Το θέμα της επιστροφής των Μαρμάρων του Παρθενώνα παίζει και πάλι στην πρώτη γραμμή της ειδησεογραφίας. Και φαντάζομαι τη συγκίνηση, και όχι μόνο των Ελλήνων, αν και όταν αυτά τα Γλυπτά εκτεθούν στο Μουσείο της Ακρόπολης απ’ όπου θα «συνομιλούν» απευθείας με το μνημείο από το οποίο ξεριζώθηκαν. Αναρωτιέμαι όμως πόσοι έχουμε συνειδητοποιήσει τι πραγματικά συμβολίζουν ή, μάλλον, τι σημαίνουν – διότι δεν πρόκειται απλώς περί συμβολισμού αλλά περί ουσίας. Κι έχω την εντύπωση ότι πάρα πολλοί τα εκλαμβάνουμε μόνο ως εικόνα, ως ένα υπέρτατης αξίας μουσειακό έκθεμα.

Οπως δηλαδή και στο Βρετανικό Μουσείο. Ξεχνάμε ή δεν καταλάβαμε ποτέ ότι αποτελούν μέρος όχι μόνο του Παρθενώνα αλλά ενός σύμπαντος. Της Κλασικής Ελλάδας και της Κλασικής Παιδείας. Κι αυτό το σύμπαν έχει και άλλα «μάρμαρα».

Ο Παρθενώνας δεν κατασκευάστηκε τυχαία. Είναι κτίσμα μιας εποχής κατά την οποία συντελέστηκε ένα θαύμα. Οχι, βέβαια, με τη μεταφυσική έννοια αλλά από την άποψη ότι τότε κατακτήθηκαν «κορυφές» πολλές από τις οποίες παραμένουν αξεπέραστες έως σήμερα. Και «κτίσματα» αυτής της εποχής είναι επίσης η δραματουργία της, η φιλοσοφία της, ο τρόπος που διηγείται την Ιστορία ο Θουκυδίδης, η γλώσσα και η παιδεία της. Ολα αυτά έχουν, ως φόντο, τον Παρθενώνα κι αυτά έχουν για φόντο την Ακρόπολη. Πρόκειται για την ίδια εικόνα.

Ενώ λοιπόν διεκδικούμε – και πολύ κάνουμε – τα γλυπτά του αρχαίου μνημείου απεμπολούμε τα υπόλοιπα. Την Κλασική Παιδεία που είναι ο πυλώνας του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού καθώς μέχρι και τη Γαλλική Επανάσταση δεν νοείτο φιλόσοφος, επιστήμονας, δραματουργός που δεν γνώριζε Αρχαία Ελληνικά και Λατινικά.

Δεν εννοώ φυσικά ότι θα έπρεπε να μιλάμε φαρσί τα Αρχαία αλλά, τις τελευταίες δεκαετίες, η διδαχή τους ως γλώσσα – μήτρα θεμελιωδών εννοιών και κειμένων υποβαθμίζεται στα σχολεία μας. Λέξεις ευρείας χρήσης που έχουν διασωθεί έως σήμερα, κακοποιούνται βάναυσα στον δημόσιο λόγο. Με τις ιδεοληψίες της εποχής μας, η ενασχόληση με την Κλασική Παιδεία ερμηνεύεται συχνά ως αρχαιολατρία και μάλιστα με ακραίο ιδεολογικό πρόσημο, λες και ορίζεται, εξαρχής, από το αντικείμενο και όχι από τον τρόπο προσέγγισής του.

Η παγκοσμιοποίηση εφευρίσκει νέους όρους για να «κοινωνικοποιήσει» συναισθηματικές αξίες τις οποίες έχουν αναδείξει οι αρχαίοι μας τραγικοί πριν από 2.500 χρόνια. Χρησιμοποιούμε, για παράδειγμα, τη λέξη «ενσυναίσθηση» επειδή είναι της μόδας ενώ πρόκειται, ακριβώς, για την κάθαρση που επιτυγχάνεται μέσω της συμμετοχής στο πάθος του άλλου.

Στον λόγο της στο συνέδριο της UNESCO όταν, το 1982, έθεσε το θέμα επιστροφής των Μαρμάρων, η Μελίνα Μερκούρη αναφέρει μια μαρτυρία του λόρδου Μπρόνκτον από την επίσκεψή του στην Αθήνα το 1809. Τότε που ένας γέροντας τού είπε με τρεμάμενη από την πίκρα φωνή: «Αγγλοι μάς κλέβετε τα έργα των προγόνων μας. Φυλάξτε τα καλά γιατί οι Ελληνες θα σας τα ζητήσουν πίσω». Κι έχω την εντύπωση ότι εκείνος ο γέροντας που δεν ήξερε να διαβάζει ούτε ποιος είναι ο Πλάτων και ο Σοφοκλής, ένιωθε πολύ περισσότερο από εμάς τους κραδασμούς και τα μηνύματα αυτών των μνημείων.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΝΕΑ