Η εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία: Το χρονικό της ίδρυσης
Πότε και πώς συνεστήθη η Αρχαιολογική Εταιρεία
- Κίνα: Αυτοκίνητο έπεσε επάνω σε πλήθος έξω από δημοτικό σχολείο – Τουλάχιστον 10 τραυματίες
- Θα «σπάσει» η Ελλάδα το καλούπι του δεξιού λαϊκισμού στην ΕΕ;
- Tη Georgia O’ Keeffe δεν την ένοιαζε που είχε 58 χρόνια διαφορά με τον Juan Hamilton
- Το ΠΑΣΟΚ πολιορκεί το κέντρο που «χάνει» η ΝΔ και τη βαφτίζει «γαλάζιο ΣΥΡΙΖΑ»
Το 1836 η Αθήνα ήταν μια πόλη —στην πραγματικότητα, ένα μεγάλο χωριό ακόμα— που υποδεχόταν Έλληνες από παντού και αναπτυσσόταν ταχέως από οικιστικής απόψεως. Η ανάπτυξη αυτή, δεδομένης της ελλείψεως της απαιτούμενης κρατικής μέριμνας, εγκυμονούσε σοβαρούς κινδύνους για τις αθηναϊκές αρχαιότητες.
Ο τότε Έφορος των Αρχαιοτήτων του Κράτους (προϊστάμενος της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας), ο αυτοδίδακτος και χαρακτηριζόμενος ως πρώτος έλληνας αρχαιολόγος Κυριακός Πιττάκης, πάσχιζε να περισώσει ό,τι ήταν δυνατόν από τις κινητές αρχαιότητες που έρχονταν στο φως με τις κάθε είδους εκσκαφές που πραγματοποιούνταν, ενώ συνεχώς ανοίγονταν δρόμοι και χτίζονταν σπίτια, με χρήση μάλιστα αρχαίου οικοδομικού υλικού, όπου αυτό ήταν εφικτό.
Σε αυτήν την Αθήνα αφίχθη το Δεκέμβριο του 1836 ένας έλληνας ταξιδιώτης από τη Bιέννη, ο Kωνσταντίνος Mπέλλιος, ένας εύπορος και μορφωμένος βαρόνος.
Ο Μπέλλιος επισκέφθηκε την Aκρόπολη και άλλα σημαντικά μνημεία της Αθήνας, ήλθε σε επαφή με τον Πιττάκη και συνειδητοποίησε ότι ήταν επιτακτική ανάγκη αφενός να γίνουν ανασκαφές και αφετέρου να ληφθούν μέτρα για την προστασία της αρχαίας κληρονομιάς της πόλης.
Έτσι, έπειτα από συνεννοήσεις με τον Πιττάκη, ο Μπέλλιος πρότεινε στον υπουργό Παιδείας (για την ακρίβεια, στο γραμματέα της Επικρατείας επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίου Εκπαιδεύσεως), Iακωβάκη Pίζο Nερουλό (φαναριώτη λόγιο, πολιτικό και διπλωμάτη), και στον τμηματάρχη του υπουργείου Παιδείας, Aλέξανδρο Pίζο Pαγκαβή (φαναριώτη διπλωμάτη, πολιτικό και λογοτέχνη), να ιδρυθεί «Εταιρεία περί ανασκαφής και ανακαλύψεως αρχαιοτήτων».
Οι δύο άνδρες αποδέχτηκαν την πρόταση του Μπέλλιου, και ο Ραγκαβής ήταν εκείνος που ανέλαβε να συντάξει το ιδρυτικό έγγραφο του σωματείου, που έλαβε την ονομασία Αρχαιολογική Εταιρεία.
Στις 6 Ιανουαρίου 1837, ανήμερα των Θεοφανίων (σύμφωνα με το παλαιό ημερολόγιο), ο Ραγκαβής επισκέφθηκε συνοδεία του Πιττάκη τον Mπέλλιο. Ο τελευταίος περιγράφει ως εξής στο ημερολόγιό του τη συνάντηση αυτήν και την υπογραφή της ιδρυτικής απόφασης της Αρχαιολογικής Εταιρείας:
«18 Iανουαρίου, Τετάρτη. Σήμερον περί την 12ην ώραν της ημέρας ήλθον εις εμέ ο κύριος Aλέξανδρος Pαγκαβής μετά του κυρίου Πιττάκη φέροντες τα γεγονότα έγγραφα περί ανασκαφής και ανακαλύψεως αρχαιοτήτων, τουτέστιν περί μιας νέας εταιρείας. Όθεν υπογράψας το όνομά μου, το όνομα του ανεψιού μου Aλεξάνδρου Mπέλλιου και το όνομα του φίλου μου Zηνοβίου Πωπ, εξήλθομεν διά να υπάγωμεν εις τον άνω ρηθέντα Παναγιωτάκην Σούτζον διά να υπογράψη και αυτός και συγχρόνως να του κάμω βίζιταν· καθ’ οδόν απαντήσας τον κύριον Γρόπιον, κόνσουλα Aουστρίας, […] ωσαύτως και τον Nικόλαον Γεωργίου Θεοχάρην και παρακινώντας τους, υπέγραψα αυτούς ως μέλη της Εταιρείας».
