Ενας από τους δείκτες που προειδοποιούσαν ότι η Ελλάδα πάει προς τη χρεοκοπία το 2010, ήταν αυτός του εξωτερικού εμπορικού ισοζυγίου της χώρας. Πρόβλημα διαρθρωτικό – και όχι μόνο – εκείνη την περίοδο με προεκτάσεις τόσο στα δημοσιονομικά της χώρας όσο και αντανάκλαση της έλλειψης ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.

Σχεδόν από την αρχή της περιπέτειας της χώρας το 2010, τα μνημόνια στόχευσαν στη βελτίωση αυτού του δείκτη. Με πολλούς τρόπους, αλλά κυρίως με στόχο να γίνει «κτήμα» της χώρας και των πολιτών της η ανάγκη να εδραιωθεί η πεποίθηση ότι χωρίς ισχυρές επιδόσεις στις εξαγωγές, χωρίς δηλαδή η ροή φρέσκου χρήματος προς τη χώρα μας από την πώληση δικών μας προϊόντων, δεν θα βγαίναμε από την κρίση.

Τα θετικά αποτελέσματα στο ισοζύγιο εισαγωγών εξαγωγών της χώρας, ήρθαν σχετικά γρήγορα κυρίως λόγω της δραστικής μείωσης των εισαγωγών, απόρροια της ύφεσης που χτύπησε με σφοδρότητα την οικονομία.

Η ανταγωνιστικότητα της χώρας ωστόσο ακόμα δεν είχε φτάσει στα επίπεδα που θα έπρεπε. Χρειάστηκαν σχεδόν 8 χρόνια, δεκάδες μεταρρυθμίσεις και μια σοβαρή διόρθωση στις αμοιβές προκειμένου να αρχίσει να βγαίνει από τη χώρα ελληνικό προϊόν σε ανταγωνιστική τιμή.

Κάποια στιγμή πιστέψαμε ότι το πρόβλημα έχει εξαλειφθεί. Οτι η χώρα έχει χτίσει μια ισχυρή εξαγωγική βιομηχανία και ότι ένα μέρος της εγχώριας παραγωγής έχει υποκαταστήσει τις εισαγωγές. Τα τελευταία ωστόσο χρόνια η τάση αυτή έχει αντιστραφεί. Το έλλειμμα άρχισε ξανά να φουσκώνει. Από τα 2,7 δισ. ευρώ του 2019, διευρύνθηκε στα 11 δισ. ευρώ το 2020 και στα 12,3 δισ. ευρώ το 2021. Φέτος θα ξεπεράσει τα 15 δισ.

Ο πρώτος ύποπτος για την επιστροφή του ελλείμματος είναι το ενεργειακό κόστος. Με δεδομένο ωστόσο ότι όλες οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε με αυτό, το πρόβλημα αναμένεται να παραμείνει.

Μόνη λύση η αύξηση των εξαγωγών και το ερώτημα είναι αν μπορούμε να τις αυξήσουμε σε ποσοστό που να μειώνουν την ψαλίδα με τις εισαγωγές. Τα επίσημα ποσοστά σε ονομαστικές τιμές δείχνουν μια εντυπωσιακή αύξηση κοντά στο 40% στις εξαγωγές αγαθών στο 10μηνο του έτους, σημάδι ότι πάμε καλά. Στην περίοδο ωστόσο των υψηλών ποσοστών πληθωρισμού το πιο κρίσιμο ποσοστό είναι το αποπληθωρισμένο ποσοστό των εξαγωγών. Και πάλι το πρόσημο είναι θετικό. Σε όρους αποπληθωρισμένων εξαγωγών αφαιρουμένων των πετρελαιοειδών αυξάνουν κατά 7% φέτος. Πρόκειται για ποσοστό σχεδόν διπλάσιο της μέσης αύξησης της τελευταίας δεκαετίας.

Σε αυτό πρέπει να χτίσουμε. Και υπάρχουν οι προοπτικές. Σύμφωνα με τα επεξεργασμένα στοιχεία της Εθνικής Τράπεζας, με υψηλότερους ρυθμούς από τον μέσο όρο κινούνται κλάδοι που ούτε «απέξω» δεν περνούσαμε στο παρελθόν, όπως φάρμακα και μηχανήματα (κλάδοι της υψηλής τεχνολογίας) με ρυθμό αύξησης από 14 έως και 20%. Ενώ με ηπιότερους ρυθμούς αύξησης έως και 9%, ακολουθούν κλάδοι όπως τα χημικά και τα μέταλλα.

Δεδομένης της αναμενόμενης συγκράτησης των εισαγωγών λόγω της επιβράδυνσης της οικονομίας, το «κλειδί» για την «υγεία» των οικονομικών της χώρας θα είναι η διατηρήσιμη σταθερή αύξηση των εξαγωγών, με τη στήριξη των εξαγωγικών επιχειρήσεων. Οχι στα λόγια. Αλλά με πράξεις που θα ενισχύουν την ανταγωνιστικότητά τους στις διεθνείς αγορές.