Τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος: Το τρίτο τέλος
Τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος: Μία δημοκρατία που πιστεύει στον εαυτό της, όπως παρά τα άλλα σοβαρά προβλήματά της μπορεί και πρέπει η ελληνική, δεν νοείται να φοβάται ούτε ένα όνομα, ούτε έναν τίτλο, ούτε μία πρώην ιδιότητα
Ο τελευταίος βασιλιάς των Ελλήνων: Σε ηλικία 83 ετών έφυγε από τη ζωή ο Κωνσταντίνος Β’. Μετά την αναχώρησή του από την Ελλάδα, το 1967, έπειτα από το αποτυχημένο κίνημά του κατά της δικτατορίας, η χώρα δεν γνώρισε άλλον βασιλιά. Και με την επιστροφή του Κωνσταντίνου Καραμανλή, το δημοψήφισμα του 1974 έκλεισε οριστικά το πολιτειακό ζήτημα
Ακολουθεί το πέμπτο μέρος των γεγονότων που συνδέονται με τον τέως βασιλιά Κωνσταντίνο, όπως τα κατέγραψε ο δημοσιογράφος Γ. Μαλούχος
Για τους ακραιφνείς θετικιστές, οι αριθμοί αρκούν για να πουν πάντα και όλη την αλήθεια. Δεν είναι όμως έτσι. Παράδειγμα αυτού, αποτελεί και η ζωή του εκλιπόντος τέως βασιλέως Κωνσταντίνου Β’, ο οποίος έφυγε από τη ζωή στις 10 Ιανουαρίου 2023, σε ηλικία 83 ετών.
Αν δει κανείς το ποσοστό του χρόνου της διάρκειας της ζωής του που παρέμεινε ενεργός πραγματικά στο θρόνο, αντιπροσωπεύει περίπου το 5%. Ομως, αυτό λέει πραγματικά κάτι; Αλλο 5% θα σηματοδοτούσε το αν γινόταν βασιλιάς όπως ο Κάρολος Γ’ της Αγγλίας σε πολύ μεγάλη ηλικία, άλλο αν θα γινόταν σε οποιαδήποτε ηλικία και είχε χάσει σύντομα τη ζωή του από κάποια ασθένεια ή κάποιο ατύχημα και, βέβαια, εντελώς άλλο αυτό που εν προκειμένω συνέβη: να γίνει βασιλιάς στη σπάνια νεαρή ηλικία των 24 ετών και να χάσει facto τον θρόνο του στην ακόμα πιο σπάνια των 27 και de jure σε εκείνη των 34.
Ομως, τίποτε απ΄ όλα αυτά δεν μπορούν να το περιγράψουν μόνοι τους οι αριθμοί. Δεν υπάρχει τρόπος αυτοί να αφηγηθούν ότι για τον Κωνσταντίνο Β’, τον τελευταίο βασιλιά των Ελλήνων, το πέρασμά του από την ιστορία τελείωσε στην πραγματικότητα μισό αιώνα πριν από τον θάνατό του. Και ότι, όλα όσα επακολούθησαν, ανήκουν, πλέον, στα “μετά την ιστορία”.
Οπως λοιπόν αναλύθηκε στο προηγούμενο και προτελευταίο μέρος αυτής της σειράς κειμένων, το τέλος της ουσιαστικής συμμετοχής του βασιλέως Κωνσταντίνου Β’ στην ελληνική ιστορία, γράφτηκε στις 8 Δεκεμβρίου 1974.
Τι συνέβη όμως έκτοτε; Εκείνο που ίσως πρέπει να μείνει ως κύριο συμπέρασμα των όσων ακολούθησαν, είναι κάτι αρκετά διαφορετικό και ελάχιστα σημαντικό σε σχέση με όλα όσα προηγήθηκαν: κυρίως είναι ότι όταν μία δημοκρατία φοβάται ένα όνομα, μάλλον το πρόβλημα το έχει περισσότερο η δημοκρατία και όχι το όνομα. Το οποιοδήποτε όνομα.
Μετά το δημοψήφισμα
Η περίοδος που ακολούθησε το δημοψήφισμα μπορεί να χωριστεί σε διάφορες υποπεριόδους, που οι θεματικές τους έχουν κυρίως να κάνουν με τις διαφορές που είχε να ξεκαθαρίσει πλέον ο ιδιώτης τέως βασιλιάς με την νέα ελληνική δημοκρατία. Αυτή ήταν μία διαδικασία που πέρασε από χίλια μύρια κύματα, τα σκάγια της οποίας άγγιξαν ακόμα και έναν εν ενεργεία πρωθυπουργό: τον Γεώργιο Ράλλη.
Στις αρχές του 1981 έφυγε από τη ζωή η μητέρα του Κωνσταντίνου πρώην βασίλισσα Φρειδερίκη. Δεν αποτελεί κάποιο είδος κρατικού μυστικού, ότι η Φρειδερίκη υπήρξε ένα από τα πλέον μισητά πρόσωπα στη μεταπολεμική δημόσια ζωή της χώρας: ίσως ήταν οι τρόποι της, ίσως η μανία της να διαδραματίζει ρόλο, ίσως ότι δεν είχε όρια στο πώς να το κάνει, ίσως η γερμανική της εθνότητα, ίσως όλα μαζί, ίσως όλα και κάτι άλλο, πάντως η ουσία είναι είχε “πετύχει” να ταυτιστεί με ότι πιο αντιδραστικό μπορούσε να φανταστεί κανείς στη δημόσια συνείδηση. Και, αυτό, σε κάθετη αντίθεση με τον σύζυγό της και πατέρα του Κωνσταντίνου βασιλέα Παύλο, ο οποίος δεν πέρασε ποτέ πραγματικά στη σφαίρα του λαϊκού μίσους, πιθανότατα λόγω της φυσικής πραότητας του χαρακτήρα του. Αλλωστε, ήταν τόσο το μίσος που είχε συγκεντρώσει, και δικαίως, ο προκάτοχος και αδελφός του Γεώργιος Β’, ο πραγματικά απεχθέστερος βασιλιάς που γνώρισε ποτέ η Ελλάδα, που ήταν αρκετό για πολλά χρόνια…
Η Φρειδερίκη στο Τατόι
Ο θάνατος της Φρειδερίκης έθεσε το ζήτημα της ταφής της στο Τατόι. Ο πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης υπήρξε σε όλη του τη ζωή βασιλόφρων. Ομως, ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής, μάλλον… όχι. Ο ίδιος ο Ράλλης έχει αφηγηθεί στην τελευταία του συνέντευξη, στον υπογράφοντα, τις δύο φορές που συγκρούστηκε με τον Καραμανλή ως πρωθυπουργός – και δεν ήταν κάτι πολύ απλό αυτό…
Η μία, ήταν στην καθιέρωση της αργίας του Σαββάτου στα σχολεία. Οταν την πληροφορήθηκε ο Καραμανλής από τις εφημερίδες σχεδόν χαράματα, του τηλεφώνησε σε σχεδόν έξαλλη κατάσταση ωρυόμενος ότι έχει αποφασίσει να κάνει όλους τους νέους Ελληνες… τεμπέληδες!… Ματαίως ο Ράλλης επιχειρούσε να τον πείσει ότι έτσι λειτουργούσαν όλα τα σχολεία της Ευρώπης – ο Καραμανλής δεν άκουγε τίποτα: “-Είσαι με τα καλά σου Γιώργο, θα κάνεις όλους τους νέους τεμπέληδες, πάρτο πίσω αμέσως!” -”Εφτασα στο σημείο που δεν πήγαινε άλλο και του είπα: ΄Κύριε πρόεδρε, με όλο το σεβασμό, εγώ είμαι ο πρωθυπουργός’. Και απ’ τα νεύρα του, μου έκλεισε το τηλέφωνο”…
Η άλλη σύγκρουση, αφορούσε στην κηδεία και την ταφή της Φρειδερίκης. Πάλι χτύπησε το τηλέφωνο – βέβαια, σε αντίθεση με την προηγούμενη, αυτή τη φορά ο Ράλλης το περίμενε… Ο Καραμανλής δεν ήθελε με κανένα τρόπο να γίνει εδώ, ή αν γίνει εδώ να γίνει με κόσμο, να έρθει ο Κωνσταντίνος, ή αν έρθει να καθίσει κ.ο.κ. Ο Ράλλης, όπως αφηγήθηκε, ήταν από τις σπάνιες φορές που “άναψε” έναντί του. Με τα πολλά, καθορίστηκε το γνωστό αυστηρότατο πλαίσιο των λίγων ωρών παραμονής μετά την άφιξη από το Λονδίνο. Ο Κωνσταντίνος, μόλις κατέβηκε από το αεροσκάφος, γονάτισε και φίλησε το χώμα.
Η «επιστροφή» στην Ελλάδα
Περίπου μία δεκαετία αργότερα, έγινε η πρώτη του παρατεταμένη επίσκεψη, που προκάλεσε πολιτικές τριβές αλλά και το ενδιαφέρον αρκετού κόσμου, ενώ ξεκίνησαν και οι συζητήσεις για τα ζητήματα της περιουσίας, των διαβατηρίων, της παρουσίας στη χώρα, του ονόματος κοκ. Εγιναν συμφωνίες, ακυρώθηκαν μετά, έγιναν δικαστήρια σε εθνικό και διεθνές επίπεδο και, τέλος πάντων, αυτή η ιστορία πήρε… ατέλειωτα χρόνια μέχρι να κατασταλάξει όπως καταστάλαξε.
Και, κάποτε, ο Κωνσταντίνος και η Αννα Μαρία, πολύ λιγότερο τα παιδιά τους, άρχισαν σταδιακά να έρχονται συστηματικά στην Ελλάδα. Μέχρι που στο τέλος, ο τελευταίος βασιλιάς και η τελευταία βασίλισσα των Ελλήνων εγκαταστάθηκαν εδώ, αγοράζοντας ένα σπίτι κι ένα σκάφος στο Πόρτο Χέλι, όπου πέρασαν κάποια χρόνια μέχρι που ήρθαν πολύ πρόσφατα στην Αθήνα γιατί ο Κωνσταντίνος έμπαινε όλο και πιο συχνά πια στο νοσοκομείο και ήταν κρίσιμο αυτό να είναι κοντά. Και, τώρα, στις 10 Ιανουαρίου, έφυγε από τη ζωή: ήταν το τρίτο τέλος ενός βασιλιά: μετά το πολιτικό και το νομικό, ήρθε κάποτε, αναπόφευκτα, και το φυσικό. Ενός βασιλιά που όσο λίγο έμεινε στο θρόνο, τόσο πολύ η βασιλεία του υπήρξε αντικείμενο σκληρότατης αντιπαράθεσης.
Πάντως, η ουσία σήμερα, μισό αιώνα μετά το δημοψήφισμα, είναι πλέον μία και ξεκάθαρη: μία δημοκρατία που πιστεύει στον εαυτό της, όπως παρά τα άλλα σοβαρά προβλήματά της μπορεί και πρέπει η ελληνική, δεν νοείται να φοβάται ούτε ένα όνομα, ούτε έναν τίτλο, ούτε μία πρώην ιδιότητα, ούτε τίποτα από όλα αυτά.
Κάποτε, πριν από πενήντα ή σαράντα χρόνια, ίσως ναι, εντάξει, είχε κάποια λογική. Σήμερα, είναι απλώς φαιδρό. Και θα γίνει ακόμα περισσότερο, στα όρια πλέον του burlesque, αν ξαφνικά αρχίσει να φοβάται κι έναν τάφο… Α, και κάτι ακόμα: ούτε και έχει ανάγκη και να μηδενίζει τα πάντα. Πρέπει να κρίνει και να θυμάται, αλλά το να εκμηδενίζει άκριτα την ίδια την ιστορία της, δεν είναι τίποτε άλλο από ένδειξη ανούσιας, ανασφάλειας, για την οποία ουδείς υφίσταται λόγος.
ΤΕΛΟΣ Ζ’ ΜΕΡΟΥΣ και σειράς άρθρων
Ο ΓΕΩΡΓΙΟΣ Π. ΜΑΛΟΥΧΟΣ συνεργάστηκε με τον τέως βασιλιά Κωνσταντίνο Β’ στη συγγραφή των απομνημονευμάτων του, το τρίτομο έργο ΧΩΡΙΣ ΤΙΤΛΟ που εκδόθηκε το 2015 από ΤΟ ΒΗΜΑ και αποτέλεσε μία από τις μεγαλύτερες εκδοτικές επιτυχίες των τελευταίων δεκαετιών
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις