Πέντε κίνδυνοι και ευκαιρίες για την παγκόσμια οικονομία για το 2023
Το άνοιγμα της Κίνας, η επιβράδυνση της ανάπτυξης και η υποχώρηση της παγκοσμιοποίησης ανήκουν στις παραμέτρους που θα μπορούσαν να αλλάξουν τον ρου της παγκόσμιας οικονομίας στη διάρκεια της χρονιάς που έρχεται
- Ο αντίπαλος της Starlink του Έλον Μάσκ έχει ευρωπαϊκή σφραγίδα
- Με τι δεν είναι ικανοποιημένοι οι εργαζόμενοι - Και δεν είναι ο μισθός η μεγαλύτερη ανησυχία τους
- Το ύστατο μήνυμα του Κώστα Χαρδαβέλλα στους θεατές του: Μέσα μας υπάρχει μία βόμβα χιλίων μεγατόνων, η ψυχή
- ΣΥΡΙΖΑ: Τα νέα μέλη του Εκτελεστικού Γραφείου και οι χρεώσεις στην Πολιτική Γραμματεία
Από τον πόλεμο στην Ουκρανία, μέχρι τη συνέχιση της κινεζικής πολιτικής «μηδενικής ανοχής» απέναντι στην πανδημία της Covid-19, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι το 2022 ήταν μια εύκολη χρονιά για την οικονομία. Πληθωρισμός, ακρίβεια και ενεργειακή κρίση συμπλήρωσαν το εκρηκτικό κοκτέιλ, οδηγώντας πολλά κράτη σε κρίση κόστους ζωής, ενώ για πολλές χώρες οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι προέκυψαν από τις δυσκολίες στις εξαγωγές σιτηρών από τα ουκρανικά λιμάνια.
Το οικονομικό τοπίο του 2023 θα έχει σημαντικές ομοιότητες, αλλά και διαφορές με τη χρονιά που φτάνει σιγά-σιγά στο τέλος της – όπως επίσης και μια σειρά από μεγάλες ευκαιρίες και προκλήσεις, σύμφωνα με το Al Jazeera. Το αραβικό δίκτυο, δημιούργησε μάλιστα μια λίστα με τις πέντε παραμέτρους που αναμένεται να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην παγκόσμια οικονομία στη διάρκεια του νέου έτους.
Παγκόσμια οικονομία: Αντιμέτωπη με την ύφεση το 2023
Πληθωρισμός και επιτόκια
Ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί στη διάρκεια του 2023, παραμένοντας όμως σε «επώδυνα υψηλά επίπεδα».
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχει προβλέψει ότι ο πληθωρισμός σε παγκόσμιο επίπεδο θα περιοριστεί στο 6,5% εντός του ερχόμενου έτους συγκριτι8κά με το φετινό 8,8%. Η μικρότερη μείωση του πληθωρισμού φαίνεται πως θα σημειωθεί στις αναπτυσσόμενες χώρες, πέφτοντας στο 8,1%.
Όπως εξήγησε στο Al Jazeera ο Αλεξάντερ Τζιαμάλης, λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Hallam στο Σέφιλντ, αιτία για αυτό θα είναι ο τιμές της ενέργειας και των πρώτων υλών που θα παραμείνουν υψηλές για αρκετό καιρό, η μερική υποχώρηση της παγκοσμιοποίησης που οδηγεί σε αύξηση του κόστους παραγωγής και η επιτακτική ανάγκη για την περιβόητη «πράσινη μετάβαση».
Επιβράδυνση της ανάπτυξης ή και ύφεση
Παρά τον περιορισμό της ακρίβειας που αναμένεται για το 2023, όλα δείχνουν ότι υποχώρηση θα σημειωθεί και στην παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη.
Το ΔΝΤ έχει προβλέψει πως η παγκόσμια οικονομία θα αναπτυχθεί μόλις κατά 2,7% στη διάρκεια του 2023 (σε σύγκριση με το 3,2% για το 2022), ενώ η πρόβλεψη του ΟΑΣΑ κάνει λόγο για 2,2% (σε σχέση με το 3,1% για το 2022).
Δεν λείπουν και οι πιο απαισιόδοξοι οικονομολόγοι που δεν μιλούν απλώς για επιβράδυνση της ανάπτυξης, αλλά και για πιθανή ύφεση εντός του έτους, μόλις τρία χρόνια έπειτα από την προηγούμενη, που είχε προκληθεί από τον κοροναϊό.
Μάλιστα, ο Ζάννι Μίντον Μέντοουζ, αρχισυντάκτης του Economist, έγραψε άρθρο στη στήλη του τον περασμένο μήνα με τίτλο «Γιατί η παγκόσμια ύφεση είναι αναπόφευκτη για το 2023».
Ακόμη και αν αποφύγουμε την ύφεση, πάντως, το ΔΝΤ έχει προειδοποιήσει πως πολλοί άνθρωποι θα νιώσουν σαν να συνέβαινε, εξαιτίας του συνδυασμού της επιβράδυνσης της ανάπτυξης, της ακρίβειας και των αυξανόμενων επιτοκίων.
«Οι τρεις μεγαλύτερες οικονομίες, δηλαδή εκείνη των ΗΠΑ, της Κίνας και της Ευρωζώνης θα παραμείνουν στάσιμες», σχολίασε ο Πιερ-Ολιβιέρ Γκουρινσά, επικεφαλής οικονομολόγος του Ταμείου τον Οκτώβριο. «Με λίγα λόγια, τα χειρότερα έρχονται και για πολλούς ανθρώπους το 2023 θα γίνει αισθητό ως χρονιά ύφεσης».
Το άνοιγμα της Κίνας
Έπειτα από σχεδόν τρία χρόνια τιμωρητικών lockdown, μαζικών τεστ και κλειστών συνόρων, η Κίνα μπήκε στις αρχές του μήνα σε διαδικασία κατάργησης της αμφιλεγόμενης πολιτικής «μηδενικής ανοχής» εξαιτίας μαζικών διαμαρτυριών.
Καθώς τα δρακόντεια μέτρα στο εσωτερικό της χώρας αίρονται, και τα σύνορα της Κίνας ανοίγουν από τις 8 Ιανουαρίου, ορισμένοι εκτιμούν ότι η παγκόσμια ανάκαμψη θα μπορούσε να επιταχυνθεί.
Η ανάκαμψη της κατανάλωσης στην Κίνα θα μπορούσε να δώσει ώθηση σε χώρες-εξαγωγείς όπως η Ινδονησία, η Μαλαισία, η Ταϊλάνδη και η Σιγκαπούρη, ενώ το τέλος των μέτρων θα μπορούσε να εξομαλύνει και τη διαδικασία παραγωγής πολυεθνικών εταιρειών όπως η Apple και η Tesla που διατηρούν εργοστάσια στη χώρα.
Την ίδια στιγμή, όμως, η στροφή 180 μοιρών που πραγματοποιεί η Κίνα ενέχει και τους δικούς της κινδύνους.
Παρόλο που το Πεκίνο σταμάτησε να ανακοινώνει στοιχεία για τον κοροναϊό, τα νοσοκομεία σε ολόκληρη την Κίνα έχουν γεμίσει από ασθενείς, ενώ πληροφορίες αναφέρουν ότι νεκροτομεία και κρεματόρια δυσκολεύονται να διαχειριστούν τον τεράστιο αριθμό των πτωμάτων.
Ορισμένοι ειδικοί έχουν εκτιμήσει ότι η Κίνα θα μπορούσε να θρηνήσει έως και 2 εκατ. θύματα μέσα στους ερχόμενους μήνες.
Καθώς ο ιός εξαπλώνεται στον τεράστιο κινεζικό πληθυσμό, ορισμένοι ειδικοί έχουν εκφράσει τον φόβο ότι θα μπορούσαν να αναδυθούν νέα και πιο επικίνδυνα στελέχη. Σε περίπτωση που προκύψει ένα πιο θανατηφόρο στέλεχος, δεν αποκλείεται τα μέτρα να επιστρέψουν, αυτή τη φορά σε παγκόσμιο επίπεδο.
Χρεοκοπίες
Παρά την οικονομική καταστροφή που προκάλεσε η πανδημία και τα lockdown, σε πολλές χώρες οι χρεοκοπίες μειώθηκαν στη διάρκεια του 2020 και του 2021 εξαιτίας ενός συνδυασμού εξωδικαστικών συμβιβασμών και μεγάλων κρατικών πακέτων στήριξης.
Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, 16.140 επιχειρήσεις κήρυξαν χρεοκοπία εντός του 2021 και 22.391 το 2020, σε σύγκριση με τις 22.910 του 2019.
Η τάση αυτή αναμένεται να αντιστραφεί το 2023, εν μέσω της εκτίναξης των τιμών της ενέργειας και της ανόδου των επιτοκίων.
Η Allianz Trade έχει εκτιμήσει ότι σε παγκόσμιο επίπεδο ο αριθμός των επιχειρήσεων που θα κηρύξουν χρεοκοπία θα αυξηθεί κατά περισσότερο από 10% για το 2022 και από 19% για το 2023, ξεπερνώντας τα προπανδημικά επίπεδα.
«Η πανδημία του κοροναϊού ανάγκασε πολλές επιχειρήσεις να πάρουν μεγάλα δάνεια, επιδεινώνοντας μια κατάσταση αυξημένης εξάρτησης από τον φθηνό δανεισμό για την αναπλήρωση του ελλείμματος ανταγωνιστικότητας της Δύσης εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης», τόνισε στο Al Jazeera ο Τζιαμάλης.
«Η επιβίωση των καταχρεωμένων επιχειρήσεων τώρα βρίσκεται σε κίνδυνο, καθώς αντιμετωπίζουν ένα κοκτέιλ υψηλότερων επιτοκίων δανεισμού, υψηλότερων τιμών ενέργειας, ακριβότερων πρώτων υλών και μειωμένης κατανάλωσης… επίσης είναι αξιοσημείωτο ότι η διάθεση των δυτικών κυβερνήσεων για οποιουδήποτε είδους άμεση βοήθεια προς τον ιδιωτικό τομέα έχει περιοριστεί λόγω των αυξημένων ελλειμμάτων τους, αλλά και της προτεραιότητας που δίνουν στην υποστήριξη των νοικοκυριών».
Υποχώρηση της παγκοσμιοποίησης
Οι προσπάθειες περιορισμού της παγκοσμιοποίησης αυξήθηκαν στη διάρκεια της χρονιάς που μας πέρασε και όλα δείχνουν ότι θα παραμείνουν περιορισμένες εντός του 2023.
Ο εμπορικός και τεχνολογικός πόλεμος ΗΠΑ – Κίνας, που ξεκίνησε επί προεδρίας Τραμπ, επιδεινώθηκε στη διάρκεια της κυβέρνησης Μπάιντεν.
Τον Αύγουστο, ο Μπάιντεν υπέγραψε τη νομοθεσία για τα Chip και την Επιστήμη, απαγορεύοντας τις εξαγωγές προηγμένων ημιαγωγών και εξοπλισμού παραγωγής στην Κίνα, μια κίνηση που είχε στόχο να παρεμποδίσει την ανάπτυξη της κινεζικής βιομηχανίας ημιαγωγών και να ενισχύσει την αυτάρκεια στην παραγωγή chip.
Η ψήφιση της νομοθεσίας ήταν απλώς το πιο πρόσφατο παράδειγμα μιας διογκούμενης τάσης απομάκρυνσης από το ελεύθερο εμπόριο και τον οικονομικό φιλελευθερισμό και μετατόπισης προς τον προστατευτισμό και την ενίσχυση της αυτάρκειας, ιδίως σε κρίσιμες βιομηχανίες που σχετίζονται με την εθνική ασφάλεια.
Σε ομιλία του στις αρχές του μήνα, ο Μόρις Τσανγκ, ιδρυτής της Εταιρείας Κατασκευής Ημιαγωγών της Ταϊβάν, της μεγαλύτερης κατασκευάστριας ημιαγωγών στον κόσμο, παραπονέθηκε πως η παγκοσμιοποίηση και το ελεύθερο εμπόριο είναι «σχεδόν νεκρά».
«Η Δύση και ιδίως οι ΗΠΑ απειλούνται από την οικονομική πορεία της Κίνας και αντιδρούν με οικονομικές και στρατιωτικές πιέσεις εναντίον της αναδυόμενης υπερδύναμης», παρατήρησε ο Τζιαμάλης μιλώντας στο Al Jazeera.
«Ένας πραγματικός πόλεμος για την Ταϊβάν είναι εξαιρετικά απίθανος, όμως η αύξηση του κόστους των εισαγωγών και η επιβράδυνση της ανάπτυξης για όλες τις χώρες που εμπλέκονται σε αυτό τον εμπορικό πόλεμο είναι σχεδόν δεδομένες».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις