Βίτσας στο in: Καμία κυβέρνηση δεν επιτρέπεται να εργαλειοποιήσει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις
«Η Ελλάδα οφείλει να διατηρεί ανοιχτό το παράθυρο στην επέκταση των χωρικών της υδάτων, εξετάζοντας κάθε γεωγραφική περιοχή ξεχωριστά»
Απόλυτα συμβατή με το πολιτικό προφίλ της διακυβέρνησης Ερντογάν χαρακτηρίζει την εργαλειοποίηση των ελληνοτουρκικών στο βωμό των εκλογών ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην Αναπληρωτής Υπουργός Εθνικής Άμυνας, Δημήτρης Βίτσας. Ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ σημειώνει την ίδια στιγμή ότι αν και «θα ήθελα πολύ να δηλώσω βέβαιος ότι καμία ελληνική κυβέρνηση δεν θα έβαζε τα εθνικά θέματα στη ζυγαριά της επιδίωξης ενός οποιουδήποτε εκλογικού πλεονεκτήματος, δυστυχώς η συγκεκριμένη κυβέρνηση έχει ήδη αποδείξει ότι δεν ορρωδεί προ ουδενός».
Μιλώντας στο in ο Βίτσας τονίζει ότι ένα θερμό επεισόδιο «είτε ως επιλογή από την Άγκυρα, είτε ως αποτέλεσμα ενός ατυχήματος, δεν μπορεί να αποκλειστεί» και η Ελλάδα θα πρέπει να είναι προετοιμασμένη για αυτό.
Ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ αναφερόμενος στην ισορροπία δυνάμεων Ελλάδας – Τουρκίας εκτιμά ότι η Αθήνα διατηρεί «υπεροπλία στο Αιγαίο -και πρωί και νύχτα». Επικρίνει ωστόσο την κυβέρνηση Μητσοτάκη γιατί όπως αναφέρει «λειτουργεί αποσπασματικά και με τη λογική «αγοράζουμε συμμαχίες».
Όσον αφορά δε την επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια και τις απειλές της Τουρκίας τονίζει ότι «η Ελλάδα, από την πλευρά της, οφείλει σε κάθε περίπτωση να διατηρεί ανοιχτό το παράθυρο στην επέκταση των χωρικών της υδάτων, εξετάζοντας κάθε γεωγραφική περιοχή ξεχωριστά και με βάση τα χαρακτηριστικά της καθεμίας. Σε κάθε περίπτωση, η επιλογή του τόπου, του χρόνου και του εύρους της επέκτασης παραμένει δικαίωμα και στη διακριτική ευχέρεια της Ελλάδας».
Ολόκληρη η συνέντευξη:
Σας ανησυχεί η κλιμάκωση της τουρκικής ρητορικής και κατά πόσο θεωρείτε ότι ο Ερντογάν ψάχνει ένα θερμό επεισόδιο;
Είναι αλήθεια ότι η επιθετική ρητορική από την πλευρά της Τουρκίας έχει οξυνθεί. Αυτό, κατά τη γνώμη μου, εντάσσεται στη στρατηγική της ελεγχόμενης έντασης που θέλει να διατηρεί η γειτονική μας χώρα, για να κρατά στην επιφάνεια τις αναθεωρητικές διεκδικήσεις της.
Το -προφανώς απευκταίο- ενδεχόμενο ενός θερμού επεισοδίου, είτε ως επιλογή από την Άγκυρα, είτε ως αποτέλεσμα ενός ατυχήματος, δεν μπορεί να αποκλειστεί και πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να είμαστε προετοιμασμένοι για αυτό. Απέναντι σε αυτόν τον τυχοδιωκτισμό, και ακριβώς για να ελαττώσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο το ενδεχόμενο να ξεφύγουν τα πράγματα προς ένα θερμό επεισόδιο, εμείς οφείλουμε να έχουμε την ψύχραιμη και ενεργητική απάντηση που απαιτείται, τόσο σε διπλωματικό, όσο και σε αμυντικό επίπεδο.
Δηλαδή, να μελετούμε τα δεδομένα όπως εξελίσσονται, να παρουσιάζουμε τα δικά μας επιχειρήματα στους εταίρους και συμμάχους μας, να υποστηρίζουμε το διεθνές δίκαιο και, φυσικά, να διατηρούμε ένα υψηλό επίπεδο αμυντικής αποτροπής.
Μια αλλαγή κυβέρνησης στην Τουρκία θα μπορούσε να ευνοήσει την Ελλάδα με δεδομένο ότι η αντιπολίτευση αρκετές φορές εμφανίζεται με πιο επιθετικές δηλώσεις;
Ο στρατηγικός σχεδιασμός και η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας δεν πρέπει να εξαρτώνται από μια ενδεχόμενη κυβερνητική αλλαγή στην Τουρκία. Ασφαλώς, τέτοιες πολιτικές αλλαγές είναι ένας από τους παράγοντες που δύνανται να επηρεάσουν τις σχέσεις μας, αλλά σε κάθε περίπτωση αυτές οι σχέσεις οφείλουν να βασίζονται σε σταθερούς άξονες που δεν αλλάζουν διαχρονικά.
Είναι αλήθεια ότι ανώτατα στελέχη της τωρινής τουρκικής κυβέρνησης και ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος έχουν χρησιμοποιήσει κατά καιρούς εξαιρετικά επιθετική ρητορική και την τακτική της ελεγχόμενης έντασης εναντίον της Ελλάδας.
Τούτο δεν σημαίνει ότι ο αναθεωρητισμός της γειτονικής χώρας θα αλλάξει μόνο και μόνο με μια κυβερνητική αλλαγή στην Άγκυρα.
Επομένως, η μεθοδικότητα, η συστηματικότητα, η συνέπεια και η αξιοπιστία πρέπει να χαρακτηρίζουν την ελληνική πλευρά στις δικές της θέσεις και επιδιώξεις.
Και είναι η απουσία αυτών των χαρακτηριστικών από την εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης του κ. Μητσοτάκη που μας ανησυχεί.
Εξοπλιστικά. Υπηρετήσατε στο υπουργείο άμυνας. Το πρόγραμμα της κυβέρνησης κάλυψε ρεαλιστικές ανάγκες; Κατά πόσο τα συμβόλαια των εξοπλιστικών εξασφαλίζουν κ συμμαχίες;
Περάσαμε ως χώρα μια δύσκολη υπερδεκαετή περίοδο. Ο προϋπολογισμός για την άμυνα μόλις κάλυπτε τη μισθοδοσία, τη συντήρηση των οπλικών συστημάτων που ήδη είχαμε και αναγκαίες λειτουργίες.
Παρ΄όλα αυτά, ολοκληρώσαμε τη συμφωνία για την αναβάθμιση των F16, διατηρήσαμε το αξιόμαχο του στόλου σε υψηλό επίπεδο (πράγμα που αποδείχθηκε το καλοκαίρι του 2020), ανοίξαμε τον δρόμο της απόκτησης νέων φρεγατών, ξεκινήσαμε τις διαδικασίες απόκτησης και νέων οπλικών συστημάτων, όπως ελικοπτέρων, εξοπλισμού του στρατού ξηράς κλπ.
Τώρα, που έχουμε βγει από τα μνημόνια, οι δυνατότητες είναι καλύτερες. Είναι χαρακτηριστικό πως, με εξαίρεση την απόκτηση των Rafale, για όλα τα άλλα εξοπλιστικά προγράμματα οι διαδικασίες είχαν ξεκινήσει επί ΣΥΡΙΖΑ.
Θα έλεγα πως διατηρούμε υπεροπλία στο Αιγαίο -και πρωί και νύχτα. Δυστυχώς, η κυβέρνηση Μητσοτάκη λειτουργεί αποσπασματικά και με τη λογική «αγοράζουμε συμμαχίες». Η λειτουργία, όμως, των εξοπλιστικών δεν είναι να εξασφαλίζουν συμμαχίες και ούτε είχαν ποτέ αυτό το αποτέλεσμα.
Αυτό θα έπρεπε πλέον να είναι σαφές και ξεκάθαρο σε οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση. Τώρα είναι η ώρα ενός ολοκληρωμένου σχεδίου. Κι όμως, κάθε φορά που ο κ. Μητσοτάκης πηγαίνει επίσκεψη σε μια χώρα-παραγωγό αμυντικού υλικού, συνήθως μας φέρνει και από μια σύμβαση, ύψους αρκετών δισεκατομμυρίων.
Ούτε η Βουλή ενημερώνεται όπως πρέπει για αυτές τις εξελίξεις. Και βασικά, απουσιάζει πλήρως η βιομηχανική συμμετοχή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας σε αυτά τα προγράμματα, ιδίως τα μεγάλα.
Εδώ είναι το μεγάλο ζήτημα. Χρειάζεται να αναδημιουργήσουμε την αμυντική βιομηχανία μας, με την ΕΑΒ, τα ΕΑΣ και την ιδιωτική βιομηχανία να είναι στο κέντρο του εξοπλιστικού προγραμματισμού. Δεν θα ανακαλύψουμε την Αμερική, αλλά θα συμπληρώσουμε τις δυνατότητές μας και θα αξιοποιήσουμε τα σχετικά ευρωπαϊκά προγράμματα.
Βαδίζοντας προς εκλογές σε Ελλάδα και Τουρκία θεωρείτε ότι τα εθνικά και στις δυο πλευρές γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης κ πόσο επικίνδυνο είναι;
Για την Τουρκία αυτό πρέπει να θεωρείται δεδομένο και, εξάλλου, ταιριάζει στο πολιτικό προφίλ της διακυβέρνησης Ερντογάν. Πρόκειται, ακριβώς, για το είδος κυβέρνησης που θα επεδίωκε να εξαγάγει τις δικές της εσωτερικές κρίσεις και αδιέξοδα, ποντάροντας στην ένταση και στην καλλιέργεια εθνικιστικών τάσεων στην κοινωνία.
Βλέπουμε, όμως, και από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης παρόμοιες τάσεις. Θα ήθελα πολύ να δηλώσω βέβαιος ότι καμία ελληνική κυβέρνηση δεν θα έβαζε τα εθνικά θέματα στη ζυγαριά της επιδίωξης ενός οποιουδήποτε εκλογικού πλεονεκτήματος, δυστυχώς όμως η συγκεκριμένη κυβέρνηση έχει ήδη αποδείξει ότι δεν ορρωδεί προ ουδενός.
Πριν ακόμα γίνει κυβέρνηση η ΝΔ του κ. Μητσοτάκη, άλλωστε, είχε ρίξει άφθονο νερό στον μύλο του εθνικισμού με τη στάση της κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών, μιας από τις μεγαλύτερες, όπως έχει πια αποδειχθεί, επιτυχίες της ελληνικής διπλωματίας τις τελευταίες δεκαετίες.
Σαφώς, καμία κυβέρνηση δεν επιτρέπεται να εργαλειοποιήσει, τόσο τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, όσο και το προσφυγικό-μεταναστευτικό.
12 μίλια στην Κρήτη. Επιβεβλημένη αντίδραση ή κίνηση που θα οδηγήσει σε έκρηξη;
Η επέκταση των χωρικών υδάτων είναι αναφαίρετο δικαίωμα της χώρας που απορρέει από την κρατική της κυριαρχία και από το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας. Αυτό δεν μπορεί να το αλλάξει οποιαδήποτε πολεμική ρητορική ή οι απειλές της Τουρκίας, οι οποίες άλλωστε είναι αυτές που παραβιάζουν κατάφορα τη διεθνή νομιμότητα.
Ούτε μπορεί να διανοηθεί κάποιος υπαναχώρηση σε ζητήματα κυριαρχίας υπό το κράτος μιας παράνομης απειλής χρήσης βίας.
Η Τουρκία οφείλει να επιστρέψει στη διεθνή νομιμότητα και να καταλάβει ότι οι διαφωνίες μεταξύ κρατών δεν μπορούν παρά να λύνονται αποκλειστικά με τα μέσα που ορίζει το διεθνές δίκαιο.
Η Ελλάδα, από την πλευρά της, οφείλει σε κάθε περίπτωση να διατηρεί ανοιχτό το παράθυρο στην επέκταση των χωρικών της υδάτων, εξετάζοντας κάθε γεωγραφική περιοχή ξεχωριστά και με βάση τα χαρακτηριστικά της καθεμίας.
Σε κάθε περίπτωση, η επιλογή του τόπου, του χρόνου και του εύρους της επέκτασης παραμένει δικαίωμα και στη διακριτική ευχέρεια της Ελλάδας.
Ενεργειακά. Είναι δυνατόν η Τουρκία να μείνει εκτός των νέων σχεδιασμών και πόσο πιθανή βλέπετε μια διαιτησία με στόχο μια λύση στα πρότυπα Λιβανού – Ισραήλ;
Δεν υπάρχει κάποια διάθεση αποκλεισμού της Τουρκίας από τον ενεργειακό χάρτη της Ανατολικής Μεσογείου.
Όπως κάθε χώρα της περιοχής, άλλωστε, έχει και η Τουρκία το μερίδιο που της αναλογεί.
Όμως, αυτό το μερίδιο ορίζεται με βάση το διεθνές δίκαιο και στο πλαίσιο φιλικών διαπραγματεύσεων και διακανονισμών με τις όμορες χώρες και σε καμία περίπτωση με παράνομες μονομερείς ενέργειες, όπως το λεγόμενο Τουρκολιβυκό σύμφωνο, ή κάνοντας χρήση του «δικαίου της ισχύος».
Η διαιτησία είναι μία από τις μεθόδους που προβλέπει το Δίκαιο της Θάλασσας για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών, εν προκειμένω της ΑΟΖ.
Υπάρχουν και άλλες, όπως, μεταξύ άλλων, η υπογραφή συνυποσχετικού για παραπομπή αυτής της διαφοράς στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, εάν δεν υπάρξει συμφωνία με διαπραγματεύσεις.
Δεν υπάρχει έλλειψη νομικών εργαλείων. Η εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση, όμως, είναι να εγκαταλείψει η Τουρκία τη λογική του δήθεν περιφερειακού ηγεμόνα και να αποδεχθεί το πλαίσιο της διεθνούς νομιμότητας.
- Τραμπ και ελληνοτουρκικά – Τι πιστεύουν οι Έλληνες, ένας πρώην διπλωμάτης των ΗΠΑ και ένας πανεπιστημιακός
- Χτύπημα Ουκρανίας στη Ρωσία με αμερικανικούς πυραύλους ATACMS;
- Masdar: Με όχημα την ΤΕΡΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ σχεδιάζει off shore αιολικά και φωτοβολταϊκά 6 GW σε Ελλάδα και Ισπανία
- Διαγραφή Σαμαρά: Κάνει ζυμώσεις για κόμμα – Όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά
- Μέσω ΑΣΕΠ οι προσλήψεις στη Δημοτική Αστυνομία
- Τραμπ: Καυγάς Μασκ με δικηγόρο και συνεργάτη του νέου προέδρου