Ο πρώτος οργανισμός της Αρχαιολογικής Εταιρείας
Στον πρώτο οργανισμό της Αρχαιολογικής Εταιρείας αντανακλάται η πραγματικότητα εκείνης της περιόδου σε ό,τι αφορούσε την αρχαιολογική έρευνα και την προστασία των αρχαιοτήτων στη χώρα μας.
Ύψιστη προτεραιότητα της Εταιρείας ήταν η υποβοήθηση του κράτους (που δεν είχε στη διάθεσή του τούς αναγκαίους πόρους), ώστε να επιτευχθεί η επιτάχυνση των ανασκαφών, των αναστηλώσεων και των συμπληρώσεων των αρχαίων μνημείων.
Η εγγραφή στην Εταιρεία ήταν ελεύθερη, η μόνη δε υποχρέωση των μελών της ήταν η καταβολή ετήσιας εισφοράς (το κατώτερο όριο τής εν λόγω εισφοράς ήταν 15 δραχμές, ποσό διόλου ευκαταφρόνητο).
Η Εταιρεία δεχόταν προσφορές σε χρήματα και σε αρχαιολογικά βιβλία, ενώ ονόμαζε αντεπιστέλλοντα μέλη διαπρεπείς ξένους επιστήμονες.
Όλες οι εργασίες που θα αποφασίζονταν, ανασκαφές ή αναστηλώσεις, θα γίνονταν με τη συνεργασία του προϊσταμένου της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας.
Τα αρχαιολογικά ευρήματα της Εταιρείας θα ήταν κτήμα του κράτους, ενώ θα αναφερόταν στους κρατικούς καταλόγους ότι είχαν βρεθεί «εξόδοις της Εταιρείας».
Η πρώτη συνέλευση των εταίρων
Η ίδρυση της Εταιρείας εγκρίθηκε με Βασιλικό Διάταγμα της 15ης/27ης Ιανουαρίου 1837. Ακολούθησε η πρώτη συνέλευση των εταίρων, στην Ακρόπολη, στις 28 Απριλίου 1837.
Απόντος του Μπέλλιου, ο οποίος είχε φύγει από τη χώρα, 24 μόνο από τα 66 ιδρυτικά μέλη της Εταιρείας έλαβαν μέρος στη συνέλευση και ανέδειξαν το πρώτο διοικητικό συμβούλιο, την Εφορεία.
Στη συνέλευση έλαβε το λόγο ο Aλέξανδρος Pίζος Pαγκαβής, ο οποίος αναφέρθηκε στις ανασκαφές και στις αναστηλώσεις που θα γίνονταν από πλευράς της Εταιρείας, υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι οι ευρωπαίοι επιστήμονες τελούσαν εν αναμονή νέου επιστημονικού υλικού για τις μελέτες τους.
Πρόεδρος της Εφορείας εξελέγη ο Iακωβάκης Pίζος Nερουλός, αντιπρόεδρος ο αρχαιολόγος και παιδαγωγός Ιωάννης Kοκκώνης, γραμματέας ο Aλέξανδρος Pίζος Pαγκαβής και ταμίας ο Aνδρέας Kομπατής, τραπεζίτης και φίλος του Μπέλλιου.
Τις θέσεις των μελών της Eφορείας κατέλαβαν ο Kυριακός Πιττάκης, ο Γεώργιος Χριστιανός Γκρόπιους (Gropius), πρόξενος της Αυστρίας, φιλέλληνας και αρχαιοκάπηλος, ο ιατρός Πέτρος Hπίτης και ο αρεοπαγίτης Δημήτριος Φωτίλας, ενώ αναπληρωματικά μέλη εξελέγησαν ο Γεώργιος Aινιάν και ο Iάκωβος Pίζος Pαγκαβής, πατέρας του Aλεξάνδρου.
Αυτά υπήρξαν εν συντομία τα πρώτα βήματα της Αρχαιολογικής Εταιρείας, ενός επιστημονικού ιδρύματος που αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα για την εξέλιξη της αρχαιολογικής επιστήμης στη χώρα μας και διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο αφενός στη διαμόρφωση της κρατικής ιδεολογίας κατά το 19ο αιώνα και αφετέρου στη σύνδεση του ελληνικού κράτους με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις