Ο Ντογιάκος, η ΑΔΑΕ και το σημερινό χάλι στη Βουλή
Ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου με την προσπάθειά του να «κοντύνει» την ΑΔΑΕ συνέβαλε στο να μην ξέρουμε εάν ήταν νόμιμες ή παράνομες οι παρακολουθήσεις
- Πώς τα δεδομένα που συλλέγει η Ουκρανία θα εκπαιδεύσουν την ΑΙ του πολέμου
- Ακριβότερο και φέτος το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι - Αναλυτικοί πίνακες
- Επίθεση με μαχαίρι σε δημοτικό σχολείο στο Ζάγκρεμπ - Ένας μαθητής νεκρός και 7 τραυματίες
- Ολα όσα πρέπει να ξέρετε για το πρόγραμμα «Σπίτι μου 2» – Οδηγός με 32 ερωταπαντήσεις
Το ζήτημα του απορρήτου της επικοινωνίας είναι από τα πιο σημαντικά. Ας μην ξεχνάμε ότι έχουν αυξηθεί σε σχεδόν τρομακτικό βαθμό οι τεχνολογικές δυνατότητες επιτήρησης, παρακολούθησης και καταγραφής – πλευρά τους και η βιομηχανία των παράνομων λογισμικών παρακολούθησης. Την ίδια στιγμή, σε όλο τον κόσμο υπηρεσίες ασφαλείας και διωκτικές αρχές επιθυμούν διακαώς να αποκτήσουν ακόμη μεγαλύτερη δυνατότητα να παρακολουθούν και να συγκεντρώνουν πληροφορίες. Το ίδιο, ας μην το ξεχνάμε, και αρκετοί ιδιώτες.
Στη χώρα μας με οδυνηρό τρόπο διαπιστώσαμε ότι υπάρχει σοβαρό θέμα με την προστασία του απορρήτου. Οι αποκαλύψεις ότι γινόταν εκτεταμένη κατάχρηση της δυνατότητας άρσης του απορρήτου για λόγους «εθνικής ασφαλείας» για παρακολουθήσεις ακόμη και υπουργών ή ανώτατων αξιωματικών, μαζί με τις αποκαλύψεις ότι υπήρχε και ένας παράλληλος μηχανισμός παρακολουθήσεων με χρήση και παράνομου λογισμικού παγίδευσης κινητών τηλεφώνων, αυτό ακριβώς έδειξαν.
Από τη στιγμή που έγιναν όλες αυτές οι αποκαλύψεις, αυτό που χρειαζόταν ήταν να υπάρξει κάποιος που με υπεύθυνο τρόπο να ερευνήσει την υπόθεση και να δώσει απαντήσεις – ή να βοηθήσει στο να δοθούν απαντήσεις – στο κρίσιμο ερώτημα εάν ήταν νόμιμες ή παράνομες αυτές οι παρακολουθήσεις.
Και αυτός ο φορέας υπάρχει στη χώρα μας: είναι η ΑΔΑΕ, μια Ανεξάρτητη Αρχή που φτιάχτηκε ακριβώς επειδή αντιλαμβανόμαστε τους σύγχρονους κινδύνους για θεμελιώδη δικαιώματα όπως το απόρρητο των επικοινωνιών. Μια Ανεξάρτητη Αρχή που η ηγεσία της διορίζεται με εξαιρετικά αυξημένη κοινοβουλευτική αποδοχή (ειδική πλειοψηφία στη Διάσκεψη των Προέδρων), για να μπορεί στη διάρκεια της θητείας της να ασκεί τα καθήκοντά της απερίσπαστη και χωρίς πολιτικές παρεμβάσεις.
Μια τέτοια Ανεξάρτητη Αρχή πρέπει, όμως, να μπορεί να κάνει και τη δουλειά της. Να μπορεί να ελέγχει και να ερευνά. Και ας φέρνει αυτό σε δυσκολία την εκάστοτε κυβέρνηση, γιατί αυτό πρέπει να κάνουν τα «θεσμικά αντίβαρα».
Όμως, υπήρξε πρόσφατα μια παρέμβαση που ουσιαστικά προσπάθησε να «κοντύνει» την ΑΔΑΕ και να περιορίσει τη δυνατότητά της να κάνει τη δουλειά της και να ερευνήσει τη νομιμότητα των υποκλοπών και των παρακολουθήσεων.
Αναφέρομαι στη γνωμοδότηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ισίδωρου Ντογιάκου, που προσπάθησε αν όχι να ακυρώσει, σίγουρα να περιορίσει σημαντικά το ρόλο μιας Ανεξάρτητης Αρχής όπως η ΑΔΑΕ. Αναρωτιέμαι γιατί ο ανώτερος εισαγγελικός λειτουργός της χώρας δεν θέλει αυτή η Ανεξάρτητη Αρχή να συμβάλει, ως οφείλει, στο να αποκαλυφθεί το εάν ήταν νόμιμες ή όχι οι παρακολουθήσεις και συνολικά τι συμβαίνει με αυτό το ζήτημα. Γιατί ουσιαστικά στη γνωμάτευσή του είπε «δεν έχετε το δικαίωμα να το ψάξετε», την ώρα που αυτό που χρειάζεται είναι ακριβώς κάποιος να το ψάξει.
Και αυτό γίνεται ακόμη πιο προβληματικό εάν σκεφτούμε ποιο μήνυμα στέλνει ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου και σε σχέση με τη διερεύνηση των ποινικών ευθυνών και μάλιστα την ώρα που αυτή είναι σε εξέλιξη.
Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι η πρόσφατη νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης (ο νόμος 5002/2022) ρύθμισε μεν τα ζητήματα που αφορούν το πώς μπορεί να ενημερωθεί κάποιος για το εάν παρακολουθείται, όμως σε κανένα βαθμό δεν ακύρωσε τη δυνατότητα (και υποχρέωση…) της ΑΔΑΕ να ελέγχει εάν και σε ποιο βαθμό τηρείται η νομιμότητα και εάν οι διωκτικές αρχές και οι πάροχοι τηλεπικοινωνιών παραβιάζουν «κόκκινες γραμμές».
Και το πρόβλημα είναι ότι όσο δεν ερευνάται πραγματικά αυτό το θέμα, τόσο περισσότερο το ζήτημα των παρακολουθήσεων λειτουργεί ως βαριά σκιά συνολικά στη λειτουργία της δημοκρατίας μας.
Γιατί όσο δεν αποσαφηνίζεται τι έγινε και τι γίνεται με τις υποκλοπές, πώς και γιατί παρακολουθούνται πολιτικοί, ανώτατοι αξιωματικοί και δημοσιογράφοι, γιατί υπήρχαν «κέντρα» και «παράκεντρα» που τις αξιοποιούσαν και όσο δεν απαντιέται τι έγινε νόμιμα και τι έγινε παράνομα (και ποιος παρανόμησε) τόσο περισσότερο θα κινδυνεύουμε να βλέπουμε να επαναλαμβάνονται εικόνες όπως αυτές της Βουλής.
Υψηλοί τόνοι, σκληρή αντιπαράθεση, ρήξη, αλλά το ερώτημα που θα έπρεπε να απαντηθεί, τελικά δεν απαντήθηκε: υπάρχει θέμα παράνομων υποκλοπών και, εάν ναι, ποιος ευθύνεται;
Τα κόμματα (είτε στην κυβέρνηση είτε στην αντιπολίτευση) θα κινηθούν με τον δικό τους υπολογισμό. Αντίθετα, το ερώτημα για τη νομιμότητα και τον έλεγχο είναι θεσμικό ερώτημα. Όταν, όμως, ένας θεσμός, όπως είναι η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, έρχεται να βάλει τρικλοποδιά σε έναν άλλο θεσμό, που μάλιστα έχει ευθύνη την τήρηση της νομιμότητας σε σχέση με το απόρρητο των επικοινωνιών, τότε έχουμε πρόβλημα.
Και αυτή είναι η ευθύνη του κ. Ισίδωρου Ντογιάκου, είτε θέλει να το παραδεχτεί είτε όχι.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις