Σπύρος Μαρκεζίνης: Ένας μυστικοπαθής της πολιτικής
Ο «μύθος Μαρκεζίνη»
- Ο αντίπαλος της Starlink του Έλον Μάσκ έχει ευρωπαϊκή σφραγίδα
- Με τι δεν είναι ικανοποιημένοι οι εργαζόμενοι - Και δεν είναι ο μισθός η μεγαλύτερη ανησυχία τους
- Το ύστατο μήνυμα του Κώστα Χαρδαβέλλα στους θεατές του: Μέσα μας υπάρχει μία βόμβα χιλίων μεγατόνων, η ψυχή
- ΣΥΡΙΖΑ: Τα νέα μέλη του Εκτελεστικού Γραφείου και οι χρεώσεις στην Πολιτική Γραμματεία
Υπό τον πεντάστηλον τίτλον «Μαρκεζίνης, ένας επιτυχών ακτιβιστής (Σ. «Βήμ.»: πολιτικός όρος καθιερωθείς διά τους πολιτικούς και τα κόμματα της λεγομένης «δράσεως») ο νέος πολιτικός ανήρ της Ελλάδος» και με τα υπότιτλα «Άλλοι τον θεωρούν ως μεγαλοφυΐαν και άλλοι ως ημιπαράφρονα. Σήμερον ασκεί την λειτουργίαν του υπάτου ρυθμιστού της Κυβερνήσεως», ο «Νέος Εσπερινός Ταχυδρόμος» του Μιλάνου δημοσιεύει σκιαγραφίαν του Έλληνος πολιτικού, γραμμένην από τον απεσταλμένον του εις Αθήνας κ. Γκαετάνο Μπαλτάτσι.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 23.1.1953, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
«Το πρώτον πράγμα —γράφει ο κ. Μπαλτάτσι— που θα σας πη μια Αθηναία, οσάκις γίνεται συζήτησις περί του Σπύρου Μαρκεζίνη, είναι ότι είναι άσχημος, από τους άσχημους όμως εκείνους που μπορούν ν’ αρέσουν. Αυτό σημαίνει ότι η ασχήμια ευρίσκει εις την δύναμιν και την εξουσίαν την οδόν της λυτρώσεως. Ένα μέτωπον έντονα προεξέχον, ένας τονισμένος προγναθισμός και αραιά δόντια φαλαίνης ασφαλώς δεν προσδίδουν χάριν εις την φυσιογνωμίαν ενός ανθρώπου. Το πυρέσσοντα όμως μάτια του Μαρκεζίνη και κάτι το ασθενικόν που υποβάλλει το μικρόν και ισχνόν σώμα του είναι μία δύναμις και ασφαλώς δημιουργούν μια όχι συνήθη γοητεία. Εκ πρώτης όψεως ο Μαρκεζίνης ομοιάζει με έναν ιθαγενή των Φιλιππίνων. Ύστερα όμως εις την μνήμην εκείνου που τον έχει απέναντί του ζωντανεύουν πλείστοι όσοι τύποι που του ομοιάζουν: Βενετσιάνοι, μεσημβρινοί της Αδριατικής, Καλαβρέζοι, ακόμη και Σικελοί του Τράπανι — της αρχαίας ελληνικής πόλεως Δρέπανον της Σικελίας. Ο Μαρκεζίνης είναι ένας υιός του Αιγαίου. Δολιχοκέφαλος, μικρόσωμος, είναι με τα χαρακτηριστικά του αντιπροσωπευτικός τύπος των φυλών της λεκάνης της Μεσογείου. Μίαν ημέραν μού ώρισε συνέντευξιν εις το Υπουργείον Συντονισμού, ένα υπερυπουργείον, όπως και ο Μαρκεζίνης είναι ένας υπερυπουργός. Με εδέχθη μέσα εις μίαν αίθουσαν με ταπετσαρία από πτυχωμένην λινάτσα. Ένας τέτοιος διάκοσμος δεν αφήνει αμφιβολίες περί του προσώπου που κινείται μέσα εις αυτόν. Καταλαβαίνει κανείς αμέσως ότι έχει να κάνη μάλλον με έναν Λάσκυ παρά με έναν Κρότσε, με έναν Μπέβαν παρά με έναν Ερριώ. Η λινάτσα των τοίχων θυμίζει εξπρεσσιονιστικόν θέατρον, όπου ευρίσκει κανείς καταφύγιον ύστερα από την κατάχρησιν του περιφήμου ιψενικού τριγώνου των αστών κωμωδιογράφων. Έτσι και εις το Υπουργείον Συντονισμού των Αθηνών αποφεύγει κανείς την παλαιάν κοινοβουλευτικήν αρτηριοσκλήρωσιν.
Ο Μαρκεζίνης είναι αυτό που ονομάζεται «νέος ανήρ». Οι Έλληνες είναι σήμερα μοιρασμένοι εις δύο κατηγορίας: εκείνους οι οποίοι θεωρούν τον Μαρκεζίνην ως μίαν μεγαλοφυΐαν και εκείνους οι οποίοι τον θεωρούν ως ημιπαράφρονα. Ένας από τους γραμματείς του, καθώς μού έδειχνε μίαν φωτογραφίαν του Μαρκεζίνη που τον δείχνει προφίλ, μου είπε: «Αυτό το σαγόνι θα ημπορούσε να είναι κλασσικόν δείγμα των ανθρωπολογικών τύπων του Λομπρόζο ή ενός ανθρώπου, του ανθρώπου —ας το πούμε καθαρά— που θα λύση όλα μας τα προβλήματα». Το γεγονός ότι ο Μαρκεζίνης καπνίζει σαν φουγάρο, τρώγει όσον ένα καναρίνι, εργάζεται όσον εκατόν άλλοι, κάνει επιλογήν των συνεργατών του με τεχνοκρατικήν επιδεξιότητα και τέλος το γεγονός ότι είναι πιστός εις την ωραίαν του σύζυγον, η οποία τον βοηθεί με την συνεργασίαν της, συνετέλεσαν εις το να δημιουργηθή ένας «μύθος Μαρκεζίνη». Θ’ ανθέξη σωματικώς εις την υπερκόπωσιν; — διερωτάται δι’ αυτόν ο κοσμάκης. Θα επιτύχη; Θα πέση; Και αν πέση, η πτώσις του θα είναι αφανιστική; Αυτά και άλλα παρόμοια ακούει κανείς διά τον Μαρκεζίνην εις τας Αθήνας. Ο Μαρκεζίνης —και αυτό είναι ένα ουσιώδες δεδομένον της ψυχολογίας του— γράφει ένα δοκίμιον περί του Μακιαβέλλι. Ένα δοκίμιον περί Μακιαβέλλι δεν είναι πάντοτε και αναγκαστικά μία πραγματεία περί μακιαβελλισμού, δηλαδή περί της ηθικότητος ωρισμένων μεθόδων, αλλά μία μελέτη περί του ρεαλισμού εις την πολιτικήν, περί του πώς οικοδομείται ένα Κράτος και περί του πώς δεν είναι ανάγκη να παραδίδεται κανείς εις αυταπάτας περί της δριμύτητος του αγώνος. «Υπάρχουν —μου είπεν ο Μαρκεζίνης— αναλογίαι μεταξύ της εποχής του Μακιαβέλλι και της ιδικής μας». Το γεγονός ότι ο Μαρκεζίνης γράφει ένα δοκίμιον περί Μακιαβέλλι ερμηνεύεται από τους πολυαρίθμους εχθρούς του υπό το χυδαιότερον πνεύμα, υπό το οποίον εννοείται γενικά ο μακιαβελλισμός. Ο Γερμανός φιλόσοφος Σπέγγλερ και ο Άγγλος ιστοριοφιλόσοφος Τόυνμπη δεν είναι ξένοι προς τον σχηματισμόν του Μαρκεζίνη. Οι «μύθοι» της Ιστορίας ασκούν ισχυρήν έλξιν επ’ αυτού. Ο Ιταλός κοινωνιολόγος Παρέτο, οι σοσιαλιστικοί μετασχηματισμοί, η θεωρία των «επιλέκτων» —ελίτ— είναι το καθημερινό του ψωμί. Τον ηρώτησα αν έχη διαβάσει τα βιβλία του Αμερικανού τεχνοκράτου Τζέιμς Μπάρνχαμ, λ.χ. την «Επανάστασιν των τεχνικών» (σ.σ. James Burnham, The Managerial Revolution, «Η επανάσταση των διευθυντών», μτφρ Τάκη Κονδύλη, εκδόσεις «Κάλβος»). Περιττόν ερώτημα. Ύστερα από ένα ωρισμένον σημείον της συζητήσεως, κατάλαβα, χωρίς να παραστή ανάγκη να μου ονομάση τας πηγάς του, τον πνευματικόν του εξοπλισμόν. «Και ο Γκαετάνο Μόσκα —προσέθεσεν ο Μαρκεζίνης— ιδού ένας πολιτικός συγγραφεύς που δεν κουράζομαι να θαυμάζω». Ο Μόσκα της κριτικής του κοινοβουλευτισμού και της καθολικής ψηφοφορίας, της διαφθοράς της δημοκρατίας. Δεν χωρεί αμφιβολία ότι ο Μαρκεζίνης είναι ένας από τους περισσότερον «ενημερωμένους» πνευματικούς ανθρώπους των Αθηνών. Δεν θα ησχολούμην όμως διά μακρών με αυτόν, αν ο Μαρκεζίνης δεν ήταν, προ παντός, ένα πρωτότυπον της ευρωπαϊκής γενεάς η οποία αυτοχαρακτηρίζεται ως «απολεσθείσα».
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 23.1.1953, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Έχει όλας τας αντιθέσεις της εποχής μας ως μίαν κληρονομικήν ασθένειαν. Το ιδικόν του δράμα είναι το δράμα χιλιάδων άλλων ανθρώπων της ιθυνούσης τάξεως. Κυμαίνεται και αγωνίζεται μεταξύ δημοκρατίας και ολοκληρωτισμού, μεταξύ «κυβερνήσεως του λαού» και «κυβερνήσεως των επιλέκτων», μεταξύ φασισμού και κομμουνισμού, μεταξύ σοσιαλισμού και φιλελευθερισμού, μεταξύ ολοκληρωτικού πολέμου και και προσωρινών συνθηκών ειρήνης, μεταξύ εξολοθρεύσεως των φυλών και κρατικής προστασίας διά τας μητέρας και τα παιδιά. Είναι άνθρωπος της «τρίτης οδού», αλλά κατά σύμπτωσιν δεν έχει διαβάσει Ραίπκε. Είναι ένας «φιλελευθεροσοσιαλιστής», αλλά δεν γνωρίζει το πείραμα του κόμματος της Ιταλικής Δράσεως. Άνθρωποι ως αυτός υπάρχουν βέβαια και αλλού. Μόνον αυτός όμως επέτυχε μέχρι στιγμής να συμβιβάση ωρισμένους κλασσικούς ανταγωνισμούς. Λόγου χάριν: την Βασιλείαν και τον Εθνικόν Ήρωα, τον Στρατάρχην και την Βουλήν. Εις μίαν χώραν όπου αι κυβερνήσεις έχουν συνήθως βίον δύο μηνών, ο Μαρκεζίνης δοκιμάζει μίαν κυβέρνησιν σταθερήν, δημοκρατικής βάσεως, αλλά του τύπου των ισχυρών, αυταρχικών κυβερνήσεων. Ο Μαρκεζίνης έχει το πλεονέκτημα ότι είναι νέος και στιλπνός, αλλά το μειονέκτημά του είναι ότι είναι ένας μυστικοπαθής της πολιτικής. Αν όμως, όσον θα χάνη εις μυστικοπάθειαν, άλλο τόσον κερδίζη εις ρεαλισμόν, είναι ενδεχόμενον να γίνη διά την Ελλάδα ένας νέος Ελευθέριος Βενιζέλος. Η φυσιογνωμία του είναι κάτι μεταξύ αναχωρητού του Αγίου Όρους και βαλκανικού δικτάτορος. Είναι ανάγκη να εδραιωθή εις την μέσην οδόν.
*Άρθρο-σκιαγραφία του Σπύρου Μαρκεζίνη, που είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» στις 23 Ιανουαρίου 1953.
Ο νομομαθής, πολιτικός και συγγραφέας Σπύρος Μαρκεζίνης έφυγε από τη ζωή στις 4 Ιανουαρίου 2000, πλήρης ημερών.
Διετέλεσε πρωθυπουργός της χώρας επί χούντας, από τις 8 Οκτωβρίου έως τις 25 Νοεμβρίου 1973.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις