Κίνα και ΗΠΑ: δεν είναι θέμα απλώς κατασκοπείας αλλά συνολικής σύγκρουσης
Η κατάρριψη του κινεζικού αερόστατου απλώς επιβεβαίωσε ότι οι δύο χώρες είναι σε τροχιά εντονότερης αντιπαράθεσης
Παρότι έχουμε ταυτίσει τα αερόστατα με τα μυθιστορήματα του Ιούλιου Βερν και το παρελθόν, εντούτοις φαίνεται πώς έχουν αποκτήσει μια νέα χρησιμότητα για τη συλλογή μετεωρολογικών δεδομένων αλλά και την κατασκοπεία.
Στην πραγματικότητα τα αερόστατα τελευταίας γενιάς δεν είναι απλά «μπαλόνια». Πιο σωστά είναι να μιλήσουμε για «ενδοατμοσφαιρικούς δορυφόρους». Μπορούν να πετούν στη στρατόσφαιρα, σε ύψος ακόμη και 90.000 ποδών, πολύ πάνω από τα συνήθη ύψη των αεροπλάνων, έχουν μικρότερο αποτύπωμα στο ραντάρ, είναι πιο απρόβλεπτα στην κίνηση από τους δορυφόρους, κινούνται πιο αργά από τους δορυφόρους και σε χαμηλότερο ύψος έτσι ώστε να τραβούν καλύτερες φωτογραφίες και να συλλέγουν περισσότερα στοιχεία και επίσης είναι πιο φτηνά από τους δορυφόρους.
Γιατί η Κίνα να θέλει να κατασκοπεύσει τις ΗΠΑ;
Η Κίνα και οι ΗΠΑ έχουν μπει σε τροχιά σύγκρουσης. Όλες οι τοποθετήσεις από τη μεριά των ΗΠΑ που αναφέρονται στην στρατηγική ασφάλειας, αναφέρουν την Κίνα ως «στρατηγικό αντίπαλο». Μπορεί να μην αναφέρουν την Κίνα ως άμεση απειλή, με τον τρόπο που ουσιαστικά περιγράφουν πλέον τη Ρωσία, ωστόσο είναι σαφές ότι στον ορίζοντα οι ΗΠΑ βλέπουν τη σύγκρουση με την Κίνα ως αναπόφευκτη.
Γιατί μπορεί η Κίνα να μην έχει διατυπώσει βλέψεις παγκόσμιας ηγεμονίας, καθώς ακόμη κινείται στη βάση ενός προγραμματισμού που επικεντρώνει στην εσωτερική οικονομική και κοινωνική συγκρότηση, όμως δεν παύει να είναι ένας ανταγωνιστής των ΗΠΑ. Είναι η δεύτερη οικονομία στον πλανήτη, είναι μεγάλη χώρα σε πληθυσμό, και διεκδικεί να αναβαθμίσει τη διεθνή θέση της, όχι μόνο σε σχέση με τα θέματα που θεωρεί ότι την αφορούν άμεσα, όπως είναι η Ταϊβάν ή η κατάσταση στη Νότια Σινική Θάλασσα, και συνολικότερα. Και βέβαια επενδύει ολοένα και περισσότερο στην αναβάθμιση των αμυντικών της δυνατοτήτων, στην προοπτική να αποκτήσει χαρακτηριστικά υπερδύναμης.
Απέναντι σε αυτό ολοένα και περισσότερο ο αμερικανικός σχεδιασμός δείχνει να προσπαθεί να αντιμετωπίσει αυτό το ενδεχόμενο. Ήδη οι ΗΠΑ έχουν μια εντυπωσιακή σειρά από βάσεις στην ευρύτερη περιοχή κοντά στην Κίνα, έχουν ενισχύσει τις σχέσεις τους με τις χώρες που είναι κατεξοχήν σύμμαχοί τους, αντιμετωπίζοντάς τις και ως αιχμή του δόρατος στην περιοχή (Ιαπωνία, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία) αλλά και ενισχύοντας τη στρατιωτική παρουσία τους σε χώρες όπως οι Φιλιππίνες, την ώρα που ισχυρές αμερικανικές ναυτικές δυνάμεις διαρκώς κάνουν περιπολίες κοντά στην Κίνα. Μάλιστα, η Κίνα εδώ και καιρό χρησιμοποιεί τα κατασκοπευτικά αερόστατα για να επιτηρεί τις κινήσεις των σκαφών του αμερικανικού ναυτικού στην εγγύτητά της. Επιπλέον, σημαντικό μέρος του αμερικανικού πολιτικού συστήματος έμπρακτα αμφισβητεί την πολιτική «της μίας Κίνας» που εδώ και δεκαετίες αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής για την Ταϊβάν.
Όλα αυτά προκαλούν και την κινεζική αντίδραση, ιδίως από τη στιγμή όταν για βλέπει ότι ορίζοντας της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής είναι και ο πόλεμος. Και εάν μια χώρα φοβάται ότι υπάρχει έστω και μακρινό ενδεχόμενο να βρεθεί σε ένοπλη σύγκρουση, τότε αυτό της χρειάζεται πάνω από όλα πληροφορίες. Και αυτό μπορεί να εξηγήσει για παράδειγμα γιατί μπορεί να βρέθηκε ένα κατασκοπευτικό αερόστατο πάνω από περιοχές των ΗΠΑ όπου βρίσκονται τα σιλό εκτόξευσης διηπειρωτικών πυραύλων, πυραύλων με πυρηνικές κεφαλές που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και κατά της Κίνας.
Ούτως ή άλλως, δεν έκανε η Κίνα κάτι διαφορετικό από αυτό που κάνουν οι ΗΠΑ με το δικό τους εκτεταμένο δίκτυο κατασκοπευτικών μέσων.
Γιατί αντέδρασαν τόσο έντονα οι ΗΠΑ;
Η επίσημη κινεζική ρητορική είναι ότι οι ΗΠΑ «υπεραντίδρασαν» και ότι με την επιλογή να καταρρίψουν το κινεζικό αερόστατο, παρά τις εξηγήσεις που έδωσε επισήμως η κινεζική κυβέρνηση για παρέκκλιση από την πορεία λόγω «ανωτέρας βίας», απλώς θέλουν να κλιμακώσουν την αντιπαράθεση, επιδεικνύοντας «ανικανότητα στη διαχείριση κρίσεων».
Οι ΗΠΑ από τη μεριά τους αντέδρασαν τόσο έντονα για λόγους που έχουν να κάνουν και με την εξωτερική πολιτική και την εσωτερική πολιτική. Τα της εξωτερικής πολιτικής έχουν να κάνουν με τον ανταγωνισμό με την Κίνα, σε μια συγκυρία που έχει γίνει πιο έντονος. Ας μην υποτιμάμε εδώ τον τρόπο που ο πόλεμος στην Ουκρανία επικαθορίζει τις εξελίξεις. Μπορεί η Κίνα να έχει κρατήσει μια κάπως προσεκτική στάση – για παράδειγμα οι κινεζικές επιχειρήσεις είναι πολύ προσεκτικές σε σχέση με τις κυρώσεις των ΗΠΑ – όμως δεν παύει να είναι η ισχυρότερη δύναμη που βρίσκεται στο πλευρό της Ρωσίας. Ακόμη περισσότερο, η προοπτική μιας συνολικότερης σύγκλισης Ρωσίας και Κίνας φαντάζει ακόμη πιο απειλητική για τις ΗΠΑ.
Να σημειώσουμε εδώ ότι για τις ΗΠΑ που έχουν ένα σύστημα αεράμυνας περισσότερο προσανατολισμένο σε μια λογική θερμοπυρηνικού πολέμου με όρους «αμοιβαία εξασφαλισμένης καταστροφής», παρά στην αποτροπή εναέριων παραβιάσεων, ήταν ιδιαίτερα αρνητικός συμβολισμός ότι μπορούσε η Κίνα να στείλει ένα αερόστατο που θα κατέγραφε τα σιλό των διηπειρωτικών πυραύλων.
Όμως ρόλο έπαιξε και η εσωτερική κατάσταση στις ΗΠΑ. Μετά τις εκλογές στο μέσο της θητείας (midterms) οι ΗΠΑ βρίσκονται στην αρχή του πολιτικού κύκλου που θα ολοκληρωθεί με την επόμενη προεδρική εκλογή το 2024. Οι Ρεπουμπλικάνοι εκτός των άλλων ασκούν κριτική και για την εξωτερική πολιτική και η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν δεν ήθελα να φανεί ότι είναι «ενδοτική απέναντι» στην Κίνα. Βεβαίως, έχουν ενδιαφέρον οι αποκαλύψεις ότι κατασκοπευτικά αερόστατα κινεζικής προέλευσης είχαν εντοπιστεί πάνω από το έδαφος των ΗΠΑ και επί προεδρίας Ντόναλντ Τραμπ όμως τότε είχε παρθεί η απόφαση να μην υπάρξει κάποια ενέργεια.
Το τέλος των προσπαθειών συνεννόησης;
Η ακύρωση της επίσκεψης του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν εξαιτίας του εντοπισμού του κινεζικού αεροστάτου, της πρώτης επίσκεψης μετά από καιρό η οποία είχε σαφώς ενταχθεί σε μια κατεύθυνση αποκλιμάκωσης, θέτει το ερώτημα εάν έληξε η προσπάθεια επαναπροσέγγισης των δύο χωρών.
Και αυτό γιατί παρά τη μεσοπρόθεσμα «στρατηγική» αντιπαράθεση με την Κίνα οι ΗΠΑ είχαν δείξει ότι δεν είναι έτοιμες για πλήρη ρήξη. Η αμερικανική οικονομία εξακολουθεί να διατηρεί πολύ μεγάλο βαθμό αλληλεξάρτησης με την κινεζική οικονομία ακόμη και μετά την προσπάθεια των ΗΠΑ να περιορίσουν την πρόσβαση της Κίνας σε τσιπ τελευταίας γενιάς, η Κίνα θα παίξει ρόλο στην όποια δυναμική ανάκαμψης της παγκόσμιας οικονομίας, θέματα όπως η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής απαιτούν και αμερικανοκινεζική συνεργασίας. Ούτε είναι εύκολο για τις ΗΠΑ, την ώρα που έχουν να διαχειριστούν τον πόλεμο στην Ουκρανία, μια μεγάλη πολεμική σύγκρουση στην οποία έχουν συνεισφέρει με πολύ μεγάλο όγκο εξοπλιστικής βοήθειας, να ανοίξουν άλλο ένα μεγάλο μέτωπο. Αυτό εξηγεί γιατί φάνηκε ότι υπήρχαν βήματα για μεγαλύτερη συνεννόηση.
Όμως, φαίνεται ότι στο επίπεδο του συγκεκριμένου περιστατικού, η αμερικανική ηγεσία ούτε ήθελε ούτε μπορούσε να απεμπλακεί από τη δυναμική της σύγκρουσης. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι έχει και μια ολοκληρωμένη στρατηγική για την πλήρη διαχείρισή της.
- Τραμπ και ελληνοτουρκικά – Τι πιστεύουν οι Έλληνες, ένας πρώην διπλωμάτης των ΗΠΑ και ένας πανεπιστημιακός
- Masdar: Με όχημα την ΤΕΡΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ σχεδιάζει off shore αιολικά και φωτοβολταϊκά 6 GW σε Ελλάδα και Ισπανία
- Διαγραφή Σαμαρά: Κάνει ζυμώσεις για κόμμα – Όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά
- Μέσω ΑΣΕΠ οι προσλήψεις στη Δημοτική Αστυνομία
- Τραμπ: Καυγάς Μασκ με δικηγόρο και συνεργάτη του νέου προέδρου
- Ο Φουκώ διαβάζει Χέγκελ