Ο ερχόμενος Μάιος. Σε αυτό τον μήνα έχει «παγώσει» η αίσθηση του χρόνου για όσους έχουν συμμετάσχει και συνεχίζουν να συμμετέχουν στην κατασκευή του νέου Μεγάλου Αιγυπτιακού Μουσείου στο Κάιρο. Είναι η επιθυμητή προθεσμία για να εγκαινιαστεί αυτό που τα αιγυπτιακά Μέσα – αλλά και το National Geographic, σε μία πρόσφατη περιήγησή του – αποκάλεσαν «σύγχρονο θαύμα του κόσμου».

Σύγχρονο, σίγουρα. Και μεταμοντέρνο. Με τη χρήση της τεχνολογίας ακμής θα «αφηγείται» το μακραίωνο παρελθόν του φαραωνικού και αιγυπτιακού πολιτισμού. Από τις πρώτες κινήσεις, άλλωστε, μετά την επιλογή του ιρλανδικού γραφείου Heneghan Peng για τον σχεδιασμό του (το 2003) και της κατασκευαστικής κοινοπραξίας Besix Orascom ήταν η μεταφορά του αγάλματος του Ραμσή Β’ από μια πλατεία του Καΐρου στο υπερσύγχρονο Κέντρο Συντήρησης. Το αρχαίο συναντούσε τη σύγχρονη τεχνολογία για να προλάβουν την αλλοίωση από την ατμοσφαιρική ρύπανση. Αυτό είναι και το άγαλμα που από το 2018 φαίνεται στις φωτογραφίες της κύριας εισόδου του Μουσείου.

Εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο το πρόγραμμα βρίσκεται στη φάση των διαδοχικών παραδόσεων, όπως μας λέει ο Χρήστος Λουφόπουλος, που εργάζεται ως Project Control Manager της εταιρείας Hill International, η οποία έχει αναλάβει το Project management του έργου.

Το όνομα είναι αρκετά οικείο για τα ελληνικά δεδομένα: είναι η εταιρεία που ανέλαβε τις ίδιες υπηρεσίες για την ανακατασκευή του Πάρκου στο Ελληνικό, την κατασκευή της γραμμής 4 του αθηναϊκού μετρό (ως μέρος διεθνούς consortium), ενώ ξαναβρίσκουμε την επωνυμία στην ανέγερση τριών νοσοκομείων που σχεδιάζει ο Ρέντσο Πιάνο (σε Θεσσαλονίκη, Κομοτηνή, Σπάρτη), με δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. «Το έργο στο Μεγάλο Αιγυπτιακό Μουσείο συνεχίζει να χαρακτηρίζεται εν εξελίξει, αλλά θεωρείται ότι είναι έτοιμο κατά 99%. Εχουν παραδοθεί τα πάντα με τη δική μας επίβλεψη, εκτός από τις προθήκες με τα σημαντικότερα εκθέματα στον τρίτο όροφο.

Στις δύο από τις πέντε αίθουσες θα εκτίθεται η συλλογή του Τουταγχαμών και στις άλλες τρεις, πολλά από τα πιο χαρακτηριστικά ευρήματα που έχουν επιλεχθεί από σειρά διακεκριμένων αιγυπτιολόγων ως αντιπροσωπευτικά από την κάθε περίοδο της μακρόχρονης ιστορίας του φαραωνικού πολιτισμού. Ακόμη και αυτοί οι χώροι, ωστόσο, είναι έτοιμοι. Είναι απλώς θέμα χρόνου η απόφαση της μεταφοράς της εμβληματικής μάσκας και της χρυσής σαρκοφάγου του Τουταγχαμών από το Μουσείο Ταχρίρ στο νέο προκειμένου να παραδοθούν οι αίθουσες στο κοινό» λέει ο Χ. Λουφόπουλος, με τον οποίο μιλάμε μέσω Viber.

Ελληνική συμμετοχή

Η ομάδα στην οποία δουλεύει, όπου συμμετέχουν αυτή τη στιγμή άλλοι 4 Ελληνες σε διαφορετικά πόστα, επιβλέπει δεκάδες λεπτομέρειες, από τις μηχανολογικές εγκαταστάσεις έως τον τρόπο έκθεσης των αντικειμένων στις προθήκες. Ηδη ο Ε. Κ. έχει προσφέρει ως Project Director υπηρεσίες διαχείρισης έργων από την υποβολή προσφορών, την κατασκευή, την έκθεση και τη διαχείριση εκταμιεύσεων, ενώ οι Α. Μ., Μ. Ι., Κ. Κ. και αρκετοί ακόμη Ελληνες τα προηγούμενα χρόνια, ανάμεσα σε δεκάδες κορυφαίους μηχανικούς από όλο τον κόσμο, διαχειρίστηκαν και επέβλεψαν την κατασκευή, την ποιότητα, τον χρονικό προγραμματισμό και τον προϋπολογισμό του έργου. «Ουσιαστικά είμαστε ο «ιμάντας» ανάμεσα στο αιγυπτιακό κράτος, των κατασκευαστών και των μελετητών – όπου εδώ πρέπει κανείς να φανταστεί τουλάχιστον 50 διαφορετικές μελέτες που απαιτούν έγκριση και τροποποιήσεις σε διαφορετικά στάδια. Σε ένα από τα προγενέστερα έπρεπε, για παράδειγμα, να επιβλέψουμε πώς θα οργανωθούν οι χώροι με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, πώς οι αρχαιολόγοι θα μπορούν να τους εκμεταλλευθούν και πώς θα γίνει η επιλογή των εκθεμάτων από τους πλέον εξειδικευμένους αιγυπτιολόγους». Στο σημείο αυτό μάλιστα υπάρχει μια δεύτερη «ελληνική» σύνδεση με το κολοσσιαίο πρότζεκτ, καθώς διάφοροι ειδικοί που πρόσφεραν τεχνογνωσία προέρχονται από τη χώρα μας. Ανάμεσά τους ο Βασίλης Χρυσικόπουλος, ιδρυτής της Ελληνικής Εταιρείας Μελέτης Αρχαίας Αιγύπτου και υπεύθυνος για την επανέκθεση της αιγυπτιακής συλλογής στο δικό μας Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Από την άλλη, ο μουσειολόγος Χαράλαμπος Χάιτας εργάστηκε ως διευθυντής στο τμήμα Operational Management Consultancy από τον Μάιο του 2013. Η αρχή είχε γίνει το 2013 με την επιλογή του Νίκου Καλτσά, ο οποίος παρέμεινε στο Κάιρο επί τριετία ως μέλος της επιστημονικής ομάδας του νέου αιγυπτιακού μουσείου.

Η κατασκευή του Μουσείου αποτελεί στην πραγματικότητα την τρίτη φάση ενός έργου που χρονολογείται από το 1998, όταν δεσμεύτηκε ρυμοτομικά η περιοχή. Η πρώτη φάση ήταν η κατασκευή του Κέντρου Συντήρησης, μεγάλο τμήμα του οποίου βρίσκεται κάτω από το έδαφος. Σε αυτό πραγματοποιούνται οι εξειδικευμένες εργασίες συγκόλλησης των αγαλμάτων, συντήρησης των υφασμάτων και των κτερισμάτων υψηλής αισθητικής.

Μουσείο και πολιτική

Οπως είναι αναμενόμενο, η εξέλιξη του Μουσείου – από το 2008, οπότε προκηρύχθηκε ο διαγωνισμός – συνδέθηκε με την πολιτική κατάσταση και τις συνεχείς αναταραχές στην Αίγυπτο. Ανατροπή του Μουμπάρακ το 2011, κύμα δυσαρέσκειας για τον αυταρχισμό της Μουσουλμανικής Αδελφότητας υπό τον Μοχάμεντ Μόρσι, απομάκρυνση Μόρσι και αναστολή του Συντάγματος από τον στρατηγό Σίσι, ο οποίος από το 2014 είναι πρόεδρος της χώρας. Η κατασκευή του Μουσείου και η πολιτική είναι δύο παράλληλες πορείες. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι ο επικεφαλής, διορισμένος από τον Σίσι, είναι ο στρατηγός Atef Moftah, που εμφανίζεται στον χώρο με στρατιωτική παραλλαγή: μια εικόνα που μιλάει από μόνη της, όπως φαίνεται και στις φωτογραφίες του National Geographic. Παρά τα σκαμπανεβάσματα πάντως και με όλα τα κατά καιρούς «αγκάθια» σε οικονομικό, τεχνικό και εκθεσιακό επίπεδο, η γενική αρχή δεν έχει αλλάξει. Ο Σίσι χρησιμοποιεί το υπερόπλο που έφτασε στα χέρια του για να δείξει με τον πιο «φαραωνικό» τρόπο τη μακραίωνη ιστορία και συνέχεια της Αιγύπτου.

Τα «ηλιακά σκάφη» των Φαραώ

Σε κοντινή απόσταση από το Μεγάλο Μουσείο, εξάλλου, βρίσκεται ένα σύμπλεγμα δύο κτιρίων με ξεχωριστή αποστολή. Το πρώτο φιλοξενεί το λεγόμενο «ηλιακό σκάφος» του Χέοπα, το οποίο μεταφέρθηκε εκεί από τις πυραμίδες της Γκίζας τον Αύγουστο του 2021. Το σκάφος του δεύτερου Φαραώ της 4ης δυναστείας (η βασιλεία του διήρκεσε από το 2589 έως το 2566 π.Χ.) είναι το παλαιότερο και μεγαλύτερο ξύλινο σκάφος που ανακαλύφθηκε στην Αίγυπτο. Αποτελούσε ένα είδος τελετουργικού οχήματος που μετέφερε τους Φαραώ στους ουρανούς μετά την ανάστασή τους, συνοδεία του Ρα, θεού του Ηλιου.
Η ομάδα εργασίας του Μεγάλου Αιγυπτιακού Μουσείου πέτυχε να εγκαταστήσει τη μεταλλική δομή του κοντέινερ στην τελική του μορφή στο κτίριο του μουσείου, αφιερωμένο στα σκάφη του βασιλιά. Κι αυτό επειδή ένας γιαπωνέζος αρχαιολόγος ανακάλυψε πρόσφατα δεύτερο ηλιακό σκάφος, το οποίο αναμένεται να εκτεθεί στο δεύτερο κτίσμα, το οποίο κατασκευάζεται κατά 70% με χρηματοδότηση της ιαπωνικής κυβέρνησης. Ενα είδος πολιτιστικής διπλωματίας, που συνοδεύει σε αρκετά στάδια την ανέγερση του Μεγάλου Μουσείου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ «ΤΑ ΝΕΑ»