδοχή. Στη στενώτερη, αντίθετα, θα μπορούσε να θεωρηθή και ως κηρυγματικό […].
Αλλά και οι μετακινήσεις και τα ταξίδια του ίδιου του συγγραφέα, έξω από τον τόπο της καταγωγής του, και ιδιαίτερα στην Ευρώπη, πότε ως ελεύθερου σκοπευτή και πότε ως απεσταλμένου εφημερίδων –τελευταία, λίγο καιρό πριν από τον αδόκητο θάνατό του, διαβάζαμε ανταποκρίσεις και εντυπώσεις του και από τον σκληρό πόλεμο του Βιετνάμ– θησαύρισαν τις αισθήσεις του με εμπειρίες και μνήμες, που η γόνιμη φαντασία τις απέδωκε με τον πιο πλούσιο σε μυθοποιήσεις τρόπο. Και είναι η κατάλληλη στιγμή εδώ να υπογραμμίσουμε ότι ο Στάινμπεκ, στην πιο αυθεντικά δημιουργική του ιδιοσυστασία, είναι ένας μεγάλος μυθοποιός, ένας γοητευτικός παραμυθάς. Στη σειρά τούτη των τοποθετήσεων και των εξωτερικών γνωρισμάτων έχουν, νομίζουμε, θέση και κάποιες ακόμη παρατηρήσεις μας, πριν προχωρήσουμε σε βιογραφικές, σε βιβλιογραφικές και άλλες κριτικές αναλύσεις. Θέλουμε να σημειώσουμε ότι τα πολιτικά δόγματα της αριστεράς ήταν επόμενο να βρουν απήχηση και μετάπλαση, με τον τρόπο του φυσικά, και σε κάποια έργα ενός συγγραφέα σαν τον Στάινμπεκ, που ακροάζεται τους σφυγμούς της εποχής του και θέλει, έστω και πρόσκαιρα, να ρυθμίση τους βηματισμούς του με αντίστοιχα παραγγέλματα ιδεολογικά. Αυτούς τους συμβολισμούς και αυτές τις δογματικές απηχήσεις θα τις αισθανθούμε στο μυθιστόρημά του «Τα Σταφύλια της Οργής», περισσότερο ίσως παρά σε άλλα μυθιστορήματά του. Μα πρόκειται πάλι –και αυτό δεν πρέπει να μας διαφεύγη– για μιαν επίδραση δογμάτων που περιορίζεται στα καθαρά φολκλοριστικά όρια και σ’ ένα συμβατικό μόνο πριμιτιβισμό με κύριο συντελεστή επιδράσεων τον οικονομικό παράγοντα. Εξ άλλου θα δούμε σε λίγο ότι δεν είναι μόνον αυτός ο λόγος που ο Στάινμπεκ δέχθηκε και τα σφοδρά πυρά της κριτικής. Σ’ ένα πλατύτερο αντίκρυσμα της Αμερικανικής λογοτεχνίας και σε μια αξιολογική απόπειρα διαχωρισμού των συγκριτικών μεγεθών, οι γνώμες της κριτικής συγκλίνουν στο ότι η θέση του Στάινμπεκ έρχεται έπειτα από τον Φώκνερ κ’ έπειτα από τον Χέμινγκουαιη, παρ’ όλη την αδιαμφισβήτητα ξεχωριστή σε ποιότητα αξία που έχουν ωρισμένα έργα του, όπως τα αριστουργήματά του «Τορτίλλα Φλατ» και «Άνθρωποι και Ποντίκια», και από τα τελευταία του το «Ανατολικά της Εδέμ». Άλλη όμως η φωκνερική πραγματικότητα και άλλη, εντελώς διαφορετική, εκείνη του Στάινμπεκ. Πιο μεταφυσική, σκληρά ειρωνιστική, πιο ποιητική και ελάχιστα νατουραλιστική η πεζογραφία του Φώκνερ, που έλκει την καταγωγή της από τον Μέλβιλ, τον Χώθορν και τον Χένρυ Τζαίημς, και πιο ρεαλιστική, μ’ όλο τον συμβολισμό της και τη σύσμιξη του ονειρικού, η πρόζα του Στάινμπεκ, που βρίσκεται έτσι πιο σιμά στον Ντράιζερ, τον Φρανκ Νόρρις και τον Φάρρελ με τον καθαρά κοινωνικό ρεαλισμό τους.
Θεωρούμενο σαν συνέχεια της μακράς παραδόσεως, το έργο του Στάινμπεκ, στις ουσιαστικές του πλευρές, κατατάσσεται, τόσο ως μορφή όσο και ως περιεχόμενο, στην κατηγορία του ρεζιοναλισμού, την ηθογραφία. Και όταν μιλούμε για ρεζιοναλισμό, πρέπει νάχουμε υπ’ όψη μας μια τελείως διαφορετική απόχρωση και σημασία από κείνη στην οποία εμείς στον τόπο μας δίνουμε στην ηθογραφία. Αναλυτικώτερα, θα πρέπει να λεχθή ότι μερικοί συγγραφείς, που συμβαίνει να κατέχουν κορυφαία θέση στα αμερικανικά γράμματα, και που η μοίρα της ζωής τούς κράτησε αμετακίνητα δεμένους με τον τόπο της καταγωγής τους, μετοχέτευσαν στο έργο τους ό,τι οι ίδιοι βίωσαν, και ό,τι με τον καλύτερο και τον εντονώτερο τρόπο εκφράζεται σαν χρώμα, σαν ψυχικό κλίμα και σαν ατομική και κοινωνική ύπαρξη, αλλά και σαν πρόβλημα ακόμα στην ανθρώπινη έκλαμψή του. Όπως ο Μαρκ Τουαίην, παλαιότερα, με τα ταξίδια και τις περιπέτειές του μετουσίωσε στα έργα του το πνεύμα και την ατμόσφαιρα του Μισσισιπή, έτσι και ο Φώκνερ, με άλλους φυσικά τρόπους, και με μίαν ακτινοβολία εντονώτερη, στάθηκε ο απαράμιλλος απολογητής της ίδιας περιοχής. Ο Στάινμπεκ τώρα, με την εξελιγμένη μορφή και την ποιότητα του έργου του, έρχεται να επισκιάση ό,τι είχαν αφήσει ως κληρονομιά της διαβίωσής τους από την ατμόσφαιρα και το κλίμα της Καλιφόρνιας ο Φρανκ Νόρρις και ο Τζακ Λόντον. Έζησε άμεσα τα φαινόμενα της ζωής της, και ιδιαίτερα τους ανθρώπους με την λαλιά, τους προφορικούς και γλωσσικούς ιδιωματισμούς, και τα ενδιαφέροντα της κοιλάδας Σαλίνας της χερσονήσου του Μοντερέι. Και όλα αυτά τα έζησε σαν άνθρωπος πρώτα, και έπειτα σαν συγγραφέας. Τούτο το φαινόμενο της άκρας απομόνωσης είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικό γνώρισμα της αμερικανικής λογοτεχνίας. Άλλοι ως εκπατρισμένοι, όπως ο Χέμινγκουαιη, και άλλοι σαν ριζωμένοι στην πάτρια γη τους –και μ’ αυτό δεν πρέπει να εννοούμε πως έμειναν και αταξίδευτοι σ’ όλο το βίο τους· κάθε άλλο μάλιστα–, άλλοι αυτοδίδακτοι και άλλοι με λειψή την παιδεία, αντίθετα από τους συγγραφείς των νεωτέρων χρόνων, που κατά πλειοψηφίαν είναι πανεπιστημιακοί, οι περισσότεροι Αμερικανοί λογοτέχνες βρίσκονται μακριά από την καθαρά επαγγελματική τους κοινωνία.
[…]
*Αποσπάσματα από κείμενο του βορειοελλαδίτη λογοτέχνη, κριτικού, δοκιμιογράφου και μεταφραστή Γιώργου Δέλιου (1897-1980) για τον τιμηθέντα με Νόμπελ Λογοτεχνίας (1962) αμερικανό συγγραφέα Τζον Στάινμπεκ. Είχε δημοσιευτεί στο περιοδικό Νέα Εστία (τεύχος 1004, Μάιος 1969).
Ο Στάινμπεκ γεννήθηκε στο Σαλίνας Βάλεϋ της Καλιφόρνιας στις 27 Φεβρουαρίου 1902 και πέθανε στη Νέα Υόρκη στις 20 Δεκεμβρίου 1968.
Μεταξύ άλλων, έγραψε τη νουβέλα «Άνθρωποι και Ποντίκια» (1937) και το βραβευμένο με Πούλιτζερ μυθιστόρημα «Τα Σταφύλια της Οργής» (1939).
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις