«Επέζησα από το Γκουαντάναμο – Γιατί είναι ακόμα ανοιχτό 21 χρόνια μετά;»
Μια γενιά γεννήθηκε και ενηλικιώθηκε από τότε που άνοιξε η φυλακή. Τέσσερις πρόεδροι των ΗΠΑ υπηρέτησαν. Ωστόσο, 35 άνδρες παραμένουν ακόμα στο Γκουαντάναμο.
Η αμερικανική φυλακή στο Γκουαντάναμο άνοιξε πριν από 21 χρόνια σαν σήμερα, Τετάρτη. Επί 21 χρόνια, το κέντρο εξωδικαστικής κράτησης κρατούσε συνολικά 779 άνδρες μεταξύ οκτώ γνωστών στρατοπέδων.
Μέσα σε δύο δεκαετίες, το Γκουαντάναμο εξελίχθηκε από ένα μικρό, αυτοσχέδιο στρατόπεδο με κλουβιά δεμένα με αλυσίδες, σε μια εγκατάσταση υψίστης ασφαλείας, με τσιμεντένιες κατασκευές που μοιάζουν με καταφύγια, ενώ η λειτουργία της κοστίζει σχεδόν 540 εκατομμύρια δολάρια ετησίως, όπως σημειώνει η βρετανική εφημερίδα The Guardian.
Είκοσι ένα χρόνια είναι μεγάλο χρονικό διάστημα – μια ολόκληρη γενιά γεννήθηκε και ενηλικιώθηκε σε αυτό το διάστημα. Το Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου ανοικοδομήθηκε. Τέσσερις Αμερικανοί πρόεδροι υπηρέτησαν τις ΗΠΑ – μεταξύ των οποίων ο πρώτος Αφροαμερικανός πρόεδρος, Μπάρακ Ομπάμα, που είχε κάνει κεντρικό του σύνθημα το κλείσιμο του Γκουαντάναμο, αλλά έμεινε στα λόγια.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο αμερικανικός στρατός, η CIA και άλλες υπηρεσίες πληροφοριών πειραματίστηκαν με βασανιστήρια και άλλες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Στρατιώτες, ακόμη και ηγέτες διέπραξαν εγκλήματα πολέμου.
Μόνο δύο από τους 779 καταδικάστηκαν
Το αμερικανικό Κογκρέσο ερεύνησε, έγραψε και δημοσίευσε μια έκθεση, που τεκμηριώνει τα βασανιστήρια, την κακοποίηση και την απάνθρωπη μεταχείριση των κρατουμένων στο Γκουαντάναμο και σε «μαύρους τόπους» σε όλο τον κόσμο, ενώ παράλληλα κατέστησε αδύνατο να κλείσει το κολαστήριο.
Από αυτούς τους 779 κρατούμενους που κρατούνταν στο Γκουαντάναμο, γνωρίζουμε ότι εννέα πέθαναν εκεί, 706 έχουν αφεθεί ελεύθεροι ή μεταφερθεί, 20 έχουν προταθεί για μεταφορά αλλά παραμένουν εκεί, 12 έχουν κατηγορηθεί για εγκλήματα, δύο έχουν καταδικαστεί και τρεις θα κρατούνται επ’ αόριστον, βάσει του Δικαίου του Πολέμου, μέχρι κάποιος να απαιτήσει την απελευθέρωσή τους.
«Ήμουν 19 ετών όταν με έστειλαν στο Γκουαντάναμο, έφτασα στις 9 Φεβρουαρίου 2002, με δεμένα μάτια, κουκούλα, χειροπέδες και αφού με είχαν δείρει», γράφει στον Guardian o Mansoor Adayfi, καλλιτέχνης και πρώην κρατούμενος στο Γκουαντάναμο, ο οποίος απελευθερώθηκε το 2016, αφού κρατούνταν χωρίς κατηγορία ή δίκη για περισσότερα από 15 χρόνια.
«Ήξερα ότι η Αμερική ήταν η χώρα των νόμων και των ευκαιριών»
Όταν οι στρατιώτες αφαίρεσαν την κουκούλα μου, το μόνο που είδα ήταν κλουβιά γεμάτα με πορτοκαλί φιγούρες. Με είχαν βασανίσει. Ήμουν χαμένος, φοβισμένος και μπερδεμένος. Δεν ήξερα πού βρισκόμουν ή γιατί με είχαν μεταφέρει εκεί. Δεν ήξερα πόσο καιρό θα ήμουν φυλακισμένος ή τι θα μου συνέβαινε. Κανείς δεν ήξερε πού βρισκόμουν. Μου έδωσαν έναν αριθμό και αιωρήθηκα μεταξύ ζωής και θανάτου…
Δεν ήξερα πολλά για την Αμερική, όπως λέει. Ήξερα ότι υποτίθεται πως ήταν η χώρα των νόμων και των ευκαιριών. Όλοι ήθελαν να ζήσουν εκεί. Όλοι πιστεύαμε ότι η κράτησή μας θα ήταν σύντομη. Δεν είχαμε κάνει τίποτα. Δεν θα μπορούσαν να μας κρατήσουν για πολύ χωρίς κάποιος να νοιαστεί.
Ποτέ δεν μπορούσα να φανταστώ ότι θα περνούσα οκτώ χρόνια στην απομόνωση, ότι θα με κρατούσαν για 15 χρόνια και θα με άφηναν ελεύθερο χωρίς ποτέ να μου απαγγελθεί κατηγορία για έγκλημα.
«Νιώθω ακόμα σαν να είμαι εκεί»
Πρόσφατα έκλεισα τα 40, και παρόλο που είμαι ενήλικας, εξακολουθώ να νιώθω σαν τον 19χρονο που έφτασε για πρώτη φορά στο Γκουαντάναμο. Κατά μία έννοια, ενηλικιώθηκα εκεί – μαθαίνοντας πώς να διαμαρτύρομαι για την κράτησή μου, πώς να χρησιμοποιώ το σώμα μου για απεργία πείνας, πώς να αντιστέκομαι.
Σκέφτομαι πολύ την εποχή που πέρασε εκεί. Ενώ οι παιδικοί μου φίλοι πήγαιναν στο πανεπιστήμιο, παντρεύονταν, έπιαναν δουλειά και ξεκινούσαν τη ζωή τους, εγώ πάλευα με τους δεσμοφύλακες που με παρενοχλούσαν, ενώ προσπαθούσα να προσευχηθώ.
Τις πρώτες ημέρες του Γκουαντάναμο, όταν ήταν απλώς μια μη ανεπτυγμένη φυλακή, ένα «μωρό» στην πραγματικότητα, όλοι είχαμε ερωτήματα: πότε θα αποφυλακιστούμε; Γιατί οι ανακρίσεις χειροτέρευαν; Γιατί κανείς δεν πίστευε αυτά που τους λέγαμε;
Αλλά δεν ήμασταν οι μόνοι με απορίες. Οι νεαροί φρουροί ήθελαν να μάθουν τι έκαναν εκεί, ποιοι ήμασταν και γιατί κάποιοι ηγέτες έλεγαν ότι ήμασταν οι «χειρότεροι των χειρότερων» τρομοκρατών, ενώ άλλοι ηγέτες μάς αποκαλούσαν «ευκαταφρόνητους ή χωριάτες».
«Οι ευγενικοί με τους κρατούμενους φρουροί τιμωρήθηκαν»
Νομίζω ότι και το ίδιο το Γκουαντάναμο είχε τις ίδιες ερωτήσεις. Νομίζω ότι το Γκουαντάναμο ήθελε να μάθει τι είδους μέρος θα γινόταν, πόσο καιρό θα το χρησιμοποιούσαν, αν θα ήταν χρήσιμο.
Όλοι περιμέναμε αυτές τις απαντήσεις, χρόνο με το χρόνο, καθώς μεγαλώναμε. Εγώ άφησα μούσι και τα μαλλιά μου γκριζάρισαν. Το Γκουαντάναμο σκούριασε, «ξεφλουδίστηκε», αποσυντέθηκε – το στρατόπεδο X-Ray, το πρώτο στρατόπεδο, ξεφύτρωσε μέσα από αγριόχορτα και χόρτα.
Οι φρουροί άλλαζαν, το ίδιο και οι αρχηγοί των στρατοπέδων. Οι φρουροί, που ήταν ευγενικοί μαζί μας, συχνά υποβιβάστηκαν ή τιμωρήθηκαν ή έφυγαν από το Γκουαντάναμο, μπερδεμένοι για τη σύγκρουση ανάμεσα στο επίσημο καθήκον τους και σε αυτό που ήξεραν ότι ήταν σωστό και λάθος.
Ο στρατηγός Μίλερ, ο αρχιτέκτονας αυτού που οι ΗΠΑ αποκαλούν «ενισχυμένη ανάκριση» και όλοι οι άλλοι βασανιστήρια, πήγε στο Ιράκ και στο Αμπού Γκράιμπ.
Κάποιοι κρατούμενοι απελευθερώθηκαν. Κάποιοι άλλοι – όπως ο Γιασίρ (21 ετών), ο Αλί (26 ετών) και ο Μάνι (30 ετών) – πέθαναν βίαια και μυστηριωδώς κατά τη διάρκεια της κράτησης.
«Ήμασταν απλώς ζώα σε κλουβιά»
Τα χρόνια περνούσαν σαν κεφάλαια σε ένα βιβλίο, και με κάθε νέο κεφάλαιο πιστεύαμε ότι οι ερωτήσεις μας θα έπαιρναν απάντηση ή ότι τουλάχιστον τα κεφάλαια θα άλλαζαν. Υπήρχαν νέα ξεκινήματα και νέες φάσεις, αλλά η ιστορία παρέμενε η ίδια: οι ανακρίσεις συνεχίζονταν. Το ίδιο και η απάνθρωπη μεταχείριση και η θρησκευτική μας παρενόχληση.
Κάθε κεφάλαιο γινόταν πιο σκοτεινό, καθώς χάναμε την επαφή με τις ιστορίες της ζωής μας πριν από το Γκουαντάναμο. Όταν μας μετέφεραν εκεί, ήμασταν πατέρες, γιοι, αδέλφια και σύζυγοι – είχαμε οικογένειες, όνειρα και ζωές στον έξω κόσμο.
Αλλά στο Γκουαντάναμο ήμασταν απλώς αριθμοί, ζώα σε κλουβιά, εντελώς αποκομμένοι από τον κόσμο που ξέραμε – ήμασταν παγιδευμένοι σε έναν ατελείωτο βρόγχο ανακρίσεων, όπου προσπαθούσαν να μας κάνουν να παραδεχτούμε ότι ήμασταν μαχητές της Αλ Κάιντα ή των Ταλιμπάν.
Ζήσαμε την ανομία και τις καταχρήσεις του Γκουαντάναμο, παρακολουθήσαμε το Γκουαντάναμο να μεγαλώνει και να εξελίσσεται, ενώ η ιστορία μας παρέμενε «κολλημένη».
«Γίναμε Γκουαντάναμο»
«Γίναμε Γκουαντάναμο» και έτσι έγιναν και οι ιστορίες μας. Αντισταθήκαμε και διαμαρτυρηθήκαμε για την αυθαίρετη και επ’ αόριστον κράτησή μας, αγωνιστήκαμε και κάναμε απεργίες πείνας για να μας ακούσει ο κόσμος, να δει τον πόνο μας και να γνωρίσει την ανθρωπιά μας.
Είχαμε επίσης στιγμές ευτυχίας, δημιουργικότητας και αδελφοσύνης. Τραγουδήσαμε, χορέψαμε, αστειευτήκαμε και γελάσαμε. Δημιουργήσαμε τέχνη. Γίναμε αδέρφια και φίλοι, ακόμα και με κάποιους από τους φρουρούς και το προσωπικό τού στρατοπέδου, που μας αντιμετώπιζαν σαν να ήμασταν άνθρωποι. Σταδιακά, χάσαμε την επαφή με τον παλιό μας εαυτό, μέχρι που το Γκουαντάναμο έγινε η ζωή μας, ο κόσμος μας, η μόνη μας ιστορία.
Καθώς το Γκουαντάναμο γινόταν μεγαλύτερο, ισχυρότερο και μονιμότερο, γινόμασταν κι εμείς μεγαλύτεροι, αλλά πιο αδύναμοι, πιο εύθραυστοι, καθώς εξακολουθούσαμε να είμαστε δεμένοι μέσα στα κλουβιά του.
Ακούσαμε ότι κάποιοι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο διαμαρτυρήθηκαν για τη φυλάκισή μας και τα βασανιστήριά μας και έκαναν εκστρατεία για να κλείσει το Γκουαντάναμο. Αυτό μας έδωσε ελπίδα και μας έκανε να νιώσουμε ότι δεν είχαμε ξεχαστεί.
Άλλοι όμως, όπως οι πολιτικοί έξω από το Γκουαντάναμο, έμαθαν να χρησιμοποιούν τη φυλακή για να δημιουργήσουν τις δικές τους ψεύτικες ιστορίες – ιστορίες που έφτιαχναν πάνω μας, για να δημιουργήσουν φόβο. Κράτησαν το Γκουαντάναμο ανοιχτό.
«Πώς θα επιβίωνα έξω από το Γκουαντάναμο;»
Προς το τέλος της κράτησής μου, το Γκουαντάναμο είχε γίνει, από ορισμένες απόψεις, πιο ώριμο και πιο ανοιχτό. Είχαμε αλλάξει κι εμείς – είχαμε επανασυνδεθεί με τον έξω κόσμο. Προσπαθήσαμε να ανακτήσουμε εκείνα τα κομμάτια του εαυτού μας που είχαν αφαιρεθεί και χαθεί.
Παρακολούθησα μαθήματα και δημιούργησα τέχνη. Έμαθα αγγλικά και έγραψα ιστορίες για το Γκουαντάναμο. Μετά από 15 χρόνια, ανησυχούσα ότι δεν θα μπορούσα να επιβιώσω στον κόσμο, μόλις έφευγα από εκεί. «Είχα μεγαλώσει εκεί και είχα γίνει άντρας. Το Γκουαντάναμο ήταν αυτό που ήξερα. Εκεί ήταν οι φίλοι μου».
Σκέφτηκα ότι φεύγοντας θα μπορούσα επιτέλους να γράψω νέα κεφάλαια, που θα άλλαζαν και θα είχαν καλό τέλος. Θα τελείωνα την ιστορία με τον τρόπο που ήθελα: Το Γκουαντάναμο θα γινόταν απλώς μια ανάμνηση – θα προχωρούσα, θα πήγαινα σχολείο, θα παντρευόμουν, θα ξεκινούσα τη ζωή μου. Αλλά η φυλακή δεν ήθελε να με αφήσει να φύγω. Με εξέπληξε με μια νέα ιστορία.
Όπως εγώ, εκατοντάδες άνδρες έχουν αποφυλακιστεί από το Γκουαντάναμο. Κάποιοι επέστρεψαν στις χώρες τους και στις οικογένειές τους. Πολλοί στάλθηκαν σε μέρη που δεν γνωρίζουν – Ουρουγουάη, Καζακστάν, Σλοβακία.
«Ζούμε με το στίγμα»
Εγώ στάλθηκα στην Σερβία, όπου δεν είχα φίλους ή οικογένεια και δεν μιλούσα τη γλώσσα. Προσπαθήσαμε να δημιουργήσουμε τις δικές μας ιστορίες σε αυτά τα νέα μέρη, αυτές χωρίς το Γκουαντάναμο. Αλλά το Γκουαντάναμο δεν μας αφήνει να φύγουμε. Ζούμε με το στίγμα ότι κρατηθήκαμε εκεί.
Τριάντα πέντε άνδρες παραμένουν εκεί. Ο πρόεδρος Μπάιντεν εργάστηκε αθόρυβα για να κλείσει το στρατόπεδο φυλακών, αλλά χωρίς τη συνεργασία του αμερικανικού Κογκρέσου, το Γκουαντάναμο θα παραμείνει ανοιχτό.
Εδώ και χρόνια, πρώην κρατούμενοι, ακτιβιστές, δικηγόροι και δημοσιογράφοι εργάζονται για να γράψουν το τελευταίο κεφάλαιο του Γκουαντάναμο, ένα κεφάλαιο που θα τελειώνει με δικαιοσύνη, λογοδοσία, συμφιλίωση και κλείσιμο της φυλακής.
Ας το πετύχουμε αυτό, ώστε σε ένα χρόνο να μπορέσουμε να γράψουμε μια νέα ιστορία για τη ζωή μετά το Γκουαντάναμο.
- Φωτεινή Βελεσιώτου: «Δεν εκτιμώ τους τράπερ γιατί ο στίχος τους υποτιμά τις γυναίκες»
- Αξιαγάπητη: Οι δυσκολίες και η πολυπλοκότητα των σχέσεων στο μικροσκόπιο
- Χριστούγεννα: Κορυφώνεται η κίνηση στην αγορά – Τι πρέπει να προσέχουμε
- Εντυπωσιακός Πόρτις στη νίκη των Μπακς επί των Γουίζαρντς
- Καιρός: Κρύο και καταιγίδες από το απόγευμα – Σε ποιες περιοχές θα χιονίσει
- Αυτοέλεγχος: Πώς να τον βρείτε αν τον έχετε χάσει στην πορεία